Κουζίνα σπιτιού, ώρα 12 τα μεσάνυχτα. Η μανούλα (ποιος άλλος;) μαζεύει τα πιάτα. Η έφηβη κόρη μπαίνει σε έξαλλη κατάσταση και αρχίζει να ωρύεται. «Μου αγόρασες το θερμοπροστατευτικό για τα μαλλιά που σου είχα πει;». Ε, χμ, συγγνώμη, δεν είχα καταλάβει ότι ήταν τόσο επείγον. Θα σου το πάρω την άλλη βδομάδα. «Το προηγούμενο μου τελείωσε και τώρα πώς θα τα ισιώσω με το σίδερο; Θα τα κάψω και θα φταις εσύ». Ας μη σχολιάσουμε εδώ τη λεπτότητα με την οποία μιλούν οι θυγατέρες στις μητερούλες, ας μείνουμε στο περιεχόμενο: πότε έγινε είδος πρώτης ανάγκης το θερμοπροστατευτικό; Εγώ δεν έχω βάλει ποτέ. Α, ναι, ξέρω την απάντηση. Το βλέπουν στο ΤikΤok και το Ιnstagram και μετά ανταλλάσσουν εμπειρίες και πληροφορίες με τις συνομήλικες που επίσης το βλέπουν στο ΤikΤok και το Ιnstagram. Εκεί όπου μελετούν και τα τεχνητά νύχια μήκους τριών μέτρων. Κάνουν screenshot το σχέδιο και πηγαίνουν στο νυχάδικο με το κινητό στο χέρι. Ευτυχώς, ήρθε ένας άγιος άνθρωπος στη ζωή μας, ο εχέφρων λυκειάρχης, και είπε ότι δεν επιτρέπεται οι μαθήτριες να έχουν μανικιούρ. Οπότε ξαναπήγαμε στο νυχάδικο και κάναμε ένα απλό τζελ με γαλλικό. Να πούμε εδώ ότι η μανούλα κόβει τα νύχια της με νυχοκόπτη, οπότε δεν ενθαρρύνει αυτή την αισθητική, ειδικά στη συγκεκριμένη ηλικία και σίγουρα όχι σε ανήλικες.
Δεν είναι μόνο τα κοριτσάκια στη συγκεκριμένη οικογένεια. Είναι και οι φίλες τους. Και οι κόρες των δικών μου φιλενάδων. Όπως η 12χρονη βαφτιστήρα μου, που κάνει κάθε βράδυ τον καθαρισμό προσώπου με τα 9 βήματα της κορεάτικης ιεροτελεστίας, κατευθείαν βγαλμένος από το ΤikΤok. Ήθελε να βάζει και κρέμα νύχτας στο τέλος, αλλά εκεί επιβλήθηκε η λογική της δικής της μανούλας. Όταν πηγαίνει βόλτα με την κοριτσοπαρέα της, προορισμός είναι τα καταστήματα καλλυντικών. Φυσικά ψωνίζουν, όχι μόνο από τις οικονομικές σειρές, αλλά και από τις επώνυμες αν έχουν μαζέψει το χαρτζιλίκι τους. Το νεσεσέρ τους είναι πιο μεγάλο και πιο πλήρες από αυτό τη μαμάς – για την ακρίβεια, η ενήλικη ζητάει από την ανήλικη να της δανείσει ένα λιπγκλός ή ό,τι άλλο. Πώς οι μαμάδες που βάφονται μόνο στις επιδείξεις του μπαλέτου και ακόμα δεν έχουν μάθει να τραβούν μια ίσια γραμμή με το eyeliner μεγαλώνουν κόρες που ξέρουν απέξω όλα τα tutorials μακιγιάζ;
Ερευνα που δημοσιεύτηκε στην Daily Mail έδειξε ότι περισσότερο από το 50% των κοριτσιών κάτω των 14 φοράει καλλυντικά κάθε μέρα και το 17% αισθάνεται ότι δεν μπορεί να βγει από το σπίτι χωρίς φουλ μακιγιάζ. Η δική μας γενιά, η οποία ανατράφηκε με μαλλί αφάνα και από κρέμες μόνο Nivea, νιώθει λίγο σαν τον Ορέστη Μακρή στη «Θεία απ’ το Σικάγο», που δεν ήξερε από πού να πρωτομαζέψει τις κόρες του. Μπορεί να είμαστε υπερβολικά συντηρητικές που θέλουμε τα παιδιά μας να μην είναι ίδια η Κάιλι Τζένερ. Υπερβολικά παλαιών αρχών που πιστεύουμε ότι δεν χρειάζεται μακιγιάζ στο σχολείο. Μπορεί να είναι ένα σημείο των καιρών στο οποίο εμείς, ως μεγαλύτερη γενιά, θα έπρεπε να δείξουμε κατανόηση και να το αγκαλιάσουμε. Μπορεί και όχι.
