Το Υπουργείο Πολιτισμού ανακοίνωσε τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας, Λογοτεχνικής Μετάφρασης και Παιδικού Βιβλίου έτους 2024 (για τις εκδόσεις του 2023) και Η μνήμη του πάγου, που ολοκληρώνει την τριλογία Ο Δράκος της Πρέσπας (εκδόσεις Καστανιώτη), έφερε στην Ιωάννα Μπουραζοπούλου ένα ακόμη μεγάλο βραβείο για αυτό το έπος της φανταστικής λογοτεχνίας που διαδραματίζεται σε μία Πρέσπα μοιρασμένη ανάμεσα σε τρεις χώρες και τρεις εποχές. Για το πρώτο βιβλίο της τριλογίας, Ο Δράκος της Πρέσπας Η κοιλάδα της λάσπης (εκδόσεις Καστανιώτη), η Μπουραζοπούλου είχε τιμηθεί μία δεκαετία πριν, το 2015, με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών. Με αφορμή τη βράβευση, παραθέτουμε όσα μας είχε πει για το βιβλίο σε συνέντευξή της στο περιοδικό, τον Ιούνιο του 20 24.
«Ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα στο οποίο θα παρουσιάζονται τρεις οπτικές του ίδιου μύθου. Και μάλιστα η διαφορά οπτικής να οφείλεται σε υποκειμενικές ερμηνείες, μη ορθολογικές, έως εξωφρενικές, που γίνονται πραγματικότητα όταν πειστούμε όλοι. Όπως μας έμαθε ο Καβάφης, τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες ποτέ δεν θα τους βρεις «αν δεν τους κουβαλάς μέσα στην ψυχή σου, αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου». Η τριεθνής λίμνη, που χωρίζει ενώνοντας τρία κράτη, ήταν ο τέλειος καμβάς. Ο δράκος βέβαια δεν είναι μόνο φόβος και διχασμός, δεν έχει μόνο αρνητικά χαρακτηριστικά στο έργο. Είναι και πίστη, ορμή αφύπνισης, δύναμη μεταμόρφωσης. Παραφράζοντας τον ινδιάνικο μύθο που αναφέρει ένας ήρωας στο βιβλίο, εμείς επιλέγουμε ποιον δράκο θα θρέψουμε.
Όλα τα τέρατα μικραίνουν και εξασθενούν όταν τα κοιτάξεις από απόσταση και τα εντάξεις στο περιβάλλον που τα γέννησε
Το αληθινό θηρίο στο βιβλίο για μένα δεν είναι ο δράκος, αλλά η Παγκόσμια Τράπεζα Ανάπτυξης και ο Ύπατος Αρμοστής της Έκτορας Μόζερ. Από τι υλικά έπλασες αυτόν τον ήρωα;
«Ο Μόζερ είναι εκείνος που κερδοσκοπεί από την τρομακτική όψη του δράκου. Ταυτίζεται με τον οργανισμό οικονομικής διακυβέρνησης που εκπροσωπεί, την Παγκόσμια Τράπεζα Ανάπτυξης, και γίνεται η φωνή της στο έργο. Μας αποκαλύπτει τα σχέδια και τις μεθόδους της. Ο διχασμός ποτέ δεν ωφελεί τους διχασμένους, δηλαδή όσους τον υφίστανται, ωφελεί όσους στέκονται πάνω από αυτούς, οι οποίοι δεν έχουν ιδεολογίες και προτιμήσεις, μόνο σκοπιμότητες. Τα πάθη των λαών είναι μαθηματικές συναρτήσεις και καμπύλες κέρδους στις οθόνες τους. Το έργο βέβαια γράφεται ταυτόχρονα σε δύο κλίμακες, κοινωνική και υπαρξιακή. Αν φύγουμε από τη μεγάλη κλίμακα του μυθιστορήματος, τις περιπέτειες των τριών λαών, και μπούμε στη μικρή κλίμακα, του θεατρικού έργου, που ανοίγει και κλείνει κάθε τόμο της τριλογίας, βλέπουμε όσα συμβαίνουν στη Βαλκανική να διχάζουν την ψυχή ενός Αλχημιστή. Βλέπουμε το δικό του εσωτερικό οδοιπορικό προς την αυτογνωσία. Υπάρχει λοιπόν κι αυτός ο δράκος, ο προσωπικός μας. Καθένας με κάτι αναμετριέται».
