Πόσες φορές έχεις πιάσει τον εαυτό σου να κοιτάζει φωτογραφίες σε stories και feeds και να αναρωτιέσαι πώς γίνεται άλλοι άνθρωποι να καταφέρνουν τα πάντα, να έχουν σε σειρά τη ζωή τους παρά τις ατελείωτες υποχρεώσεις, ενώ εσύ μοιάζει να πνίγεσαι σε μια κουταλιά νερό;
Σκέφτεσαι πως έχουν βοήθεια, περισσότερα χρήματα, άνεση χρόνου, τη στιγμή που εσύ παρακαλάς για λίγο δικό σου χρόνο και μετράς μέχρι και το τελευταίο cent για να τα βγάλεις πέρα. «Και εγώ αν είχα ομάδα να με βάφει και ήμουν όλη την ημέρα στο γυμναστήριο θα φαινόμουν νέα και θα είχα καλύτερο σώμα», «Πήγε σε καλύτερο σχολείο και είχε γνωριμίες», λες και πολλές παρόμοιες σκέψεις βάζουν το μυαλό σου σε μια διαδικασία σύγκρισης με ανθρώπους για τους οποίους πολύ λίγα γνωρίζεις.
Όταν ο εγκέφαλός σου μπαίνει σε αυτή την κατάσταση δεν μπορεί εύκολα να βγει κάτι θετικό. Η σύγκριση ξεκινά με κριτική απέναντι στον εαυτό σου και εξελίσσεται σε σκληρή κριτική απέναντι στην ιστορία κάποιου άλλου. Τρέφεται από την απλούστευση και τα θολά στοιχεία και μετατρέπεται εύκολα σε πικρόχολα και ζηλόφθονα σχόλια, τα οποία κάθε άλλο παρά όμορφα συναισθήματα αναδεικνύουν.
Η δημοσιογράφος, Kylie Stoltzfus, γράφει στο darlingmagazine.org, για το πώς η σύγκριση “σκοτώνει” την ικανότητά μας να δείχνουμε συμπόνια.
Η σύγκριση μάς επιτρέπει να δημιουργήσουμε μια ολόκληρη «αφήγηση» στο μυαλό μας για κάποιον τον οποίο απλώς είδαμε στα social media ή μιλήσαμε ελάχιστα μαζί του. Η αντίληψή μας για αυτόν τον άλλο δεν είναι ποτέ η ακριβής του πραγματικότητα. Βασίζεται στις πεποιθήσεις που έχουμε εσωτερικεύσει για το τι είναι επιθυμητό και καλό, τι ανάρμοστο και τι κακό. Αυτό που βλέπουμε δεν είναι αυτό που πραγματικά είναι.
Η σύγκριση ως αξία
Όταν επιτρέπουμε στην αξία μας να καθορίζεται από τη σύγκριση, βλέπουμε τον κόσμο μέσα από ένα επικριτικό και αμβλύ πρίσμα. Αξιολογούμε τους πάντες αποκλειστικά με τα δικά μας «κλειστά» πιστεύω για την επιτυχία, την ομορφιά, την ευτυχία. Αυτές οι πεποιθήσεις αντί να μας πηγαίνουν παρακάτω, «συνθέτουν» τον εαυτό τους και γίνονται το μέτρο για την αξία μας.
Οι σχέσεις και οι φιλίες μας, μετρώνται από μια (θεωρητικά) αντικειμενική οπτική. Η επιτυχία ή η αποτυχία στην καριέρα μας αναδεικνύεται μόνο μέσα από την κριτική των άλλων. Αρχίζουμε να πιστεύουμε ψέματα για την αξία μας, τα οποία είναι κατασκευασμένα από ρευστά και υποκειμενικά πρότυπα.
Δεν υπάρχει αυτό που αποκαλούμε «αντικειμενική ομορφιά» ή «αντικειμενική επιτυχία». Οι ιδέες που κρίνουμε βασίζονται σε ένα επιφανειακό επίπεδο από αλληλεπιδράσεις και φευγαλέες συναντήσεις. Όταν μετατρέπουμε τις ελάχιστες και επιφανειακές γνώσεις μας για τους άλλους σε μεταβλητές για την αξία και τον κόπο τους, υπεραπλουστεύουμε την ύπαρξή τους και την ύπαρξή μας -η οποία είναι από τη φύση της πολύπλοκη.
