Οταν τη συνάντησα για πρώτη φορά, να μιλάει σε μια ταράτσα στο Σύνταγμα με θέα την Ακρόπολη, η Μοντ Μπαγί αιχμαλώτισε το ακροατήριο με το καλησπέρα. Η Γαλλίδα CEO Νοτίου Ευρώπης της Accor έμοιαζε πιο συγκινημένη και από εμάς που καταφέραμε να επιβιώσουμε από μια οικονομική κρίση, μια σειρά μνημονίων και μια πανδημία και φτάσαμε να γιορτάζουμε απόψε εδώ τα εγκαίνια του «Athens Capital MGallery», του νέου «παιδιού» της αλυσίδας του παγκόσμιου ξενοδοχειακού κολοσσού.
Εξήγησε μάλιστα τον ιδιαίτερο λόγο που νιώθει περήφανη για την Ελλάδα: την εποχή της κρίσης του ελληνικού χρέους ήταν μέλος της ομάδας του γαλλικού πρωθυπουργικού γραφείου που πάσχιζε επί εβδομάδες για τη διατήρηση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. «Οταν αποφύγαμε το Grexit ήταν μία από τις σπάνιες στιγμές που έκλαψα στη δουλειά από χαρά και κούραση. Μερικές φορές η ζωή εξαρτάται από πολύ μικρά πράγματα και αν στο βαθμό που μου αναλογούσε συνέβαλα στην αποφυγή του Grexit, είμαι πολύ περήφανη γι’ αυτό», είπε στην ομιλία της.
Αυτή η ατρόμητη Γαλλίδα ξεκίνησε σπουδάζοντας Λογοτεχνία, για να μεταπηδήσει στα Οικονομικά και στη συνέχεια να διαγράψει μια θεαματική καριέρα στη Δημόσια Διοίκηση (υπουργείο Οικονομικών, γαλλική κυβέρνηση, ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα), καταγράφοντας κάθε φορά επιδόσεις πάνω σε νέα αντικείμενα, ακόμη και στους σιδηροδρόμους. Εύλογα η πρώτη μου ερώτηση είναι για τις γενναίες αλλαγές καριέρας που την οδήγησαν σήμερα σε μία από τις κορυφαίες θέσεις στον τουρισμό.
Πώς αποτολμήσατε τόσες αλλαγές στην καριέρα σας; Και πώς σας αντιμετώπισαν οι άλλοι όταν το κάνατε;
H πρώτη αντίδραση ήταν πάντα «δεν θα τα καταφέρεις, δεν λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο, πρέπει να μείνεις εκεί που είσαι, να ακολουθείς πιστά το προδιαγεγραμμένο μονοπάτι». Ο λόγος που τα κατάφερα ήταν η τύχη, το θάρρος και το γεγονός ότι είμαι αρκετά επίμονη. Δεν δίσταζα να χτυπήσω πολλές πόρτες. Οι περισσότερες από αυτές παρέμειναν κλειστές και οι άνθρωποι μου έλεγαν «δεν έχουμε τίποτα για εσάς / δεν πληροίτε τις προϋποθέσεις του προαπαιτούμενου προφίλ». Οταν από το υπουργείο Οικονομικών μεταπήδησα στις συγκοινωνίες και έγινα αναπληρώτρια διευθύντρια σε έναν μικρό σταθμό, υπήρχαν άνθρωποι που έλεγαν «μα δεν έχεις δουλέψει ποτέ ξανά στα τρένα, οπότε δεν έχεις καμία αξιοπιστία. Με τι εφόδια θα τα καταφέρεις;» και εγώ απάντησα: «Εντάξει, δεν ξέρω τίποτα για τα τρένα, αλλά έχω συνηθίσει να δουλεύω με power points, ξέρω πώς να κάνω οικονομικούς ελέγχους, είμαι νέα και έχω την ενέργεια». Οταν μετά από πέντε χρόνια και αφού είχα γίνει διευθύντρια του σταθμού η υπουργός με κάλεσε να ενταχθώ στα κεντρικά του οικονομικού και ψηφιακού τμήματος, μερικοί άνθρωποι με κοίταξαν πάλι και είπαν ότι «δεν καταλαβαίνουμε γιατί να είσαι εδώ, είσαι διευθύντρια ενός σταθμού», έχοντας ξεχάσει ότι αρχικά δούλευα για το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών.
