Η ιδέα μιας επίσημης συνέντευξης για δουλειά γεννήθηκε στην Αμερική τη δεκαετία του 1920 και πρόκειται για ακόμη φωτεινή ανακάλυψη του Thomas Edison. Έναν αιώνα αργότερα, η διαδικασία φαίνεται να έχει προχωρήσει ταυτόχρονα πολύ και καθόλου. Σύμφωνα με πληροφορίες, η διαδικασία που υπέβαλε ο Edison τους υποψήφιους εργαζόμενους περιελάμβανε ένα τεστ «επάρκειας» – κάτι σαν τις σημερινές συνεντεύξεις για δουλειά- όπου οι υποψήφιοι έπρεπε να προετοιμάζονται για ερωτήσεις όπως «Για τι είστε πιο περήφανοι;» και εντολές όπως «Πούλησε μου αυτό το μολύβι».
Ωστόσο, ό,τι λειτουργούσε για τη δεκαετία του 1920 δεν είναι καθόλου παράξενο να μην λειτουργεί καθόλου για αυτή του 2020. Δεδομένου ότι τα περιβάλλοντα εργασίας, πλέον, αλλάζουν δραστικά -πολλές χώρες εφαρμόζουν την τετραήμερη εργασία, τα ευέλικτα ωράρια, την τηλεργασία και τα meetings μέσω διαδικτύου- μήπως ήρθε η στιγμή ο «θεσμός» της επαγγελματικής συνέντευξης να αλλάξει επίσης;
Είτε γίνει μέσω τηλεφώνου, είτε μέσω Zoom είτε πρόσωπο με πρόσωπο, όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε στο ότι το να απαντάς ερωτήσεις έξυπνα, χωρίς άγχος και μέσα σε ελάχιστο χρόνο είναι το λιγότερο πιεστικό. Επιπλέον, κατά μέσο όρο μία αίτηση για δουλειά λαμβάνει χώρα σε μία, δύο ή τρεις συνεντεύξεις. Αν αυτόν τον αριθμό τον πολλαπλασιάσουμε με τις δουλειές στις οποίες δηλώνει κανείς ενδιαφέρον, τότε αντιλαμβανόμαστε πως πρόκειται για μια πολύ αγχώδη διαδικασία.
Οι επαγγελματικές συνεντεύξεις δεν λειτουργούν στο 100%
«Γνωρίζουμε ότι οι συνεντεύξεις από μόνες τους δεν είναι ικανός δείκτης εργασιακής απόδοσης στο μέλλον», είπε στο Refinery29 η Gemma Dale, λέκτορας στη Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού και στις Επιχειρήσεις στο Πανεπιστήμιο John Moores της Λίβερπουλ. «Είναι καθαρά υποκειμενικές και μας δείχνουν ένα πολύ μικρό κομμάτι του χαρακτήρα του υποψήφιου ατόμου. Παράλληλα, με πολλές από τις “παραδοσιακές” ερωτήσεις να είναι ήδη γνωστές, δεν πρόκειται για μια εμπειρία καθαρής γνωριμίας και ειλικρινούς συζήτησης».
Επίσης, σύμφωνα με ειδικούς επί των εργασιακών σχέσεων ο τρόπος που γίνονται μέχρι τώρα οι συνεντεύξεις δίνει πλεονέκτημα στην αυτοπεποίθηση και όχι στον συναγωνισμό. Μοιάζει σαν οι συνεντέυξεις να είναι φτιαγμένες για εξωστρεφείς και κοινωνικούς ανθρώπους. Το ποσοστό των ανθρώπων με αυτά τα χαρακτηριστικά, όμως, είναι μικρό. Ένα ακόμη στοιχείο το οποίο φαίνεται να αλλάζει στην νεά γενιά είναι αυτό της προσωπικής αξίας. Οι νέοι άνθρωποι που υποβάλλουν αίτηση για μία δουλειά θέλουν να νιώθουν πως η αξία τους αναγνωρίζεται και πως χαίρουν της εκτίμησης εργοδοτών και συναδέλφων. «Η γενιά Z θέλει να ξέρει και να νιώθει πως την εκτιμούν, δείχνουν κατανόηση στα προβλήματά της και η φωνή της έχει ανταπόκριση», δήλωσε η Belinda Parmar, Βρετανή ακτιβίστρια επί των εργασιακών θεμάτων.
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι να γίνονται όλο και περισσότερες συνεντεύξεις για δουλειά, αλλά αποτυχημένες. Οι εταιρείες και οι οργανισμοί να παραπονιούνται για έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού και οι υποψήφιοι για έλλειψη κινήτρων, ανταγωνιστικών αποδοχών και σεβασμού.
Τι μπορεί να γίνει για να υπάρξει ουσιαστική αλλαγή ή, έστω, προσπάθεια προς αυτή;
Στοχευμένες και έξυπνες ερωτήσεις
Ερωτήσεις του τύπου «Ποια θεωρείτε ότι είναι η μεγαλύτερη αδυναμία σας» ή «Γιατί να επιλέξουμε εσάς και όχι κάποιον άλλο» δεν έχουν θέση στο εργασιακό περιβάλλον του 2022.
Χαλαρή και ουσιαστική συζήτηση
Αντί για μια συνέντευξη που θυμίζει ανάκριση, είναι προτιμότερη μία συζήτηση που θα βοηθήσει τόσο τον υποψήφιο όσο και τον εργοδότη να κατανοήσει τι άτομο έχει απέναντί του. Αρκετοί managers έχουν αρχίσει ήδη να προτείνουν αντί για τον κλασικό τύπο συνεντεύξεων με τη μορφή ερώτηση – απάντηση, events και συναντήσεις στις οποίες υποψήφιοι και εργοδότες μπορούν να είναι πιο χαλαροί και να γνωρίστουν καλύτερα.
Γρηγορότερη διαδικασία
Η μέση διαδικασία υποβολής αίτησης για μία θέση μαζί με όλες τις συνεντεύξεις, τα τηλεφωνήματα και τα «περα-δώθε», διαρκεί περίπου έναν μήνα. Έναν μήνα αβεβαιότητας και άγχους. Ουσιαστικότερη επικοινωνία και περιορισμός των χρονοβόρων διαδικασιών θα μειώσει τα δυσάρεστα συναισθηματα.