Από τη Σοφία Μανδηλαρά
Περήφανες και δυναμικές, οι γυναίκες του Εβρου γεμίζουν τη ζωή ομορφιά, με τα χέρια τους, την τέχνη τους, τις ιδέες τους, τη θέλησή τους. Ανοίγουν το σύνορο της συνεργασίας, κάνουν την πυξίδα να δείχνει από το δύσκολο χθες στο αισιόδοξο αύριο. Μερικές από αυτές φωτογραφίζονται για το Marie Claire και μοιράζονται τις ιστορίες τους και τα όνειρά τους.
Eλένη Μακρυγιάννη, Περιβαλλοντολόγος
«Ο φυσικός πλούτος της Θράκης ξεχωρίζει για την πολυμορφία του τοπίου, τα δάση και τους υγροτόπους με την τεράστια βιοποικιλότητα και την κομβική του θέση ανάμεσα σε τρεις ηπείρους» αναφέρει εξαρχής η κυρία Ελένη Μακρυγιάννη, προϊσταμένη του Φορέα Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Δέλτα Εβρου. Είναι περιβαλλοντολόγος με καταγωγή από το Συκούριο Λάρισας αλλά αγάπησε τον Εβρο και του έχει αφιερώσει τα τελευταία 28 χρόνια της ζωής της. «Θεωρώ πως πολιτισμός και φύση είναι τα σημαντικότερα στοιχεία στη χώρα μας», λέει.
Πράγματι, «ο ποταμός Εβρος με τους παραπόταμούς του και ιδιαίτερα με τις εκβολές του (Δέλτα Εβρου) παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο για τα μεταναστευτικά πουλιά. Ιδιαίτερα το Εθνικό Πάρκο Δέλτα Εβρου έχει διεθνή σημασία (υγρότοπος Ramsar) για πολλά είδη ορνιθοπανίδας και όχι μόνο. Ολοι οι υγρότοποι είναι σημαντικοί γιατί αποτελούν ένα δίκτυο, μία αλυσίδα από την οποία εξαρτάται η διαβίωση πολλών οργανισμών, ιδίως πουλιών».
Η έκτασή του Δέλτα Εβρου αγγίζει τα 200.000 στρέμματα, ενώ δύο είναι οι μεγάλες λιμνοθάλασσες του, η Δράνα (ή λίμνη του Δράκοντος) και τα Παλούκια. Στο φιλόξενο οικοσύστημά του έχουν παρατηρηθεί 320 είδη πουλιών από τα περίπου 444 που ζουν στην Ελλάδα. Επιπλέον, κύκνοι, φοινικόπτερα, πάπιες, ροδοπελεκάνοι, χαλκόκοτες, χουλιαρομύτες, αργυροπελεκάνοι, νανόγλαροι και οι εξαιρετικά σπάνιες λεπτομύτες χρησιμοποιούν το Δέλτα ως στάση ανάπαυλας προτού συνεχίσουν το μεγάλο και επικίνδυνο ταξίδι προς θερμότερα κλίματα. Οι πρόσφορες συνθήκες της περιοχής επιτρέπουν ακόμα την αναπαραγωγή 77 ειδών ζώων, μεταξύ των οποίων τρία εξαιρετικά σπάνια είδη ερωδιού.
Στο επιτρεπόμενο κομμάτι δραστηριοποιούνται επαγγελματίες ψαράδες, αγρότες κτηνοτρόφοι κι έτσι «έχει μεγάλη αξία για την οικονομία της περιοχής του νοτίου Εβρου». Δεν είναι όμως το μοναδικό τοπόσημο υψηλής οικολογικής αξίας και μαγευτικής ομορφιάς. Οπως επισημαίνει η κυρία Μακρυγιάννη, «άλλα σημαντικά οικοσυστήματα της περιοχής είναι το Θρακικό πέλαγος, για τα θαλάσσια πουλιά, ψάρια και θηλαστικά, και η Σαμοθράκη με τους βραχώδεις σχηματισμούς, τους καταρράκτες και τα παραποτάμια δάση».
Μερόπη Κολλάρου, Πιανίστρια
Στα θεμέλια των θεσμών για τους οποίους είναι υπερήφανη κάθε πολιτεία και κάθε πόλη έχουν δουλέψει, με συνέπεια και επιμονή, άνθρωποι όπως η πιανίστρια Μερόπη Κολλάρου. Η κορυφαία καριέρα της την ταξίδεψε χωρίς υπερβολή σε όλο τον κόσμο. Εχει παίξει ως σολίστ, εκτός από την Ελλάδα, στην Κύπρο, στο Βέλγιο, στη Φινλανδία, στη Σουηδία, στην Αυστρία, στην Ουγγαρία, όπου επίσης σπούδασε με υποτροφία της κυβέρνησης στη Μουσική Ακαδημία της Βουδαπέστης, στην Τσεχία και τη Βουλγαρία.
