Όταν ο Andrew Scott ανέλαβε το ρόλο του Tom Ripley για την τηλεοπτική διασκευή του διάσημου έργου, το εγχείρημα του Steven Zaillian (Schindler’s List) απέκτησε αυτόματα άλλου είδους ενδιαφέρον.
Ο «καλύτερος κακός» του Sherlock, ο hot priest του Fleabag, ο Ιρλανδός ηθοποιός που συγκίνησε βαθιά τα κοινό με την ερμηνεία του στην ταινία All of Us Strangers, ήταν κατά μία έννοια καταδικασμένος να επιτύχει. Τα υπόλοιπα συνθετικά στοιχεία του έργου ήταν αυτά που μάς προβλημάτιζαν περισσότερο, όχι επειδή η ταινία του 1999 δια χειρός Anthony Minghella είχε εντυπωθεί στο μυαλό μας ως το έργο που αναδείκνυε τον αρχετυπικό Ripley, όπως τον περιέγραψε η Patricia Highsmith, ούτε επειδή το Plein Soleil του René Clément παραμένει αξεπέραστο, εν πολλοίς χάρη στην ανατριχιαστική ερμηνεία του Alain Delon.
Πώς παρουσιάζεις την ιστορία του Ripley χωρίς να λες μία από τα ίδια; Ο Zaillian χειρίζεται δημιουργικά το υλικό που έχει στα χέρια του, ξεφεύγοντας ενίοτε από το original κείμενο, κάνοντας αφηγηματικές προσθήκες που μάς δίνουν μία ξεκάθαρη εικόνα για το τι είναι ο Ripley και ποια τα σχέδιά του.
Η απατεώνας της κακιάς ώρας που ζει σε βάρος της κοινωνίας σε μια φτωχική γειτονιά της Νέας Υόρκης κάνει την τύχη του και ταξιδεύει στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Τελικός του προορισμός είναι ένα χωριό της Νάπολης, δίπλα στη θάλασσα, εκεί όπου ζει ο Dickie Greenleaf, ο νεαρός άνδρας του οποίου ο πατέρας ανησυχεί τόσο, που προσέλαβε έναν άνθρωπο σαν τον Ripley για να τον πείσει να επιστρέψει στην πατρίδα του.
Ο Johnny Flynn υποδύεται με επιτυχία τον πλούσιο Αμερικανό που τα βρήκε όλα έτοιμα και θεωρεί πως η μοναδική του υποχρέωση στον κόσμο είναι το να περνάει καλά, συνήθως παρέα με την Dakota Fanning, που παίζει την φίλη του, Marge. Μαζί έχουν βουτήξει στους πειρασμούς της Μεσογείου και το μακροβούτι τους δεν θα διακοπεί απότομα όταν κάνει την εμφάνισή του ο Ripley, παριστάνοντας πως είναι ένας παλιός γνωστός του Dickie. Γιατί ο Ripley ξέρει πώς να χειριστεί τους ανθρώπους.
Το βλέμμα του είναι καθαρό, αποφασιστικό και ταυτόχρονα υπόσχεται κάτι το μακάβριο. Αγκομαχάει στα δεκάδες σκαλιά του χωριού, προσπαθώντας να ανεβεί τον λαβύρινθο που οδηγεί στη βίλα του Dickie, πολύ απλά γιατί το concept της πολυπλοκότητας δεν υπάρχει για τον ίδιο. Είδε μία ευκαιρία; Θα την αξιοποιήσει όσο περισσότερο μπορεί, χωρίς δεύτερη σκέψη. Ζει και αναπνέει για να εξαπατάει τον κόσμο, να γίνεται συμπαθής, να προσαρμόζεται στις συνθήκες που μπορεί να προκύψουν και άλλους ίσως τούς βρουν απροετοίμαστους.
Ο νέος Ripley είναι πολύ μεγαλύτερος σε ηλικία από τους δύο προηγούμενους και η ωριμότητα αυτή αντανακλάται στα κίνητρά του. Προκαλεί ένα υποδόριο συναίσθημα τρόμου από τη στιγμή που θα βρεθεί μπροστά στο υποψήφιο θύμα του. Η διαρκής σκέψου του τηλεθεατή είναι «τι μπορεί να κάνει τώρα» και η απάντηση είναι προφανής: «τα πάντα και χωρίς περιστροφές».
Η επιλογή της ασπρόμαυρης εικόνας εκ μέρους του δημιουργού αποδείχτηκε σοφή. Η δραματικότητα της σειράς εντείνεται κι άλλο, η αγωνία εκτοξεύεται σε κάθε πλάνο που εστιάζει σε ένα αντικείμενο, ένα ζώο, ένα βλέμμα, και η ποιητικότητα του τελικού αποτελέσματος κρατάει το κοινό καθηλωμένο. Η αφήγηση μπορεί να φανεί αργεί σε κάποιους, όμως ο Ripley θέλει το χρόνο του. Δεν είναι εύκολο να υφάνεις τα δίχτυα σου αμέσως χωρίς να γίνεις αντιληπτός. Εξάλλου, η εμπιστοσύνη των ανθρώπων χτίζεται σταδιακά, και μια τόσο χειριστική προσωπικότητα το ξέρει καλά.
Η σκηνοθεσία αναδεικνύει τα τοπία, που παρότι στερούνται του χρώματός τους δεν σταματούν να μας εντυπωσιάζουν, και η Ιταλία γίνεται ξανά το ιδανικό μέρος για business και ευχαρίστηση. Αυτό, βέβαια, ισχύει κυρίως για τον Ripley, τον ενορχηστρωτή των εγκλημάτων που θα του αποφέρουν αυτό που λαχταράει, μία νέα ζωή μακριά από τη φτώχια και, κυρίως, από την τιμωρία. Και να το πιάσεις το ποντίκι, τι θα το κάνεις; Σημασία έχει να μην σε κατηγορήσει κανείς για ό,τι έγινε.
Η σειρά Ripley είναι διαθέσιμη για streaming στο Netflix.