Αν έχουμε παρατηρήσει ότι προϊόντα όπως τα ξυραφάκια και τα σαμπουάν κοστίζουν ακριβότερα όταν απευθύνονται σε γυναίκες παρά σε άντρες, δεν είναι ιδέα μας. Τους επιβάλλεται ο λεγόμενος «ροζ φόρος», ο οποίος προβλέπεται για αγαθά που χαρακτηρίζονται «γυναικεία», σύμφωνα με ένα νέο άρθρο στην Guardian. Αυτός είναι μάλιστα και ένας λόγος που μπορεί μια γυναίκα να προτιμήσει να αγοράσει π.χ. ένα oversized φούτερ από την αντρική συλλογή, καθώς μπορεί να είναι πιο οικονομικό από την αντίστοιχη γυναικεία.
Το θέμα δεν είναι καινούριο. Μάλιστα σε σχετική ερώτηση που είχε απευθύνει το 2022 η Μαρία Σπυράκη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σχολίαζε τα εξής: «Έχει διαπιστωθεί ότι τα ίδια ακριβώς προϊόντα τιμώνται διαφορετικά αναλόγως του φύλου στο οποίο απευθύνονται. Συγκεκριμένα, προϊόντα προσωπικής υγιεινής, όπως ξυραφάκια, αφρόλουτρα, σαμπουάν και αποσμητικά, από τους ίδιους κατασκευαστές, με τα ίδια ακριβώς ποιοτικά χαρακτηριστικά, τιμολογούνται ακριβότερα όταν απευθύνονται σε γυναίκες. Ο λεγόμενος “ροζ φόρος” αφορά το ήμισυ περίπου του πληθυσμού και συνιστά πρακτική που αντίκειται ευθέως στην ισότητα των φύλων και στην oδηγία 2004/113/ΕΚ, η οποία απαγορεύει κάθε άμεση και έμμεση διάκριση βάσει φύλου και εφαρμόζεται και στην προμήθεια αγαθών».
Τώρα η συζήτηση ξεκίνησε ξανά, με αφορμή τους δασμούς που επέβαλε ο Trump σε εισαγόμενα προϊόντα από τον υπόλοιπο κόσμο. Ο Ed Gresser, διευθυντής και αντιπρόεδρος εμπορίου στο ίδρυμα Progressive Policy Institute, είπε ότι οι έμφυλες διακρίσεις στα ρούχα, ειδικότερα, «κοστίζουν στις γυναίκες τουλάχιστον 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως».
Αν έχουμε παρατηρήσει ότι προϊόντα όπως τα ξυραφάκια και τα σαμπουάν κοστίζουν ακριβότερα όταν απευθύνονται σε γυναίκες παρά σε άντρες, δεν είναι ιδέα μας. Τους επιβάλλεται ο λεγόμενος «ροζ φόρος», ο οποίος προβλέπεται για αγαθά που χαρακτηρίζονται «γυναικεία».
Η Lizzie Fletcher, εκπρόσωπος των Δημοκρατικών στην αμερικανική Βουλή, δήλωσε ότι οι γυναίκες πληρώνουν 3% περισσότερους φόρους από τους άντρες, ίσως και παραπάνω σε κάποιες περιπτώσεις. Ακόμα και ο λεγόμενος unisex ρουχισμός φορολογείται ως γυναικείος. Ο «ροζ φόρος» επιβάλλεται και σε άλλες κατηγορίες προϊόντων, όπως αθλητικά παπούτσια και «κοριτσίστικα» παιχνίδια.
Ο Sheng Lu, ειδικός σε θέματα Ένδυσης και Μόδας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Ντέλαγουερ, σχολιάζει ότι η διαφορετική φορολόγηση αντρικών και γυναικείων ρούχων έχει τις ρίζες της σε «διαπραγματεύσεις που έγιναν πριν από δεκαετίες» και δεν δικαιολογείται από τίποτα άλλο πέρα από τον μισογυνισμό. «Σε εκείνες τις διαπραγματεύσεις πρωταγωνιστούσαν άντρες, χωρίς να υπολογίζουν τις γυναίκες».
Η διαφορετική φορολόγηση αντρικών και γυναικείων ρούχων έχει τις ρίζες της σε «διαπραγματεύσεις που έγιναν πριν από δεκαετίες» και δεν δικαιολογείται από τίποτα άλλο πέρα από τον μισογυνισμό. «Σε εκείνες τις διαπραγματεύσεις πρωταγωνιστούσαν άντρες, χωρίς να υπολογίζουν τις γυναίκες».
Στις ΗΠΑ, συγκεκριμένα, οι πρώτοι σχετικοί νόμοι γράφτηκαν τον 18ο αιώνα και αναθεωρήθηκαν στις αρχές του 1900 με τον λεγόμενο φόρο εισοδήματος. Ο Trump ήδη από την πρώτη θητεία του είχε πει ότι επιθυμεί να επιβάλει νέους φόρους σε εισαγόμενα προϊόντα, θεωρώντας ότι έτσι θα τόνωνε την αμερικανική βιομηχανία.
Ένας παράγοντας, φυσικά, που συντελεί στη μακροημέρευση των «ροζ φόρων» είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με μελέτες, στις γυναίκες αντιστοιχεί το 70-80% των καταναλωτικών δαπανών. Επιπλέον, περισσότερα γυναικεία ρούχα φτιάχνονται από συνθετικά υλικά, όπως ο πολυεστέρας, που φορολογούνται περισσότερο από το βαμβάκι.
Ένας παράγοντας, φυσικά, που συντελεί στη μακροημέρευση των «ροζ φόρων» είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με μελέτες, στις γυναίκες αντιστοιχεί το 70-80% των καταναλωτικών δαπανών. Επιπλέον, περισσότερα γυναικεία ρούχα φτιάχνονται από συνθετικά υλικά, όπως ο πολυεστέρας, που φορολογούνται περισσότερο από το βαμβάκι.
Η Susan Scafidi, διευθύντρια του ιδρύματος Fordham’s Fashion Law Institute, χαρακτηρίζει «οικονομική μικροεπιθετικότητα» την πρακτική των «ροζ φόρων». Για παράδειγμα, ενώ ένα αντρικό μεταξωτό εσώρουχο φορολογείται με 0,9%, το αντίστοιχο ποσοστό για ένα γυναικείο ανέρχεται στο 2,1%. Ή ενώ ένα αντρικό μάλλινο παλτό φορολογείται με 38,6 σεντς ανά κιλό, συν 10% επί της συνολικής αξίας, το αντίστοιχο κόστος για ένα γυναικείο είναι 64,4 σεντς ανά κιλό, συν 18,8% επί της συνολικής αξίας.
Η Scafidi ωστόσο πιστεύει ότι δεν θα απαλλαγούμε σύντομα από τους «ροζ φόρους»: «Αποφέρουν κέρδη με τρόπους αόρατους για τους ψηφοφόρους. Βλέπουμε το καρτελάκι της τιμής και το ΦΠΑ αλλά όχι τους επιπλέον φόρους όταν ψωνίζουμε. Επομένως, οι πολιτικοί δεν έχουν το κίνητρο να τους αποσύρουν». Και όχι μόνο δεν φαίνεται να αποσύρονται, αλλά μπορεί και να αυξάνονται σιγά σιγά, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε: «Είναι άδικο σε πάρα πολλά επίπεδα, αλλά απίθανο να διορθωθεί» καταλήγει.