Την Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου στις 7:30 το βράδυ στην αίθουσα ΠΕΡΙΤΕΧΝΩΝ Καρτέρης εγκαινιάζεται η ατομική έκθεση της Τάνιας Δρογώση με τίτλο
«Ατάκτως ερριμμένα».
Θα παρουσιαστούν έργα μεγάλων μεσαίων και μικρών διαστάσεων δουλεμένα με ακρυλικά και μικτές τεχνικές σε καμβά.
Μιλήσαμε με τη δημιουργό των έργων Τάνια Δρογώση που έχει γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε fashion design στη Σχολή Βελουδάκη. Δημιούργησε το δικό της atelier στο χώρο της μόδας και τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο στον Πανελλήνιο διαγωνισμό της TEXTILIA στη ΔΕΘ, το δεύτερο βραβείο πλεκτού και έπαινο για το σχεδιασμό υφάσματος. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα ελεύθερου σχεδίου και ζωγραφικής στο εργαστήριο της Ειρήνης Κουτρίδου και μαθήματα χαρακτικής στο “ΚΕΝΤΡΟ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ” με δασκάλους τη Δήμητρα Σιατερλή και τον Pino Pandolfini. Επίσης παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής με την εικαστικό Ράνια Καπελιάρη. Έργα της βρίσκονται σε ιδωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ζει κι εργάζεται στην Αθήνα.

Πότε ξεκινάει η αγάπη σας για τη μόδα;
Η αγάπη μου για τη μόδα ξεκίνησε στα χρόνια της εφηβείας. Ήταν συνδεδεμένη για μένα με τη ζωγραφική που πάντα μου άρεσε. Γι’ αυτό και στα ρούχα που σχεδίαζα τις πιο πολλές φορές υπήρχαν εικαστικές παρεμβάσεις. Με ειδικά χρώματα ζωγράφιζα πάνω σε μπλούζες, πουκάμισα και τζιν, άλλοτε σχήματα και γεωμετρικά πάτερνς και άλλοτε ολόκληρες παραστάσεις.

Ποιες είναι οι συναντήσεις της μόδας με τη ζωγραφική που σας έχουν συναρπάσει;
Το γνωστό φόρεμα του Y.S. Laurent που είναι εμπνευσμένο από πίνακα του Ολλανδού ζωγράφου Πητ Μοντριάν στη δεκαετία του ’60

και το πέδιλο της Bottega Veneta που είναι εμπνευσμένο από έργο του Αμερικανού ζωγράφου Jackson Pollock.

Σπουδάσατε fashion design, κάνατε μαθήματα χαρακτικής, σας ενδιέφεραν τα εικαστικά. Το πάντρεμα αυτών των ενδιαφερόντων θα μπορούσε να σας έχει οδηγήσει στο θέατρο, τη σκηνογραφία, τα κοστούμια. Σας πέρασε από το μυαλό αυτό το ενδεχόμενο;
Είναι βέβαιο ότι όλα αυτά έχουν κοινό παρανομαστή την τέχνη και τη δημιουργία. Αυτό που υπερίσχυσε μέσα μου  είναι το πάθος και η αγάπη μου για τη ζωγραφική, γι’ αυτό και τα τελευταία χρόνια έχω επικεντρωθεί σε αυτό χωρίς να αποκλείω το ενδεχόμενο να ασχοληθώ με τη σκηνογραφία και τα κοστούμια!

Με την έκθεσή σας μάς πηγαίνετε μια βόλτα στο δάσος. Είναι ένα μέρος που σας ηρεμεί; Με τι το έχετε συνδέσει;
Το δάσος ταυτίζεται με την ίδια τη ζωή και την ιστορία του ανθρώπου πάνω στη Γη. Είναι πηγή ενέργειας, ηρεμίας, αυτοσυγκέντρωσης και βέβαια έμπνευσης για μένα.

Στα έργα της έκθεσης που έχω δει κρατάτε το βλέμμα στο έδαφος, στις ρίζες και τα ξύλα. Γιατί συγκεντρώνει το ενδιαφέρον σας αυτό το κομμάτι του δάσους;
Ξύλα πεσμένα, πέτρες, στοιχεία που υποδηλώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη, ένα καπάκι από πλαστικό μπουκάλι, ένα τσίγκινο δοχείο, αλλά και η συνύπαρξη των θεατών και των αθέατων στοιχείων αφημένωνα τυχαία, αλλά μ’ ένα τρόπο μαγικό, τράβηξαν την προσοχή μου και με οδήγησαν στη δημιουργία άλλοτε πραγματικών και άλλοτε  φανταστικών γήινων συνθέσεων που κρύβουν το δικό τους μυστήριο!

