Μπορεί οι εργαζόμενοι στη χώρα μας να έχουν αποκτήσει το προσωνύμιο των «λουφαδόρων», μία νέα έκθεση του ΟΟΣΑ, όμως έρχεται να αποδείξει μάλλον το αντίθετο.

Η απουσία από την εργασία για ιατρικούς λόγους γίνεται βραχνάς στις επιχειρήσεις της Νορβηγίας, όπου ένα 15% των εργαζομένων λείπει καθημερινά από τον χώρο εργασίας του. Οι εργαζόμενοι παίρνουν περισσότερες ημέρες ασθένειας από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη και οι απουσίες βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 15 ετών.

Καθώς οι εταιρείες παλεύουν με χρόνιες ελλείψεις, οι επικριτές κατηγορούν ένα υπερβολικά γενναιόδωρο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας στη χώρα, όπου οι δαπάνες για παροχές που σχετίζονται με την υγεία ξεπερνούν τα άλλα έθνη. Το ΔΝΤ το χαρακτηρίζει «δαπανηρό» και λέει ότι η μεταρρύθμιση πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα.

Οι εργαζόμενοι στη Νορβηγία λαμβάνουν ολόκληρο το μισθό τους για ένα χρόνο και στη συνέχεια τα δύο τρίτα του προηγούμενου εισοδήματός τους, αν λείψουν από την εργασία τους για ιατρικούς λόγους.

«Οι εταιρείες μάς λένε ότι δαπανάται περισσότερος χρόνος για την πρόσληψη και την εύρεση προσωπικόυ, ενώ επιβαρύνονται οι εργαζόμενοι που μένουν πίσω», δήλωσε ο Odd Arild Grefstad, διευθύνων σύμβουλος της νορβηγικής εταιρείας συντάξεων και ασφάλισης Storebrand ASA. «Όλα αυτά σημαίνουν ότι η παραγωγικότητα μειώνεται».

Οι διαρκείς απουσίες βραχνάς στην ανάπτυξη και την οικονομική ευημερία

Όμως, τα πλουσιοπάροχα επιδόματα δεν είναι η μόνη αιτία για την κρίση που φαίνεται να ξεκινά στη Νορβηγία, ενώ η κατάσταση επιδεινώνεται σε όλη την Ευρώπη. Η γήρανση του εργατικού δυναμικού και η μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση για το άγχος και την ψυχική υγεία, ιδίως μεταξύ των νεότερων γενεών, έχουν ενοχοποιηθεί επίσης, όπως και οι επιπτώσεις από την πανδημία του Covid.

Για πολλές κυβερνήσεις, οι οποίες παλεύουν με την αδύναμη ανάπτυξη ή τα βάρη χρεών, πρόκειται για μια σοβαρή, οικονομική επιβάρυνση. Οι επιχειρήσεις λένε ότι οι απουσίες λόγω ασθένειας επιδεινώνουν τα κενά στην εργασία, παρεμποδίζοντας την παραγωγή, ενώ για τους εργαζόμενους, η απουσία από την εργασία επηρεάζει τις αποδοχές και το βιοπορισμό, με περαιτέρω επιπτώσεις στην ευημερία και την αίσθηση της αυτοεκτίμησης.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο αριθμός των οικονομικά μη ενεργών ατόμων σε ηλικία εργασίας έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 800.000 από τις αρχές του 2020. Οι μακροχρόνιες ασθένειες επιβαρύνουν την παραγωγικότητα με σχεδόν 33 δισεκατομμύρια λίρες, αριθμός που θα μπορούσε να διπλασιαστεί μέχρι το τέλος της δεκαετίας, σύμφωνα με την Zurich Insurance. Ο πρωθυπουργός της χώρας, Keir Starmer, παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα ένα σχέδιο με βάση το οποίο θα προσπαθήσει να αντιστρέψει αυτό το φαινόμενο και να φέρει περισσότερους ανθρώπους στην εργασία. Η φιλοδοξία του είναι να ενισχύσει την οικονομική ανάπτυξη και να μειώσει την εκτίναξη του κόστους των παροχών.

