Τη Λένα Παπαληγούρα την έχουμε θαυμάσει σε πολλούς ρόλους, ενώ την έχουμε αγαπήσει ιδιαίτερα και για τους θεατρικούς μονολόγους στους οποίους έχει πρωταγωνιστήσει κατά καιρούς – η «Κατερίνα» της δεν θα φύγει εύκολα από το μυαλό μας.
Φέτος, αναλαμβάνει έναν άλλο μονόλογο. Αυτόν της Tessa, μιας δικηγόρου, που έπεσε θύμα βιασμού και τώρα προσπαθεί να βρει το δίκιο της, παλεύοντας με τα στερεότυπα, τις κοινωνικές αδικίες, τις έμφυλες διακρίσεις και τα δικά της προσωπικά πιστεύω.
Η ίδια θεωρεί πως το «Prima Facie» θα έπρεπε να το δουν παιδιά Λυκείου ή λίγο μεγαλύτεροι σε ηλικία έφηβοι. Το χαρακτηρίζει συγκλονιστικό ως έργο και παραδέχεται πως ένιωσε χρέος να πει το «ναι» στη συγκεκριμένη παράσταση, καθώς «είναι ώρα η κοινωνία μας να ανοίξει τα μάτια της σε αυτό το τεράστιο θέμα», αν και είχε αποφασίσει να μην κάνει ξανά μονόλογο.
«Όταν μου το πρότεινε ο Γιώργος Οικονόμου (σ.σ. ο σκηνοθέτης της παράστασης), είχα αποφασίσει, λόγω της εμπειρίας που είχα με την Κατερίνα στο παρελθόν, να μην ξανακάνω μονόλογο. Παρ’ όλα αυτά ήταν τόσο συγκλονιστικό το έργο και τόσο όμορφος ο τρόπος που μου μίλησε ο Γιώργος γι’ αυτό, που επικοινωνήσαμε σε βαθύ επίπεδο και τελικά άλλαξα γνώμη, χωρίς να μου πάρει πολύ χρόνο.
Η θεματική του σίγουρα παίζει ρόλο. Ένιωσα χρέος να το κάνω αυτό το έργο, επειδή μιλάει για τη σεξουαλική κακοποίηση – είναι ώρα η κοινωνία μας να ανοίξει τα μάτια της και να δει αυτό το τεράστιο θέμα. Δεν μιλάει απλώς για τον σωματικό βιασμό μιας γυναίκας, αλλά και για τον βιασμό που υφίσταται όταν αποφασίζει να καταγγείλει ό,τι της συνέβη».
Αγαπά πολύ τις αστυνομικές σειρές, αν και αυτή την περίοδο παρακολουθεί με ενδιαφέρον το «The Perfect Couple» και από την κουβέντα μας καταλαβαίνω ότι έχει υψηλό το αίσθημα του δικαίου, που, όπως μου αποκάλυψε, μάλλον οφείλεται στη δουλειά και τις συζητήσεις με τον πατέρα της –είναι κόρη του γνωστού δικηγόρου και πρώην Υπουργού, Αναστάσιου Παπαληγούρα. Αντίθετα, την ανάγκη της να βλέπει πέρα από τη «μάσκα» των ανθρώπων την έχει κληρονομήσει από την ψυχολόγο μητέρα της.
«Ο πατέρας μου νομίζω, από αγάπη για την πατρίδα του και λαχτάρα για προσφορά και δικαιοσύνη, με επηρέασε στο αίσθημα δικαίου. Η μητέρα μου, είναι ψυχολόγος, με έμαθε να κοιτάζω την ανθρώπινη ψυχή με αγάπη. Νομίζω γενικά τα βιώματα του καθενός επηρεάζουν, χωρίς να είναι τα μόνα καθοριστικά ή αυτά που διαμόρφωσαν εμένα απόλυτα. Γενικά, ο τρόπος που εκπαιδεύεται ο άνθρωπος είναι βασικός, για αυτό και επιμένω και στο κομμάτι της πολιτείας. Το θέμα της ισότητας, ας πούμε, είναι και θέμα εκπαίδευσης και από την οικογένεια και από την πολιτεία».
Αντιλαμβάνομαι, όμως, ότι είναι και άψογη επαγγελματίας. Μου το επιβεβαιώνει λέγοντας πως για καταφέρει να μπει πιο βαθιά στο «πετσί του ρόλου» παρακολούθησε μέχρι και σχετικές δίκες.