Ακολουθεί ένα απόσοασμα από το κείμενο του καταλόγου:

…Τα συμπτωματικά και τα ασύμπτωτα στοιχεία στα έργα αυτά, μαζί με τα ορατά και τα αθέατα, αντιστοιχούν στον διάλογο που υπάρχει ανάμεσα στην συνείδηση και στο ασυνείδητο, στην ατομικότητα και στην ομαδικότητα, στο παρελθόν και στο παρόν, στον μύθο και στην ιστορία. Γιατί είναι βέβαιο πως η Τάνια Δρογώση, χρησιμοποιώντας την ρεαλιστική γραφή συνδυασμένη με την εξπρεσσιονιστική χειρονομία και τον χρωματικά αντιστικτικό διάλογο ανάμεσα στα ψυχρά και στα θερμά «φώτα» του ιμπρεσσιονισμού, δεν κάνει τίποτε άλλο στην αλληγορική και συμβολική της κατ’ ουσίαν γλώσσα, από το να ενυδατώνει και να ζωογονεί την χοϊκότητα κι ευθρυπτότητα των αντικειμένων, που λειψά κι αντιστεκόμενα εκείνα στη φθορά και άλλοτε αφημένα στην τύχη τους, προκαλούν σαν τα επίμονα ερωτηματικά τον διαβάτη. Έλκουν, με άλλα λόγια, την στιγμιαία προσοχή του, μέσα από τις ασυνέχειές τους και τις «ανακοπές» που έχει το κάθε τους σενάριο ιστορίας υποστεί κατά το διάβα του χρόνου, όπως φαίνεται στην πραγματικότητα, που ορίζει αυτή η φύση, όσο και η ίδια η ανακοπτόμενη «συνοχή» που αφορά την πλοκή της κάθε επιμέρους αφήγησης.

Κορμοί δέντρων και γκριζωπά κλαδιά, σχηματίζουν ένα παράδοξο και τρισδιάστατο «αλφάβητο» με ιερογλυφικά, (αν θεωρήσει κανείς ότι τα βλέπουμε τα «αντικείμενα» αυτά και σαν φόρμες), παραμερίζοντας προς στιγμήν τις επιζητούμενες κι αλλοτινές σημασίες τους. Αλλού πάλι, αυτά θυμίζουν συλλαβές που ανιχνεύουν ξεχασμένα κομμάτια και νοήματα, φθαρμένα πια κι ερχόμενα από εκείνο θαρρείς το υφαντό απαντοχής της Πηνελόπης, με ξεραμένα παραδίπλα χόρτα και πέτρες αφημένες στη μοναξιά τους. Ανάμεσα, αντικρίζει κανείς σβώλους χώματος, τέφρας κι αποτσίγαρα, κιτρινισμένα φύλλα και κάποια ορφανά υπολείμματα από μια παλιότερη ζωή ή κάποιο τυχαίο και μοιραίο πέρασμα ανθρώπου, όπως είναι ένα ξεχαρβαλωμένο παπούτσι, άχρηστα και παραπεταμένα αντικείμενα αφημένα στην τύχη τους, σπασμένα και λησμονημένα, καθώς ένα μικρό δοχείο με νερό της βροχής. Ξάφνου το βλέμμα αγκιστρώνεται σε κομμάτι από σκοινί, έπειτα εμφανίζονται περιστασιακά ξύλα και λιθαράκια ατάκτως ερριμμένα να θυμίζουν το ανάλογο απόφθεγμα του Ξενοφώντα. Κι όλα, παρουσιασμένα μέσα από τα χρώματα και κυρίως μέσα από τις τονικότητες και την κρυμμένη χαρμολύπη της ώχρας, του ξεπλυμένου γαλάζιου, του ρόδινου της αυγής κι ενός πνιγμένου καημού, έρχονται στα έργα αυτά να συναντήσουν την όμπρα της αποδρομής ή το μενεξεδί του νοσταλγικού απογεύματος, αλλά και των κοκκινωπών αποχρώσεων που σαν μακρινές αναπολήσεις κι ανεξίτηλες μνήμες διαπλέκουν, καθώς διάτρητη θαρρείς δαντέλα, την υφή τους μέσα από τους υπόλευκους τόνους και τα σταχτιά ημιτόνια της απουσίας.

Αθηνά Σχινά

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below