Στα βιβλία σου συγκρούονται συχνά οι τρεις υπερδυνάμεις: πίστη, επιστήμη και πολιτική. Εσύ σε ποια μεριά στέκεσαι;
«Στη μέση, βάλλομαι και από τις τρεις. Άλλοτε με σαγηνεύει η πρώτη, άλλοτε με εκλογικεύει η δεύτερη, άλλοτε με παραπλανά η τρίτη. Δεν ανήκω σε καμία και αμφιβάλλω αν ανήκει κανείς ολοκληρωτικά. Η σκέψη μας είναι πολυπρισματική, η ψυχή μας πέλαγος, επιφυλάσσει εκπλήξεις ακόμη και στους πιο κατασταλαγμένους. Αυτή είναι η ομορφιά της και μας κάνει τη ζωή περιπέτεια. Όχι πάντα ευχάριστη, είναι αλήθεια, τουλάχιστον ενδιαφέρουσα».
Υπάρχει βέβαια άλλη μια υπερδύναμη, που καίει στο βάθος. Είναι η ερωτική ιστορία στη Μνήμη του Πάγου ανάμεσα σε δύο εχθρούς δρακολόγους η ωραιότερη που έχεις γράψει;
«Και η δυσκολότερη. Η δυσκολία είναι μέρος της μαγείας της. Να ερωτευτούν δύο άγνωστοι εχθρικών παρατάξεων που αντάμωσαν μια νύχτα ως αντίπαλοι. Που έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα και βιοθεωρίες. Που χάνουν τα πάντα άμα σμίξουν. Που δεν συμφωνούν ούτε στο τι καιρό κάνει σήμερα. Υπάρχουν προκλητικότερες προδιαγραφές υπέρβασης; Όσο δυναμώνει ο έρωτάς τους τόσο μικραίνει η σημασία εκείνων που τους κρατούν χώρια, τόσο γεμίζει η ψυχή τους και καθαρίζει το μυαλό τους. Είναι η πιο σπαρακτική εκδήλωση προσέγγισης δύο μοιραίων εχθρών που βρέθηκαν να στέκονται σε αντίθετες πλευρές, χωρίς στην ουσία να έχουν τίποτε να χωρίσουν. Θα βρούμε και στο δεύτερο τόμο κάτι αντίστοιχο, τη φιλία που γεννιέται ανάμεσα σε δύο αλλόχθιους, όταν προκαλούνται νοητικά από τις διαφορές τους. Λιγότερο συναισθηματική εκείνη η προσέγγιση, περισσότερο εγκεφαλική, σαν παρτίδα σκάκι. Είμαστε πάντα έτοιμοι να αποδράσουμε, ευτυχώς, από τα τείχη που αφήσαμε να χτιστούν γύρω μας».
Υπάρχει ένα δίδαγμα στην τριλογία της Πρέσπας για τη γειτνίαση και τη συνύπαρξη;
«Δίδαγμα, βαριά λέξη για μια παραμυθού, προσωπική διαπίστωση μάλλον. Όλα τα τέρατα μικραίνουν και εξασθενούν όταν τα κοιτάξεις από απόσταση και τα εντάξεις στο περιβάλλον που τα γέννησε. Καθόλου απλή νοητική διεργασία, ειδικά αν πρόκειται για ζητήματα που μας καίνε. Όσο στεκόμαστε μπροστά στο φλογισμένο στόμα του δράκου, βλέπουμε μόνο τις πληγές μας. Δεν έχουμε μυαλό για τίποτε άλλο. Ό,τι πρέπει για το δημαγωγό, σε αυτή την κατάσταση μας προτιμά, αλαφιασμένους. Αρκεί να μας υποσχεθεί τη λύτρωση, δεν χρειάζεται καν να την εγγυηθεί, να κομίσει τεκμήρια και αποδείξεις, θα τον ακολουθήσουμε αμέσως. Θα μας δείξει τον εχθρό -έξω από το πρόβλημα που τον δημιούργησε- στην απέναντι χώρα, στο απέναντι σπίτι, στην απέναντι γειτονιά και θα ικανοποιηθούμε που βρήκαμε μια απάντηση. Βαθιά μέσα μας ξέρουμε ότι μας εξαπατά, αλλά άντε να νικήσεις αυτό το δράκο».