Στη σταδιοδρομία της έχει συμπράξει με όλες τις σημαντικές ελληνικές ορχήστρες, ενώ οι συνεργασίες της με σπουδαίες ορχήστρες του εξωτερικού, σε διεθνή φεστιβάλ και παραγωγές είναι αναρίθμητες. Ωστόσο εκείνη επιλέγει να εξιστορήσει, σχεδόν με τρυφερότητα, αποκλειστικά πώς η Αλεξανδρούπολη απέκτησε μουσική παρακαταθήκη ή, καλύτερα, πώς το μέλλον της Αλεξανδρούπολης απέκτησε μελωδία. Η μεταπολεμική Αλεξανδρούπολη της παιδικής της ηλικίας δεν είχε πολλές ευκαιρίες για ωδειακή εκπαίδευση, δεν χωρούσε πολυτέλειες.
«Είμαστε παραμεθόρια περιοχή», λέει. Σε πείσμα των δυσχερειών, πάντως, μπήκαν τα πρώτα θεμέλια. Εγινε το Δημοτικό Ωδείο, ένας Σύλλογος Κυριών και Δεσποινίδων, η πολιτιστική επιχείρηση για την εκπαίδευση των δημοτών στην τέχνη. «Ολα ξεκίνησαν από τον δήμαρχο Αναστάσιο Σουλακάκη», θυμάται η κυρία Κολλάρου για την προσπάθεια της αναγέννησης της μουσικής κουλτούρας της Αλεξανδρούπολης.
«Εκείνος με κάλεσε κι αυτό που ανέλαβα εγώ ως εσωτερική μου δέσμευση ήταν να αλλάξω τη νοοτροπία. Γιατί, έως τότε, η μουσική παιδεία στην Αλεξανδρούπολη ήταν ένα μικρό δωμάτιο με δυο γυναίκες που προσπαθούσαν πολύ και χίλια παιδιά να περιμένουν απ’ έξω. Αυτό που προσπάθησα αληθινά ήταν να φτιάξω αυτή την εικόνα “του κόσμου του μικρού, του μεγάλου”».
Το εκπαιδευτήριο που έστησε, με συνεργάτες από τη σημαντική διαδρομή της, δίδαξε γενιές πολιτών «να δημιουργούν το όραμα, να βρίσκουν πώς μπορούν να ανήκουν μέσα σε αυτό και τι να διεκδικήσουν». Ακολούθησε η Συμφωνική Ορχήστρα της πόλης, η καθολική εκκλησία Σεν Ζοζέφ του 1890 που έγινε συναυλιακός χώρος. Με τον νυν δήμαρχο, Ιωάννη Ζαμπούκη, καθιερώθηκε η ιδιαίτερη χριστουγεννιάτικη συναυλία στην αίθουσα αφίξεων του αεροδρομίου της Αλεξανδρούπολης. Η κυρία Κολλάρου έχει ήδη πετύχει στην αποστολή της.
Σήμερα μουσικοί που ξεκίνησαν από τη γενέτειρά της αναγνωρίζονται για την τέχνη τους σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. Η πόρτα του πολιτισμού άνοιξε και απελευθέρωσε τους ανθρώπους. «Είναι μια προσπάθεια διαρκείας, αλλά δεν χρειάζεται να μείνω άλλο. Αυτό είναι το πιο αισιόδοξο, νομίζω. Δηλαδή, ότι η μουσική θα συνεχίσει και μάλιστα νομίζω επάξια».
Ιωάννα Μαλτέζου, Θεολόγος, συγγραφέας για τον λαϊκό πολιτισμό της Σαμοθράκης
Οι εκκλησίες και τα ξωκλήσια της Σαμοθράκης, η γαστρονομία ως «κληρονομημένη γνώση», η καταγραφή του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, εν γένει η λαογραφία του νησιού βρίσκουν στη θεολόγο Ιωάννα Μαλτέζου μια ακούραστη σύμμαχο να ερευνήσει τις ρίζες και να διηγηθεί.
