Η Εριέττα Κούρκουλου Λάτση παρουσίασε το νέο της βιβλίο «Είμαι η Εριέττα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, σε μια βραδιά στο αμφιθέατρο του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή στο Παγκράτι. Η ιδρύτρια της φιλοζωικής οργάνωσης Save A Greek Stray, που βρίσκεται πλέον σε προχωρημένη εγκυμοσύνη και επέλεξε για την περίσταση ένα βελούδινο body con dress, συνομίλησε με τη Δρα Άννα Κανδαράκη σε μια συζήτηση με έμφαση στην ψυχική υγεία.
Όπως μπορούμε να καταλάβουμε από τα Insta stories της, είχε μαζί της πολλά αγαπημένα πρόσωπα. Μεταξύ άλλων, τη βλέπουμε να ποζάρει με τα αδέρφια της, Φίλιππο, Άλκη και Μαριέττα Κούρκουλου, Πάρη Κασιδόκωστα, με τη Μαριάννα Λάτση, και φυσικά με τον σύζυγό της, Βύρωνα Βασιλειάδη.
Στο βιβλίο της περιγράφει τη διαδρομή των τριάντα χρόνων της ζωής της, μέσα στα οποία, όπως αναφέρει η ίδια στο εισαγωγικό του βιβλίου, κατάφερε να επιστρέψει στον αυθεντικό της εαυτό, αλλά και να χρησιμοποιήσει την τύχη και τη δύναμη που της χαρίστηκαν για να συμβάλει σε έναν καλύτερο κόσμο για όλους.
Όπως αρχίζει το πρώτο κεφάλαιο, με τίτλο «Μια μικρή πριγκίπισσα», που είχε προδημοσιευτεί στο Marie Claire:
«Μαμά, εμείς δεν είμαστε κανονικοί;»
Ήμουν μόλις έξι χρόνων όταν έκανα αυτή την ερώτηση στη μητέρα μου, καθισμένη στο υπέρδιπλο κρεβάτι της στο σπίτι μας στην Εκάλη.
«Τι εννοείς “κανονικοί”;» με ρώτησε με το δίκιο της εκείνη, αν και νομίζω ότι υποψιαζόταν αυτό που με προβλημάτιζε.
Θυμάμαι ότι, κάθε φορά που με καλούσε μια καινούργια μου φίλη από το σχολείο στο σπίτι της, ευχόμουν αυτό να έμοιαζε λίγο περισσότερο με το δικό μου. Κάπου ήξερα όμως μέσα μου –γιατί τα παιδιά αντιλαμβάνονται τα πάντα- ότι μάλλον δε θα έμοιαζε. Ήταν όλα μεγάλα σπίτια, γιατί οι φίλες μου πήγαιναν στο ίδιο πανάκριβο σχολείο όπου πήγαινα και εγώ, αλλά πάντα μπροστά στο δικό μας φαίνονταν μικρά.
Τα παιδιά δεν ενδιαφέρονται για τα χρήματα, αυτή είναι μια αρρώστια που αποκτούν αργότερα, μέσα από την επιρροή της οικογένειας και της κοινωνίας στην οποία μεγαλώνουν. Τα παιδιά, τουλάχιστον στην ηλικία που περιγράφω, έχουν μονάχα την ανάγκη να αισθάνονται ότι ανήκουν κάπου και, για να γίνει αυτό, θα πρέπει, όσο είναι δυνατόν, να μην ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα παιδιά. Εγώ, δυστυχώς, ήμουν χαμένη από χέρι… Πάντα υπήρχαν δείγματα ότι η μαμά και ο μπαμπάς μου δεν ήταν «κανονικοί», αλλά εγώ απέφευγα να το παραδεχθώ στον εαυτό μου. Κάπου ίσως και να έλπιζα ότι η δική τους μη κανονικότητα δε θα επηρέαζε εμένα. Μεγαλώνοντας, όμως, γινόταν όλο και πιο ξεκάθαρο ότι αυτό δεν ήταν ρεαλιστικό.
«Άλφα οχτώ προς πύλη δύο, άφιξη Αφροδίτης σε τρία λεπτά» άκουγα στον ασύρματο επιστρέφοντας με δυο θεόρατους άντρες από το νηπιαγωγείο (το «Αφροδίτη» ήταν το κωδικό όνομα που χρησιμοποιούσε η ασφάλειά μου για εμένα). Αυτό δεν ήταν δείγμα; Μα πώς να είναι; Αφού οι άντρες αυτοί ήταν οι φίλοι μου, ο Βλαδίμηρος και ο Γιάννης, και με έπαιρναν από το σχολείο γιατί οι γονείς μου είχαν άλλες υποχρεώσεις. Δεν μπορούσα όμως να μην παραξενευτώ που τη Χριστινούλα και τον Αλέξανδρο περνούσε να τους πάρει η γιαγιά όταν δεν μπορούσαν οι γονείς τους.
Όλα τα βλέπουν τα παιδιά και όλα τα καταλαβαίνουν, απλώς όταν κάτι δε βοηθάει στην επιβίωσή τους, τείνουν να το απωθούν στο πίσω μέρος του μυαλού τους βαθιά, όπου χάνεται για πάντα – ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν.
Για εμένα, η παραδοχή της διαφορετικότητας φάνταζε καταδίκη. Ήμουν ένα ντροπαλό και ήσυχο παιδί, αρκετά μοναχικό, με εξαίρεση τη σχεδόν καθημερινή παρέα εντός των πυλών του σπιτιού μας με τον ξάδελφό μου τον Βαγγέλη. Στο χρυσό μου κλουβί, όπου η πραγματικότητά μου ήταν πολύ διαφορετική από οποιουδήποτε άλλου παιδιού στην Ελλάδα, ήμουν ευτυχισμένη. Δεν αισθανόμουν ότι μου έλειπε η συντροφιά. Είχα κάνει λίγους και εκλεκτούς φίλους από το Σπίτι του Αρκούδου, το νηπιαγωγείο όπου πήγαινα, είχα τη Νόρμα –τη δεύτερη μαμά μου και είχα ανακαλύψει ήδη τον μαγικό κόσμο των ζώων, στον οποίο αισθανόμουν από τότε απόλυτα ολοκληρωμένη.
Δείτε τα νέα Insta stories της και άλλα φωτογραφικά στιγμιότυπα από την παρουσίαση: