Το βράδυ της Δευτέρας 23 Μαΐου βρέθηκα στο Πεδίο του Άρεως μετά από 150 χρόνια. Υπερβάλλω φυσικά, αλλά έτσι ένιωθα. Έχασα πέρσι την έκθεση της Στέγης “You and AI”, οπότε νομίζω ότι η τελευταία φορά που ήμουν εδώ ήταν πριν από μία 7ετία όταν το φανταστικό πάρκο έζησε δύσκολες στιγμές με δεκάδες ανθρώπους σε απόγνωση. Όμως χτες βράδυ στην ατμόσφαιρα υπήρχε μόνο χαρά, στην οποία ερχόταν να προστεθεί καθώς έπεφτε το σκοτάδι η μαγεία. Και παρόλο που το πάρκο ήταν γεμάτο από κόσμο, όλοι μπορούσαν κάποια στιγμή να μείνουν μόνοι με το φεγγάρι: εκεί όπου 40 συσσωρευτές είχαν συλλέξει ενέργεια από τον αττικό ήλιο την ημέρα ώστε να δημιουργήσουν ένα τεχνητό ουράνιο σώμα από ακτίνες λέιζερ, ψηλά, στα 70 μέτρα από το έδαφος.
Η νέα έκθεση ψηφιακής τέχνης της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, “Plásmata: Bodies, Dreams, and Data” αναζητά το σώμα, το δικό μας και το άλλο: το ατομικό και το συλλογικό, το ανθρώπινο και το μη ανθρώπινο, και τελικά το πλανητικό. Είναι ανοιχτή στο κοινό με ελεύθερη είσοδο και αποτελείται από 25 έργα διεθνών καλλιτεχνών σε εμφανή σημεία του πάρκου ή κρυμμένα στις μυστικές γωνιές που φωτίζονται από 250 τετραγωνικά μέτρα οθόνες LED. Οθόνες που φεγγοβολούν παρασύροντας τον επισκέπτη στους χρωματιστούς κόσμους τους, ενώ αόρατοι ηθοποιοί απαγγέλλουν “σκαρφαλωμένοι” σε δέντρα και τεχνητές νοημοσύνες παραδίδουν χρησμούς.
Στα “Plásmata” μας ξενάγησαν χτες βράδυ ο εκτελεστικός διευθυντής και επιστημονικός σύμβουλος της έκθεσης, Πρόδρομος Τσιαβός και η curatorial director Αφροδίτη Παναγιωτάκου, που είχαν αναλάβει το δύσκολο έργο να μας δείξουν 25 έργα που θέλουν αρκετή ώρα για να τα ευχαριστηθείς και μοιάζουν με μικρούς πλανήτες που σε καλούν να προσεδαφιστείς και να τους εξερευνήσεις.
Πιο πολύ κι απ’ τον διαιρεμένο πλανήτη των 22 μέτρων που εκπέμπει ένα θερμό κόκκινο φως ή τον κατοπτρικό τεχνο-ναό σε μια τεχνητή βλάστηση, περισσότερο από τις ονειρικές αυταπάτες μιας τεχνητής νοημοσύνης ή ένα everlasting videogame ηλιοβασίλεμα, στάθηκα σε τρία βίντεο που εξερευνούν την ιδέα του πώς θα ήθελε κανείς να είναι το ψηφιακό του σώμα όταν το φυσικό θα έχει πεθάνει. Θα επιστρέψω σε αυτό το έργο, πολλές από τις πολλές φορές που θα επισκεφτώ ξανά την έκθεση. Άλλωστε, δεν ξεμπέρδεψα ακόμη ούτε με το Φαρμακείο (Dries Verhoeven, Happiness), στην άκρη του γαλαξία, με συγχωρείτε, του πάρκου, που θα είναι εκεί και θα με περιμένει με τις κεταμίνες και τα ροζ χάπια του. Αν μη τι άλλο, χρειάζομαι χρόνο για να δω τι ετοίμασαν το SHOWstudio και ο Nick Knight, αφού χθες είδα μόνο τρεις από τις 14 ταινίες μόδας από το αρχείο τους των δύο τελευταίων δεκαετιών.