«Η Σαμοθράκη είναι ιδιαίτερος τόπος, με σημαντική αξία για τη φύση της και τον πολιτισμό. Είναι ιερός τόπος, από την προϊστορία έως σήμερα, στη λαϊκή και τη θρησκευτική λατρεία», επισημαίνει η κυρία Μαλτέζου.
«Η φύση ενός τόπου γράφει την ιστορία του. Οι άνθρωποι προσαρμόζονται σε αυτή. Το νησί μας είναι όμορφο αλλά και άγριο, απρόσιτο».
Η ανάγκη για το θείο χρωματίζεται από τους ανέμους του πελάγους που θερίζουν τα απροσπέλαστα δάση το χειμώνα και τις καταβόθρες της Σαμοθράκης. Γεννημένη το 1947, η κυρία Μαλτέζου με τη μελέτη της έχει εντοπίσει «έθιμα που κρατάνε από την προϊστορική εποχή, συνταγές και συνήθειες» σε όλο το βάθος του λαογραφικού χρόνου.
Διηγείται πώς η λαμπάδα από μελισσοκέρι που πάνε οι νονοί παραμονή των Φώτων στα βαφτιστήρια του νησιού συναντάται για πρώτη φορά στην πρωτοχριστινιακή περίοδο, πώς η τοπική διάλεκτος διατηρεί βυζαντινές λέξεις. Είναι χειμαρρώδης και, ευτυχώς, χωράει τις γνώσεις της σε βιβλία. Αστειευόμενη, καταλήγει: «Η Σαμοθράκη είναι το κέντρο του κόσμου, το κέντρο της Γης».
Φένια Παρδαλίδου, Προϊσταμένη του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, αναπληρώτρια προϊστάμενη Εφορείας Αλεξανδρούπολης
«Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αλεξανδρούπολης αποκαλύπτει το χαμένο κομμάτι του παζλ που μας συνδέει με το αρχαίο μας παρελθόν, εδώ στον Εβρο», λέει στο Marie Claire η προϊσταμένη του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και αναπληρώτρια προϊστάμενη Εφορείας της περιοχής Φένια Παρδαλίδου.
«Δυστυχώς πολύ λίγοι γνωρίζουν την αρχαία ιστορία του τόπου μας και το μουσείο είναι ο οδηγός μας για να έρθουμε σε επαφή μαζί της, να γνωρίσουμε τους καταπληκτικούς αρχαιολογικούς χώρους που υπάρχουν στον Εβρο, από τη μια άκρη μέχρι την άλλη».
Η κυρία Παρδαλίδου, μάλιστα, έχει συμμετάσχει σε μέρος των ανασκαφών που έφεραν στο φως ευρήματα που τώρα φιλοξενούνται στο μουσείο της πόλης. Στην Θράκη των αρχαίων χρόνων, όπου «κατοικούσαν πριν από την έλευση των Ελλήνων, άλλες φυλές», είχε επιτευχθεί μια σπουδαία και σπάνια ισορροπία.
«Η αρχαία Ζώνη ήταν μια ελληνική αποικία. Οι Ελληνες, όταν ήρθαν, δεν βρήκαν έναν έρημο τόπο. Βρήκαν ανθρώπους γηγενείς, τους Θράκες, που κατοικούσαν ήδη εδώ. Ήρθαν σε επαφή μαζί τους, έχτισαν τις πόλεις τους και ζούσαν ειρηνικά», υπογραμμίζει η κυρία Παρδαλίδου, σαν ένα σπάνιο μάθημα αρμονίας που έρχεται από χιλιάδες χρόνια πριν και φωλιάζει στην ψυχή του μουσείου, στα εκθέματα και τις προθήκες του.
Μάλιστα, «η θρακική διάλεκτος έχει στοιχεία της ελληνικής γλώσσας», όπως αποδεικνύεται από επιγραφές-αφιερώματα στον Απόλλωνα, που βρέθηκαν στις ανασκαφές και έχουν υψηλή ιστορική σημασία. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι «Θράκες και Ελληνες αντάλλασσαν πολιτιστικά στοιχεία, συνυπήρχαν δηλαδή ειρηνικά».
Το πιο σημαντικό για την κυρία Παρδαλίδου είναι να έρθουν οι πολίτες στο μουσείο, να το γνωρίσουν, να ξεχάσουν την αίσθηση που έχουν για τα μουσεία τα παλιά», γιατί το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αλεξανδρούπολης κρύβει ευχάριστες εκπλήξεις από το παρελθόν και μέχρι το σήμερα!
