Από τη Μία Κόλλια
Η πορεία του ήταν εντυπωσιακή και η προσφορά του στην τέχνη ανυπολόγιστη, καθώς «γνώρισε» στο ευρύ κοινό τι σημαίνει κλασική μουσική. Μουσικός διευθυντής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης, συνθέτης συμφωνιών, χορωδιακών έργων, έργων για μπαλέτο, μιούζικαλ, καθώς επίσης και βραβευμένων με Όσκαρ σάουντρακ, όπως για την ταινία «Το λιμάνι της αγωνίας» (1954) του Ελία Καζάν, ο Λέοναρντ Μπερνστάιν ήταν εξάλλου ένας φοβερός πιανίστας. Δεινός ρήτορας με απίστευτο επικοινωνιακό ταλέντο, ήταν ο εμπνευστής των ζωντανών τηλεοπτικών προγραμμάτων μέσα από τα οποία μυήθηκε στη μουσική μια ολόκληρη γενιά Αμερικανών.
Οι εντυπωσιακές σπουδές
Ο Λέοναρντ Μπερνστάιν μεγάλωσε στη Βοστώνη σε εβραϊκή οικογένεια χωρίς μουσική παιδεία. Σε ηλικία 10 ετών, μια θεία του τού χάρισε το πιάνο της και από τότε κατάλαβε τι θα κάνει στη ζωή του, όπως δήλωσε ο ίδιος χρόνια αργότερα.
Φοίτησε στο Boston Latin School, ενώ ως έφηβος έπαιζε περιστασιακά πιάνο σε jazz σχήματα για να συμπληρώσει τα δίδακτρα των μαθημάτων μουσικής. Αν και ο πατέρας του δεν συμφωνούσε με τη μουσική καριέρα που ο γιος του ήθελε να ακολουθήσει, του επέτρεψε να σπουδάσει πιάνο στο Harvard. Εκεί ο Λέοναρντ είχε την τύχη να γνωρίσει σπουδαίες μουσικές προσωπικότητες, ανάμεσά τους τον χαρισματικό Έλληνα μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο. Η συνάντησή τους έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να γίνει και ο ίδιος διευθυντής ορχήστρας.
Είχε την τύχη να γνωρίσει σπουδαίες μουσικές προσωπικότητες, ανάμεσά τους τον χαρισματικό Έλληνα μαέστρο Δημήτρη Μητρόπουλο. Η συνάντησή τους έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να γίνει και ο ίδιος διευθυντής ορχήστρας.
Μετά την αποφοίτησή του από το Harvard, ο Μπερνστάιν έγινε δεκτός στο Curtis Institute of Music στη Φιλαδέλφεια, όπου διέπρεψε στο πιάνο, ενώ το καλοκαίρι του 1940 παρακολούθησε μαθήματα στο Tanglewood Music Center, θερινή βάση της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστώνης, με δάσκαλο τον διευθυντή της, Σερζ Κουσεβίτζκι, που έγινε ο μέντοράς του.
Η άμεση αναγνώριση
Η θέση που άλλαξε τη ζωή του ήταν εκείνη του βοηθού μαέστρου στη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Νέας Υόρκης, τον Αύγουστο του 1943. Μέσα σε ενάμιση χρόνο από την πρόσληψή του είχε γίνει ήδη διάσημος, ενώ λίγους μήνες αργότερα ήρθε η χρυσή ευκαιρία: χρειάστηκε να αντικαταστήσει την τελευταία στιγμή τον διευθυντή της, Μπρούνο Βάλτερ, στο πόντιουμ του Carnegie Hall, λόγω ασθενείας, σε μια συναυλία που επρόκειτο να αναμεταδοθεί σε ολόκληρη την Αμερική. Έκτότε ακολούθησαν πολλές και σπουδαίες προτάσεις συνεργασίας.
Ο δύσκολος έρωτας
Το 1953 ο Μπερνστάιν διηύθυνε τη «Μήδεια» του Λουίτζι Τσερουμπίνι στο θέατρο La Scala του Μιλάνο, με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Κάλλας, γράφοντας Ιστορία, αφού ήταν ο πρώτος Αμερικανός αρχιμουσικός που πάτησε το πόδι του στο πόντιουμ της πιο διάσημης Λυρικής Σκηνής στον κόσμο. Δύο χρόνια μετά θα ξανασυναντηθεί με την Κάλλας στο ίδιο θέατρο, αυτή τη φορά για να την διευθύνει στην «Υπνοβάτιδα» του Μπελίνι (1955).
