Αρκούσε μια εμφάνιση στις “Άγριες Μέλισσες” του Antenna στον ρόλο του Σέργιου για να ξεσηκωθεί το κοινό και όλοι πια να μιλούν για τον Ανδρέα Κωνσταντίνου, ένα πέρασμα που πραγματικά δημιούργησε μεγάλη αναστάτωση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: “Σε πέθαναν στη Μικρά Αγγλία, σε πέθαναν στο ‘Μικρό Σημείωμα’, σε πεθαίνουν στις ‘Άγριες Μέλισσες'” έγραφε στο τουίτερ μια αμετανόητη φαν, η Ήλια Ορφανού για να ακολουθήσει ένα κύμα αντιδράσεων. Ο λόγος; Η πρόωρη αποχώρηση του ηθοποιού από το σήριαλ που δεν οφειλόταν τόσο στις ανάγκες του σεναρίου, όσο στο φορτωμένο πρόγραμμα του λόγω των υποχρεώσεων του στο θέατρο καθώς συμμετάσχει, για δεύτερη χρονιά, στη σειρά παραστάσεων στον “Οθέλλο” του Χάρη Φραγκούλη. Δραστήριος είναι και στα κινηματογραφικά πλατώ καθώς έχει διακριθεί για τους δυναμικούς ρόλους σε μια σειρά από ταινίες ενώ δεν λέει όχι σε ανεξάρτητα, δημιουργικά project όπως σε μια ταινία μικρού μήκους όπου αναμένεται να πρωταγωνιστήσει μαζί με την Κωνσταντίνα Τάκαλου.
Όλοι όσοι παρακολουθούν τον Ανδρέα Κωνσταντίνου γνωρίζουν ότι έχουν να κάνουν με έναν ηθοποιό μεγάλης κλάσης και τεράστιας γκάμας που παρά το νεαρό της ηλικίας του-μόλις 32 χρόνων-έχει ήδη αφήσει τη σφραγίδα του τόσο μέσα από τις δικές του δουλειές και τις ομάδες που συμμετάσχει καθώς πιστεύει πάντα στον χαρακτήρα της συλλογικότητας, όσο και με τους πρωταγωνιστικούς ρόλους τους οποίους έχει αναδείξει με δικό του τρόπο: τον είδαμε έτσι-και θα τον ξαναδούμε και φέτος- να παραφρονεί ως ένας διαφορετικός, ανυπότακτος παρά υποταγμένος Κάσσιος στον σαιξπηρικό Οθέλλο, να αιχμαλωτίζει την κάμερα με ένα μόνο εσωτερικό βλέμμα ως ιδανικός επαναστάτης και μελλοθάνατος Ναπολέων Σουκατζίδης στο “Τελευταίο Σημείωμα” , να περιφέρεται υπόγεια ως σιωπηλός παρατηρητής στον ρόλο του Τέσμαν στην “Έντα Γκάμπλερ”, να υψώνεται πάνω από το έδαφος ως τρομακτικός επίγειος θεός στις δικές του “Βάκχες”, να γίνεται αδυσώπητα τρυφερός μόνο με τη σιωπή του στη “Μικρά Αγγλία”. Σε κάθε ρόλο διαφορετικός, ακόμα πιο πέρα από την πρόβλεψη που μπορεί να έχει κανείς για έναν ρόλο, ένας ηθοποιός Ευρωπαικών προδιαγραφών αφού θυμίζει τις ερμηνείες σπουδαίων θεατραθώπων. Δίνοντας έμφαση στην σωματικότητα που συνιστά και το μεγάλο πλεονέκτημα των υποκριτικών δυνατοτήτων του μπορεί και γίνεται εύπλαστος και απρόβλεπτος, ένας ηθοποιός που θα επιβεβαιώσει τη σαιξπηρική τρέλα αλλά που θα ενσαρκώσει τον άνδρα μιας άλλης εποχής-ντόμπρος, στακάτος, ευθυτενής- σαν τους ρόλους που είδαμε στις ταινίες του Βούλγαρη ή πρόσφατα στην τηλεόραση του Antenna.
