Στα Ιωάννινα υπάρχει μια ιστορία σχεδόν τόσο παλιά όσο και η ίδια η πόλη. «Η πόλη των ασημουργών σάς καλωσορίζει», γράφουν οι πινακίδες στις εισόδους της πόλης. Η ενασχόληση των ντόπιων με την αργυροτεχνία έχει τις ρίζες της στο μακρινό παρελθόν. Όποιος βρεθεί στην οδό Αβέρωφ, θα μαγευτεί από τα ασημουργήματα και σίγουρα θα θελήσει να αφιερώσει χρόνο για να επισκεφτεί τα μαγαζάκια με είδη λαϊκής τέχνης. Κάθε βήμα σε αυτό τον ιστορικό δρόμο ανοίγει μια πόρτα στο παρελθόν. Μια «χρονοκάψουλα» από το παρόν στα σκοτεινά χρόνια της τουρκοκρατίας.
Η τέχνη της αργυροχοΐας θεωρείται συνέχεια της βυζαντινής κοσμηματικής και μεταλλοτεχνίας. Ήδη από τα υστεροβυζαντινά χρόνια (1204-1430), τα Γιάννενα γνώρισαν μεγάλη άνθιση. Η ανοικοδόμηση τμημάτων των τειχών της πόλης και η εγκατάσταση μελών αριστοκρατικών οικογενειών που είχαν φύγει από την Κωνσταντινούπολη, ύστερα από την άλωση από τους Φράγκους (1204), από τον ιδρυτή του Δεσποτάτου της Ηπείρου, Μιχαήλ Α’ Κομνηνού Δούκα, έδωσε στην πόλη μια νέα πληθυσμιακή, οικονομική και πνευματική ώθηση. Η οικονομική ευμάρεια δεν διακόπηκε από την επέλαση των Οθωμανών (1430), αντιθέτως συνέβαλε σημαντικά στην ανάδειξη της περιοχής σε σπουδαίο εμπορικό κέντρο.
Η εξέλιξη της πόλης σε ένα μεγάλο πασαλίκι στη διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες για την περαιτέρω ανάπτυξη της ασημουργίας, τόσο εντός των ελληνικών συνόρων όσο και εκτός. Ο ίδιος ο Αλή Πασάς υπήρξε μεγάλος συλλέκτης πολύτιμων αντικειμένων. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, συγκέντρωσε τους καλύτερους τεχνίτες στα αργυροχοϊκά εργαστήρια που ίδρυσε εντός του παλατιού. 55 τεχνίτες δραστηριοποιούνταν εντός των τειχών, δημιουργώντας πληθώρα έργων. Οι δημιουργίες τους διανέμονταν όχι μόνο στην εγχώρια αγορά, αλλά και στη Δύση και τα Βαλκάνια.
Πέρα από τα Ιωάννινα η αργυροτεχνία άνθισε και σε άλλα μέρη της Ηπείρου, όπως το Μέτσοβο, τα Τζουμέρκα (Καλαρρύτες) και την Κόνιτσα.
Οι Καλαρρυτινοί διέπρεψαν στο επάγγελμα του αργυροχρυσοχόου. Οι Γιαννιώτες έμποροι τούς προμήθευαν τις πρώτες ύλες σε ασήμι και χρυσό, τις οποίες εισήγαγαν από τη Νάπολη και τη Βενετία. Στα εργαστήριά τους κατασκευάστηκαν τα πιο περίτεχνα και διασημότερα ασημουργικά εκκλησιαστικά και κοσμικά έργα του 18ου αιώνα. Σε αυτό τον μικρό παραδοσιακό οικισμό της Ηπείρου γράφτηκαν πολλές σελίδες της ασημουργίας.
Η πλειοψηφία των τεχνιτών ήταν πλανόδιοι. Με μόνο εφόδιο τα σύνεργα της τέχνης τους, την έμπνευση και την αγάπη τους για το ασήμι περιόδευαν και εκτελούσαν παραγγελίες. Η δραστηριότητά τους συνέβαλε σημαντικά στη διάδοση της αργυροχοΐας στα Βαλκάνια, τη Μικρά Ασία και την Ιταλία. Όταν το 1821 το χωριό τους καταστράφηκε από τους Τούρκους, πολλοί ντόπιοι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν σε άλλες περιοχές της Ηπείρου. Μάλιστα πολλοί ασημουργοί δραστηριοποιήθηκαν στην Ιταλία.
Aπό τους Καλαρρύτες είναι άλλωστε η καταγωγή του Sotirio Bulgari, γενάρχη του ομώνυμου οίκου κοσμημάτων. Η ιστορία της πολυτελούς εταιρίας ξεκίνησε το 1881, όταν ο Sotirio βρέθηκε στη Ρώμη και άρχισε να πουλάει ασήμι μπροστά από την εκκλησία Trinità dei Monti.
Το πιο διάσημο σχέδιο του ρωμαϊκού οίκου με ελληνικές ρίζες, είναι το φίδι, ένα μέλος του ζωικού βασιλείου, ιδιαίτερα σημαντικό από την αρχαιότητα έως σήμερα. Tο πρώτο σχέδιο των θρυλικών κοσμημάτων Serpenti δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1940 από τα αδέρφια Constantino και Giorgio Bulgari. Επρόκειτο για το βραχιόλι-ρολόι γνωστό ως Tubogas, που ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή χάρη στην ολόχρυση ερπετοειδή σιλουέτα του και τη δεκαετία του ’60 ταυτίστηκε με την Elizabeth Taylor κι άλλες μεγάλες σταρ του κινηματογράφου.
Ο Τζημούρης, σπουδαίος ασημουργός της περιόδου του, γεννήθηκε επίσης στους Καλαρρύτες. Μετά το 1821, εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο. Εργάστηκε για λογαριασμό του Αλή Πασά, αλλά και ως δάσκαλος της αργυροτεχνίας. Πάντα υπέγραφε τα καλύμματα των Ευαγγελίων που δημιουργούσε με τη φράση: «Εκατεσκεβάσθη και κατασκευάζωνται εις Καλαρρύταις, χωρίον των Ιωαννίνων, δια χειρός Αθανασίου Νικολάου Τζημούρη».
Το καθαρό ασήμι προοριζόταν για τα εκλεκτά έργα, συνήθως αυτά που αφορούσαν στο χώρο της εκκλησίας. Για τους τεχνίτες το ασήμι και ο χρυσός είχαν την ίδια αξία. Η λέξη μάλαμα χρησιμοποιούνταν για να χαρακτηρίσει τόσο το ασήμι, όσο και το χρυσάφι.
Υπάρχουν ακόμη και σήμερα συνεχιστές της λαϊκής τέχνης, οι οποίοι αξιοποιούν τις παλιές τεχνικές χρησιμοποιώντας παράλληλα σύγχρονες μεθόδους για την κατασκευή των κοσμημάτων τους. Μπορεί να τους αναζητήσει κανείς στο Κέντρο Παραδοσιακής Βιοτεχνίας (ΚΕΠΑΒΙ), όπου λειτουργούν από το 2005 εργαστήρια αργυροτεχνίας και το Πρατήριο Λιανικής Πώλησης Ασημικών.
Τέσσερις από αυτούς μοιράστηκαν τις ιστορίες τους στο Marie Claire:
Ygrec
Η Ρίτα Δρόσου, σχεδιάστρια και δημιουργός του Ygrec, μίλησε για τα πρώτα της βήματα στο χώρο της αργυροτεχνίας, τις μεθόδους που χρησιμοποιεί και την πηγή της έμπνευσής της.
Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με την αργυροτεχνία;
«Όπως του πρωτόγονου ανθρώπου, ο οποίος πρώτα στολίστηκε και μετά έφτιαξε ρούχα να ντυθεί».
Τι σας εμπνέει να συνεχίσετε να ασχολείστε με αυτή τη μαστορική τέχνη αιώνων;
«Η δύναμη της αυτοέκφρασης είναι το μέσο που απελευθερώνει τη φαντασία μου και ενεργοποιεί τη δουλειά μου. Επίσης, αγαπώ την ελληνική μυθολογία από τότε που με θυμάμαι. Οι ιστορίες και οι μύθοι του αρχαίου κόσμου λειτουργούν σαν πνευματική σπίθα στα έργα μου, μια συνεχής και ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης».
Ποιες σύγχρονες μεθόδους χρησιμοποιείτε για την κατασκευή σύγχρονων κοσμημάτων από ασήμι; Έχετε κρατήσει κάτι από τις παραδοσιακές μεθόδους των παλιών τεχνιτών; Κι αν ναι, τι;
«Tη δύναμη των δυνάμεων: το φως. Πρόκειται για το απόλυτο «όπλο» στα χέρια των σύγχρονων ανθρώπων που έχει αλλάξει και θα συνεχίσει να αλλάζει ραγδαία τη ζωή μας τα επόμενα χρόνια. Αναφέρομαι στο laser με το οποίο χαράζω, κολλάω και κόβω γρήγορα κι αποτελεσματικά τα μέταλλα. Από τις παραδοσιακές μεθόδους έχω κρατήσει δύο. Την κοκίδωση και τη συρματερή (filigree). Η κοκίδωση είναι η τεχνική που βλέπετε στα αρχαία κοσμήματα, σαν μικρά- μικρά κεφάλια από καρφίτσα που δημιουργούν σχέδια. Η δε συρματερή είναι μία από τις θρυλικές τεχνικές των Ηπειρωτών αργυροχρυσοχόων. Την τελευταία την κατέχω ελάχιστα, αλλά κάνω σοβαρές προσπάθειες να την μάθω».
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Φαίδων
Ο Φαίδων Ηλίας, σχεδιαστής και δημιουργός του εργαστηρίου αργυροχοΐας Φαίδων, μάς μίλησε για την πρώτη του επαφή με το χώρο της ασημουργίας, τις μεθόδους που χρησιμοποιεί και το τρίπτυχο της έμπνευσής του.
Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με την αργυροτεχνία;
«Η πρώτη μου επαφή με την αργυροτεχνία ξεκίνησε στα παιδικά μου χρόνια, ακολουθώντας τα καλοκαίρια τον πατέρα μου στο εργαστήριο όπου δούλευε σαν «μάστορας» αργυροχοϊας. Με το πέρασμα των χρόνων και αποκτώντας τα «μαστορικά» εφόδια, άνοιξα το δικό μου εργαστήριο το οποίο διατηρώ μέχρι σήμερα».
Τι σας εμπνέει να συνεχίσετε να ασχολείστε με αυτή τη μαστορική τέχνη αιώνων;
«Η ανάγκη για δημιουργία, η χειροτεχνική φύση του επαγγέλματος και η παράδοση της πόλης μου: είναι το τρίπτυχο της έμπνευσής μου και ενασχόλησής μου με την τέχνη της αργυροτεχνίας».
Ποιες σύγχρονες μεθόδους χρησιμοποιείτε για την κατασκευή σύγχρονων κοσμημάτων από ασήμι; Έχετε κρατήσει κάτι από τις παραδοσιακές μεθόδους των παλιών τεχνιτών; Κι αν ναι, τι;
«Στη σημερινή εποχή, η χρήση σχεδιαστικών προγραμμάτων μέσω υπολογιστή είναι απαραίτητη. Στο εργαστήριο μου χρησιμοποιούμε σύγχρονους τρισδιάστατους εκτυπωτές, ωστόσο ασχολούμαστε κυρίως με την κατασκευή συρματερών (filigree) κοσμημάτων και αντικειμένων. Η συρματερή είναι μία από τις αρχαιότερες τεχνικές στο χώρο. Η διαδικασία παραμένει 100% χειροποίητη από το λιώσιμο του ασημιού και την μετατροπή του σε σύρμα έως το τελικό αποτέλεσμα. Με έναν τσίφτη και ένα ψαλιδάκι κατασκευάζονται συρματερά έργα τα οποία τα διακρίνει το μεράκι και η αγάπη για τη «χειροτεχνία», μιας και ο χρόνος κατασκευής τους μπορεί να διαρκέσει μήνες. Οι κανόνες της συρματερής τεχνικής είναι αυστηροί. Απαιτούν προσήλωση στο αντικείμενο και υπομονή».
Νίκος Γκόλας
Ο Νίκος Γκόλας, σχεδιαστής και δημιουργός του εργαστηρίου αργυροχοΐας Nikos Golas Jewellery, μάς μίλησε για τα βιώματα, τις εικόνες και τα ταξίδια που ενέπνευσαν εκείνον και τον αδερφό του να ξεκινήσουν να ασχολούνται επαγγελματικά με την αργυροτεχνία.
Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με την αργυροτεχνία;
«Η αρχή έγινε τη δεκαετία του 1990, όταν ξεκινήσαμε να ασχολούμαστε επαγγελματικά με την αργυροτεχνία με τον αδερφό μου, χωρίς να υπάρχει προηγούμενη ενασχόληση της οικογένειάς μας με το συγκεκριμένο κλάδο. Από την πρώτη στιγμή με κέρδισε το δημιουργικό κομμάτι του συγκεκριμένου επαγγέλματος. Στο ξεκίνημά μας ταξιδεύαμε πολύ προκειμένου να προωθήσουμε τα προϊόντα που φτιάχναμε και να προσεγγίσουμε πιθανούς συνεργάτες. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε άλλος τρόπος προώθησης της δουλειάς σου, πέρα από την κατ’ ιδίαν πώληση. Βέβαια, τα πράγματα ήταν πιο εύκολα, καθώς τα Ιωάννινα είχαν πολύ καλό όνομα στην επεξεργασία του ασημιού πανελλαδικά, κάτι που στις αρχές του 2000 άρχισε να αλλάζει δραματικά με το σφετερισμό των παραδοσιακών σχεδίων και διακοσμητικών μοτίβων τους, που έφτασαν να εισάγονται σε τεράστιες ποσότητες από χώρες του εξωτερικού όπως η Κίνα».
Τι σας εμπνέει να συνεχίσετε να ασχολείστε με αυτή τη μαστορική τέχνη αιώνων;
«Το γεγονός ότι πρόκειται για ένα κλάδο με τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης. Το ζήτημα είναι να σκύψουμε επάνω στα σημερινά προβλήματα του κλάδου αντί να παραμείνουμε προσκολλημένοι στο παρελθόν και τα επιτεύγματά του, αξιοποιώντας την παράδοση της συγκεκριμένης τέχνης, που μας δίδαξαν οι πρόγονοί μας, αλλά και εξελίσσοντας τα γνωστά, παραδοσιακά μοτίβα και πηγαίνοντάς τα ένα βήμα παραπέρα».
Ποιες σύγχρονες μεθόδους χρησιμοποιείτε για την κατασκευή σύγχρονων κοσμημάτων από ασήμι; Έχετε κρατήσει κάτι από τις παραδοσιακές μεθόδους των παλιών τεχνιτών; Κι αν ναι, τι;
«Το εργαστήριό μας σχεδιάζει και κατασκευάζει κοσμήματα με τη χρήση μηχανημάτων και σύγχρονης τεχνολογίας, όμως η διαδικασία για τη δημιουργία κάθε κοσμήματος ολοκληρώνεται στο χέρι. Ο σχεδιασμός ξεκινάει είτε με την ανάγκη δημιουργίας ενός καινούργιου σχεδίου είτε με την ανάγκη κάποιας νέας παραγγελίας από τον πελάτη και, αφού συζητηθεί πρώτα με την υπόλοιπη ομάδα, ο σχεδιαστής ξεκινάει να ετοιμάζει το σχέδιο με ψηφιακή τεχνική. Μόλις ολοκληρωθεί ο σχεδιασμός, ανάλογα με το αντικείμενο που έχουν να διαχειριστούν, ενδέχεται να γίνει 3D εκτύπωση στον ειδικό εκτυπωτή«.
»Όλα τα σχέδια τοποθετούνται επάνω στο «δέντρο» ανά είδος, για να υπάρχει καλύτερη ταξινόμηση. Πάνω σε αυτή τη μορφή του «δέντρου» τοποθετείται ένας σωλήνας, το μούφλο, που έχει προστατευτικό χαρακτήρα, ώστε οι τεχνίτες να ρίξουν μέσα τον γύψο. Στη συνέχεια, μόλις αφαιρεθούν όλες οι φυσαλίδες, προχωράει στη διαδικασία του στεγνώματος του γύψου. Επόμενο βήμα είναι η διαδικασία της αφαίρεσης του κεριού, ώστε να φύγει το κερί και να μείνει το αποτύπωμα του σχεδίου επάνω στον γύψο. Επόμενο στάδιο της διαδικασίας είναι η τοποθέτηση στο φούρνο για ψήσιμο, περίπου 12 ώρες«.
»Μόλις ολοκληρωθεί το ψήσιμο, το τελικό στάδιο είναι η χύτευση. Η διαδικασία συνεχίζει με την ένωση των κομματιών, τα οποία τοποθετούνται στον μαγνητικό για να πάρουν το χρώμα του ασημιού και στη συνέχεια τοποθετούνται στα μηχανήματα για το φινίρισμα με ξύλο και άμμο. Απαιτείται πολλή επεξεργασία με το χέρι προκειμένου να ολοκληρωθεί η δημιουργία του εκάστοτε αντικειμένου».
Δημήτρης Ζήνας
Ο Δημήτρης Ζήνας, σχεδιαστής και δημιουργός του εργαστηρίου αργυροχοΐας Dimitris Zinas Jewellery, μάς μίλησε για το ταξίδι του από την αρχιτεκτονική στην αργυροχοΐα, την αστείρευτη αγάπη του για την εξέλιξη των υλικών και τις τεχνικές με τις οποίες πειραματίζεται.
Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με την αργυροτεχνία;
«Από όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα με έβρισκα περιτριγυρισμένο από χρώματα, τέχνες και χειροτεχνίες. Αναπόφευκτα, μετά το κολέγιο, έκανα έργα στο σχέδιο και την αρχιτεκτονική. Τότε ήταν που συνειδητοποίησα ότι η καρδιά μου δεν ανήκει εκεί. Όλα μου φαινόταν πολύ περιοριστικά και κάθε άλλο παρά δημιουργικά. Στο δρόμο μου προς το κολέγιο Καλών Τεχνών μού ήρθε η ιδέα να μετατρέψω αυτά τα σχέδια σε μικρά έργα τέχνης, έτσι ώστε να μπορούν πραγματικά να «φορεθούν». Εστιάζοντας στα μοντέρνα κοσμήματα και μελετώντας διεξοδικά, έφτιαξα το δικό μου εργαστήριο -έτσι αποκαλώ τη σπηλιά μου- για να ασχοληθώ με την τέχνη της κατασκευής κοσμημάτων. Αυτό το υπέροχο ταξίδι ξεκίνησε το 1994 και έκτοτε είναι γεμάτο αγάπη, δημιουργικότητα, πάθος και πειραματισμούς».
Τι σας εμπνέει να συνεχίσετε να ασχολείστε με αυτή τη μαστορική τέχνη αιώνων;
«Η αστείρευτη αγάπη και η τρέλα μου για την εξέλιξη των τεχνικών και των υλικών. Αυτός ο μόνιμος διάλογος με τη φόρμα και το υλικό με ωθεί να δημιουργώ και μου δίνει τρόπους να εξελίσσω διαρκώς την τέχνη μου».
Ποιες σύγχρονες μεθόδους χρησιμοποιείτε για την κατασκευή σύγχρονων κοσμημάτων από ασήμι; Έχετε κρατήσει κάτι από τις παραδοσιακές μεθόδους των παλιών τεχνιτών; Κι αν ναι, τι;
«Από το λιώσιμο του μετάλλου και τη χειροποίητη εξέλιξη του σε κόσμημα μέχρι την χρήση άλλων υλικών, όπως Corian, πλαστικό, ξύλο, μάρμαρο, ημιπολύτιμους και πολύτιμους λίθους, αλλά και 3d printing, πραγματικά δεν υπάρχει περιορισμός στα υλικά και τις μεθόδους με τις οποίες πειραματίζομαι. Ανά καιρούς έχω χρησιμοποιήσει πολλές από τις παλιές τεχνικές, συμπεριλαμβανομένων των Σαβάτ, Φιλιγκράν, Μοκούμε και Σμάλτου».
Στο κάστρο της πόλης, στο περίφημο Ιτς Καλέ (εσωτερική ακρόπολη), βρίσκεται το Μουσείο Αργυροτεχνίας Ιωαννίνων, όπου στεγάζεται έκθεση αργυροχοΐας, η οποία καλύπτει τη μεταβυζαντινή περίοδο από τον 15ο αιώνα και έπειτα, χωρίς να λείπουν και οι αναφορές σε ακόμα παλαιότερες εποχές.
Το μουσείο μπορεί να μετράει μόλις 5,5 χρόνια ζωής, ωστόσο έχει ήδη εξελιχθεί σε πολιτιστική νησίδα για τους ντόπιους και σημαντικό πόλο έλξης τουριστών. Πέρα από τη μόνιμη έκθεση, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου πραγματοποιείται πλήθος δράσεων, μεταξύ των οποίων εργαστήρια χειροτεχνίας για παιδιά, μουσικές βραδιές, προβολές ταινιών, περιοδικές εκθέσεις και παραστάσεις χορού.
Σκοπός του μουσείο είναι η διάσωση της γνώσης για την ηπειρωτική αργυροτεχνία, η οποία έκανε τους Γιαννιώτες ξακουστούς σε όλα τα Βαλκάνια και σε μεγάλο κομμάτι της Δύσης, η διάχυση πληροφοριών σχετικά με τις σύγχρονες μεθόδους και την τεχνολογία που συνεχίζει την γιαννιώτικη λαϊκή τέχνη τη σήμερον ημέρα, καθώς και η ανάδειξη και προστασία του ίδιου του αρχαιολογικού χώρου του Ιτς Καλέ.