«Δεν γίνεται να μείνεις απέξω από τη στιγμή που αποφασίζεις να το κάνεις. Εγώ, αφού είπα το ναι, είμαι 100% μέσα σε αυτό. Πήγα στο δικαστήριο να παρακολουθήσω δίκες, έκανα την έρευνά μου και υπερασπίζομαι αυτό το πρόσωπο πολύ. Από εκεί και πέρα είναι και η δουλειά μου. Σίγουρα με επηρεάζει η ένταση και όσα συμβαίνουν στο έργο, αλλά δεν θα είμαι 24 ώρες το 24ωρο μόνο σε αυτό».
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Λένα Παπαληγούρα «συναντιέται» με ένα θεατρικό έργο που αφορά στη γυναικεία αυτοδιάθεση και όσα μπορεί μια γυναίκα να αντιμετωπίσει σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία. Η ίδια λέει πως δεν έχει επιδιώξει ποτέ κάποιον ρόλο, αντίθετα οι χαρακτήρες την έχουν βρει, πράγμα που βρίσκει συγκινητικό.
«Συνεργασίες έχω επιδιώξει και μετά έχω προσπαθήσει πολύ για τις διαδικασίες στις οποίες δουλεύω, να είμαι πιο ελεύθερη, πιο ανοιχτή. Τα πιο ωραία πράγματα έχουν έρθει χωρίς να τα έχω ζητήσει. Είναι πολύ συγκινητικό να έρχονται στα χέρια μου αυτές οι ηρωίδες και να με κάνουν να υπερνικώ τη δική μου ανασφάλεια υπερέκθεσης, επειδή υπερτερεί η ανάγκη να πω την ιστορία τους. Οι ρόλοι που έχω παίξει με έχουν βρει, ίσως θα έπρεπε να ρωτήσεις τους σκηνοθέτες τι βλέπουν σε εμένα (γελάει).
Η Κατερίνα, νομίζω είναι ρόλος που με στιγμάτισε. Η σχέση μου με τον Γιώργο Νανούρη (τον σκηνοθέτη), όπως έγινε όλο αυτό, η αποδοχή από τον κόσμο, δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Πολλά ακόμη που έχω κάνει είναι εξίσου σημαντικά, όπως η παράσταση για το trafficking που έκανα με τον Γιώργο Παλούμπη ή το Air Hostess, η ταινία. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποια δουλειά, απλώς η Κατερίνα ήταν μια παράσταση με πολύ μεγάλη διαδρομή. Αυτό που κάνω τώρα είναι επίσης μονόλογος, αλλά πολύ διαφορετικός».
Η κουβέντα μας γίνεται λίγες ημέρες μετά την πρεμιέρα του έργου στο θέατρο. Δεν μπορώ να μην ρωτήσω πως ο κόσμος ανταποκρίνεται σε αυτό το δύσκολο κοινωνικά έργο.
«Είναι πολύ συγκινητικό το ότι όλες οι παραστάσεις, από τότε που άνοιξε η προπώληση είναι sold out. Αυτό δείχνει ότι τελικά θέλουμε να μιλάμε για αυτά τα θέματα. Το θέατρο είναι κατ’ εξοχήν ένας χώρος, στον οποίο πρέπει να παρουσιάζονται τέτοια θέματα, γιατί έχει τη δυνατότητα να “μετακινήσει” τους θεατές.
Στην Αγγλία, για παράδειγμα, όταν ανέβηκε αυτή η παράσταση την είδαν κάποιοι δικαστές και πρότειναν να αλλάξει ένας σχετικός νόμος, οπότε νομίζω ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με μια απτή δύναμη του θεάτρου. Θεωρώ ότι είναι ένα έργο αρκετά αφυπνιστικό και πιστεύω πως ο κόσμος θέλει να μιλήσει για αυτά τα θέματα.
Στη δική μας παράσταση, ένιωσα ότι ο κόσμος είναι πολύ “μαζί” μου. Συγκινήθηκα ιδιαίτερα, γιατί είμαι και εντελώς μόνη εκεί. Μάλιστα, μία γυναίκα μας είπε ότι βγήκε έξω, επειδή ζορίστηκε και επέστρεψε έπειτα από λίγο. Παρ’ όλο που το έργο έχει και χιούμορ, δεν είναι μόνο ζοφερό, μπορώ να φανταστώ για κάποιον ότι μπορεί να γίνει δύσκολο – όπως και για εμένα, άλλωστε, που παίζω σε αυτό.