Η εμμονή των κοριτσιών με την εμφάνισή τους, σύμφωνα με τη δρα Ρενέ Ενγκελν, έχει όνομα: νόσος της ομορφιάς. Η καθηγήτρια Ψυχολογίας του Northwestern University κατέγραψε την έρευνά της στο βιβλίο Beauty Sick: How the Cultural Obsession with Appearance Hurts Girls and Women για να αποδείξει ότι η καθήλωση σε συγκεκριμένα πρότυπα είναι μία επιδημία που εμποδίζει τις γυναίκες να εξελιχθούν. «Ξοδεύουμε περισσότερα χρήματα από τους άνδρες και διατρέχουμε 10 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να υποφέρουμε από ανορεξία. Τον περασμένο χρόνο έγιναν πάνω από 1,5 εκατομμύριο αισθητικές επεμβάσεις στην Αμερική και το 90% αφορούσε γυναίκες». Στα 18 της η Ενγκελν έβλεπε τις συμφοιτήτριές της να ξοδεύουν υπερβολικό χρόνο στη φροντίδα της εμφάνισής τους, ίσως να περνούσε και αυτή ό,τι συμβαίνει και στο δικό μου σπίτι όπου ακούω τα ξυπνητήρια να χτυπάνε από τις 6.30 το πρωί γιατί οι μαθήτριες του Λυκείου πρέπει να προλάβουν να σιδερώσουν το μαλλί, να βάλουν κονσίλερ, μάσκαρα και ό,τι άλλο χρειάζεται για να κάνουν Αλγεβρα την πρώτη ώρα. Ισως, βέβαια, να έπρεπε να λέω κι ευχαριστώ γιατί η συνομήλική τους Ταμάρα από το Μπέβερλι Χιλς είπε στην εκπομπή «Dr. Phil» ότι σταμάτησε να πηγαίνει στο σχολείο γιατί χρειαζόταν τρεις ώρες για να ετοιμαστεί και δεν μπορούσε να ξυπνάει από τις 4 τα χαράματα! «Πώς φτάσαμε στο σημείο τα κορίτσια να αφιερώνουν χρόνο και ενέργεια για να κάνουν πράγματα που μέχρι τώρα απασχολούσαν μόνο τα μοντέλα και τις ηθοποιούς; Και, το πιο σημαντικό, τι συμβαίνει όταν επικεντρωνόμαστε τόσο πολύ στην εμφάνιση;».
Από την Μπάρμπι στο blush
Ζούμε σε μια κουλτούρα που μας βομβαρδίζει διαρκώς με μηνύματα, λέει η Ενγκελν. Ότι η ομορφιά είναι το πιο σημαντικό προσόν μιας γυναίκας, ότι καθορίζεται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ότι εσύ δεν είσαι όπως πρέπει. «Στα εργαστηριακά πειράματα, όταν δείχνουμε τις εικόνες της τελειότητας στις συμμετέχουσες, βλέπουμε ότι αυξάνονται μετρήσιμα η κατάθλιψη και η ντροπή, ενώ μειώνεται η αυτοεκτίμηση. Αυτή είναι η ασθένεια της ομορφιάς». Η αντίληψή μας για το τι είναι ωραίο και τι είναι εφικτό στην εμφάνιση επηρεάζεται κάθε φορά που μπαίνουμε στα social media. Το πρόβλημα είναι πως δεν βλέπουμε τις influencers γι’ αυτό που είναι, δηλαδή γυναίκες που κερδίζουν χρήματα μέσα από τη δουλειά τους, οπότε προσαρμόζουν την εικόνα τους με διάφορους τρόπους, αλλά τις θεωρούμε φυσιολογικές ή μέσο όρο. Ο εγκέφαλος δεν μπορεί πια να ξεχωρίσει την αλήθεια από το ψέμα, το φυσικό από το τεχνητό και αυτό είναι ακόμη πιο προβληματικό στις έφηβες που δεν έχουν αποκρυσταλλωμένη άποψη, δεν είναι υποψιασμένες και δεν έχουν άμυνες ενάντια στο βομβαρδισμό με λάθος πρότυπα. Και τα μέσα ενημέρωσης έχουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης, σύμφωνα με την Ενγκελν. «Ανοίγεις ένα site και βλέπεις στην πρώτη σελίδα με τις ειδήσεις άρθρο για τα φορέματα των σταρ στο κόκκινο χαλί».
