Η σχέση του Βασίλη Λούρα, καλλιτεχνικού συμβούλου Επικοινωνίας και Προγράμματος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, με τη μουσική, ξεκινά από τα πρώτα χρόνια της παιδικής του ηλικίας. Μετά τις σπουδές του στο Μάρκετινγκ και το μεταπτυχιακό του στην Πολιτιστική Πολιτική και Διαχείριση στο Goldsmiths University of London, βρέθηκε το 2011 στην Εθνική Λυρική Σκηνή, όπου έχει το προνόμιο να παρακολουθεί από τα παρασκήνια κάθε ανάσα του μεγαλύτερου λυρικού θεάτρου της χώρας και τη δυνατότητα να εργάζεται για μερικές από τις πιο εντυπωσιακές παραγωγές όπερας που έχουμε δει στο «Ολύμπια», στο Ηρώδειο, στο Μέγαρο Μουσικής και από το 2017 στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Η σχέση του με τη Μαρία Κάλλας μετρά χρόνια επίμονων ακροάσεων των ηχογραφήσεών της και ατελείωτες ώρες επανάληψης των βίντεο και των συνεντεύξεών της στο YouTube.
Πριν από δύο χρόνια ξεκίνησε τη συστηματική έρευνα για το ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάνα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», που συνδημιούργησε με τον σκηνοθέτη Μιχάλη Ασθενίδη, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννησή της, στις 2 Δεκεμβρίου 2023. Για τα περίπου 90-95 λεπτά που διαρκεί η ταινία χρειάστηκαν δύο χρόνια επίμονης μελέτης και έρευνας, δέκα μήνες γυρισμάτων, ξενύχτια στο μοντάζ, χιλιάδες emails και επιστολές και δεκάδες ώρες σε συναντήσεις για τη συλλογή πληροφοριών και τη διασταύρωση των γεγονότων.
«Στην πραγματικότητα χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να πάρει σχήμα μέσα μου η ανάγκη να κάνω κάτι για την Κάλλας. Κάτι που να μην αναπαράγει αυτά που έχουν γραφτεί και ειπωθεί, κάτι που να μην αφορά τη μεγάλη καριέρα που γνωρίζουμε με κάθε λεπτομέρεια, κάτι που να μην πραγματεύεται την κοσμική διάσταση της ζωής της ή κάτι που να μη θέλει να μιλήσει για τις ματαιώσεις της προσωπικής της ζωής. Όταν ξεκίνησα να δουλεύω στη Λυρική, πολύ γρήγορα ήρθα σε επαφή με το αρχειακό υλικό από τις παραστάσεις της στην Αθήνα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
»Από την έρευνα που έκανα συνειδητοποίησα δύο πράγματα: ότι η περίοδος της προσωπικής και καλλιτεχνικής της ενηλικίωσης στην Αθήνα αφενός είναι εν πολλοίς άγνωστη, ακόμα και στους ανθρώπους που έχουν μελετήσει τη ζωή της. Αφετέρου ότι κρύβει μέσα της μια ιστορία θριάμβου της θέλησης, της εργατικότητας, αλλά και της αντίστασης απέναντι σε κάθε δυσκολία. Η αίσθησή μου είναι ότι, ενώ όλα ήταν εναντίον της -η οικογένεια, οι συμμαθητές, οι συνάδελφοι-, η Κάλλας κατάφερε να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο και να γίνει ένα σπουδαίο αξεπέραστο σύμβολο για όλους μας. Αλλά, επίσης, ας μου επιτραπεί: η Κάλλας είναι ένα σύμβολο δύναμης για τους αδύναμους και τους φοβισμένους».
«Είχε εμμονή με την κατάκτηση της τελειότητας στην τέχνη της. Γι’ αυτό και από τα πρώτα χρόνια του Ωδείου στην Αθήνα παρακολουθούσε όλες τις τάξεις τραγουδιού για να μαθαίνει ακόμα και από τη διδασκαλία των άλλων φωνών: των τενόρων, των βαρύτονων, όλων».
Η Μαρία Κάλλας χωράει ίσως σε ένα πλάνο ή σε μια άρια;
Η Μαρία Κάλλας ευτυχώς δεν χωράει σε καμία περιγραφή, δεν την αγγίζει καμία κριτική, δεν θα εγκλωβιστεί ποτέ σε μια ταινία, σε ένα βιβλίο. Ευτυχώς όμως η τέχνη που άφησε πίσω της θα λειτουργεί πάντα ως το απόλυτο μέτρο σύγκρισης στην τέχνη της όπερας. Η Κάλλας έδωσε το φιλί της ζωής στην τέχνη της όπερας, κάνοντάς τη συναρπαστική, ζωντανή, διαχρονική.
