Κάθε επίσκεψη στη Ρόδο είναι συνυφασμένη με το ξενοδοχείο σύμβολο του νησιού, το Rodos Palace. Όταν όμως ο σκοπός του ταξιδιού είναι το ίδιο το θρυλικό ξενοδοχείο τότε η εμπειρία της διαμονής αλλάζει και μένει το λιγότερο αξέχαστη. Πριν λίγες μέρες λοιπόν και συγκεκριμένα την 1η Ιουλίου και ανήμερα των γενεθλίων της μητέρας τους Βαλασίας, τα παιδιά του αείμνηστου ιδρυτή του ξενοδοχείου Βασίλη Καμπουράκη, Μαίρη και Αντώνης, αποφάσισαν να γιορτάσουν τα 50 χρόνια λειτουργίας του.
Οι τριήμεροι εορτασμοί του ξενοδοχείου ξεκίνησαν με ένα Memory Dinner, εμπνευσμένο φυσικά από τα 50 χρόνια λειτουργίας του στην αίθουσα Rotisserie. Στην ιστορική αίθουσα όπου το 1977 λειτούργησε το πρώτο γκουρμέ εστιατόριο της Ελλάδας και που παρέμενε κλειστή από το 2006, προσκλήθηκε ο 85χρονος σήμερα σεφ Κωνσταντίνος Καμπούρης, που από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 μαγείρευε για τους υψηλούς προσκεκλημένους, και μαγείρεψε για όλους εμάς που βρεθήκαμε στα όμορφα Δωδεκάνησα για να γιορτάσουμε μαζί με τη φιλόξενη οικογένεια την πετυχημένη πορεία του ξενοδοχείου.
Σούπα με αστακό, mousseline με χτένια και σος ναντουά (κλασική γαλλική σάλτσα με βάση μπεσαμέλ και ουρές καραβίδας), πουγκί θαλασσινών, κανταΐφι με γαρίδες, μάραθο και σάλτσα γλυκάνισου, escargots bourguignonne , γαρίδες με σάλτσα ούζου (ίσως από εδώ να ξεκίνησε να ταξιδεύει η συγκεκριμένη συνταγή σε όλη την Ελλάδα), σφυρίδα με σάλτσα μακαντέμια, σατομπριάν με τρεις σάλτσες, κρεπ σουζέτ (κρέπες με καραμελωμένη ζάχαρη, βούτυρο και πορτοκάλι), πουτίγκα μήλου με σάλτσα καραμέλας, ήταν όσα γευτήκαμε και μας μετέφεραν στα τραπέζια μιας άλλης αθώας εποχής.
Από το πλευρό του σεφ Κωντσαντίνου Καμπούρη δεν έλειπαν φυσικά και οι σημερινοί σεφ και pastry chef του ξενοδοχείου, Μιχάλης Στάλας και Γιάννης Σαχίνης.
Όλα όσα ακολούθησαν φυσικά για τα πεντηκοστά γενέθλια της εμβληματικής ξενοδοχειακής μονάδας, ανταποκρίνονταν και με το παραπάνω στην υψηλή αισθητική και τις καινοτόμες υπηρεσίες που προσφέρει όλα αυτά τα χρόνια.
Παρακάτω ένα αναδρομικό βίντεο της πορείας του ξενοδοχείου από τη Μηχανή του χρόνου
«Κάθε δουλειά σε φέρνει πιο κοντά στο όνειρο, αρκεί να ονειρεύεσαι!» Αυτό ήταν το μότο του Βασίλη Καμπουράκη και ταυτόχρονα η σπίθα που έγινε φωτιά, για να υψωθεί πιο ψηλά και από τον Κολοσσό της Ρόδου, ως τα δυσθεώρητα ύψη του 17ου ορόφου των μπαλκονιών του σημερινού abav2. Στο ενδιάμεσο, ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, παρεμβάλλεται το σενάριο μιας ζωής μυθικής που σήμερα θα ονομάζαμε success story. Στην ουσία, όμως, πρόκειται για την αέναη ιστορία του πολυμήχανου Οδυσσέα, για τον δαιμόνιο Έλληνα που προκόβει στο “όπου γη και πατρίς”.