Παρόμοια είναι η κατάσταση και σε άλλες χώρες, όπως η Γερμανία. Οι εργοδότες δαπάνησαν πέρυσι 77 δισεκατομμύρια ευρώ για αναρρωτικές άδειες εργαζομένων, ποσό υπερδιπλάσιο από τα επίπεδα του 2010, σύμφωνα με το ινστιτούτο οικονομικών ερευνών IW. Η χώρα χάνει περίπου 200 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως από τις ημέρες ασθένειας, σύμφωνα με κυβερνητικές εκτιμήσεις.

Στη Γαλλία, ο επικεφαλής του εθνικού οργανισμού ασφάλισης υγείας προειδοποίησε για αυξημένο κόστος που επιβαρύνει τον προϋπολογισμό. Η χώρα δεν έχει ξαναδεί τέτοιο ποσοστό απουσίας λόγω ασθενείας.

Η παροχή διευκολύνσεων και βοήθειας σε ανθρώπους που δεν μπορούν να εργαστούν είναι ζωτικής σημασίας. Αλλά τα χρήματα είναι μόνο ένα μέρος αυτού, και οι κυβερνήσεις θέλουν να μειώσουν εκείνους που απομακρύνονται περισσότερο από τους χώρους εργασίας, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος για την υγεία τους.

«Μια από τις πιο σημαντικές στατιστικές σε αυτόν τον τομέα είναι ότι αν κάποιος βρίσκεται σε αναρρωτική άδεια για τουλάχιστον έξι μήνες, η πιθανότητα να εγκαταλείψει εντελώς το εργατικό δυναμικό είναι μεγαλύτερη από την πιθανότητα να επιστρέψει», δήλωσε ο Christopher Prinz, ανώτερος αναλυτής της αγοράς εργασίας στον ΟΟΣΑ στο Παρίσι.

pexels.com

Περίπλοκες οι λύσεις 

Οι παράγοντες που επηρεάζουν το συγκεκριμένο ζήτημα είναι πάρα πολλοί, γι’ αυτό και οι λύσεις δεν μπορούν να είναι απόλυτες. Οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις πρέπει να ενεργούν προσεκτικά και με ευαισθησία. Μάλιστα, οφείλουμε να σημειώσσουμε ότι έρευνα του ΟΟΣΑ δείχνει ότι οι άνθρωποι που έρχονται στην εργασία τους ενώ είναι άρρωστοι είναι πιο επιβλαβείς για την παραγωγικότητα. Στη Γαλλία, σχεδιάζεται η επικοινωνία με εργαζομένους που λείπουν πάνω από 18 μήνες, ενώ εξετάζεται η αυστηροποίηση του συστήματος χορήγησης αναρρωτικών αδειών.

Στη Νορβηγία, αν και υπάρχει στήριξη από το ταμείο πλούτου ύψους $1,8 τρισ., η κυβέρνηση αναγνώρισε την ανάγκη για αλλαγές, επισημαίνοντας ότι η μείωση των αναρρωτικών αδειών είναι βασικός στόχος.

Ο αρχιτέκτονας Andreas Tingulstad από τη Νορβηγία δεν εργάζεται με πλήρη απασχόληση από τότε που υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και εγκεφαλική βλάβη και βασίζεται σε επιδόματα για να συμπληρώσει το εισόδημά του. Εκτιμά ότι το μοντέλο κοινωνικής πρόνοιας δεν είναι τέλειο και τονίζει ότι η κακή χρήση του από μερικούς δεν πρέπει να γίνει αφορμή για να καταργηθεί κάτι που ωφελεί ανθρώπους που το χρειάζονται πραγματικά.

«Συνήθως μια αναπηρία ή ασθένεια δεν είναι επιλογή. Απλώς συμβαίνει. Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που το εκμεταλλεύονται, δεν νομίζω ότι μπορείς ποτέ να απαλλαγείς από αυτούς τους ανθρώπους. Μπορείς όμως να εργαστείς για να το βελτιώσεις».

Η θέση της Ελλάδας

Στη συγκεκριμένη λίστα η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση με μόλις το 3% των εργαζομένων της να απουσιάζουν καθημερινά από τις θέσεις τους. Το ίδιο χαμηλά είναι τα ποσοστά και σε άλλες χώρες, όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία ή η Ουγγαρία, οι οποίες οικονομικά βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση από τις χώρες του ευρωπαϊκού βορρά.

 

με πληροφορίες από www.business-standard.com

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below