Το θέατρο δίνει φωνή σε ανθρώπους που δεν μπορούμε να ακούσουμε τις φωνές τους. Αν δεν το πίστευα δεν θα έκανα αυτή τη δουλειά. Όταν κάποιος έρχεται στο έργο είναι αρκετά ευάλωτος και ασφαλής ταυτόχρονα. Ευάλωτος γιατί “μπαίνει” μέσα σε μια ιστορία και ασφαλής γιατί μπορεί να “κρύβεται” μαζί με πολλούς άλλους ανθρώπους στο σκοτάδι της πλατείας. Οπότε είναι και αρκετά ανοιχτός, αυτός που θα έρθει στο θέατρο ή έστω αυτό ελπίζουμε εμείς που κάνουμε αυτή τη δουλειά. Ενδεχομένως, μπορεί πραγματικά να “κινηθεί” με πράγματα που βλέπει. Προσωπικά, μου έχει συμβεί».
Πώς μπορεί ο ηθοποιός να αποφορτιστεί έπειτα από μια τόσο δυνατή υποκριτική εμπειρία;
«Η δουλειά με βοηθά σίγουρα να αποφορτίζομαι από την καθημερινότητα. Τώρα, κάθε παράσταση έχει μία διαδρομή, την οποία όσο τη χτίζεις και τη φτιάχνεις -σε βοηθά αυτός ο κύκλος να αποφορτίζεσαι. Παρ’ όλα αυτά μετά το τέλος της παράστασης χρειάζεσαι λίγο χρόνο, γιατί δεν είναι μόνο η ψυχική καταπόνηση, αλλά και η σωματική. Συνδυάζονται αυτά τα δύο. Προσωπικά, όταν είμαι στην παράσταση είμαι δοσμένη εκεί, μετά είναι η ζωή, που μπορεί να είναι και δυσκολότερη από την τέχνη.
Όταν φτάσεις πια στο γύρισμα ή στην παράσταση νιώθεις ότι έχεις κάνεις τη δουλειά που χρειάζεται πριν, το κουβαλάς μαζί σου με κάθε τρόπο. Περπατάς στον δρόμο, βλέπεις κάτι εμπνέεσαι, το μεταφέρεις σε μία σκηνή. Γι’ αυτό και μου αρέσουν και οι mini σειρές και οι ταινίες. Έχεις την ευκαιρία να αποκτήσεις μια συνολική εικόνα του χαρακτήρα – τον χτίζεις, από το να κάνεις μια σειρά με μεγάλη διάρκεια που τα σενάρια διαρκώς έρχονται και εξελίσσεται η πλοκή πιο αργά. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχει δυναμική η τηλεόραση και προσωπικά μου αρέσει όταν γίνονται προσεγμένες και με ωραίο τρόπο δουλειές».
Η Tessa, αφού αποφασίζει να καταγγείλει ό,τι της συνέβη βλέπει τις αξίες και τα πιστεύω της να ανατρέπονται. Πώς καταφέρνει να παλέψει για το δίκαιο, έπειτα από αυτό;
«Μέσα από τη διαδικασία της καταγγελίας αμφισβητείται όλο της το είναι. Είχε μια φοβερή γενναιότητα η Tessa ως χαρακτήρας. Αρχικά, να καταγγείλει το περιστατικό – για εμένα οι γυναίκες που το κάνουν αυτό είναι απίστευτα γενναίες – και έχει τη γενναιότητα να βρει δύναμη μέσα από την τραγικότητά της. Μοιάζει να βγαίνει πιο δυνατή από αυτή την ιστορία, είναι σαν να της αποκαλύπτεται ο εαυτός της μέσα από αυτό, να αντιλαμβάνεται ποια είναι».
Το έργο θίγει, μεταξύ άλλων, ζητήματα ισότητας και δικαιοσύνης. Πόσο εμπιστεύεται η Λένα Παπαληγούρα τη δικαιοσύνη σήμερα και πώς μπορούν να αλλάξουν τα κακώς κείμενα, ώστε να ακουστεί καθαρότερα η φωνή των θυμάτων;
«Υπάρχει ένα κομμάτι στο έργο που λέει κάτι συγκλονιστικό, ότι ο νόμος είναι κάτι που δημιουργούμε εμείς, το καλλιεργούμε εμείς, άρα πρέπει να αλλάξει, γιατί οι νόμοι φτιάχνονται με βάση τις εμπειρίες.
