Ο Καλ Νιούπορτ ανήκει σε ένα είδος υπό εξαφάνιση: millennial προγραμματιστής, συγγραφέας και καθηγητής της επιστήμης των υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο του Τζορτζτάουν, όμως δεν έχει λογαριασμό στα social media. Αν και ήταν φοιτητής τις μέρες ακριβώς που έκανε την εμφάνισή του το Facebook στα πανεπιστήμια, στάθηκε από την αρχή επιφυλακτικός με αυτή τη χρήση της τεχνολογίας. «Οταν βρισκόμουν στο δεύτερο έτος όλο το campus μιλούσε για μια ιδέα που είχε ξεκινήσει ένας Μαρκ από το Χάρβαρντ. Δεν μου φάνηκε χρήσιμη και δεν συμμετείχα στον πανικό. Καθώς όμως προχωρούσα στη ζωή έβλεπα τους ανθρώπους γύρω μου να εθίζονται σε αυτό το πράγμα και με τη διαύγεια που μου δίνει η θέση του παρατηρητή, συνειδητοποίησα ότι αυτό μπορεί να είναι επικίνδυνο». Το μέσο που τότε του φαινόταν άχρηστο, σήμερα το θεωρεί και επιβλαβές. Οταν τέτοιου είδους επιθέσεις εξαπολύονται από οπαδούς αιρέσεων, ακούγονται γραφικές. Οταν όμως ένας επιστήμονας του προγραμματισμού λέει ότι η καριέρα και η ζωή μας θα ήταν καλύτερες χωρίς τα social media, τότε μπορεί και να έχει νόημα.
Υπάρχει ζωή μετά το Facebook;
«Το πρώτο που θέλω να πω είναι ότι παρόλο που δεν έχω λογαριασμό σε κανένα μέσο, είμαι καλά. Εχω φίλους, ξέρω τι γίνεται στον κόσμο, έχω δουλειές από άλλες χώρες. Είμαι σταθερά προσανατολισμένος σε νέες ιδέες και τάσεις και έχω πολλές διεξόδους για διασκέδαση. Νομίζω ότι δεν είμαι απλώς Οκ, είμαι καλύτερα. Είμαι πιο ευτυχισμένος και έχω ισορροπία στη ζωή μου. Νομίζω ότι έχω περισσότερη επαγγελματική επιτυχία ακριβώς επειδή δεν χρησιμοποιώ τα social media», υποστηρίζει ο Καλ Νιούπορτ. «Πιστεύω ότι πολλοί άνθρωποι θα προόδευαν αν άφηναν τα μέσα. Αν δηλαδή έχω ένα όραμα για το μέλλον, αυτό θα ήταν να υπάρχουν λιγότεροι χρήστες».
Ωστόσο ακούγεται λιγάκι ακραίο να αφορίζει κανείς μία τεχνολογία που έχει αλλάξει τον τρόπο που επικοινωνούμε στον 21ο αιώνα. Είναι σαν να επιμένει να μιλά από τηλέφωνο με καντράν και να ακούει κασέτες. «Διαφωνώ. Τα μέσα αυτά δεν είναι η ίδια η τεχνολογία. Αξιοποιούν τις υπάρχουσες τεχνολογίες, αλλά στην πραγματικότητα είναι μικροί κουλοχέρηδες που βάζουμε στην τσέπη. Σκεφτείτε το. Το timeline έχει την ίδια λογική με τα φρουτάκια του καζίνου». Οπως έχει πει και ο Τζάρον Λάνιερ, φιλόσοφος υπολογιστών και πατέρας του όρου «εικονική πραγματικότητα», τα social media είναι κερδοσκοπικές εταιρείες. Μας προσφέρουν καθρεφτάκια όπως στους ιθαγενείς με αντάλλαγμα μερικά λεπτά από την προσοχή μας και πληροφορίες από τα προσωπικά μας δεδομένα, τα οποία στη συνέχεια συσκευάζονται και πωλούνται.
«Αρα το να μη χρησιμοποιώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι οπισθοδρομικό, απλώς απορρίπτω ένα είδος παιχνιδιού», εξηγεί ο Νιούπορτ. «Οπως ας πούμε μπορεί να μη μου αρέσουν οι εφημερίδες, να προτιμώ τα περιοδικά ή να μη βλέπω σειρές στην τηλεόραση και να προτιμώ τα συνδρομητικά κανάλια. Οπότε δεν είναι και καμία πράξη αντίστασης το να αποφασίζω να μην παίξω φρουτάκια». Η παρομοίωση με τους κουλοχέρηδες δεν είναι τυχαία. Γνωρίζουμε ότι οι μεγαλύτερες εταιρείες κοινωνικών δικτύων προσλαμβάνουν ειδικούς που ονομάζονται «μηχανικοί προσοχής» και οι οποίοι δανείζονται τεχνικές από τα καζίνα του Λας Βέγκας προκειμένου να κάνουν αυτά τα προϊόντα όσο πιο εθιστικά γίνεται. Αυτός είναι ο επιθυμητός τρόπος λειτουργίας τους: να τα χρησιμοποιεί κανείς με συμπεριφορές εθισμού ώστε να μεγιστοποιείται το κέρδος από την προσοχή και τις πληροφορίες που συλλέγουν.
