Το δυνατό ροχαλητό, αυτό που ξυπνάει μια εργαζόμενη γυναίκα τις νύχτες, είναι από 60 έως 90 ντεσιμπέλ, δηλαδή στο φάσμα της ηλεκτρικής σκούπας – αν και μια ηλεκτρική σκούπα δεν θα σε έκανε ποτέ να σηκωθείς στις 4 το πρωί και να αναρωτιέσαι τι έχεις κάνει λάθος στη ζωή σου. Δεν είναι όμως μόνο το ροχαλητό. Ένας σύντροφος που βλέπει στο κρεβάτι σειρές μέχρι το ξημέρωμα, διαβάζει βιβλία, κοιμάται διαφορετικές ώρες, στριφογυρίζει, κλωτσάει, πετάει το πάπλωμα κάτω και μετά τραβάει το δικό σου (κι αυτό το άκουσα) ή είναι απλώς ανήσυχος μπορεί να σου κόψει τον ύπνο στη μέση.
Αν συμβαίνει περιστασιακά, τότε ΟΚ – στο πλαίσιο της κατανόησης και της ενσυναίσθησης το βλέπει κανείς με τρυφερότητα και χιούμορ. Αν όμως ζει κάθε νύχτα επί μία ή πολλές δεκαετίες την ίδια σειρά γεγονότων; Το αποτέλεσμα είναι χρόνια έλλειψη ύπνου, κάτι που δεν κάνει καλό στη σωματική και πολύ περισσότερο στην ψυχική υγεία. Φυσικά ούτε και στον ίδιο το γάμο. Το ζήτημα δεν είναι τα χρόνια ξεκούρασης που έχει χάσει, ας πούμε ότι συμφιλιώνεται με το παρελθόν. Το αληθινό πρόβλημα είναι όταν μετράει τα χρόνια που του μένουν να ζήσει και να κοιμηθεί. Ότι δηλαδή διατηρώντας αυτή τη σχέση δεν θα μπορέσει ποτέ να ικανοποιήσει μια πρωταρχική του ανάγκη. Και ότι αν πρέπει να διαλέξει ανάμεσα στο σύντροφο ή στον ύπνο, ό,τι κι αν αποφασίσει, θα είναι χαμένος. Πλέον όμως υπάρχει μια καινούρια λύση που υπόσχεται να διευθετήσει, τουλάχιστον, το θέμα της ανάπαυσης ανάμεσα στο ζευγάρι. Στο sleep divorce οι σύντροφοι κοιμούνται σε διαφορετικά δωμάτια και παραμένουν ζευγάρι όποια άλλη στιγμή της ημέρας θέλουν εκτός από την ώρα του ύπνου.
«Το 50% των προβλημάτων ύπνου οφείλεται στον άνθρωπο που κοιμάται δίπλα μας», λέει η Λίζα Αρτις, επικεφαλής του Συμβουλίου Ύπνου της Μεγάλης Βρετανίας. «Αυτά δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο την προσπάθειά μας να εξασφαλίσουμε τις απαραίτητες επτά ή οκτώ ώρες ξεκούρασης κάθε βράδυ. Η μακροχρόνια έλλειψη αυξάνει τον κίνδυνο για ασθένειες όπως κατάθλιψη, παχυσαρκία, διαβήτης, καρδιοπάθειες, Αλτσχάιμερ και μικραίνει το προσδόκιμο ζωής». Όπως είδαμε και στο «Crown», ανάμεσα στο υπνοδωμάτιο της βασίλισσας Ελισάβετ, 94 ετών, και του πρίγκιπα Φίλιππου, 99 ετών, μεσολαβούν τέσσερις διαδοχικές πόρτες. Οι βασιλικοί σύζυγοι βέβαια πάντα είχαν ξεχωριστά διαμερίσματα, το ίδιο και η Μελάνια με τον Ντόναλντ Τραμπ, κάτι για το οποίο έχουν γραφτεί πολλές αναλύσεις, όπως εξηγεί στο βιβλίο The Bedroom: An Intimate History η Μισέλ Περό. Κάνοντας μια αναδρομή στην εξέλιξη της κρεβατοκάμαρας, η ιστορικός εξηγεί ότι η Βιομηχανική Επανάσταση έφερε στρώματα σε μαζική παραγωγή και έκανε τα ζευγάρια του 19ου αιώνα, που μέχρι τότε κοιμόντουσαν στο πάτωμα, να περιμένουν στην ουρά για ένα διπλό κρεβάτι, το status symbol της εποχής που σηματοδοτούσε την επιτυχία, την οικονομική δύναμη και την ανεξαρτησία από την πατρική στέγη.