Αννα Παρασκευίδου, Φωτογράφος και ερευνήτρια
Μέσω της αναβίωσης του πολιτισμικού παρελθόντος, με τη χρήση φωτογραφιών, μαρτυριών και μουσικής, η Αννα Παρασκευίδου και η οργάνωση Art traces επιχειρούν να απαντήσουν στο ερώτημα «Τίνος είσαι;» για τους πολίτες της Αλεξανδρούπολης.
«Αναζητήσαμε τις ρίζες της πόλης. Ξεκίνησε να δημιουργείται το 1870 γιατί η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήθελε να ενώσει με σιδηροδρομική γραμμή το λιμάνι και την Αδριανούπολη. Οι πρώτοι που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν ήταν εργάτες Αρμένιοι», σημειώνει η Αννα.
Στην Αλεξανδρούπολη έχουν ζήσει κατά διαστήματα 12 εθνοπολιτιστικές ομάδες. Από κάποιες από αυτές σώζονται ακόμα σημάδια που μαρτυρούν το πέρασμά τους, όπως η αρμένικη εκκλησία. Στην ακμή της λέγεται ότι η Αλεξανδρούπολη φιλοξενούσε οκτώ προξενεία.
«Είναι μια πόλη πλούσια σε λαογραφικά και εθνολογικά στοιχεία αλλά, δυστυχώς, οι κάτοικοι το ξεχνάνε αυτό. Θέλαμε να δούμε κατά πόσο οι απόγονοι της τρίτης και της τέταρτης γενιάς των προσφύγων, που ήρθαν από το 1920 και μετά, ξέρουν την ιστορία τους», εξηγεί η Αννα.
Μαζί με τις μνήμες των ανθρώπων χάνονται ιστορικά τεκμήρια, κτίρια, πολιτισμικός πλούτος και, μερικές φορές, η επιείκεια στο διαφορετικό.
«Υπάρχει μια ψευδαίσθηση. Για μένα είναι πολύ σημαντικό να ξέρω από πού προέρχομαι. Να ξέρω ότι κατάγομαι από την Καππαδοκία, όπου οι πρόγονοί μου μιλούσαν τούρκικα. Εδώ υπάρχει μια λάθος διατύπωση της ιστορίας μου. Φτιάχνω μια φαντασιακή ταυτότητα. Γνωρίζοντας από πού έχω έρθει, μπορώ να αναγνωρίσω στα μάτια των άλλων ανθρώπων τις ιστορίες και τα βιώματα των προγόνων μου, μπορώ να καταλάβω και να τους αποδεχτώ», καταλήγει η Αννα και προσφέρει απλόχερα τις απαντήσεις της έρευνας στην ιστοσελίδα www.arttraces.org.
Γιώτα Τηγανούρια, Εθνομουσικολόγος στη Σαμοθράκη
Τι θα ήταν οι τόποι χωρίς τις μελωδίες τους, που ταξιδεύουν από γενιά σε γενιά μέχρι που να νικήσουν το χρόνο; Η εθνομουσικολόγος Γιώτα Τηγανούρια αφουγκράζεται τους ψιθύρους των υπεραιωνόβιων δέντρων της Σαμοθράκης, τους μεταφράζει σε νότες για τοπικά όργανα και φωνές μικρών παιδιών που τραγουδούν στη χορωδία.
«Τα μικρά μέρη νομίζω ότι έχουν πολλή ανάγκη από τη μουσική πράξη», λέει η κυρία Τηγανούρια, που διευθύνει και διδάσκει στις χορωδίες του νησιού παιδιά, μικρά και μεγάλα, ενήλικες και ακόμα πιο ενήλικες «για να υπάρχουν μέσα από το τραγούδι».
«Η Σαμοθράκη είναι ένα σταυροδρόμι», επισημαίνει, προσθέτοντας ότι η μουσική παράδοση της βόρειας Ελλάδας είναι πολύ έντονη, καθώς ακόμα και τα χωριά διακρίνονται από τη χρήση διαφορετικών οργάνων. Γκάιντα, κλαρίνο, βιολί, λαούτο και σαντούρι, «λόγω της ανταλλαγής των πληθυσμών μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά και των ανθρώπων που έρχονταν πριν από πολλά χρόνια από τα παράλια ή από πάνω, από τις βαλκανικές περιοχές».
