Η Μαργαρίτα Παπανδρέου κλείνει σήμερα, 30 Σεπτεμβρίου, έναν αιώνα ζωής. Γεννήθηκε το 1923 στο Όουκ Παρκ του Ιλινόι, σε μία μικροαστική οικογένεια και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, όπου γνωρίστηκε με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Συνήθως χαρακτηρίζεται από τα μέσα ενημέρωσης ως «νύφη, σύζυγος και μητέρα πρωθυπουργού». Μόλις τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αναγνωρίζεται η ατομική προσφορά της στην ελληνική κοινωνία και τους φεμινιστικούς αγώνες της.
Ο ετεροπροσδιορισμός μίας γυναίκας, ακόμα κι όταν η ίδια αποδέχεται εξαρχής τους ρόλους που της έχουν αναθέσει, όπως αυτός της μητέρας, δεν ήταν κάτι που ενδιέφερε ιδιαίτερα την Μαργαρίτα Παπανδρέου. Μία γυναίκα μεγαλωμένη στις ΗΠΑ, βρέθηκε στην Ελλάδα στη δύσκολη δεκαετία του 1960, αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει εξαιτίας του πραξικοπήματος και επέστρεψε στη Μεταπολίτευση μαζί με την οικογένειά της, έχοντας από χρόνια αποφασίσει τι ήθελε να προσφέρει στις γυναίκες της χώρας που αγάπησε ως δεύτερη πατρίδα της.
Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Έρωτας και Εξουσία, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2015, η Μαργαρίτα Παπανδρέου αποφάσισε να πει τη δική της αλήθεια. Μεταξύ άλλων, αναφέρει:
«Τη μέρα που φύγαμε εξόριστοι, ορκίστηκα πως, όταν επιστρέψουμε, θα αφιέρωνα τον χρόνο και την ενέργειά μου σε κοινωνικούς σκοπούς για έναν καλύτερο κόσμο. Από την πρώτη στιγμή που πατήσαμε το πόδι μας ξανά στο ελληνικό έδαφος μετά την πτώση της χούντας, ξεκίνησα τη διαδικασία ίδρυσης μιας γυναικείας οργάνωσης από τη βάση της κοινωνίας.
Το 1975, εφτά από εμάς – κυρίως γυναίκες που είχαν παλέψει εναντίον της δικτατορίας – ιδρύσαμε την ανεξάρτητη από τοκόμμα Ένωση Γυναικών Ελλάδος (ΕΓΕ), μία οργάνωση που αριθμούσε 40.000 μέλη μέσα στην επόμενη δεκαετία. Στόχος μας ήταν να αναδείξουμε τη θέση των γυναικών με τρόπο που θα τις έπειθε ότι μπορούσαν να την αλλάξουν.
Πίστευα πως ο καλύτερος χώρος εκμάθησης ήταν η πολιτική, ξεκινώντας από τα τοπικά προβλήματα της κοινότητας. Έπρεπε να συνειδητοποιήσουν ότι το δίκτυο των ‘παλιόφιλων’ θα αποτελούσε τροχοπέδη και πως θα έπρεπε να αντλήσουν δύναμη από φιλόδοξους και εριστικούς αντιπάλους σ’ ένα παιχνίδι που είχε σχεδιαστεί από τους αντιπάλους τους. Θα έπρεπε να αποκαλύψουν το πολιτικό πίσω από το προσωπικό και να αμφισβητήσουν την ανδρική ανωτερότητα και το πατριαρχικό σύστημα.
Η ΕΓΕ θα ήταν το σχολείο που θα τις μάθαινε να χτίζουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και να εκπαιδεύονται σε τεχνικές κοινωνικών αλλαγών».
Χάρη και στη δράση της ΕΓΕ, το 1982 το ανδροκρατούμενο ΠΑΣΟΚ αναθεώρησε το οικογενειακό δίκαιο, καταργώντας την προίκα, εξισώνοντας τις γυναίκες με τους άντρες μέσα στο γάμο, δίνοντάς τους και τη δυνατότητα να κρατήσουν μετά από αυτόν το δικό τους επίθετο. Λίγα χρόνια μετά νομιμοποιήθηκαν και οι αμβλώσεις. Στις διαδικασίες και τις δράσεις της ΕΓΕ συμμετείχαν χιλιάδες γυναίκες, αλλά και πολλοί άνδρες, που ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με μία φεμινιστική ΜΚΟ.
Πριν από λίγους μήνες, η συνονόματη εγγονή της μίλησε στο Marie Claire και την Εβίτα Τσιλοχρήστου. Σε ερώτηση για το αν η γιαγιά Μαργαρίτα μιλούσε για τις αξίες και τις αρχές της, η Δρ. Μαργαρίτα Παπανδρέου απάντησε:
«Πάντα στα οικογενειακά τραπέζια, τα Χριστούγεννα, την Ημέρα των Ευχαριστιών, που είναι και η αγαπημένη της, ή παλαιότερα στις κοινές οικογενειακές διακοπές, οι συζητήσεις μας ήταν κοινωνικοπολιτικές. Την είχα ρωτήσει πρόσφατα με αφορμή το κίνημα #MeToo για τα δεδομένα στα προηγούμενα χρόνια. Μου είπε πως αυτές που αντιστέκονταν στην απελευθέρωση της γυναίκας περισσότερο ήταν οι μεγαλύτερες γυναίκες. Ηταν πολύ συντηρητικές, ένιωθαν πιο ασφαλείς με το γνώριμο, δεν ξέρω… Σε όποιες αλλαγές προσπαθούσε να φέρει, ένιωθε ότι οι ίδιες οι γυναίκες έβαζαν εμπόδιο στον εαυτό τους.
Η ίδια μου λέει πάντα πως οι γυναίκες πρέπει να αλληλοστηριζόμαστε».
Η Μαργαρίτα Παπανδρέου ήταν στόχος κριτικής από την πρώτη στιγμή που παντρεύτηκε τον Ανδρέα. Και παραμένει μέχρι σήμερα. Κανείς όμως δε μπορεί να αμφισβητήσει πως όλα αυτά τα χρόνια χορεύει μέσα στο πολιτικό σύστημα και την κοινωνία με τους δικούς της ρυθμούς. Αυτούς που η ίδια επέλεξε για τον εαυτό της, παρά την ιδιότητα της «Πρώτης Κυρίας», κόντρα σε όσους την ήθελαν μία πικραμένη, διαζευγμένη γυναίκα, απέναντι σε οποιονδήποτε προσπάθησε ποτέ να την καθορίσει κάπως, χωρίς η ίδια να το επιθυμεί. Μία γυναίκα που αγαπάει την ελευθερία και βοήθησε πολλές Ελληνίδες να κάνουν το ίδιο, σε εποχές που τίποτα δεν ήταν αυτονόητο και που, δυστυχώς, το σήμερα αρχίζει πολύ να τους μοιάζει.