Στη σημερινή συγκυρία το να περιμένεις να κάνεις αμέριμνη τη βόλτα σου στο σύμπαν της κοινωνικής δικτύωσης χωρίς να μπλέξεις σε κάποιου βαθμού διαπληκτισμό για τα πολιτικά είναι περίπου σαν να βγεις στον κατακλυσμό του Νώε κρατώντας μία παιδική ομπρέλα και να περιμένεις να μη βραχούν τα μαλλιά σου.
Πολύ αισιόδοξο και απόλυτα ανέφικτο. Ακόμα και αν η στάση που κρατάς είναι για Νόμπελ ουδετερότητας και παγκόσμιο χρυσό πτήσης κάτω από το ραντάρ, κάποιος, κάπου και σε ανύποπτο χρόνο, θα σε στολίσει.
Ανθρωποι που μέχρι πρότινος δεν είχαν δώσει καμιά ένδειξη βαριάς αντικοινωνικότητας, που έχουν υπάρξει φίλοι σου, ψηφιακοί αλλά και κανονικοί, ξαφνικά είναι έτοιμοι να μοιράσουν από ευθύνες για όλα τα κακά από το 1821 και ένθεν μέχρι και κατάρες για ψόφους σε όποιον απλά έχει αντίθετες πολιτικές αντιλήψεις.
Σε περιόδους τόσο έντονης πόλωσης όπως η σημερινή, είναι πραγματικά δύσκολο να κρατήσεις τις προσωπικές σου σχέσεις αμόλυντες από την τοξικότητα που ως κλισέ όλοι συμφωνούμε ότι είναι πολύ χάλια, αλλά δεν είναι καθόλου τυχαία ως η λέξη που χρησιμοποιούν όλοι για να περιγράψουν το βασικό πρόβλημα στο δημόσιο -αλλά και τον ιδιωτικό- λόγο.
H αντίθετη φωνή ενός φίλου μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη σχέση αντί να δώσει τροφή για σκέψη
Θα ήταν εύκολο και βολικό να ρίξει κανείς το φταίξιμο για όλη αυτή την εχθρότητα στα κοινωνικά δίκτυα και το θράσος του πληκτρολογίου. Το τελευταίο ίσως να ευνοεί τις εκρήξεις, αλλά ως γενικότερο φαινόμενο το να δυσκολεύεσαι να παραμείνεις αγαπημένος με ανθρώπους με τους οποίους διαφωνείς σε πολύ βασικά πράγματα, δεν είναι τίποτα καινούριο. Στα καφενεία και στα οικογενειακά τραπέζια, οι άνθρωποι εδώ και κάτι αιώνες σκοτώνονταν για τα πολιτικά, όχι για το αν στα γεμιστά βάζουμε κιμά ή μόνο κουκουνάρι.
Σε έναν κόσμο που την ομορφιά δίνει η πολυχρωμία, που δεν υπακούει στην υποχρέωση της ομοιομορφίας και που το διαφορετικό είναι αυτό που σε πάει παρακάτω και δείχνει δρόμους που δεν ήξερες ότι μπορείς να πάρεις, είναι παράξενο ότι η αντίθετη φωνή ενός φίλου μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη σχέση αντί να δώσει τροφή για σκέψη. Στις πρόσφατες εκλογές, μερικοί πάρα πολύ νορμάλ και δημοκρατικοί φίλοι μου αποφάσισαν ότι όποιος δεν ψηφίζει ό,τι κι αυτοί είναι γίδι ή φασίστας ή πρόβατο ή ηλίθιος ή κυρ Παντελής ή ανιστόρητος ή δολοφόνος ή αφελής ή απόγονος μαυραγορίτη και δωσίλογου της Κατοχής.
Και, φυσικά, φέρει προσωπική ευθύνη για το τέλος του κόσμου που νομοτελειακά έρχεται αν κερδίσει ο λάθος υποψήφιος. Ασφαλώς δεν πήρα τίποτα απ’ όλα αυτά προσωπικά, αλλά η αλήθεια είναι ότι μου δημιουργήθηκε ένα ερωτηματικό για το κατά πόσο θα μπορούσα στο μέλλον να έχω μία φυσιολογική συζήτηση με κάποιους απ’ αυτούς αν οι προσβολές και οι χαρακτηρισμοί μού απευθύνονταν κατά πρόσωπο.
