Η τελευταία, πολυαναμενόμενη στην Ελλάδα και στον κόσμο ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, Poor Things, είναι μία ταινία που διευρύνει το γνωστό κινηματογραφικό σύμπαν χαρίζοντάς του μία ηρωίδα που είναι όλες οι Αμαζόνες, μαινάδες, σουφραζέτες και φεμινίστριες της Ιστορίας μαζί.
Προφανώς, η πρώτη βαθειά υπόκλιση οφείλει να είναι στον Alasdair Gray (που υπέγραψε το ομότιτλο βιβλίο το 1992) και στο απολαυστικό σενάριο του πάντα δηκτικού Tony McNamara. Και η τελευταία, η βαθύτερη, στον υποκριτικό άθλο της Emma Stone, που σε κάνει να βήχεις από τα γέλια μέχρι που σου κόβονται, ο βήχας, τα γέλια και η αναπνοή καθώς συνειδητοποιείς πόσο σπουδαίο είναι αυτό που βλέπεις και τι δρόμους ανοίγει για τις γενιές που μεγαλώνουν τώρα αυτή η ταινία.
Λίγα λόγια χωρίς να κάνω χαλάστρα στα μυστήρια της πλοκής: Στο Βικτωριανό Λονδίνο, ο Γκόντγουιν Μπάξτερ ένας τερατόμορφος, ευφυής χειρουργός, θύμα ο ίδιος των πειραμάτων του επίσης γιατρού και χωρίς ενσυναίσθηση πατέρα του, φέρνει πίσω στη ζωή μία αγνώστων στοιχείων πνιγμένη γυναίκα. Την βαφτίζει Μπέλα (όμορφη στα ιταλικά) και έχει μαζί της μία πατρική σχέση, ενώ εκείνη τον αποκαλεί χαϊδευτικά και πολύ ταιριαστά «Γκοντ» (ηχεί όπως η λέξη θεός στα αγγλικά).
Το πλάσμα που είναι η Μπέλα ανακαλύπτει τον κόσμο και το σώμα της από την αρχή, περπατάει σαν υπερφυσική μπεμπέκα, μιλάει ασύντακτα – λέγοντας ωστόσο μόνο τρομερές αλήθειες – και παραμένει κλεισμένη μέσα σε ένα μέγαρο με κήπο και ιατρικά εργαστήρια, περιτριγυρισμένη από ζώα-δημιουργίες του «Θεού» – πατέρα της. Η ανάγκη της για ελευθερία θα προηγηθεί ελάχιστα της σεξουαλικής της αφύπνισης («η Μπέλλα βρίσκει τη χαρά») που θα την οδηγήσει στον έξω κόσμο, τους άντρες, την απόκτηση κοινωνικής συνείδησης, την ελευθερία.
Δεν ξέρω τι να πρωτοθυμηθώ από την πορεία της Μπέλα από το παιδί στο αγρίμι, στη γυναίκα-παγίδα, στον σκεπτόμενο, ελεύθερο άνθρωπο. Περιγράφει κυριολεκτικά το σεξ ως «furious jumping» και αναρωτιέται γιατί οι άνθρωποι δεν το κάνουν όλη την ώρα. Ο πρώτος εραστής της (ένας σέξι δανδής Mark Ruffalo) την κάνει έξαλλη όταν ξινίζει τα μούτρα του, ενώ θέλω να πιστεύω ότι η φράση «I must go punch that baby» (πρέπει να πάω να ρίξω μια μπουνιά σε αυτό το μωρό) είναι ένα κλείσιμο του ματιού σε όλες τις γυναίκες που δεν αγιοποιούν τη μητρότητα.
Μεταξύ άλλων, στο Poor Things συναντάμε τρεις χαρακτηριστικές ανδρικές φιγούρες (του πατέρα, του εραστή και του συντρόφου) και δύο αρχετυπικές γυναικείες (της διανοούμενης και της πόρνης). Όλες τους συνδράμουν με τον τρόπο τους στο να γίνει η Μπέλα η καλύτερη εκδοχή του εαυτού της.