Ο διχασμός ποτέ δεν ωφελεί τους διχασμένους, δηλαδή όσους τον υφίστανται, ωφελεί όσους στέκονται πάνω από αυτούς, οι οποίοι δεν έχουν ιδεολογίες και προτιμήσεις, μόνο σκοπιμότητες.
Η τριλογία σε αριθμούς ολοκληρώθηκε περίπου σε μία δεκαετία και σου κόστισε, κυριολεκτικά, πέντε ταξίδια στην περιοχή όπου διαδραματίζονται τα βιβλία. Γράφεις για να ταξιδεύεις;
«Πολύ πιθανό, αλλά δεν μου το αποκαλύπτω. Υποτίθεται ότι τα ταξίδια τα επιβάλλει το μυθιστόρημα, ταξίδια σε καινούριους τόπους και σε βιβλία άλλων συγγραφέων, λογοτεχνικά και επιστημονικά. Αυτό λέγεται «έρευνα» στα σοβαρά. Στην πραγματικότητα είναι το πιο συναρπαστικό παιχνίδι».
Αν κάθε βιβλίο είναι ένα ταξίδι, τι είδους ταξίδι είναι η τριλογία της Πρέσπας;
«Ωραία ερώτηση… Πάντως ήταν το μεγαλύτερο και το αποκαλυπτικότερο από όσα τόλμησα έως σήμερα, κι ας ήταν το πιο κοντινό. Το μόνο παρεΐστικο, γιατί συνήθως έπαιρνα τη μηχανή και χανόμουν, έφευγα μακριά από όσα με προσδιορίζουν και έγραφα απομονωμένη. Αυτή τη φορά είχα παρέα, αγαπημένους φίλους που συμμετείχαν με ενθουσιασμό στα ρεπεράζ. Η σύνθεση άλλαζε κάθε τόσο, αλλά οι πιο κολλητοί συμμετείχαν και στα πέντε ταξίδια. Το βιβλίο γινόταν συζήτηση στα ταβερνάκια, γινόταν βαρκάδα στη λίμνη και αναρρίχηση στα βουνά. Διαλέγαμε μαζί τα σημεία όπου θα στήσουμε τους τρεις δρακολογικούς οικισμούς κρίνοντας από τις απαιτήσεις της πλοκής, η οποία άλλαζε αν η τοπογραφία δεν εξυπηρετούσε ή άλλαζε η τοπογραφία στο βιβλίο (συνέβη και στις τρεις όχθες), και τότε έπρεπε να αιτιολογηθεί η γεωλογική μεταβολή, νέα ευρήματα, απίθανες λύσεις. Μετρούσαμε αποστάσεις, επιβεβαιώναμε το οπτικό πεδίο κάθε όχθης, από διάφορα σημεία της ακτογραμμής, με και χωρίς κιάλια, σημειώναμε από πού ανατέλλει ο ήλιος. Άκουγα τα σχόλια που έκαναν, έβλεπα την Πρέσπα μέσα από τα δικά τους μάτια. Ο κουμπάρος μου σχεδίαζε χάρτες, δρακολογικούς καταυλισμούς, ήρωες, για να μας δώσει μια εικόνα των ισχυρισμών μας, κάποια σκίτσα του υπάρχουν στο βιβλίο. Ήταν ένα συλλογικό έργο με θέμα τη συλλογικότητα, ένα ενωτικό έργο με θέμα την ενότητα, που γράφτηκε δείχνοντας εμπιστοσύνη στις οπτικές των άλλων. Με λίγα λόγια, με οδήγησε το θέμα του».
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη της Ιωάννας εδώ