Το να συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε είναι συνήθως μονόδρομος σε αυτές τις περιπτώσεις. Να βάλουμε μία άνω τελεία ή έστω μια παρένθεση σε αυτό για το οποίο διαφωνούμε και να εστιάσουμε σε όλα αυτά που μας ενώνουν – ελπίζοντας ότι είναι περισσότερα. Ομως σε περιόδους σαν αυτή που διανύουμε τώρα, σχεδόν καμία πολιτική συζήτηση δεν γίνεται σε κλίμα ηρεμίας και πολιτισμένου δημοκρατικού διαλόγου.
Σε ένα τόσο πολωμένο περιβάλλον οι περισσότεροι άνθρωποι προσδιορίζονται από την πολιτική τους θέση και έρχονται στιγμές που βλέπουν τα πάντα μέσα από αυτήν, φίλους τους ομοϊδεάτες και εχθρούς όλους τους υπόλοιπους. Πολλές φορές να συμφωνήσουμε διπλωματικά ότι διαφωνούμε είναι δύσκολο έως και ανέφικτο. Γιατί σίγουρα αν διαφωνείς με κάποιον που απειλεί με πηγάδες τους αντιφρονούντες ή χαίρεται όταν ακούει ότι μετανάστες πνίγηκαν στα ανοιχτά των ακτών μας, το να συμφωνήσεις απλώς ότι δεν το βλέπεις έτσι, σαν να πρέπει σώνει και καλά να κρατήσεις τα προσχήματα όποια τρέλα κι αν ακούσεις, απλά δεν είναι εφαρμόσιμο.
Υπάρχουν deal breakers στις ανθρώπινες σχέσεις και η φιλία δεν αποτελεί εξαίρεση
Οταν δε μιλάμε για απλές κοινωνικές γνωριμίες, το να κόψεις την καλημέρα σε άτομα που παραδείγματος χάριν πιστεύουν ότι το τατουάζ σβάστικα είναι μια προσωπική αισθητική επιλογή, δεν σε κάνει δυσανεκτικό στην αντίθετη άποψη γενικά, αλλά σε μία πολύ συγκεκριμένη ιδεολογία που προσβάλλει τον πυρήνα σου. Μερικές φορές με κάποιους ανθρώπους δεν υπάρχει κοινός τόπος και δεν χρειάζεται να κοιτάζεις απ’ την άλλη σφυρίζοντας αδιάφορα και συμφωνώντας σιωπηρά με θέσεις που καταπατούν τις βασικές σου αρχές. Το πιο πιθανό είναι ότι, έτσι κι αλλιώς, με τόσο αντίθετες κοσμοθεωρίες, κανείς δεν θα λείψει σε κανέναν.
Η διαφωνία στα θεμελιώδη, κακά τα ψέματα, δεν γεφυρώνεται με καλές προθέσεις. Ομως όσο μανιχαϊστικό κι αν είναι το πολιτικό κλίμα σήμερα, οι καλοί εμείς, οι κακοί οι άλλοι και στη μέση απολύτως τίποτα, δεν είναι όλες οι διαφωνίες ριζικές. Και με τους κολλητούς σου δεν τσακώνεσαι επειδή, ας πούμε, δεν έχετε την ίδια οπτική για τη φορολόγηση των μερισμάτων. Ακούγεται δύσκολο, αλλά μπορείς να παραμείνεις φίλος με κάποιον που έχει αντίθετες πεποιθήσεις, αρκεί να κρατήσεις το μυαλό σου ανοιχτό και να σέβεσαι τον άλλο, κρατώντας στα υπ’ όψιν ότι μπορεί να μην είναι κακός η παραπλανημένος – μπορεί απλώς να κάνει λάθος.
Οπως βέβαια μπορεί να κάνεις κι εσύ, ένα mental note που θα ήταν ωραία να κρατάμε όλοι μπαίνοντας σε έναν διάλογο, χωρίς να νιώθουμε ότι είμαστε ο Δαλάι Λάμα. Κατανόηση και όρια είναι ούτως ή άλλως μαγικά συστατικά για μια φιλία, και υπερόπλα, αν θέλεις να αποφύγεις το ναρκοπέδιο της πολιτικής αντιπαράθεσης με κάποιον που, βασικά, αγαπάς. Η φίλη που γνωρίζεστε από την Δ΄ Δημοτικού, που σε ξέρει όσο κανείς άλλος, που στηρίξατε η μία την άλλη στα δύσκολα και μοιραστήκατε χαρές, είναι άνθρωπός σου, κι ας μην μπορείτε να συμφωνήσετε για το μεταναστευτικό και την αξιολόγηση.
Δεν πειράζει. Αρκεί που τα βρίσκετε σε όλα τα άλλα.