Τον Οκτώβριο του 2022, ο Γενικός Χειρουργός Vivek Murthy από τις ΗΠΑ δημοσίευσε οδηγίες για την προώθηση της ψυχικής υγείας των εργαζομένων. Η ομάδα του και εκείνος τις είχαν σχεδιάσει ως απάντηση στην ανησυχητική μείωση της ευημερίας των εργαζομένων. Τα στοιχεία απεδείκνυαν πως αυτές οι οδηγίες ήταν απαραίτητες: για παράδειγμα το 76% των εργαζομένων το 2021 ανέφεραν συμπτώματα άγχους ή κατάθλιψη – ποσοστό αυξημένο κατά 17% σε σύγκριση με τα δύο προηγούμενα χρόνια. Το υπερβολικό άγχος κοστίζει περί τα 200εκ. δολάρια σε ιατρικές υπηρεσίες τον χρόνο και περισσότερους από 100.000 θανάτους μόνο στις ΗΠΑ.
Οι εργαζόμενοι σήμερα είναι ανήσυχοι, αγχωμένοι και υπερβολικά καταβεβλημένοι. Στη χώρα μας στοιχεία που ήρθαν στο φως δείχνουν ότι περίπου 2,5 εκατομμύρια άτομα έχουν κάποιο πρόβλημα ψυχικής υγείας με το επίκεντρο να είναι οι εργαζόμενοι.
Ταυτόχρονα, ακούμε για τη μεταβαλλόμενη φύση της εργασίας, την άνοδο των αυτοματισμών, αλλά και τις αλλαγές που ήδη συμβαίνουν και θα είναι συνεχείς στο μέλλον. Η αστάθεια, η αβεβαιότητα και η ασάφεια, απειλούν την ευημερία και την παραγωγικότητα των εργαζομένων. Δεν υπάρχουν προηγούμενα στοιχεία για το είδος ούτε και τον ρυθμό της αλλαγής με τον οποίο ερχόμαστε αντιμέτωποι στις μέρες μας. Ωστόσο, λίγες έως ελάχιστες προσεγγίσεις αναγνωρίζουν αυτή τη νέα πραγματικότητα ως σημαντικό παράγοντα που συμβάλλει στην επιρροή της υγιούς ψυχικής κατάστασης και της ευημερίας των εργαζομένων.
Η επιτυχής προσέγγιση αυτού του ρυθμού αλλαγής απαιτεί ένα μοναδικό συνδυασμό συναισθηματικών και κοινωνικών δεξιοτήτων. Η κατανόηση τις διττής πρόκλησης (δηλαδή, της ανάγκης για επιβίωση, αλλά και της αξιοποίησης των κερδών για ευ ζην) μπορεί να μας προετοιμάσει, ώστε να ανταποκριθούμε καλύτερα.
Πριν από μερικά χρόνια η σταδιοδρομία και η πορεία των εργαζομένων ήταν προκαθορισμένη. Τελείωνες το σχολείο ή το Πανεπιστήμιο (ορισμένοι δεν είχαν καν αυτή την πολυτέλεια), έβρισκες δουλειά (όχι απαραίτητα πάνω στον κλάδο σπουδών σου), δούλευες πολύ σκληρά, για πολλές ώρες και συνέχιζες έχοντας προοπτικές ανέλιξης. Οι σημερινοί απόφοιτοι Πανεπιστημίων, ωστόσο, πρέπει να λειτουργούν σαν να βρίσκονται σε κούρσα καγιάκ και να ελίσσονται διαρκώς, να αναλύουν νέα στοιχεία και να ανταποκρίνονται σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη ροή δεδομένων, προσπαθώντας να διατηρήσουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, ώστε να μην πανικοβληθούν και αφήσουν το άγχος να τους κυριεύσει.
Για να καταφέρουμε να ανακτήσουμε τον προσανατολισμό μας, ωστόσο, πρέπει να καταλάβουμε τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Πρώτον: πόσο γρήγορες είναι οι αλλαγές και δεύτερον: πόσο γρήγορα μπορούμε εμείς να προσαρμοστούμε σε αυτές.
Σύμφωνα με τις περισσότερες εκτιμήσεις το 2020 αποτελεί έτος – σταθμό για τον «νέο εργασιακό κόσμο». Αυτή η χρονιά αποτελεί την απαρχή του μετασχηματισμού, ο οποίος συνέβη μέχρι και τέσσερις φορές γρηγορότερα από το 1900, όταν η βιομηχανοποίηση βρισκόταν στο απόγειό της. Μέχρι το 2018 οι εκτιμήσεις έδειχναν ότι οι συνολικές εργασίες εκτελούνται σε ποσοστό 71% από ανθρώπους και 29% από μηχανές. Οι προβλέψεις εκτιμούν ότι το ποσοστό αυτό μέχρι το 2025, θα μετατοπιστεί στο 50% των εργασιών που εκτελούνται από ανθρώπους και 50% από μηχανές.
