Η ψυχοθεραπεύτρια και ερευνήτρια Έλενα-Όλγα Χρηστίδη μίλησε στο Marie Claire και τη Σοφία Μανδηλαρά για την εξέλιξη της μορφής της οικογένειας στην Ελλάδα, την ελευθερία, το coming out και τη συντροφικότητα.
Οι κοινωνίες εξελίσσονται. Ορίζουν διαφορετικά την τρυφερότητα, τις μορφές της οικογένειας, τις προτεραιότητες των συντρόφων. Οι άνθρωποι διεκδικούν την ελευθερία τους. Οσο η συγκολλητική ουσία είναι η αγάπη, το μέλλον θα είναι πολύχρωμο και μας χωράει όλους και όλες.
Ο κοινός τόπος όλων, η οικογένεια. Το σημείο αφετηρίας της ζωής του ατόμου, η πρώτη μικρή κοινωνία και το πρώτο καταφύγιο. Ιερή στην ιδανική της μορφή, όταν προσφέρει αγάπη, αποδοχή και ασφάλεια. Το βίωμά της, όμως, δεν είναι ποτέ ίδιο για όλους – και τώρα, ακόμα περισσότερο, εξελίσσεται μαζί με τους ανθρώπους και με άξονα τις ανάγκες τους.
«Χρειάζεται να αναγνωρίσουμε ότι, ναι, είναι νέες μορφές οικογένειας, κάτι που πολλοί άνθρωποι δεν το έχουν συνηθίσει. Να αναγνωρίσουμε όμως ταυτόχρονα ότι η κοινωνία δεν εξελίσσεται με βάση τι μας είναι γνώριμο. Ευτυχώς γιατί αυτό θα σήμαινε μια κοινωνία πάρα πολύ κλειστή», σημειώνει η ψυχολόγος Ελενα-Ολγα Χρηστίδη, η διδακτορική έρευνα της οποίας επικεντρώνεται στη ΛΟΑΤΚΙ+ γονεϊκότητα, την ιδιότητα δηλαδή του γονέα – και τις εμπειρίες των παιδιών που μεγάλωσαν σε ΛΟΑΤΚΙ+ οικογένειες.
Ο διάλογος είναι το κλειδί για την αλληλοκατανόηση και την πρόοδο. «Δεν είναι κάτι γνώριμο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι υστερεί με οποιονδήποτε τρόπο. Αυτό που μας ενδιαφέρει κάθε φορά είναι η ποιότητα της γονεϊκότητας, όχι η μορφή της», υπογραμμίζει η εξειδικευμένη ψυχοθεραπεύτρια προσθέτοντας ότι «δεν έχουν σημασία ο σεξουαλικός προσανατολισμός, η ταυτότητα φύλου ή άλλα χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου, εφόσον πληρούνται τα βασικά στοιχεία που χρειάζεται να έχει ώστε να αποκτήσει μια ποιοτική σχέση και να παρέχει αίσθημα ασφάλειας και αγάπης στο παιδί». Πρακτικά, οποιοσδήποτε μπορεί να είναι εξαιρετικός γονέας ή, δυστυχώς, κακοποιητικός γονέας, χωρίς να αλλάζει ο χαρακτήρας του εξαιτίας της σεξουαλικής του τοποθέτηση ή την ταυτότητα φύλου του.
Οι ΛΟΑΤΚΙ+ οικογένειες υπάρχουν ήδη
Επικεντρωνόμαστε αυτή την περίοδο ιδιαίτερα στα χαρακτηριστικά των γονέων, ξεχνώντας, ωστόσο, ότι πολλές φορές είναι τα παιδιά ετεροσεξουαλικών ατόμων που αυτοπροσδιορίζονται τελικά ως ΛΟΑΤΚΙ+, ανατρέποντας σαρωτικά το πρότυπο της οικογένειας που αποτελείται από συγκεκριμένους ρόλους.
«Επιμέρους έρευνες που γίνονται στην Ευρωπαϊκή Ενωση αλλά και στην Ελλάδα ξεχωριστά δείχνουν ότι το κλίμα δεν είναι θετικό, αλλά γίνεται θετικότερο» με την πάροδο του χρόνου τόσο για τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, όσο και για τις οικογένειές τους. Ωστόσο, όσο αυξάνεται η ορατότητα «τόσο συσπειρώνονται οι αντιδραστικές φωνές, τα συντηρητικά ή τα ακροδεξιά αντανακλαστικά στο δημόσιο χώρο» επισημαίνει η εξειδικευμένη ψυχολόγος. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι χρήσιμο να θυμόμαστε ότι όποιος κάνει περισσότερη φασαρία δεν έχει απαραίτητα δίκιο και ότι η ασφάλεια των ατόμων είναι το ύψιστο αγαθό.