Αυτό το διπλό κρεβάτι, όμως, έγινε μπούμερανγκ. Πρόσφατη έρευνα της Ιατρικής Σχολής της Νυρεμβέργης έδειξε πώς οι διαταραχές του ύπνου και τα προβλήματα στη σχέση τείνουν να εμφανίζονται συγχρόνως. Μία άλλη, από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, έδειξε πώς οι άυπνες νύχτες του ενός συζύγου οι οποίες οφείλονται σε υπαιτιότητα του άλλου μπορούν να φέρουν συγκρούσεις την επόμενη μέρα. «Όταν και οι δύο σύντροφοι απολαμβάνουν ένα χορταστικό ύπνο, αυτό τους επιτρέπει να νιώθουν συναισθηματικά, σωματικά και ψυχικά υγιέστεροι χωρίς ο ένας να κατηγορεί τον άλλον ότι του χάλασε τη νύχτα και ο άλλος να έχει ενοχές», λέει η Τζένιφερ Άνταμς, συγγραφέας του βιβλίου Sleeping Apart, Not Falling Apart. «Αυτή είναι μια καλή βάση για να χτίσετε τη σχέση σας».
Ζευγάρια που δοκίμασαν τον ύπνο σε χωριστά δωμάτια εξηγούν ότι αυτή η πρακτική έκανε τη σχέση τους πιο δυνατή: «Καθώς δεν χρειαζόταν πλέον να ανησυχούν για τον ύπνο τους μπόρεσαν να εκτιμήσουν τα καλά στοιχεία της συνύπαρξης, απαλλαγμένοι από το συσσωρευμένο θυμό. Ωστόσο αυτή η προοπτική δεν αφορά όλα τα ζευγάρια. Όσο πιο ασφαλείς νιώθουν δύο άνθρωποι μεταξύ τους τόσο πιο άνετα θα συμφιλιωθούν με την ιδέα να κοιμούνται χωριστά. Οι ευτυχισμένοι, μακροχρόνιοι γάμοι έχουν περισσότερες πιθανότητες να διαθέτουν το επίπεδο επικοινωνίας που χρειάζεται ώστε να γίνει λειτουργικό το μοντέλο των ξεχωριστών δωματίων».
Το τελευταίο ταμπού
Στην πραγματικότητα, αυτό που περιμένει τους συντρόφους που χωρίζουν τα κρεβάτια τους είναι το στίγμα. Τι θα πουν οι γονείς, οι φίλοι, οι κουμπάροι. «Δηλαδή χωρίζετε;», «Ε, αφού δεν αγαπιέστε πια, καλά κάνετε» και άλλα τέτοια άκουσε η ιστορικός Στέφανι Κουντζ, συγγραφέας του βιβλίου Marriage, A History, όταν εξήγησε στο «Today Show» το 2006 ότι με τον άνδρα της κοιμούνται σε χωριστά δωμάτια. Μια ψυχολόγος που ήταν επίσης καλεσμένη στην εκπομπή τη φοβέρισε ότι αυτό θα φέρει το τέλος του γάμου της, ότι είναι ένδειξη αποξένωσης και ότι έτσι θα απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο. Μετά τη μετάδοση, όμως, το mail της γέμισε γράμματα ταλαιπωρημένων συζύγων απ’ όλη την Αμερική που τη συνεχάρησαν για το θάρρος της να βγει μπροστά με μια τέτοια απόφαση ζωής. Η Στέφανι Κουντζ και ο σύζυγός της είναι σήμερα στα 60 τους και ακόμα μαζί.
«Η εικόνα ζευγαριών να κοιμούνται χωριστά είναι μάλλον θλιβερή. Μοιάζει να λειτουργεί ως το προηγούμενο στάδιο στον τρόπο ζωής του πρώην ζευγαριού Ελενα Μπόναμ Κάρτερ και Τιμ Μπάρτον που είχαν επιλέξει να μένουν σε διπλανά σπίτια», έγραφε πέρυσι στον Guardian η Χάνα Τζέιν Πάρκινσον. Υπάρχει μια αόρατη κοινωνική πίεση που συνδέει τα χωριστά υπνοδωμάτια με το τέλος μιας σχέσης, ενώ στην πράξη μπορεί να αποτελεί ένδειξη για το ακριβώς αντίθετο. ‘Οχι μόνο απαιτείται ιδανικό επίπεδο επικοινωνίας για να επιτευχθεί μια τέτοια συμφωνία, αλλά και το αποτέλεσμα μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος μιας ήδη καλής συνύπαρξης. Η διάσημη ψυχοθεραπεύτρια Εστερ Περέλ εξηγεί ότι το μυστικό για την ερωτική επιθυμία σε μια μακροχρόνια σχέση είναι η οικειότητα – όχι όμως η χειροπιαστή: «Η μεγαλύτερη αλήθεια για τη μονογαμία είναι πως η μακροχρόνια σταθερότητα και το καυτό πάθος είναι αντιστρόφως ανάλογα μεγέθη. Όσο αυξάνεται το ένα, μειώνεται το άλλο. Τα ζευγάρια πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό το γεγονός καλλιεργώντας μια οικειότητα με τον εαυτό τους ως αντίβαρο στην αναγκαστική οικειότητα της συμβίωσης. Αυτό σημαίνει τη δημιουργία χώρου -τόσο φυσικού όσο και συναισθηματικού και διανοητικού- ο οποίος να ανήκει μόνο σε μένα. Είτε είναι ο ύπνος, είτε ένα χόμπι είτε ο συναισθηματικός κόσμος ενός προσώπου, πρέπει να παραμένει ιδιωτικό έδαφος. Όλοι πρέπει να καλλιεργούμε έναν μυστικό κήπο».