Τι σημαίνει αυτό σε προσωπικό επίπεδο;
Η εκβιομηχάνιση έφερε αλλαγές σε πολλά επίπεδα και σε πολλές γενιές, αλλά σε διαφορετικά χρονικά πλαίσια. Πλέον, όμως, αυτές οι αλλαγές γίνονται πολύ γρήγορα και επηρεάζουν κάθε γενιά πολλές φορές. Οι δεξιότητες που απαιτούνται από τους εργαζόμενους μεταβάλλονται διαρκώς και σταματούν να είναι απαραίτητες μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Επιστήμονες και ψυχολόγοι εκτιμούν ότι θα πρέπει να επανεφευρίσκουμε τον εαυτό μας κάθε δέκα χρόνια. Θα μαθαίνουμε νέες δεξιότητες για να τις βλέπουμε να αχρηστεύονται αργότερα, το ίδιο και τα παιδιά μας, αλλά και τα παιδιά τους. Αν σκεφτούμε σοβαρά και βαθιά αυτό θέμα, το πρόβλημα δεν έγκειται στο να προλάβουμε αυτές τις αλλαγές ή να τις ξεπεράσουμε, αλλά στο κατά πόσο έτοιμοι είμαστε να τις αντιμετωπίσουμε.
Η φύση των αλλαγών είναι διαφορετική σήμερα
Όχι μόνο ο ρυθμός της αλλαγής είναι δραματικά πιο γρήγορος σήμερα, αλλά και η ίδια η αλλαγή είναι διαφορετικού τύπου από όσα γνωρίζαμε στο παρελθόν. Αυτός ο πολύπλοκος τύπος αλλαγής άρχισε να συζητάται για πρώτη φορά από στρατιωτικούς και πολιτικούς κύκλους στα τέλη του 20ού αιώνα. Το ακρωνύμιο VUCA (Volatility, Uncertainty, Complexity, Ambiguity: Αστάθεια, Αβεβαιότητα, Πολυπλοκότητα και Αδιαφάνεια), για παράδειγμα, που χρησιμοποιείται συχνά σήμερα για να περιγράψει το επιχειρηματικό μας περιβάλλον, επινοήθηκε αρχικά από στρατιωτικούς ηγέτες για να περιγράψει το απρόβλεπτο των αλλαγών που προκλήθηκαν από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Οι στρατιώτες έπρεπε να προετοιμαστούν για:
- Αστάθεια: Απροσδόκητες, ασταθείς προκλήσεις άγνωστης διάρκειας.
- Αβεβαιότητα: Απρόβλεπτα γεγονότα με πιθανότητα δυσάρεστων εκπλήξεων.
- Πολυπλοκότητα: Ένας αριθμός διασυνδεδεμένων μεταβλητών που επηρεάζουν τα γεγονότα.
- Αδιαφάνεια: Μη ξεκάθαρη σχέση των γεγονότων αιτίας και αποτελέσματος.
Πολλά εκπαιδευτικά προγράμματα προσφέρουν εργαλεία που βασίζονται σε αυτό το σκεπτικό, ώστε να βοηθήσουν τα άτομα σε ηγετικές θέσεις -κυρίως- να πετύχουν στόχους στα επαγγελματικά. Περίπου μία δεκαετία πριν από το VUCA, είχε δημιουργηθεί ο όρος «κακοήθη προβλήματα», για να περιγράψει τα πιο περίπλοκα ζητήματα- εκείνα δηλαδή που δεν επιδέχονταν εύκολες λύσεις ούτε μία, ενιαία απάντηση. Η τρομοκρατία, η φτώχεια και η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι όλα παραδείγματα τέτοιων προβλημάτων.
Το VUCA στις μέρες μας επεκτείνεται, μέσω της τεχνολογίας, σε όλους τους τομείς και τους κλάδους. «Κάθεται» στα σπίτια και στα γραφεία μας, επιτρέποντας την ανταλλαγή πληροφοριών και την ταχύτερη εργασία. Σήμερα, υπάρχουν περίπου 5 δισεκατομμύρια άνθρωποι στο διαδίκτυο. Αυτά είναι 5 δισεκατομμύρια σημεία προέλευσης της αλλαγής, 5 δισεκατομμύρια σημεία μετάλλαξης. Καθένας από εμάς βρίσκεται ανάμεσα σε αυτά τα δισεκατομμύρια κάθε μέρα, αποφασίζοντας ποιον να προσέξει, ποιον να αγνοήσει και ποιος μπορεί να σηματοδοτήσει μια αλλαγή που θα επηρεάσει τη ζωή του.