Προσωπικά, δεν γνωρίζω τη νομοθεσία, αλλά κλονίστηκα όταν σε κουβέντα με τον πατέρα μου έμαθα ότι ήταν ο πρώτος που έφερε το θέμα του trafficking και της ενδοοικογενειακής βίας στη Βουλή το 2006. Το λέω γιατί είναι πάρα πολύ αργά – και είναι συγκινητικό γιατί το έκανε εκείνος και μου δίνει και μια απάντηση στο γιατί μου αρέσουν αυτά τα έργα – αλλά το κομμάτι της ημερομηνίας με σόκαρε. Είναι μια απάντηση για έμενα, δηλαδή, η κοινωνία πρέπει να μεριμνά προτού οι γυναίκες γίνουν θύματα, να μην φτάνουμε στις γυναικοκτονίες.
Πρέπει να εκπαιδευτεί με έναν τρόπο η κοινωνία, μπορεί να φαίνεται πως γίνονται βήματα, αλλά χρειάζονται πάρα πολλά ακόμα. Και αυτό δεν είναι δουλειά που θα γίνει μόνο στα σπίτια ή μόνο από εκείνους που έχουν μικρά παιδιά. Πρέπει να γίνει και στα σχολεία. Ένας λόγος που ήθελα να κάνω το Prima Facie είναι επειδή θα ήθελα πολύ να το δουν Λύκεια.
Γενικά, και αυτό είναι ένα από τα πολύ σοβαρά ζητήματα που θίγει το έργο, υπάρχει πολύ μεγάλη κρίση στην πίστη προς το σύστημα. Για εμένα αυτό είναι τραγικό. Αυτό δείχνει μια τεράστια κρίση αξιών. Δεν υπάρχει καμία σταθερά, οπότε βλέποντας όλα αυτά που συμβαίνουν, δε θα πω ότι δεν εμπιστεύομαι τη δικαιοσύνη, αλλά αυτά που γίνονται από την πολιτεία δεν αρκούν. Δεν θα πω ότι δεν εφαρμόζονται οι νόμοι, αλλά κάτι δεν γίνεται σωστά».
Φέτος, πέρα από το θέατρο την απολαμβάνουμε και στην τηλεοπτική σειρά «Μαύροι Πίνακες», στην οποία υποδύεται τη Αγάπη, μία μητέρα που χάνει ξαφνικά την έφηβη κόρη της και προσπαθεί να συνεχίσει τη ζωή της σε έναν κακοποιητικό γάμο με αυτό το βάρος στην ψυχή της και το κενό στη ζωή της.
«Αυτή η σειρά μου αρέσει πολύ. Είναι ένα πολύ καλογραμμένο σενάριο και είναι ελληνική παραγωγή – δεν είναι κάποιο φορμάτ δηλαδή το σενάριο, η σκηνοθεσία, οι συντελεστές, το καστ: πρόκειται για μια πολύ προσεγμένη και όμορφη παραγωγή. Έχει διαδρομή μεγάλη ο ρόλος της Αγάπης και για εμένα θίγει ακόμη ένα πολύ δυνατό θέμα, αυτό της κακοποίησης, που είναι πάρα πολύ σημαντικό που το βλέπουμε στην τηλεόραση.
Στις συνεργασίες μου κυνηγάω την επικοινωνία και την έμπνευση σε όλα τα επίπεδα. Θέλω να υπάρχει σεβασμός και να δίνεται χώρος στους ανθρώπους, όπως ακριβώς και στη ζωή μου. Γενικά, δεν είμαι τόσο κλειστή, όσο πολλοί μπορεί να φαντάζονται. Αλλά δεν θα συζητήσω και τα προσωπικά μου θέματα αμέσως. Δεν θα τα βγάλω με ντουντούκα. Είμαι ένας συνδυασμός, όπως όλοι οι άνθρωποι,νομίζω.
Από την άλλη η δουλειά μας είναι τέτοια που μας καλεί να καταθέσουμε ένα προσωπικό κομμάτι, όχι απαραίτητα κοινό ως εμπειρία με τον ρόλο μας, αλλά να πάρεις όσο γίνεται πιο προσωπικά την ιστορία. Ο τρόπος για να το κάνω αυτό είναι να βρω πράγματα που με συγκινούν και με παρακινούν. Αυτό με κάνει να υπερβαίνω αυτή την προσωπική αγωνία».
Για το επαγγελματικό της μέλλον και τα βήματά της στην τηλεόραση και το σινεμά δεν μπορεί να είναι απόλυτα σίγουρη. «Εστιάζω στο Prima Facie και για μετά το Πάσχα ετοιμάζουμε το “Όσα Παίρνει ο Άνεμος” στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Αυτό μόνό μπορώ να πω αυτή τη στιγμή».