Είναι απίστευτα δύσκολο να μισήσεις ή να κρίνεις τόσο αυστηρά κάποιον τον οποίο γνωρίζεις καλά. Είναι πολύ δύσκολο να τον ξεγράψεις όταν έχεις μια πιο στενή σχέση μαζί του, όταν καταλαβαίνεις και γνωρίζεις την πορεία του και το πώς έφτασε να είναι αυτό που είναι σήμερα.
Τα προσωπικά κριτήρια που οδηγούν στη σύγκριση
Τα αυστηρά στάνταρντ που κρατάμε για τον εαυτό μας και τους άλλους θα μας οδηγήσουν μόνο στη ζήλεια, τον φθόνο και τη δυσαρέσκεια. Αυτά τα στάνταρντ δεν είναι μέτρα επιτυχίας. Είναι ψέματα που μας επιτρέπουν να καθορίσουμε την αξία μας.
Απλώς επειδή κάποιος κατάφερε νωρίτερα κάτι που ήλπιζες να κάνεις και εσύ δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι καλύτερος, ομορφότερος ή εξυπνότερος από εσένα.
Πρέπει να αποβάλλουμε από πάνω μας τον ορισμό αυτών των λέξεων και κυρίως την έννοια της αντικειμενικότητας, όπου αυτή κι αν αναφέρεται – στον χαρακτήρα, την εξωτερική εμφάνιση ή την ικανότητα κάποιου να κάνει κάτι διαφορετικό.
Αν ήμασταν απόλυτα ειλικρινείς, τότε θα ανακαλύπταμε ότι η οπτική ενός ανθρώπου απέναντι στην επιτυχία είναι πολύ διαφορετική από ενός άλλου. Θα μαθαίναμε ότι ορισμένοι άνθρωποι βρίσκουν κάποια χαρακτηριστικά πολύ όμορφα, ενώ ορισμένοι άλλοι αντιλαμβάνονται ως πολύ ωραία άλλα χαρακτηριστικά.
Τα καλά νέα είναι ότι η σύγκριση είναι είναι μια «κοινή μάχη» στον σημερινό κόσμο, ο οποίος είναι τόσο απομακρυσμένος και τόσο συνδεδεμένος, ταυτόχρονα, ενώ μοιάζει να «καθοδηγείται» από τα social media. Τα κακά είναι ότι δεν πρόκειται να εξαφανιστεί, επειδή μάθαμε πόσο επικίνδυνη μπορεί να γίνει.
Η σύγκριση ως αποτέλεσμα της μη- αυτοπεποίθησης
Η ανάγκη μας για σύγκριση αποπνέει από την έλλειψη αυτοπεποίθησης. Κριτικάροντας τους άλλους, χτίζουμε μια άμυνα που μας κρατά ασφαλείς και μακριά από τη σκληρή δουλειά της αποδοχής του εαυτού μας.
Αν δεσμευτούμε σε μια πιο συμπονετική άποψη για τον εαυτό μας, θα αυξήσουμε και την ικανότητά μας να βλέπουμε τους άλλους με μεγαλύτερη αποδοχή και συμπόνοια. Όταν μπορούμε να δούμε τον εαυτό μας με αγάπη, τότε πιο εύκολα θα αντιμετωπίζουμε και τους άλλους μέσω του ίδιου πρίσματος.
Θα είμαστε πιο ικανοί να δούμε το καλό και το άσχημο κομμάτι των ανθρώπων, το φως και το σκοτάδι τους. Θα μπορούμε να αγαπάμε τις πολύπλοκες πλευρές μας χωρίς ντροπή.
Χρειάζεται χρόνο και επιμονή για να καταφέρεις να «ξε-μάθεις» να συγκρίνεις. Όμως, όσο περισσότερο ξεκινάμε αυτό το ταξίδι, τόσο περισσότερο θα ανακαλύπτουμε ότι δεν ήμασταν ποτέ μόνοι, ακόμα και τις στιγμές που αμφιβάλλαμε για τον εαυτό μας.
Μπορούμε να στραφούμε στον άλλον με αλληλεγγύη και να επιλέξουμε την αγάπη. Να ενθαρρύνουμε και να υποστηρίζουμε ο ένας τον άλλο, ακόμα και σε στιγμές αμφιβολίας. Μπορούμε να καλλιεργήσουμε την αποδοχή και να την εκφράζουμε με όποιον ερχόμαστε σε επαφή.