Η Ελληνίδα σοπράνο είναι μια γυναίκα που αγαπήθηκε εμμονικά σε ολόκληρο τον κόσμο. Τι αγαπούσε εμμονικά η ίδια;
Σίγουρα δεν θα μπορούσα εγώ να πάρω την ευθύνη να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Αν όμως κατάλαβα κάτι από τη δική μου μελέτη, είναι ότι είχε εμμονή με την κατάκτηση της τελειότητας στην τέχνη της. Γι’ αυτό και από τα πρώτα χρόνια του Ωδείου στην Αθήνα παρακολουθούσε όλες τις τάξεις τραγουδιού για να μαθαίνει ακόμα και από τη διδασκαλία των άλλων φωνών: των τενόρων, των βαρύτονων, όλων. Παράλληλα, για να μπορέσει να ξεπεράσει τα προβλήματα που της δημιουργούσε η μεγάλη μυωπία της, μάθαινε απέξω ολόκληρες τις όπερες, και όχι μόνο τον ρόλο της, για να μην έχει ανάγκη να βλέπει τις υποδείξεις του μαέστρου, τον οποίο δεν μπορούσε να δει χωρίς γυαλιά πάνω στη σκηνή. Η μανία της να μελετά πολλούς και διαφορετικούς ρόλους του ρεπερτορίου με τη δασκάλα της, Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, τη βοήθησε στη μεγάλη της καριέρα στην Ιταλία να αντιμετωπίζει κάθε πρόκληση. Είναι γνωστό ότι απαιτούσε πάντα τις περισσότερες πρόβες και εκνευριζόταν όταν λόγω ωραρίου έπρεπε να σταματήσουν. Ίσως αυτή η ασκητική ζωή μέσα στη μελέτη, στις πρόβες και τις παραστάσεις, από το 1940 έως και περίπου το 1959 που γνώρισε τον Ωνάση, της δημιούργησε την ανάγκη για έναν άλλο τρόπο ζωής: να διασκεδάσει, να ξεκουραστεί, να βάλει μια άνω τελεία στην τέχνη της.
Το «Μαίρη, Μαριάνα, Μαρία» επικεντρώνεται στα ελληνικά χρόνια. Πόσο δύσκολο ήταν να βρεθεί υλικό;
Στην πραγματικότητα ξεκινήσαμε αποδεχόμενοι ότι έχουμε αποτύχει. Θελήσαμε να κάνουμε ένα οπτικοακουστικό έργο για μια εποχή (1937-1945) από την οποία δεν σώζεται κανένα αρχείο. Ψάξαμε στα αρχεία του Γερμανικού Στρατού για μια ηχογράφηση του «Φιντέλιο» του 1944, αλλά απλώς επιβεβαιώσαμε αυτό που ήδη γνωρίζαμε: ότι δεν έχει σωθεί τίποτα. Από την άλλη, στο αρχείο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, του Ωδείου Αθηνών και του Εθνικού Ωδείου σώζονται πολύ ενδιαφέροντα τεκμήρια από τα πρώτα χρόνια της, όπως φωτογραφίες, προγράμματα συναυλιών και παραστάσεων, βαθμολόγια κτλ. Με αυτά, με μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα, αλλά και με μεταγενέστερες συνεντεύξεις της ίδιας θέλω να πιστεύω ότι καταφέραμε να αφηγηθούμε την ιστορία των ελληνικών χρόνων της σωστά και τεκμηριωμένα. Φυσικά, έχοντας πάντα την τύχη να σώζονται όλες οι ηχογραφήσεις από τη μεγάλη καριέρα της και κάποια λίγα αλλά ιστορικά βίντεο, εύχομαι και ελπίζω ότι η ιστορία των ελληνικών χρόνων της θα συγκινήσει και αυτούς που γνωρίζουν και έχουν μελετήσει τον μύθο της αλλά και όλους εκείνους που θα έρθουν για πρώτη φορά σε επαφή με αυτόν.
Μπορεί κάποιος να διακρίνει την πορεία που θα ακολουθήσει στην καριέρα της και τη ζωή της στα ελληνικά της χρόνια;
Απολύτως ναι. Τα αθηναϊκά χρόνια είναι ένα προφητικό πρελούδιο της ενήλικης ζωής και της μεγάλης καριέρας της Μαρίας. Όχι μόνο γιατί σε αυτά τα χρόνια έλαβε τα κατάλληλα εφόδια για να αντιμετωπίσει κάθε πιθανή πρόκληση, αλλά και γιατί πολλά από τα γεγονότα της Αθήνας μοιάζουν με προάγγελο όλων αυτών που θα ακολουθήσουν. Η δική μου αίσθηση είναι ότι στην Αθήνα είχε ήδη αποκτήσει τη δύναμη να υπερνικά κάθε δυσκολία. Ακόμα και το γεγονός ότι το 1945 έφυγε από την Αθήνα για να βρει την τύχη της στην Αμερική, όπου αμέσως έδωσε οντισιόν στη Μετροπόλιταν, δείχνει ότι είχε ήδη κατακτήσει ένα υψηλό επίπεδο αυτοπεποίθησης.
Ποιο από τα πράγματα που έμαθες για την Κάλλας γυρίζοντας αυτό το φιλμ ήταν το πιο συνταρακτικό ή, έστω, σε ξάφνιασε;
Αυτό που με συντάραξε και με συγκινεί πάντα είναι η δύναμή της να αντιμετωπίζει τις γιγαντιαίες δυσκολίες της ζωής της και το γεγονός ότι κατάφερε να φτάσει σε αυτή την κορυφή που κανείς ποτέ δεν έχει πατήσει, παρότι όλα και όλοι ήταν εναντίον της.
Τελικά, από τι είναι φτιαγμένος ο μύθος της Κάλλας;
Από δύναμη, εργατικότητα, ταλέντο, επιθυμία για ζωή, σκληρή μελέτη, αφοσίωση. Είναι ένας μύθος που ακροβατεί κάθε δευτερόλεπτο ανάμεσα στην τραγωδία και τον θρίαμβο. Για κάθε φοβισμένο παιδί που δεν έχει καμία βοήθεια στη ζωή του η Κάλλας είναι ένα λαμπερό παράδειγμα ότι τα πάντα είναι εφικτά, τα πάντα είναι δυνατά, αρκεί να το θέλει βαθιά και κυρίως να ματώσει για να το πετύχει.
Το ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάνα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», θα κάνει πρεμιέρα στις 2 Δεκεμβρίου στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος στο ΚΠΙΣΝ.