Θέλω πολύ να ξαναδώ, χωρίς πολύ κόσμο, αν γίνεται, το We Live in an Ocean of Air των Marshmallow Laser Feast (MLF), που μας δείχνουν σε μια υπερμεγέθη ορθογώνια οθόνη ποταμούς οξυγόνου, νερού και άνθρακα να διαπερνούν μια γιγαντιαία σεκόγια, αρχέτυπο της ζωής. Έμεινα να το χαζεύω τόση ώρα που αναρωτήθηκα αν ήταν αυτό το αγαπημένο μου έργο της έκθεσης.
Όμως όχι. Το αγαπημένο μου πρέπει να είναι αυτό που με τάραξε περισσότερο. Στο Virtual Embalming του Frederik Heyman βρήκα μια δική μου γιορτή των νεκρών: ένα ψηφιακό μνημείο, μια κιβωτό από αναμνήσεις του μέλλοντος, όπου οι Isabelle Huppert, Kim Peers και Michèle Lamy επιλέγουν τον τρόπο που θέλουν να «ταριχευθούν» ψηφιακά και να υπάρξουν εικονικά για πάντα.
Κι ενώ τα τρία βίντεο του Heyman με τραβούν από το μανίκι (τα είδα δύο φορές το καθένα), η Morehshin Allahyari και το έργο της, طلعت، (Moon-faced, φεγγαροπρόσωπ@), έρχεται να πάρει τη μερίδα του λέοντος από το χρόνο μου και όχι μόνο γιατί ο τίτλος του έργου είναι είναι ένα επίθετο χωρίς γραμματικό γένος, που περιέγραφε τόσο την ανδρική όσο και τη γυναικεία ομορφιά στην αρχαία περσική λογοτεχνία. Εδώ ο αλγόριθμος έχει εκπαιδευτεί μέσα από μια συλλογή ρευστών, σε ό,τι αφορά το φύλο, πορτρέτων της δυναστείας των Κατζάρων, να ζωγραφίζει άφυλα πορτρέτα. Ένα χάρμα οφθαλμών που συνοδεύει η μουσική της Mani Nilchiani.
Φεύγοντας από το πεδίο του Άρεως με την Αντιγόνη και τον Δημήτρη, δύο από τους συναδέλφους μου σε αυτή τη μεγάλη βόλτα, κι αφού έχουμε συναντηθεί με όλες τις φυλές της Αθήνας που το διασχίζουν και βλέπουν μαγεμένοι τα έργα μαζί μας, σκέφτομαι φωναχτά πόσο σπουδαία είναι αυτή η έκθεση. Γιατί ανάβει ένα φως στο κέντρο της πόλης και λειτουργεί σαν φάρος για να συνυπάρξουν άνθρωποι της Αθήνας που είναι τόσο κοντά και την ίδια στιγμή τόσο μακριά. Γιατί εξαιτίας της ο κόσμος θα επιστρέψει σε αυτό το θαυμαστό πάρκο και θα μοιραστεί εικόνες και εμπειρίες και συναισθήματα. Και θα αγαπήσει: την τέχνη και την τεχνολογία και τις οθόνες και τους ήχους και τους αλγόριθμους και τις τεχνητές νοημοσύνες.
Να δείτε οπωσδήποτε αυτή τη θαυμάσια έκθεση που θα διαρκέσει ως τις 10 Ιουλίου. Μην σας αγχώνει το μέγεθός της ή αν θα προλάβετε να δείτε όλα τα έργα. Περπατήστε ανάμεσά τους, πάρτε μια πρώτη γεύση κι έπειτα, όπως πολύ ωραία είπε η Αφροδίτη Παναγιωτάκου κάπου στα μισά της διαδρομής, “Ας επιστρέψει κανείς κι ας σταθεί εκεί που νιώθει ότι ανήκει περισσότερο”.
Ό,τι χρειάζεται να ξέρεις για την έκθεση εδώ.