Το 1953 ο Μπερνστάιν διηύθυνε τη «Μήδεια» του Λουίτζι Τσερουμπίνι στο θέατρο La Scala του Μιλάνο, με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Κάλλας, γράφοντας Ιστορία, αφού ήταν ο πρώτος Αμερικανός αρχιμουσικός που πάτησε το πόδι του στο πόντιουμ της πιο διάσημης Λυρικής Σκηνής
Εκείνη την περίοδο ο Μπερνστάιν παντρεύτηκε τη Χιλιανή ηθοποιό Φελίσια Μοντεαλέγρε. Η σχέση τους ήταν θυελλώδης, περιπετειώδης, κινηματογραφική. Από την πρώτη τους συνάντηση, το 1946, τους δύο αρραβώνες που διαλύθηκαν, το γάμο τους και την απόκτηση τριών παιδιών, μεσολάβησαν τριάντα χρόνια συντροφικότητας, παρόλο που όλο αυτό το διάστημα ο Μπερνστάιν πάλευε με τη σεξουαλικότητά του. Λίγο μετά το γάμο τους, η Φελίσια τού έγραψε «…είσαι ομοφυλόφιλος και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ… είμαι πρόθυμη να σε δεχτώ όπως είσαι», όπως μαθαίνουμε από το βιβλίο «The Leonard Bernstein Letters» (2013). Στη νέα ταινία «Maestro» (Netflix) ο Μπράντλεϊ Κούπερ ενσαρκώνει τη μυθική προσωπικότητα του Μπερνστάιν με συμπρωταγωνίστρια την Κάρεϊ Μάλιγκαν, που υποδύεται τη σύζυγό του.
Οι εσωτερικές συγκρούσεις στην προσωπική του ζωή δεν εμπόδιζαν τον Μπερνστάιν να διαπρέπει καλλιτεχνικά: από το 1958 έως το 1969 ήταν ο αρχιμουσικός της περίφημης Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης, συμβάλλοντας στη σημαντική ανανέωση του ρεπερτορίου της, ενώ συνέθεσε συμφωνική μουσική, μουσική για μπαλέτο, αλλά και μουσική για θεατρικά μιούζικαλ και κινηματογραφικές ταινίες. Το έργο που έβαλε το όνομα του συνθέτη στην καρδιά των απανταχού θεατρόφιλων και σινεφίλ ήταν το «West Side Story». Το μιούζικαλ μεταφέρθηκε το 1961 στον κινηματογράφο και έγινε γνωστό σε όλο τον κόσμο. Η ταινία θριάμβευσε στα Όσκαρ αποσπώντας 10 από τα 11 βραβεία για τα οποία είχε προταθεί.
«Οποιοδήποτε σπουδαίο έργο τέχνης αναβιώνει και αναπροσαρμόζει το χρόνο και το χώρο έχει ως μέτρο της επιτυχίας του το βαθμό στον οποίο σε κάνει κάτοικο αυτού του κόσμου, σε προσκαλεί και σε αφήνει να αναπνεύσεις τον παράξενο, ιδιαίτερο αέρα του» – έχει πει ο Μπερνστάιν χαρακτηριστικά.
Από την πρώτη τους συνάντηση, το 1946, τους δύο αρραβώνες που διαλύθηκαν, το γάμο τους και την απόκτηση τριών παιδιών, μεσολάβησαν τριάντα χρόνια συντροφικότητας, παρόλο που όλο αυτό το διάστημα ο Μπερνστάιν πάλευε με τη σεξουαλικότητά του.