Όλα ξεκίνησαν από την Αβησσυνία, όπου ο παππούς Αντώνης εργαζόταν στην κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου. Μέσα στις εύθραυστες πολιτικές ισορροπίες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, επιστρέφει στη Ρόδο με την οικογένεια και τα πέντε του παιδιά. Ο μικρότερος, ο Βασίλης, πιάνει την πρώτη του δουλειά σε γκαράζ, όπου εκπαιδεύεται στον τόρνο. Μετά το τέλος του πολέμου, τον βρίσκουμε να κυνηγά το όνειρο, κάπου ανάμεσα στο Τζιμπουτί και το Άντεν της Υεμένης. Στο Τζιμπουτί, πιάνει δουλειά σε ένα εργοστάσιο ποδηλάτων αλλά το εφευρετικό του πνεύμα τον προάγει από υπάλληλο σε διευθυντή, καθώς οι γνώσεις του στον τόρνο τον βοηθούν να εφεύρει ένα σύστημα που αυξάνει την παραγωγή του εργοστασίου στο Άντεν. Μαθαίνει γαλλικά αλλά και τις τοπικές διαλέκτους, που τον φέρνουν πιο κοντά στους ντόπιους, οι οποίοι ανταποδίδουν με καφέ την εμπιστοσύνη που τους δείχνει. Τότε, η μόκα της Υεμένης ήταν ό,τι πιο φίνο και περιζήτητο στην παγκόσμια αγορά του καφέ. Σύντομα γνωρίζει τους παραγωγούς, μαθαίνει να ξεχωρίζει τις πιο εκλεκτές ποικιλίες, ξανοίγεται στις εξαγωγές. Ο ντόπιος ανταγωνισμός δεν βλέπει με καλό μάτι την επιτυχία του. Οι απειλές δεν τον πτοούν, καθώς ξέρει πως “κάθε δυσκολία κρύβει στο τέλος της μια στιγμή υπερηφάνειας”. Αντί να τα παρατήσει, επεκτείνεται στις εισαγωγές αλκοόλ, πίσω πια στο Τζιμπουτί, όπου ανοίγει έναν γαλλικό φούρνο αλλά δουλεύει ταυτόχρονα και στο Hotel d’Europe, που ανήκει στον θείο του. Εκεί γνωρίζει τους ανθρώπους-κλειδιά, σύντομα γίνεται ο αποκλειστικός αντιπρόσωπος αλκοολούχων ποτών στην Αφρική. Με τα χρήματα που κερδίζει από τις επιχειρήσεις του, αγοράζει το Hotel d’Europe.
Από τη δεκαετία του ’20, κιόλας, πριν ακόμη φύγουν οι Ιταλοί από τη Ρόδο, η μοίρα του νησιού είναι ήδη αποφασισμένη και προδιαγεγραμμένη. Οι Ιταλοί είχαν ονειρευτεί να κάνουν τη Ρόδο παραθεριστικό σύμβολο της Μεσογείου και προορισμό της παγκόσμιας ελίτ. Χτίζεται το αεροδρόμιο και το λιμάνι, δημιουργούνται υποδομές. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, η εργατικότητα του ροδίτη, χτίζει αυτό που σήμερα ονομάζουμε «τουριστικό θαύμα».
Παντρεμένος πλέον, με την αγαπημένη του Βαλασία, που είναι δίπλα του σύμβουλος, συνεργάτης και συνοδοιπόρος, ο Βασίλης εκείνη την εποχή, βρίσκεται στο σωστό σημείο, τη σωστή στιγμή. Το όνειρό του είναι να χτίσει ένα πολυτελές ξενοδοχείο που να αντανακλά την κουλτούρα της Μεσογείου, μια μονάδα αντάξια των λαών της. Mediterranean, το όνομα του πρώτου δικού του ξενοδοχείου στην πόλη της Ρόδου, που αποκτά το 1964. Ανάμεσα πια σε δύο ηπείρους, αφήνει για μια δεκαετία διευθύντρια τη σύζυγό του στη Ρόδο και επιστρέφει μόνιμα το 1971. Ακολουθεί και ένα δεύτερο ξενοδοχείο, μέχρι να φτάσει η ώρα του μεγάλου οράματος. Σημαντική στιγμή για τον ίδιο, την οικογένειά του αλλά και τον ελληνικό τουρισμό γενικότερα.