Η Σαμοθράκη ανήκει στην εθνομουσικολογική ζώνη που ξεκινάει από την Κωνσταντινούπολη, κατεβαίνει τον Βόσπορο, τη Μικρά Ασία, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και φτάνει μέχρι τη Σμύρνη. «Πριν από το 1922, το νησί είχε πάρα πολλές εμπορικές σχέσεις με την απέναντι στεριά, με την Ιμβρο και την Τένεδο. Ανθρωποι και εμπορεύματα ταξιδεύουν μαζί: και οι μερακλήδες, και όσοι μουρμουρίζουν τους σκοπούς. Οπότε φτάνουν στο νησί, αφομοιώνονται από την τοπική κοινωνία και σιγά-σιγά δημιουργείται η μουσική παράδοση του τόπου», σημειώνει η κυρία Τηγανούρια. Από την άλλη, «τα τραγούδια είναι σαν τα πουλιά, ταξιδεύουν και πάνε όπου θέλουν», συμπληρώνει όπως τη δίδαξε η δασκάλα της.
Οι ιστορίες των στίχων, οι χαρακτήρες τους συναντώνται σε παραλλαγές σε ολόκληρη την Ελλάδα. «Ευτυχώς, η παράδοση έχει καταγραφεί, σώζεται και διατηρείται», καταλήγει.
Γεωργία Νταλαγιώργου, Ζωγράφος, συντηρήτρια του Εβραϊκού Σπιτιού «Πορφυρόν Κειμήλιον»
Αποφασίζοντας με τον άνδρα της να αναπαλαιώσουν ένα παλιό σπίτι στο Διδυμότειχο, η Γεωργία Νταλαγιώργου και ο Γιάννης Σαρσάκης έσωσαν μια σελίδα ιστορικής μνήμης που τους οδήγησε σε αναπάντεχες διαδρομές.
Η οικία Ταραμπουλούς εγκαταλείφθηκε από την οικογένεια που έμενε σε αυτή κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, λόγω των φρικαλεοτήτων εις βάρος των Εβραίων, και πλέον σάπιζε μαζί την υπόλοιπη αρχιτεκτονική κληρονομία της πόλης. «Θέλαμε να σώσουμε το χρώμα που χανόταν», τονίζει η ζωγράφος Γεωργία Νταλαγιώργου. Στην πορεία ανακάλυψαν τα μυστικά του Εβραϊκού Σπιτιού, όπως ότι «οι τοίχοι από κάτω ήταν όλοι ζωγραφισμένοι. Με μεγάλη προσπάθεια, υλικά από το εξωτερικό και πολλή προσωπική εργασία βγάλαμε τα χρώματα στην επιφάνεια, το μπλε, το κόκκινο, μοτίβα διακοσμητικά και είπαμε να το φέρουμε ακριβώς στην αρχική του μορφή. Δεν αλλάξαμε τίποτε».
Εχοντας αναστήσει το σπίτι, οι δύο καλλιτέχνες δημιούργησαν ένα μικρό φιλμ για να πουν την ιστορία του, πριν και μετά το Ολοκαύτωμα. Ηταν αυτό το φιλμ που ταξίδεψε τυχαία έως την κόρη του ιδιοκτήτη.
«Μας είπε την ιστορία του μπαμπά της, ότι έφυγε στη Μέση Ανατολή και η μαμά του του έδωσε ένα κόκκινο μαντίλι. Αυτό το μαντίλι, χρυσοκέντητο, το έβαζαν οι λεχώνες πίσω από την κούνια του μωρού, εάν ήταν αγόρι, για να διώχνει το κακό μάτι».
Έτσι πήρε το όνομά του το Εβραϊκό Σπίτι, το «Πορφυρόν Κειμήλιον». Το σπίτι λειτουργεί ως ξενώνας και εργαστήρι ζωγραφικής για μικρά παιδιά. Οι δύο οικογένειες έχουν γίνει πια σαν μια, η κοπέλα που θα έτρεχε στους διαδρόμους της οικίας Ταραμπουλούς αν ο κόσμος δεν είχε τρελαθεί, μπήκε σε αυτό πρώτη φορά ενήλικη και αγαπημένη.
«Οσο και να πονάει, καλό είναι να γυρνάμε στις μνήμες για να λέμε “Ποτέ ξανά”. Δίνουμε τον αγώνα μας έτσι, ο καθένας το στίγμα του, μέσα από την τέχνη μας».
Φωτογράφος: Κώστας Ορδουμποζάνης
Το απόσπασμα αποτελεί μέρος του αφιερώματος του Marie Claire Ιανουαρίου 2024 στις γυναίκες του Έβρου. Διαβάστε τις ιστορίες τους εδώ.