Η ταινία φτάνει σε κάποιου είδους κορυφώσεις κάθε φορά που η Bella συναντά μία άλλη γυναίκα:
Την μιας κάποιας ηλικίας διανοούμενη συνεπιβάτιδά της (η Γερμανίδα θεά Hanna Schygulla) στο πλοίο για την Αθήνα (ο Λάνθιμος μας είπε στη συνέντευξη τύπου την περασμένη Κυριακή ότι κόπηκε η σκηνή με μία καρτ ποστάλ από την Αθήνα με τη φράση «The Parthenon is still broken»). Η ηλικιωμένη γυναίκα της προτείνει να διαβάσει Έμερσον και Γκαίτε και δεν δυσκολεύεται να παραδεχτεί, σε σχέση με τη σεξουαλική επιθυμία, ότι κάποιες φορές «δίνει χαρά στον εαυτό της».
Την τσατσά (την υποδύεται το ιερό τέρας του βρετανικού θεάτρου, η Kathryn Hunter) στο Παρισινό μπουρδέλο όπου θα καταλήξει η Bella για βιοποριστικούς λόγους και την …συνάδελφό της πόρνη και σοσιαλίστρια (Suzy Bemba). Οι τρεις τους, μαζί με την εμπειρία της Bella στον αγοραίο έρωτα και τη συνάντηση με κάθε είδους εραστή, θα την οδηγήσουν στην πολιτική και κοινωνική της αφύπνιση.
Σε περίπτωση που αναρωτιέστε, το Poor Things EINAI μια φεμινιστική ταινία για την οποία θα ευγνωμονούμε πάντα τον Γιώργο Λάνθιμο. Στη φράση της Bella «So, you wish to marry me or kill me» (άρα θέλεις να με παντρευτείς ή να με σκοτώσεις) συνοψίζεται η ιστορία της σχέσης ανάμεσα στα δύο φύλα από καταβολής κόσμου. Το αγρίμι που είναι η Bella μεταμορφώνεται στη σκεπτόμενη γυναίκα που καταλαβαίνει ότι ο κόσμος δεν θα αλλάξει αν δεν αλλάξει πρώτα ο εαυτός της και ότι ναι, απλοϊκά πράγματα όπως η σεξουαλική απελευθέρωση και η χλεύη του καθωσπρεπισμού μπορεί να είναι δρόμοι για έναν άλλο καλύτερο κόσμο.
Να συνοψίσω το Poor Things σε μία φράση που ακούγεται στην ταινία; «A woman plotting her course to freedom — how delightful» (Μια γυναίκα που σχεδιάζει την πορεία της προς την ελευθερία- πόσο έκτακτο). Θα ήταν άδικο. Γιατί τότε δεν θα μιλούσα για την ονειρική φωτογραφία του Robbie Ryan, την αριστουργηματική καλλιτεχνική διεύθυνση των James Price και Shona Heath ή την απόκοσμη μουσική του Jerskin Fendrix, που μας χαρίζει μία σκηνή ανθολογίας σε μία φανταστική σάλα χορού στη Λισαβόνα. Και βέβαια δεν θα είχα μιλήσει για τη δημιουργική τρέλα του Γιώργου Λάνθιμου (που έχει την καλοδουλεμένη μέθοδό της) και βρήκε στο πρόσωπο της Emma Stone μία ατρόμητη καλλιτέχνη, έτοιμη να τον ακολουθήσει στα πιο εξωφρενικά του όνειρα. Το αποτέλεσμα είναι μία αληθινά σπουδαία ταινία, γοτθική, αστεία, παραμυθένια, ερωτική, μία ταινία που περιγράφει μοναδικά το γυναικείο βίωμα και θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για τους κινηματογραφιστές του μέλλοντος.
Είδα το Poor Things την Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου στις 10 το πρωί. Ήταν, συνειδητά, η τελευταία ταινία που θα έβλεπα στο Ιντεάλ. Κι έτσι αποχαιρέτισα τον αγαπημένο μου κινηματογράφο των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών με μία από τις καλύτερες ταινίες που έχω δει στη ζωή μου. Πριν δω την ταινία, μου άρεσε πολύ μία φράση που είχα διαβάσει στον Guardian: «Poor Things is a steampunk-retrofuturist Victorian freakout and macabre black-comic horror». Αφού την είδα, θέλω απλώς να απαγγείλω Σαίξπηρ, το σονέτο 43, αν γίνεται, στον Γιώργο Λάνθιμο:
How do I love thee? Let me count the ways.
Το Poor Things βγαίνει στις ελληνικές αίθουσες τη Δευτέρα 1η Ιανουαρίου 2024.