Το μυστικό για αειφόρο καριέρα
Για όλες τις ώρες που έχουμε περάσει σε σεμινάρια που μας μάθαιναν πώς να γίνουμε το μπραντ του εαυτού μας, πώς να κεφαλαιοποιήσουμε το όνομά μας, πώς να χτίσουμε το δικό μας image στα social media και ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος να θωρακίσουμε την καριέρα μας, ο καθηγητής έχει την απάντηση: «Ακούω συχνά ανθρώπους που φοβούνται ότι αν δεν κάνουν το όνομά τους ένα δυνατό μπραντ στα μέσα, ο κόσμος θα τους ξεχάσει, οι ευκαιρίες θα τους προσπερνούν, θα είναι σαν να μην υπάρχουν. Και πάλι διαφωνώ. Η αγορά δίνει σήμερα αξία στην ικανότητα να παράγεις πράγματα που είναι σπάνια και πολύτιμα. Αντίθετα, απορρίπτει δραστηριότητες που αντιγράφονται εύκολα και είναι συνηθισμένες. Η χρήση των social media είναι η επιτομή της δραστηριότητας που κοπιάρεται απ’ όλους και δεν παράγει αξία. Είναι κάτι που μπορεί να κάνει κάθε εξάχρονο με ένα smartphone στο χέρι. Η αγορά όμως δεν θα δώσει αξία σε αυτές τις συμπεριφορές. Αντίθετα θα ανταμείψει τη σοβαρή προσπάθεια και τις δεξιότητες που χρειάζονται για να δημιουργήσει κανείς έργα που είναι μοναδικά και παράγουν πλούτο».
Με άλλα λόγια, αν μπορούμε να γράψουμε έναν σοφό αλγόριθμο, μια δικογραφία που θα δώσει άλλη τροπή σε μια υπόθεση, αν εμπνευστούμε χίλιες λέξεις που θα καθηλώσουν έναν αναγνώστη, αν μπορούμε να κοιτάξουμε έναν ωκεανό από στοιχεία και βγάλουμε στατιστικές που θα αλλάξουν τη στρατηγική μιας εταιρείας, αν μπορούμε να κάνουμε αυτές τις δραστηριότητες που χρειάζονται «βαθιά εργασία» («Deep Work: Rules for Focused Success in a Distracted World» είναι και ο τίτλος του τελευταίου βιβλίου του Νιούπορτ) και παράγουν αποτέλεσμα και είναι σπάνιες και πολύτιμες, ο κόσμος θα μας βρει. Θα μπορέσουμε να γράψουμε μόνοι μας το εισιτήριο για τη μοναδικότητα και να εφεύρουμε για τον εαυτό μας μια επιτυχημένη επαγγελματική ζωή ανεξάρτητα από το πόσους followers έχουμε στο Instagram.
Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα
«Εντάξει, μπορεί να μην είναι ο δρόμος για την επαγγελματική επιτυχία, αλλά γιατί να μην είμαι μέσα; Είναι ανώδυνο, έχει πλάκα και με χαλαρώνει», αναρωτιούνται οι χρήστες (μα ούτε και αυτή η λέξη είναι τυχαία) σε όλο τον κόσμο. «Και πάλι διαφωνώ», απαντάει ο γκουρού της νέας κίνησης. «Εχουμε πλέον πολλές μελέτες στα χέρια μας που αποδεικνύουν την επιβλαβή δράση των μέσων. Στόχος του σχεδιασμού τους είναι να διασπάσουν την προσοχή όσο περισσότερο γίνεται. Υπάρχει όμως ένας μεγάλος αριθμός ερευνών που τεκμηριώνει ότι αν περάσει κανείς ένα μεγάλο κομμάτι της μέρας του σε κατάσταση διασπασμένης προσοχής και εξακολουθεί κάθε μέρα να σταματάει αυτό που κάνει για να τσεκάρει το Facebook, τότε μπορεί μόνιμα να μειώσει την ικανότητά του να συγκεντρώνεται. Κατά συνέπεια περιορίζει όλο και περισσότερο τη δυνατότητά του να κάνει τη “βαθιά προσπάθεια” που είναι ολοένα και πιο απαραίτητη για να ξεχωρίσει κανείς σε μια αυξανόμενα ανταγωνιστική οικονομία. Είμαι ιδιαίτερα ανήσυχος σχετικά με αυτό όταν παρατηρώ την επόμενη γενιά, η οποία ζει κυριολεκτικά μέσα σε αυτήν την τεχνολογία. Αν χάσουν την ικανότητά τους να συγκεντρώνονται, θα χάσουν το τρένο της εξέλιξης».