Για πολλούς αυτός ο μυστικός κήπος προϋποθέτει να έχουν την επιλογή του δικού τους κρεβατιού, στο οποίο μπορούν να ξυπνούν κάθε πρωί απολαμβάνοντας τις πρώτες στιγμές συνειδητότητας παρέα με την ησυχία τους. Με αυτή την έννοια ο χωριστός ύπνος, είτε στην πολυτέλεια των δύο υπνοδωματίων είτε στον καναπέ του σαλονιού, δεν είναι απλώς η αναζήτηση της απόστασης. Σημαίνει ότι ολόψυχα επιλέγει κανείς το πότε θα νιώσει κοντά στο σύντροφό του αντί του να παραδοθεί στην πλήρη φυσική και συναισθηματική συγχώνευση ως έναν τρόπο για να δείξει την αγάπη του.
Αυτός είναι ο δρόμος για την ερωτική επιθυμία. Η Περέλ, που υποστηρίζει με όλα τα επιχειρήματα ότι το σεξ μπορεί να είναι υπέροχο ακόμη και μετά από δεκαετίες με τον ίδιο άνθρωπο, εξηγεί το μηχανισμό της έλξης: «Η έννοια της αγάπης διαφέρει από αυτή της επιθυμίας. Το ρήμα που χαρακτηρίζει την αγάπη είναι το “έχω”, ενώ για την επιθυμία το “θέλω”. Στην αγάπη προσπαθούμε να κάνουμε τον άλλο δικό μας, ιδιοκτησία μας, να ελαχιστοποιήσουμε την απόσταση, να τον ελέγχουμε, να ταυτιστούμε μαζί του. Να μειώσουμε τις εντάσεις. Χρειαζόμαστε εγγύτητα. Στην επιθυμία θέλουμε να περάσουμε στην αντίπερα όχθη, να βρεθούμε σε έναν τόπο που μπορούμε να επισκεφτούμε, να εξερευνήσουμε τι συμβαίνει στη δική του απαγορευμένη πόλη. Στην επιθυμία θέλουμε να διασχίσουμε μια γέφυρα για να φτάσουμε. Με άλλα λόγια, η φωτιά χρειάζεται αέρα. Η πιο σημαντική διαφορά όμως είναι ότι δεν υπάρχει η αίσθηση της ανάγκης στην επιθυμία. Το να έχεις ανάγκη κάποιον ή να τον φροντίζεις είναι ένα ισχυρό αντι-αφροδισιακό. Τα ζευγάρια συνήθως νοσταλγούν τον πρώτο καιρό της γνωριμίας τους, τότε που το σεξ ήταν συναρπαστικό και η επιθυμία έκαιγε. Η εξήγηση είναι απλή: στην αρχή δεν είχε αναπτυχθεί η οικειότητα τόσο ώστε να μειώσει την επιθυμία. Όσο πιο πολύ συνδεόμαστε τόσο πιο υπεύθυνοι νιώθουμε. Όταν αισθανόμαστε την ευθύνη του άλλου δεν μπορούμε να κάνουμε σεξ και να έχουμε οργασμό γιατί είμαστε μέσα στο κεφάλι του άλλου, όχι στο δικό μας. Αν διατηρούμε κοινό κρεβάτι με την ελπίδα ότι θα μας δώσει ευκαιρίες για σεξ, χάνουμε το χρόνο μας. Στη μακροχρόνια σχέση ο αυθορμητισμός είναι ένας μύθος. Γιατί ό,τι μπορούσε να συμβεί ανάμεσα στο ζευγάρι έχει ήδη συμβεί. Το επιτυχημένο σεξ για τους εραστές που αντέχουν στο χρόνο είναι το προγραμματισμένο. Ηθελημένο, οργανωμένο, πλήρως συνειδητό». Ε, ναι, η ερωτική επιθυμία χρειάζεται αέρα. Εξασφαλίστε τον όπως μπορείτε.