Μια μητέρα που το παιδί της κάνει coming out, την προσεγγίζει δηλαδή για να της μιλήσει σχετικά με τη ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτότητά του, κατ’ αρχάς «θα πρέπει να δηλώσει ότι είναι ανεπιφύλακτα δίπλα του και ότι θα συνεχίζει να το υποστηρίζει σε όλη του τη ζωή». Ωστόσο, είναι σεβαστή η δυσκολία στην κατανόηση της νέας κατάστασης. «Εάν η ίδια δυσκολεύεται εσωτερικά και νιώθει ότι κάποια στερεότυπα την αγχώνουν, θα ήταν καλό να ζητήσει στήριξη ή να το συζητήσει με πρόσωπα που εμπιστεύεται για να μην προβάλει στο παιδί της ως δικό του πρόβλημα την αγωνία που μπορεί η ίδια να βιώνει, καθώς έχει μεγαλώσει σε μια κοινωνία που την έχει εκπαιδεύσει σε συγκεκριμένες εικόνες», σημειώνει η Ελενα-Ολγα Χρηστίδη, η οποία μάλιστα αναλαμβάνει τον ρόλο της εκπαίδευσης ενηλίκων.
Για τα άτομα που είναι ΛΟΑΤΚΙ+ δεν υπάρχει χρυσή συμβουλή για το coming out. Οπως λέει η κυρία Χρηστίδη στο Marie Claire ,«να το κάνουν όταν και εφόσον εκείνα νιώθουν ασφαλή. Να σκεφτούν ελεύθερα και το πότε θα το κάνουν, αλλά και σε ποιους θα το κάνουν, αλλά και εάν θέλουν να το κάνουν. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει μια φορά στη ζωή ενός ανθρώπου. Μπορεί να χρειαστεί να επαναλάβει τη διαδικασία πολλές φορές σε διαφορετικά πλαίσιά και ανθρώπους. Δυστυχώς, μπορεί να χρειαστεί να το κάνει επανειλημμένα και στους ίδιους ανθρώπους, αν δεν το έχουν αποδεχτεί εξαρχής. Επίσης, να λάβουν όποια στήριξη χρειάζονται και οπωσδήποτε να το κάνουν χωρίς να νιώθουν πίεση ότι πρέπει. Προφανώς, συλλογικά παλεύουμε πάντα για την ορατότητα αλλά αυτό που υπογραμμίζω είναι ότι θέλει προσοχή να μην προσεγγίζουμε ένα άτομο κατά μόνας και να του υποβάλουμε ότι πρέπει να κάνει αυτό, ή πρέπει να βγει να μιλήσει έτσι».
Ευτυχώς, δεν αλλάζει μόνο η οικογένεια
«Αυτό που θεωρούμε ως ρομαντικό αλλάζει κάθε φορά, όπως αλλάζει η μόδα, τι θεωρείται ωραίο και άσχημο σε μια εποχή. Αλλάζει ανάλογα με τις κοινωνικές συνθήκες»
σημειώνει η κ. Χρηστίδη επισημαίνοντας ότι πολλές φορές στην κυρίαρχη κουλτούρα το ρομαντικό ταυτιζόταν με «το ξύλο που βγήκε από τον παράδεισο», δηλαδή συμπεριφορές που μπορεί να είναι «χειριστικές, υποτιμητικές, ακόμα και ευθέως κακοποιητικές. Αν σκεφτούμε αφηγήματα γύρω από το ρομαντισμό, σε ταινίες, σε βιβλία, στο δημόσιο διάλογο, θα δούμε ότι ρομαντισμός μπορεί να θεωρούταν κάποτε τα χαστούκια».
«Χρειάζεται να κάνουμε μια επανοικειοποίηση και επανανοηματοδότηση του τι αποτελεί τελικά ρομαντικό ή τι μπορεί να είναι ρομαντικό, αναγνωρίζοντας βέβαια ότι για κάθε άνθρωπο αυτό μπορεί να ορίζεται τελείως διαφορετικά» λέει η κυρία Χρηστίδη, προσθέτοντας ότι σε ένα συλλογικό επίπεδο μπορούμε να προτείνουμε ως ρομαντική την αποδοχή, την ισότητα, την φροντίδα, τον σεβασμό, την εκτίμηση «στην ολοκληρωμένη προσωπικότητα του ατόμου». «Ακόμα και αυτό το σχήμα: τι είναι το πρώτο ραντεβού και πώς πρέπει να γίνεται. Το έχουμε μάθει με έναν πολύ καταπιεστικό τρόπο, ειδικά για τις γυναίκες, που οφείλουν να συμπεριφέρονται με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο». Ωστόσο, συνήθως η ζωή τα φέρνει αλλιώς και οι άνθρωποι αναζητούν την ελευθερία τους και την απόλαυση στη συντροφιά των άλλων. «Ας ξεχάσουμε λοιπόν την έννοια του πρώτου ραντεβού. Ας μιλήσουμε για γνωριμία, για σχέση, για αλληλεπίδραση με ό,τι σκοπό και ό,τι περιεχόμενο θέλει να έχει το κάθε άτομο», καταλήγει η ψυχολόγος Ελενα-Ολγα Χρηστίδη.
Το άρθρο ανήκει στο αφιέρωμα του Marie Claire Φεβρουαρίου «Για τι πράγμα μιλάμε όταν μιλάμε για αγάπη το 2024;». Διαβάστε όλο το αφιέρωμα εδώ.
Εικονογράφηση: Μαριάννα Βήττου