Από τις επιστημονικές δημοσιεύσεις γνωρίζουμε επίσης ότι όσο περισσότερο χρησιμοποιεί κανείς τα social media τόσο περισσότερο νιώθει μόνος και αποξενωμένος. Ξέρουμε ότι η διαρκείς έκθεση στις προσεκτικά επιλεγμένες πληροφορίες που αγιοποιούν τη ζωή των φίλων μας μπορεί να μας κάνει να νιώθουμε ανεπαρκείς, ενώ αυξάνει τα ποσοστά της κατάθλιψης. «Ακόμη και σε όρους νευροφυσιολογίας, υπάρχει μια θεμελιώδης αναντιστοιχία ανάμεσα στον τρόπο που λειτουργεί ο εγκέφαλός μας και στην έκθεση σε ερεθίσματα με παρεμβαλλόμενα δωράκια (εκπτώσεις, προσφορές) στο timeline. Ωστόσο είναι άλλο πράγμα να ξοδεύεις δύο ώρες στον κουλοχέρη στο Λας Βέγκας και άλλο να τον κουβαλάς μαζί σου όλη μέρα και να κατεβάζεις το χερούλι του από τη στιγμή που ξυπνάς μέχρι τη στιγμή που κοιμάσαι. Βραχυκυκλώνει τον εγκέφαλο και τώρα πια ανακαλύπτουμε ότι προκαλεί μετρήσιμα προβλήματα, όπως ένα μόνιμο βουητό άγχους στο πίσω μέρος του μυαλού».
Ο κώδωνας του κινδύνου για τέτοια θέματα είναι πάντα οι πανεπιστημιακοί χώροι. Οι υπεύθυνοι ψυχικής υγείας των αμερικανικών campus αναφέρουν ότι η παντοκρατορία του smartphone μαζί με την εξάπλωση των social media συνέπεσαν, προφανώς όχι τυχαία, με μια εκτίναξη των διαταραχών άγχους ανάμεσα στους φοιτητές. Με απλά λόγια, αυτά τα είδη συμπεριφορών δεν ταιριάζουν με την καλωδίωση του εγκεφάλου μας και μας αρρωσταίνουν.
Αν, λοιπόν, πειστεί κανείς ότι πρέπει να βγει, πώς θα τα καταφέρει; «Τα social media είναι τόσο εθιστικά, ώστε για να απεξαρτηθείς χρειάζεται μια αληθινή διαδικασία αποτοξίνωσης. Τις πρώτες δύο εβδομάδες μπορεί να νιώθεις άσχημα, να έχεις στρες, να νομίζεις ότι σου λείπει ένα μέλος από το σώμα σου. Αλλά μετά η ζωή ξαναβρίσκει τον ρυθμό της και γίνεται καλύτερη από πριν. Και σίγουρα πιο παραγωγική. Από τον κόσμο χωρίς μέσα μπορώ να σας πω ότι ενώ είμαι καθηγητής σε ένα ερευνητικό ινστιτούτο και έχω γράψει πέντε βιβλία, σπάνια δουλεύω μετά τις 5 το απόγευμα. Πιστεύω ότι εν μέρει αυτό οφείλεται στο γεγονός πως όταν φερόμαστε στην ικανότητα συγκέντρωσής μας με σεβασμό και δεν τη διασπούμε, της επιτρέπουμε να παραμένει ακέραια, οπότε σε στιγμές δουλειάς μπορεί να αποδώσει. Θα μας βοηθήσει να ολοκληρώνουμε τη μία εργασία μετά την άλλη και να το κάνουμε εντατικά. Η εντατικοποίηση εξοικονομεί χρόνο. Είναι απίστευτο πόσα μπορούμε να κάνουμε μέσα σε ένα οκτάωρο αν δώσουμε σε κάθε έργο ολόκληρη την προσοχή μας».
Η ζωή χωρίς τα social media δεν είναι και τόσο άσχημη, σύμφωνα με τον Νιούπορτ. «Αρκεί να ξεπεράσουμε το παραμύθι ότι είναι θεμελιώδης τεχνολογία που είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούμε. Δεν είναι το θαύμα της επιστήμης. Είναι ένας κουλοχέρης στο κινητό μας. Και χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε τη ζημιά που κάνει. Δεν λέω ότι πρέπει να τα εγκαταλείψουμε όλοι. Πιστεύω όμως ότι πολύς κόσμος θα ήταν πολύ καλύτερα αν δεν χρησιμοποιούσε αυτά τα μέσα. Αν έχετε αντιρρήσεις μπορείτε να μου τις γράψετε στο Twitter», λέει.