Πώς αποφασίσατε να αλλάξετε και πάλι πεδίο για να μπείτε στον τουρισμό;
Κομβικής σημασίας ήταν η συνάντησή μου με τον CEO της Accor, Sebastien Bazin, κατά τη διάρκεια ενός επαγγελματικού δείπνου. Αν και είχα ήδη μια πολύ καλή προσφορά για δουλειά στον τραπεζικό κλάδο, εκείνο το βράδυ, στο τέλος του δείπνου, μου είπε ότι πρέπει να γίνω μέλος της Accor. Τον ρώτησα γιατί και μου απάντησε: «Επειδή θέλω την ενέργειά σου, την προσαρμοστικότητα και τη δύναμη μετασχηματισμού σου». Δέχτηκα τη σπουδαία θέση της διευθύντριας Ψηφιακού και Εμπορικού, όπου ήμουν υπεύθυνη για το ψηφιακό κομμάτι, την πληροφορική, τα δεδομένα, την αφοσίωση/πίστη και τις πωλήσεις παγκοσμίως σε 110 χώρες.
Οι επισκέπτες της Αθήνας έχουν διπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια. Πώς εξηγείτε αυτό το διεθνές ενδιαφέρον;
Νομίζω ότι η απάντηση κρύβεται στο γεγονός ότι η Αθήνα έχει βρει έναν τρόπο να αναδημιουργεί τον εαυτό της. Οταν περπατάς στην Αθήνα, στην Πλάκα ή σε κάποια άλλη γειτονιά, είναι απίστευτα ζωντανή, είναι μοντέρνα, εύθυμη/γεμάτη χαρά, έχεις να κάνεις με έναν lifestyle προορισμό. Tο φαγητό είναι εκπληκτικό, οι άνθρωποι, ο πολιτισμός. Τα μουσεία, οι αρχαιολογικοί χώροι αλλά και η πλούσια ζωή της την καθιστούν έναν top ταξιδιωτικό προορισμό. Η ανακαίνιση εμβληματικών ακινήτων και χώρων τέχνης είναι μέρος αυτής της στρατηγικής, που θα ενισχύσει όλη τη λάμψη της Αθήνας. Είμαστε τόσο περήφανοι που ανοίξαμε το ξενοδοχείο και γι’ αυτόν το λόγο.
Τι μπορούμε να βελτιώσουμε, όμως, εμείς οι Ελληνες στον τουρισμό μας;
Για μένα δύο πράγματα. Πρώτα απ’ όλα ο τουρισμός, που είναι νομίζω το ένα τέταρτο του ελληνικού GTP, το οποίο είναι τεράστιο, είναι αλληλένδετος με τα μέσα μεταφοράς/τη μετακίνηση, οπότε όλα όσα μπορούν να προσφέρουν ευελιξία στην καλύτερη μετακίνηση είναι σημαντικά. Το δεύτερο είναι η βιώσιμη ανάπτυξη. Υστερα από συζητήσεις με την ελληνική κυβέρνηση πιστεύω ότι είναι στη σωστή κατεύθυνση για τη μετάβαση από το μαζικό τουρισμό σε έναν αρκετά επιλεκτικό βιώσιμο τουρισμό. Ακόμα κι αν μπορεί να μας οδηγήσει σε μια πιο πολυτελή μορφή τουρισμού. Με σεβασμό προς το περιβάλλον και τη διασφάλιση της πλήρους προστασίας της ελληνικής φύσης.
