Υπάρχουν περίπου 600 άνθρωποι που έχουν βαθμολογήσει το video clip του George Michael για το τραγούδι «Freedom ’90» ή απλώς Freedom, όπως καθιερώθηκε να το λέμε, με έναν μέσο όρο 7,9 στα 10. Δεν είναι απαραίτητο να σου αρέσει ο David Fincher ως σκηνοθέτης, ούτε ο George Michael ως τραγουδιστής, αλλά πώς είναι δυνατόν να μην έβαλες έναν βαθμό παραπάνω για τις Naomi, Cindy, Christy, Linda και Tatjana που εμφανίζονται σε αυτό;
Εντάξει, ίσως να μην ήταν η καλύτερη στιγμή lip-synching τους, αν σκεφτείς πως η ίδια η Linda Evangelista στο ντοκιμαντέρ του Apple TV+, The Super Models, εξομολογείται πως δεν γνώριζε τους στίχους και έπρεπε να τους μάθει την ώρα των γυρισμάτων. Ωστόσο, τα πλάνα των πέντε τους να βρίσκονται μέσα σε μπανιέρες, να ακουμπούν την πλάτη σε παλιούς τοίχους, να φορούν λευκά σεντόνια και να εκπέμπουν μέσα από την παρουσία τους την ενέργεια δύο δεκαετιών, μίας που έφευγε και μίας που ερχόταν, καθώς αυτές ενώνονταν σε έξι λεπτά μουσικής και στίχων, ήταν κάτι που δεν είχε συμβεί ξανά. Και δε θα επαναλαμβανόταν, τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό.
Στα τέσσερα επεισόδια του ντοκιμαντέρ που δημιούργησαν οι Roger Ross Williams και Larissa Bills, με τίτλους «Η εμφάνιση», «Η φήμη», «Η ισχύς», «Η κληρονομιά», περνούν από μπροστά μας εκατοντάδες εικόνες των Naomi, Cindy, Christy και Linda. Όσοι ζούσαμε στα 80s και τα 90s, ακόμα κι αν ήμασταν μικροί, αναγνωρίζαμε αμέσως τις φωτογραφίες τους από τα εξώφυλλα των παντοδύναμων τότε περιοδικών, από τις διαφημιστικές καμπάνιες που έγραψαν ιστορία, ακόμα κι από τις συναντήσεις που είχαν με ανθρώπους της μόδας, σχεδιαστές, στιλίστες, επιχειρηματίες, οποιονδήποτε είχε την ευκαιρία να δουλέψει μαζί με αυτές τις 4 γυναίκες, χωρίς τις οποίες η μόδα σήμερα θα ήταν τελείως διαφορετική. Όχι μόνο το μόντελινγκ· η μόδα η ίδια.
Η ιστορία κάθε μίας πρωταγωνίστριας ξεδιπλώνεται σταδιακά. Μαθαίνουμε πράγματα που δεν είχαμε φανταστεί ποτέ για εκείνες, βλέπουμε τους γονείς τους, προσπαθούμε να διακρίνουμε τι ήταν αυτό που τις ξεχώριζε από μικρές, και, παρακολουθώντας την καριέρα κάθε μίας, αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε τι ήταν αυτό που είχαν και άρχισε να ενοχλεί μία μερίδα του κόσμου, που ξεκίνησε ως και πόλεμο εναντίον τους: Το γεγονός ότι το ίδιο το ανδροκρατούμενο σύστημα που αποφάσισε να φτιάξει τα super model, από ένα σημείο και πέρα, δεν είχε λόγο πάνω τους και έβγαζε λιγότερα χρήματα από εκείνες.
View this post on Instagram
«Δε γίνεται να είναι τόσο ακριβές», αναφέρει κάποιος executive της μόδας σε ένα σημείο του ντοκιμαντέρ. Η Linda σπεύδει να πει πως ήταν ατυχής η δήλωσή της πως «δε σηκώνεται από το κρεβάτι της για λιγότερο από 10 χιλιάδες δολάρια». Όμως επί της ουσίας είχε δίκιο:
Γιατί την ίδια πάνω κάτω περίοδο οι γιάπηδες της Wall Street να βγάζουν χιλιάδες δολάρια εκμεταλλευόμενοι μία οικονομική φούσκα και τα super models να μην αμοίβονται ανάλογα με τη δουλειά που έκαναν και, κυρίως, ανάλογα με τις πωλήσεις που έφερναν στις διάφορες εταιρείες μόδας, ομορφιάς, κ.ο.κ.;
Ο έμφυλος παράγοντας πρωταγωνιστεί και σε αυτές τις ιστορίες. Οι συγκεκριμένες γυναίκες κατάφεραν και άνοιξαν το δρόμο για χιλιάδες ακόμα, επαναπροσδιορίζοντας το ρόλο του μοντέλου, το οποίο πλέον είχε λόγο, άποψη και μπορούσε να έχει ως έναν βαθμό έλεγχο του περιεχομένου της δουλειάς του. Δεν είχαν όλες τις ίδιες δυνατότητες και ευκολίες όπως εκείνες, παράλληλα όμως τα μοντέλα δεν ήταν πλέον «κομμάτια κρέατος» ή «κρεμάστρες» που υπήρχαν για να ικανοποιούν μόνο τις ανάγκες των συνεργατών τους.
Σκληρές είναι οι αλήθειες που βγήκαν στην επιφάνεια για τις πορείες αυτών των γυναικών, αλλά γνωρίζαμε ήδη ως ένα βαθμό πόσο δύσκολο είναι να κάνεις αυτή τη δουλειά. Εκείνες «δεν απογοήτευσαν» και «δεν τα παράτησαν», όπως τραγουδούσε και ο George Michael στο Freedom. Και μέσα από το ντοκιμαντέρ μάς θύμισαν τις εποχές που τρέχαμε στο περίπτερο για να πιάσουμε στα χέρια μας το αγαπημένο μας περιοδικό με εξώφυλλο μία, δύο, τρεις από εκείνες, για να απολαύσουμε την αισθητική τους και, κυρίως, να ονειρευτούμε. Όχι ότι θα γινόμασταν κι εμείς μοντέλα, ούτε τόσο αδύνατες (άλλη παρεξηγημένη ιστορία αυτή), αλλά πως μια μέρα θα κάναμε τη δουλειά που είχαμε επιλέξει, με αυτοπεποίθηση και χαρά. Ότι θα είχαμε ελευθερία. Θα συμφωνούσε και ο George, αν ήταν εδώ μαζί μας. Και η Tatjiana επίσης.