Το Rodos Palace στόχευσε από την αρχή ψηλά, μέσα στις πιο αντίξοες προοπτικές. Το έδαφος της Ιξιάς δεν ήταν προορισμένο για τιτάνια οικοδομήματα: βαλτώδες, σαθρό, πολύ κοντά στη θάλασσα. Στρατειές πολιτικών μηχανικών επεξεργάζονται τεχνικές, πρωτόγνωρες παγκοσμίως πατέντες, ο πύργος αναδύεται επιβλητικός και μοναδικός στη χώρα, ο τεράστιος, εμβληματικός θόλος κατασκευάζεται από πρωτοποριακά υλικά αεροναυπηγικής της ΝΑSΑ, ένα από τα μεγαλύτερα συνεδριακά κέντρα της Μεσογείου γίνεται πραγματικότητα, η Ελλάδα μπορεί επί ίσοις όροις πια να ανταγωνιστεί την Ευρώπη.
Διασημότητες και παγκόσμιες προσωπικότητες, όπως ο Ρότζερ Μουρ, η βασίλισσα Ράνια της Ιορδανίας, ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ, ο Αμερικανός γερουσιαστής Τζον Μακέιν, αστέρες του διεθνούς καλλιτεχνικού κόσμου και όλο το ελληνικό καλλιτεχνικό στερέωμα, θα βιώσουν την εμπειρία της ελληνικής φιλοξενίας στην πιο κοσμοπολίτικη εκδοχή της. Τον Δεκέμβριο του 1988, το Rodos Palace, υπερβαίνει το ξενοδοχειακό του βιογραφικό, για να γίνει κομμάτι της παγκόσμιας και της ελληνικής ιστορίας. Η Ρόδος και το ξενοδοχείο επιλέγονται για να φιλοξενήσουν, την Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου συζητήθηκαν θέματα διεθνούς πολιτικής που αφορούσαν την Κύπρο και την Μέση Ανατολή αλλά και σχέδια οικονομικής ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να φιλοξενηθούν οι διεθνείς ηγέτες, επενδύονται μισό εκατομμύριο δολάρια για να δημιουργηθούν έξι προεδρικές σουίτες. 12 ευρωπαίοι ηγέτες, ανάμεσά τους η Μάργκαρετ Θάτσερ, ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Χέλμουτ Κολ, ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, φτάνουν στο νησί που θωρακίζεται από στεριά και από θάλασσα για την ασφάλειά τους. Η Σύνοδος ολοκληρώνεται με ένα θεαματικό δείπνο στο Παλάτι των Ιπποτών και όλα βαίνουν επιτυχώς και κατ’ ευχήν. Τώρα πια, το Συνεδριακό Κέντρο του Rodos Palace γίνεται σήμα κατατεθέν , φέρνοντας τη Ρόδο στο παγκόσμιο πολιτικό προσκήνιο.
Πενήντα χρόνια μετά, το Rodos Palace εξελίσσεται, ένας ζωντανός οργανισμός που ακολουθεί τις εποχές, τις εξελίξεις, την αισθητική και τις απαιτήσεις των καιρών, σε ένα αέναο work in progress που καταφέρνει πάντα να βρίσκεται μπροστά από την εποχή του. Πολυτελή δωμάτια και σουίτες, πισίνες, εστιατόρια, μπαρ, spa, καθώς και ένα ολοκληρωμένο, βραβευμένο πρόγραμμα με πολλές επιλογές, δείχνουν το δρόμο για το μέλλον. Η δεύτερη γενιά, της Μαίρης και του Αντώνη Καμπουράκη, ξέρει πως «κάθε δουλειά σε φέρνει πιο κοντά στο όνειρο, αρκεί να ονειρεύεσαι!».