Μπροστά σε αυτό το είδος ανέφικτης αλλαγής, νιώθουμε φόβο, άγχος και θλίψη, καθώς αυτή την πολυπλοκότητα τη δημιουργούμε εμείς, αλλά δεν μπορούμε πλέον να την ελέγξουμε.
Ο ψυχολογικός αντίκτυπος αυτής της ορμητικής αλλαγής
Πλέον, όλοι μας γνωρίζουμε πολλά περισσότερα για τις αρνητικές συνέπειες των παραπάνω συνθηκών στην υγεία μας. Μάλιστα, προσπαθούμε να ανακτήσουμε την ισορροπία μας υιοθετώντας νέα εργαλεία συμπεριφοράς ή κάνοντας αγορές πολύ συχνά. Η αστάθεια στον χώρο εργασίας, όμως, και η έλλειψη ελέγχου στα εργασιακά μας προκαλούν έντονες ψυχολογικές διαταραχές και σοβαρά προβλήματα υγείας. Η πραγματική ανεργία, μάλιστα, έχει ακόμα χειρότερες συνέπειες. Όταν χάνουμε τη δουλειά μας, προβλήματα όπως πίεση, άγχος, κατάθλιψη, καταχρήσεις ουσιών και κατά συνέπεια καρδιακές προσβολές, αυτοάνοσα νοσήματα και τάσεις αυτοκτονίας αυξάνονται.
Ένας άλλος σημαντικός κίνδυνος είναι οι βαθιές επιπτώσεις στις σχέσεις. Οι περισσότεροι από εμάς περνάμε τις μέρες μας μπροστά σε οθόνες και όχι με ανθρώπους. Η απομακρυσμένη εργασία προκαλεί κοινωνική απομόνωση και τα ποσοστά μοναξιάς στις ΗΠΑ έχουν διπλασιαστεί από τη δεκαετία του 1980. Η μοναξιά συνδέεται με υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης. Είναι πιο επιβλαβής από την παχυσαρκία και είναι τόσο κακή για τον άνθρωπο όσο το κάπνισμα ενός πακέτου τσιγάρων την ημέρα.
Μέχρι και το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού, πολλοί ήταν εκείνοι (ανάμεσά τους και μεγάλες εταιρείες) που ήταν δύσπιστοι απέναντι σε αυτές τις απειλές. Η πανδημία γκρέμισε αυτή την ψευδαίσθηση. Οι δραματικές αυξήσεις στις ανάγκες ψυχικής υγείας μεταξύ των εργαζομένων ως αποτέλεσμα του COVID-19 δημιούργησαν κρίση τόσο στον τομέα της υγείας, όσο και της εργασίας.
Οι εργαζόμενοι βρέθηκαν απροετοίμαστοι μπροστά σε ένα ποτάμι ορμητικών αλλαγών που παρέσυρε στο διάβα του τα πάντα. Δεν ήταν άλλωστε λίγες και οι εταιρείες που προσέφεραν ψυχολογική στήριξη στους εργαζομένους τους, ακόμα και εκείνους που είχαν απολύσει.
Τόσο οι εργοδότες όσο και οι εργαζόμενοι βγήκαν ζημιωμένοι από αυτό. Τώρα πια γνωρίζουμε πως αν δεν λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα, θα υποφέρουμε. Μπορούμε να συνεχίσουμε στο μοτίβο που έχουμε υιοθετήσει και να περιμένουμε να φτάσουμε στα όριά μας για να ανταποκριθούμε στη θλίψη, τον πόνο και το άγχος.
Εναλλακτικά, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το μοναδικό μας πλεονέκτημα, δηλαδή, τη σύγχρονη, επιστημονική γνώση για το πώς να ανθίσουμε, ακόμα και στον κόσμο της αβεβαιότητας. Αυτό που κατάφεραν να μάθουν οι συμπεριφορικοί επιστήμονες τα τελευταία 30 χρόνια, σχετικά με το πώς να χτίσουμε την ευημερία μας, αποτελεί θετικό βήμα για την ψυχική μας υγεία. Χωρίς αυτή την επιστήμη, θα παραμέναμε ευάλωτοι στην ψυχολογική ταλαιπωρία. Με αυτήν την επιστήμη, έχουμε την ευκαιρία όχι μόνο να αποφύγουμε το κακό, αλλά και να γίνουμε πιο δυνατοί.
Με πληροφορίες από το TIME – Γράφουν οι Gabriella Rosen Kellerman, ψυχίατρος και ιδρύτρια της BetterUp, μίας πλατφόρμας εστιασμένης στην ψυχική υγεία και Martin E.P. Seligman, οικογενειακός σύμβουλος.