Αγάπη για τη μουσική, τα Εξάρχεια, τις ωραίες παρέες
Γι αυτό και οι φίλοι του που έχουν συνεργαστεί μαζί του στο θέατρο επιμένουν ότι πρόκειται για έναν ηθοποιό που θα γράψει ιστορία στο μέλλον και θα απασχολήσει το κοινό-όλων των κατευθύνσεων, όσο παράδοξο και αν ακούγεται. Η βαθιά λιτή του προσέγγιση όσον αφορά τον τρόπο ζωής του, όπου παραμένει ταγμένος στα απλά πράγματα και μακριά από πολυτέλειες, έρχεται σε απόλυτη αντιδιαστολή με τον πλούτο και την απαιτητικότητα των ρόλων που ερμηνεύει: έχει κάνει ένα μικρό πέρασμα από ταινία του Περράκη ως νεαρός φασίστας και έχει παίξει τον Ιρανό πρόσφυγα στην ταινία του Αγγελόπουλου που δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ λόγω της απότομης απώλειας του σπουδαίου σκηνοθέτη. Μεγαλωμένος στην Κρήτη με την οποία έχει στενή σχέση και λόγω της καταγωγής των προγόνων του-ειδικά του παππού του-στον οποίο είχε τεράστια αγάπη και λόγω εκείνης της πίστης του στο ότι τα πράγματα να εκφράζουν μπέσα, ειλικρίνεια και ομορφιά. Αφοπλιστικά ειλικρινής και ο ίδιος σαν χαρακτήρας, παρότι εσωστρεφής εκφράζει έντονα τα συναισθήματα με τη στάση του αφού τον προδίδουν η ένταση του βλέμματος, η έκφραση του σώματος και οι έντονες χειρονομίες. Και παρότι εντυπωσιακά ωραίος, μπορεί να αποδομεί κάθε όμορφο εξωτερικό χαρακτηριστικό για την ανάγκη ενός ρόλου: σχεδόν μιλάει με το σώμα του, όπως έχει δείξει και στους απαιτητικούς ρόλους του στις τελετουργικές “Βάκχες” και στο πειραματικό “Moth”. Κλασικός Εξαρχειώτης όπως και οι παρέες του και τα στέκια του που βρίσκονται εκεί γύρω ενώ εκτός από το θέατρο έχει μεγάλη αγάπη για τη μουσική: θα τον βρεις να παίζει, αν του έρθει η διάθεση μουσικές που του αρέσουν-χαρντ ροκ, ψαγμένo χέβι μέταλ, ακόμα και new age-όπως έκανε όταν σπούδαζε κοινωνικός λειτουργός σε μπαράκια της Κρήτης. Απεχθάνεται τη στασιμότητα τον ιντριγκάρουν τα πρότζεκτ που μπορεί να κρύβουν εκπλήξεις και αναζητήσεις ενώ εξακολουθεί να βλέπει κάθε δουλειά “σαν περιπέτεια”. Μεγάλο του μυστικό; Δεν πρόκειται να αναλάβει, σχεδόν ποτέ, δουλειά που δεν γουστάρει, όπως δεν πρόκειται ποτέ να του αποσπάσεις την υποκριτικά ψεύτικη, δημοσιεσχετιστική προσοχή. Αυτός είναι και ο λόγος που απεχθάνεται, κατά κόρον, τις συνεντεύξεις.
Ένας “Γερμανός” στην Κρήτη
Γεννημένος στο Τίμπιγκεν της Γερμανίας και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη δεν ξεπέρασε ποτέ την αγάπη του για την Κρήτη όπου περνούσε τα καλοκαίρια μικρός και όπου σπούδασε κοινωνικός λειτουργός έχοντας περάσει ένα διάστημα, για την πρακτική του, από ομάδες υποστήριξης εξαρτημένων ατόμων προτού μεταβεί στην Αθήνα για να σπουδάσει το Εθνικό Θέατρο. Λόγω της σχέσης του με το μεγάλο νησί πήρε και τον πρώτο του ρόλο, μιλώντας με την κρητική προφορά, στην “Λούφα και Παραλαγή” του Περάκη, ο οποίος τον ανακάλυψε ενόσω ήταν ακόμα πρωτοετής στο Εθνικό. Τη Γερμανία την “ξαναβρήκε” στην ταινία του Βούλγαρη, οπότε χρειάστηκε να ‘ξανασκεσκονίσει’ τα Γερμανικά του καθώς ο ρόλος τον ήθελε να κάνει τον διερμηνέα στα γερμανικά. Πιστεύει στη φιλία και η στενή του σχέση με καλούς του φίλους τον οδήγησε στη δημιουργία διάφορων ομάδων-από την πρώτη ομάδα OMMA Studio στην Κρήτη έως την Kursk με τον Χάρη Φραγκούλη, με τον οποίο συνεργάζεται στενά τα τελευταία χρόνια. Τα καλοκαίρια προτιμά να τα περνάει σε ήσυχα, απομακρυσμένα μέρη όπως η Σαμοθράκη και του αρκούν ένα καλό βιβλίο, ωραία παρέα και ιδανικές λέξεις για να κινητοποιείται. Του είναι, βέβαια, αρκετή και η σιωπή που είναι μάλλον η καλύτερη του φίλη.
Πηγή: protothema.gr