Μέσα από τα μάτια της κόρης του, Τζέιμι
Για να γιορτάσει τα 100 χρόνια από τη γέννηση (στις 25 Αυγούστου 1918) του πατέρα της, η κόρη του, Τζέιμι, εξέδωσε το 2018 το βιβλίο «Famous Father Girl: A Memoir of Growing Up Bernstein», όπου η ίδια εξιστορεί την οικογενειακή του ζωή και την αδιάκοπη μάχη της να σταθεί όρθια κάτω από το εκτυφλωτικό φως του κυριαρχικού αυτού πατέρα. Σε συνέντευξή της έχει πει μεταξύ άλλων: «Ήταν πληθωρικός και σαρωτικός. Δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Του άρεσε να μιλά πολύ και να αναλύει με τις ώρες, είχε άποψη για τα πάντα και ήταν δεσποτικός. Πάλευε χρόνια με τους προσωπικούς του δαίμονες, ένα αυτομαστίγωμα από το οποίο υπέφερε έντονα – νομίζω όμως ότι αυτά συμβαίνουν στους καλλιτέχνες. Πολλές φορές ήταν σαν να χάνει την πίστη του, την πίστη ως έννοια γενικότερα, αλλά και στον γάμο του, αφού ήταν bisexual. Πιστεύω ότι αυτά τα αντιφατικά συναισθήματα του προκαλούσαν μια συνεχή αγωνία. Αλλά τι να έκανε; Πραγματικά η αύρα του ήταν εξαιρετικά ερωτική. Όπως και η μουσική του ήταν για εκείνον σαν να κάνει έρωτα».
Η Ελλάδα και η παγκόσμια ειρήνη
Έχει και η χώρα μας να θυμάται στιγμές από την παρουσία του όταν το 1985 το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας φιλοξένησε συναυλία του κορυφαίου μουσικοσυνθέτη. Ο Μπερνστάιν, καλεσμένος της φίλης του Μελίνας Μερκούρη, είχε εμφανιστεί σε μια συναυλία για την ειρήνη όπου διηύθυνε και τη δική του «Συμφωνία Νο 3 Kaddish». Επρόκειτο για σύνθεση εμπνευσμένη από την εβραϊκή προσευχή (καντίς), την επιμνημόσυνη δέηση για τους νεκρούς. Άλλωστε η έγνοιά του για την παγκόσμια ειρήνη ήταν παροιμιώδης. Είχε ήδη περιγράψει το όραμά του για την αρμονία των λαών το 1980 σε ομιλία του στο Johns Hopkins University και το 1983 στον Καθεδρικό Ναό St. John the Divine στη Νέα Υόρκη.
Το 1985 το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας φιλοξένησε συναυλία του κορυφαίου μουσικοσυνθέτη. Ο Μπερνστάιν, καλεσμένος της φίλης του Μελίνας Μερκούρη, είχε εμφανιστεί σε μια συναυλία για την ειρήνη
Kάποια λόγια του από το Hopkins αποτυπώνουν τη φιλοσοφία του: «Είμαι καλλιτέχνης και θα πω πως δεν επιτρέπουμε στη φαντασία μας να ανθήσει. Οι φαντασιώσεις που ζούμε είναι ακόμη εκείνες οι παλιές της πρωτόγονης φυλής που πηγάζουν από την απληστία, τη λαγνεία για εξουσία. Χρειαζόμαστε απεγνωσμένα να καλλιεργήσουμε νέα οράματα που θα μπορέσουν να καταστήσουν αυτή τη γη ασφαλή, που θα διασφαλίσουν την επικράτηση της λογικής, που θα λειτουργούν υπέρ ενός ηθικά λειτουργικού κόσμου αντί ενός καταστροφικού. Μας επαναλαμβάνουν πως υπάρχει αρκετή τροφή παγκοσμίως για να θρέψει 20 φορές περισσότερο πληθυσμό, ότι υπάρχει αρκετό νερό για να ποτίσει τις ερήμους. Γιατί λοιπόν οι άνθρωποι βυθίζονται ξανά και ξανά; Σκεφθείτε μόνο πως αν χρησιμοποιούσαμε τη δύναμη της φαντασίας μας -που τώρα ασχολείται μόνο με παιχνίδια ισχύος- προς άλλη κατεύθυνση, προς πάσης φύσης αφοπλισμό, τι θαύματα θα πετυχαίναμε, σε ποιες νέες αλήθειες μπροστά θα βρισκόμασταν και πόσες απίστευτες ομορφιές θα ανακαλύπταμε!».
Ο Λέοναρντ Μπερνστάιν πέθανε το 1990 σε ηλικία 72 ετών. Ωστόσο, η μουσική του κληρονομιά θα διαποτίζει κινηματογραφικές αίθουσες και θεατρικές σκηνές για πολλές δεκαετίες.