Φυσικά κι έχουν αναγνωσιμότητα τα θέματα με τα φορέματα. Σύμφωνα με τη θεωρία της αντικειμενοποίησης, ζούμε σ’ έναν κόσμο που μαθαίνει στα κορίτσια από τα πρώτα τους βήματα ότι η εμφάνιση είναι το νόμισμά τους για να προχωρήσουν. Το πρώτο τους παιχνίδι είναι μία Μπάρμπι με εξωπραγματικά προσόντα και αναλογίες. Το πρώτο κομπλιμέντο που θ’ ακούσει μία 6χρονη είναι «τι κούκλα είσαι εσύ!», τη στιγμή που το αγοράκι καμαρώνει για το «τι άντρας είσαι εσύ!». Το κάνουμε κι εμείς διαρκώς, το κάναμε και κάθε φορά που ντύναμε και χτενίζαμε τις κόρες μας, από τότε που γεννήθηκαν μέχρι τη μέρα που ετοιμάζονταν πια μόνες. Το μοτίβο επαναλαμβάνεται στην κοινωνία. Η εμφάνισή μας δέχεται τόση κριτική ώστε από νωρίς εσωτερικεύουμε αυτή την πραγματικότητα και γινόμαστε εμείς ο αυστηρότερος κριτής του εαυτού μας. Το μακιγιάζ πρέπει να είναι τέλειο, η επιδερμίδα αψεγάδιαστη, κάθε τρίχα των μαλλιών στη θέση της. Θυμάμαι τη δική μου ηλικία πριν τα 12 που έβαλα σιδεράκια. Τα δόντια μου ήταν από τη φύση τους τόσο πεταχτά ώστε η μαμά μου μού έλεγε «μη γελάς τόσο δυνατά, κλείσε το στόμα σου». Σοβαρά τώρα, πόσες πιθανότητες είχα ως έφηβη αλλά και ως γυναίκα να σταματήσω τον αγώνα για να διορθώνω κάθε ατέλεια πάνω μου; Και πώς θα καταφέρω να μάθω στις κόρες μου να μην κάνουν το ίδιο;
Η ψυχολογία υποστηρίζει ότι έχουμε πεπερασμένες γνωστικές δυνατότητες. Δεν γίνεται, ας πούμε, να κοιτάς το κινητό και να προσέχεις στο μάθημα την ίδια στιγμή, λέει η Ενγκελν. «Ούτε μπορείς να επεξεργάζεσαι διαρκώς την εμφάνισή σου και την ίδια ώρα να είσαι παρούσα στη ζωή. Αυτό πιστεύω ότι είναι η χειρότερη επίπτωση της ασθένειας της ομορφιάς: ότι όταν πάσχεις, δεν μπορείς να συνδεθείς ουσιαστικά με τον κόσμο γιατί ανάμεσα σε σένα και τον περίγυρο υπάρχει ένας καθρέφτης. Ενας καθρέφτης που τον παίρνεις μαζί σου παντού. Αυτή η νόσος κάνει τις γυναίκες να αντικειμενικοποιούν τον εαυτό τους και τις έφηβες να θέλουν να μεγαλώσουν πριν την ώρα τους για να γίνουν αντικείμενα του πόθου». Το πρόβλημα δεν είναι η ομορφιά, τονίζει η Ενγκελν. «Ο εγκέφαλός μας είναι προγραμματισμένος να δέχεται την καλαισθησία. Την αναγνωρίζει και την επεξεργάζεται σε κλάσματα δευτερολέπτου. Ούτε το να θέλεις να είσαι ωραία είναι κακό. Η παγίδα παραμονεύει όταν οι γυναίκες και τα νεαρά κορίτσια θέλουν να είναι μόνο αυτό. Προσπαθήστε να μεγαλώνετε κόρες που βλέπουν τον καθρέφτη ως ένα εργαλείο που ιεραρχείται μετά την προσωπικότητα, τις δεξιότητες και τη σκληρή δουλειά. Πάντα θα ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου η εμφάνιση θα είναι σημαντική. Θα μπορούσε όμως να είναι λιγότερο σημαντική από τα άλλα προσόντα ή κατορθώματα μιας γυναίκας».
Επίσης, είναι και πρακτικό το ζήτημα, γιατί το κυνήγι της τελειότητας δεν βγάζει πουθενά. «Ο μόνος τρόπος για να κερδίσει κανείς το παιχνίδι της ομορφιάς είναι να μην παίξει ποτέ», γράφει ο δρ Κρίστοφερ Σκάνλον στο βιβλίο Μεγαλώνοντας κορίτσια που αγαπούν τον εαυτό τους (εκδόσεις Διόπτρα). «Η ομορφιά είναι μια αποτίμηση και μια αξία που μας αποδίδουν οι άλλοι και κατά συνέπεια μπορούν να την πάρουν πίσω με την ίδια ευκολία. Αν μία κοπέλα βασίζει την ταυτότητά της στην εμφάνιση, τότε βρίσκεται στο έρμαιο των άλλων και δεν είναι κυρία του εαυτού της. Το να δίνουμε τόσο μεγάλη σημασία στην ομορφιά μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλή αυτοεκτίμηση, επειδή, ανεξάρτητα από το πόσο ωραία είναι η κόρη μας, στην κουλτούρα μας καμία γυναίκα, ούτε καν τα τοπ μόντελ, δεν αισθάνεται επαρκώς όμορφη. Χάρη στις συνδυασμένες δυνάμεις του photoshop, του Ιnstagram και της βιομηχανίας της ομορφιάς και των αισθητικών επεμβάσεων, τα πρότυπα αλλάζουν διαρκώς, οπότε όλοι αποτυγχάνουμε να κατακτήσουμε τα στάνταρ. Μπορεί να ακουστεί παράλογο, όμως η βάση για να χτίσετε τη σωματική αυτοπεποίθηση της κόρης σας είναι απλώς να σταματήσετε να σχολιάζετε το πόσο όμορφη είναι».