Την ημέρα της συνομιλίας μας έχει ραντεβού με τον Μανούσο Μανουσάκη για μια ενδεχόμενη συνεργασία. Η ζωή είχε όμως άλλα σχέδια για τον δημιουργικό σκηνοθέτη, που έφυγε από τη ζωή λίγες ημέρες πριν από τη δημοσίευση της συνέντευξης. «Ναι είναι αλήθεια ότι συζητούσαμε κάτι για δουλειά. Πραγματικά δεν μπορώ να το πιστέψω ότι έφυγε. Ήταν πολύ συγκινητικός στις συναντήσεις μας. Νιώθω ευγνωμοσύνη που τον γνώρισα έστω και τόσο λίγο. Ευγενής, εφυης, σπάνιος».
Κάθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησής μας μιλά με μεγάλη ζέση για τη δουλειά της. Αν και έκανε τα πρώτα της βήματα σε μία δύσκολη περίοδο για τον χώρο της υποκριτικής στην Ελλάδα και δεν είναι άνθρωπος της υπερέκθεσης, αγαπά πολύ το επάγγελμα του ηθοποιού από όποιο μέσο και αν εκφράζεται.
«Η υποκριτική είναι μία και για το θέατρο, και για την τηλεόραση και για τον κινηματογράφο. Τελείωσα τη σχολή σε μία περίοδο που υπήρχε μεγάλη κρίση στην τηλεόραση και στο σινεμά, οπότε βρήκα χώρο να αναπνεύσω στο θέατρο και νιώθω πολύ ευγνώμων γι’ αυτό, καθώς θεωρώ ότι η ζωντανή επαφή δεν αντικαθίσταται με τίποτα. Για μένα ο τρόπος που θα παίξεις είναι ένας, αν γίνει για κοντινό ή μακρινό πλάνο, αυτό είναι το 20% το άλλο 80% είναι πόσο έχεις δουλέψει εσύ, πόσο προσωπικό κόπο έχεις κάνει για τον ρόλο σου.
Αγαπώ πολύ το σινεμά, θα ήθελα να έχω κάνει περισσότερο. Έχει τύχει να μου προτείνουν ταινία και να μην μπορώ, λόγω του θεάτρου, επειδή στην Ελλάδα δεν μπορούν να προγραμματιστούν όλα νωρίτερα. Και το ίδιο και στην τηλεόραση, είχα προτάσεις, αλλά δεν μπορούσα επειδή είχα τα παιδιά μου μικρά. Ήταν επιλογή μου να μην λείπω 8 και 10 ώρες όταν είχα μωρό παιδί, αλλά δεν σταμάτησα να δουλεύω. Απομακρύνθηκα για περίπου 6 μήνες στο πρώτο και στο δεύτερο σταματήσαμε όλοι λόγω κορωνοϊού».
Η Λένα Παπαληγούρα είναι μητέρα δύο παιδιών. Μάλιστα, ο μικρότερος γιος της γεννήθηκε μέσα στην καραντίνα. Μπορεί η μητρότητα να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει μία γυναίκα τη ζωή;
«Συμβαίνουν πολλά όταν γίνεσαι μητέρα στην ιδιοσυγκρασία σου. Σκέφτεσαι πολλά, βλέπεις τα πράγματα με περισσότερη αγωνία, ειδικά το μέλλον. Προσωπικά, έχω περισσότερο άγχος, γιατί πλέον δεν αφορά μόνο εμένα – αφορά και τα παιδιά μου, αλλά δεν γίνεται και χωρίς βοήθεια. Δεν ξέρω πώς το καταφέρνουν εκείνοι που δεν έχουν βοήθεια. Εγώ έχω τη μαμά μου, που είναι καταπληκτική γιαγιά και τη μητέρα του συντρόφου μου. Εκείνος είναι επίσης, μαζί μου σε αυτό – είμαστε ομάδα. Και έχουμε και μία υπέροχη κυρία αν χρειαστεί. Δεν γίνεται χωρίς στήριξη».
Πληροφορίες παράσταστης Prima Facie
- Μετάφραση: Δάφνη Οικονόμου
- Σκηνοθεσία: Γιώργος Οικονόμου
- Σκηνογραφία: Παρίς Μέξης
Ερμηνεύει η Λένα Παπαληγούρα
Παραστάσεις: Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
***Οι παραστάσεις τις Δευτέρας, 2 Δεκεμβρίου και της Τρίτης 3 Δεκεμβρίου θα ξεκινήσουν στις 20:00
Βρείτε εισιτήρια εδώ.
Θέατρο Πορεία
Τρικόρφων 3, Αθήνα.