Εκτός κι αν ζείτε κάτω από κάποια πέτρα, θα έχετε πέσει τουλάχιστον μια φορά πάνω σε αυτή τη φωτογραφία της Kate Moss από το Glastonbury. Το 2005 το σούπερμοντελ απαθανατίστηκε να περπατάει στη λασπωμένη αρένα του φεστιβάλ, φορώντας ένα ζευγάρι μαύρες Hunter γαλότσες. Ένα μίνι καρό σορτς, μια δερμάτινη ζώνη και ένα μαύρο γιλέκο φορεμένο ως τοπ ολοκλήρωναν το λουκ που έγινε σύμβολο του φεστιβαλικού στυλ και αποτέλεσε σημείο αναφοράς για μερικά από τα πιο iconic σύνολα που είδαμε τα επόμενα χρόνια. Οι Alexa Chung και Florence Welch είναι μόνο δύο από τις διάσημες που αντέγραψαν την εμφάνιση της Moss, συνδυάζοντας γαλότσες με δερμάτινα παντελόνια ή βελούδινα σακάκια. Οι γαλότσες όμως δεν αποτελούσαν ανέκαθεν το κατεξοχήν παπούτσι του grunge στυλ των μουσικών φεστιβάλ.
Η ιστορία τους πηγαίνει πίσω στα τέλη του 18ου αιώνα, όταν αποτελούσαν το παπούτσι που φορούσαν οι αξιωματικοί του βρετανικού στρατού. Bέβαια τότε είχαν διαφορετική ονομασία και εμφάνιση. Ήταν γνωστές με το όνομα “Hessian boot” και ήταν φτιαγμένες από δέρμα, με χοντρό τακούνι και μια φούστα στο μπροστινό μέρος. Ένα από τα πρώτα δημόσια πρόσωπα που τις επέλεξαν ήταν ο 1ος Δούκας του Wellington, Arhtur Wellesley, μια από τις κυρίαρχες πολιτικές και στρατιωτικές προσωπικότητες του 19ου αιώνα. Λίγο πριν το 1820, ο Wellesley ζήτησε από τον υποδηματοποιό του, George Hoby, να κάνει μερικές αλλαγές στην κατασκευή του παπουτσιού ώστε να εφαρμόζει καλύτερα στο πόδι. Το νέο σχέδιο που προέκυψε, χωρίς τη φούντα, πήρε το όνομα “Wellington boot”. Επρόκειτο για ένα παπούτσι που παρέμεινε στο προσκήνιο μέχρι τις αρχές του 1850.
Εκείνη την περίοδο, οι κατασκευαστές είχαν αρχίσει να πειραματίζονται με νέα υλικά, όπως το καουτσούκ. Αυτό συνέβαλε στην εξέλιξη της γαλότσας, η οποία έπαψε να κατασκευάζεται από δέρμα. Οι νέες πλαστικές γαλότσες αποτέλεσαν μια επαναστατική καινοτομία. Πλέον μπορούσαν να τις φορέσουν οι αγρότες στα χωράφια, αλλά και οι στρατιώτες για να προστατεύσουν τα πόδια τους στα χαρακώματα. Ένα από τα brands που κατασκεύασαν πλήθος Wellington boots στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν η Hunter. Ακόμα και μετά το τέλος του πολέμου, οι γαλότσες της βρετανικής εταιρίας συνέχισαν να αποτελούν ένα άνετο, αδιάβροχο και σχετικά οικονομικό παπούτσι με πολλούς οπαδούς. Η δημοτικότητά τους εκτοξεύθηκε στα ύψη τη δεκαετία του ’50, όταν η Hunter παρουσίασε τη γαλότσα σε πράσινο χρώμα. Οι γαλότσες αποτέλεσαν ένα παπούτσι που αγαπήθηκε πολύ κι από τη βρετανική βασιλική οικογένεια. Η πριγκίπισσα Diana αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες θαυμάστριες του παπουτσιού τη δεκαετία του ’90.
Πώς όμως από παπούτσι του στρατού έγιναν το κατεξοχήν φεστιβαλικό παπούτσι των It-girls;
Το Glastonbury ξεκίνησε το 1970 και αποτελεί ένα από τα πιο θρυλικά μουσικά φεστιβάλ στον κόσμο. Πραγματοποιείται κάθε για χρόνο για πέντε μέρες στη νοτιοδυτική Αγγλία, στο χωριό Pilton του Somerset, στη φάρμα της οικογένειας Eavis. Ξεκίνησε από τους Michael και Jean Eavis, οι οποίοι διοργάνωσαν στη φάρμα τους το δικό τους φεστιβάλ έχοντας μία τοπική μπάντα να τραγουδάει. Οι συμμετέχοντες έφτασαν τους 1.500. Αυτή ήταν μόνο η αρχή του ιστορικού φεστιβάλ που πλέον αριθμεί παραπάνω από 250.000 συμμετέχοντες σε ετήσια βάση. Δεδομένου της βρετανικής βροχής, η οποία δεν σταματά ποτέ, η αρένα του φεστιβάλ μετατρεπόταν ανέκαθεν σε έλος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι επισκέπτες του φεστιβάλ να αρχίσουν να προτιμούν τις γαλότσες για πρακτικούς λόγους. Ωστόσο, το μεγάλο μπαμ έγινε όταν η Kate Moss και πλήθος ακόμη διάσημων της εποχής εμφανίστηκαν στο φεστιβάλ φορώντας τες.
Fast forward στο σήμερα, η Chanel έστειλε στην πασαρέλα του F/W 22 σόου της γαλότσες διακοσμημένες με το χαρακτηριστικό λογότυπο του οίκου “CC”. Οι γαλότσες συνεχίζουν να αποτελούν ένα παπούτσι που επιστρέφει κάθε χρόνο και σώζει το στυλ των βροχερών ημερών. Οι φασιονίστα τις συνδυάζουν με εμπριμέ wide-leg παντελόνια, μίνι φούστες, ντένιμ σορτς και κολάν.