Ποια είναι τα σχέδια για τη χώρα μας στην Accor;
Εχουμε μόνο 6 ξενοδοχεία στην Ελλάδα, αλλά θα μπορούσαμε να φτάσουμε τουλάχιστον τα 20-25 – και αυτό θα ήταν μόνο η αρχή. Επιθυμούμε να επιλέγουμε Ελληνες ιδιοκτήτες που θέλουν να οικοδομήσουν μακροπρόθεσμες συνεργασίες και έχουν πάθος γι’ αυτό που κάνουν. Οπως είναι η οικογένεια Λασκαρίδη, οι ιδιοκτήτες του «Athens Capital MGallery», για το οποίο είμαστε πραγματικά περήφανοι στην Accor.
Η πανδημία θα έχει μακροχρόνια αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο ταξιδεύουμε;
Παρατηρούμε ότι οι άνθρωποι δεν κάνουν πια μεγάλα ταξίδια: οι Ευρωπαίοι ταξίδεψαν κυρίως στην Ευρώπη αυτό το καλοκαίρι. Εννέα στους δέκα Γάλλους παρέμειναν στη Γαλλία και το 10% που απέμεινε νομίζω ότι όλοι πήγαν στην Ελλάδα! Πιστεύω ότι οι άνθρωποι θα αμφισβητήσουν περισσότερο από ποτέ τον σκοπό των ταξιδιών: «Γιατί πηδάμε σε ένα αεροπλάνο; Είναι ακριβό, δεν είναι φιλικό προς το περιβάλλον και ίσως μπορείς να αξιοποιήσεις καλύτερα το χρόνο σου». Θα αναζητήσουν έναν πιο ισχυρό σκοπό και πιο βιώσιμο τουρισμό. Ετσι αναπτύσσουμε τις αυτοβιώσιμες μάρκες μας, όπως το GREET, το οποίο είναι ένα νέο εμπορικό brand για την υπεύθυνη και βιώσιμη φιλοξενία και ό,τι σχετίζεται με τις εμπειρίες, την εξατομίκευση, τα τρόφιμα, τα ποτά και την ευεξία. Οι άνθρωποι θέλουν να επενδύσουν σε πράγματα που είναι καλά για αυτούς: ευεξία, υγεία, ύπνος, ισορροπία, ενέργεια. Δαπανούν λιγότερα χρήματα στα αεροπορικά εισιτήρια, ώστε να μπορούν να ξοδέψουν περισσότερα στην ποιότητα της διαμονής, ένα φαινόμενο που παρατηρήσαμε κατά τη διάρκεια του περασμένου καλοκαιριού.
Η τηλεργασία σάς δυσκόλεψε;
Είναι η δεύτερη μεγάλη αλλαγή στον τουρισμό: η υβριδοποίηση/προσαρμοστικότητα. Εννοώ ότι τώρα εργαζόμαστε από το σπίτι, δουλεύοντας από οπουδήποτε. Οι άνθρωποι γίνονται πιο υβριδικοί, γεγονός που έχει αντίκτυπο στη διαχείρισή τους, στο management: δεν είναι το ίδιο να διαχειρίζεσαι και να εμψυχώνεις ανθρώπους από το Διαδίκτυο όπως διά ζώσης. Τους τελευταίους 12 μήνες δεν μπορούσα να ταξιδέψω, ωστόσο έπρεπε να μιλάω στους εργαζομένους μας, να συζητήσουμε τις επιχειρηματικές προοπτικές, να τους επαναφέρουμε στη μνήμη αυτή την αίσθηση, ότι ανήκουν σε αυτό το δίκτυο.
Κάποια συμβουλή γι’ αυτό το νέο είδος management/ηγεσίας;
Πρέπει να είσαι σε θέση να αντιμετωπίσεις την αυξανόμενη πολυπλοκότητα και μεταβλητότητα του κόσμου, να παραμείνεις ενεργητικός και θετικός. Συχνά λέω είσαι το στήριγμα των ομάδων σου. Αν είσαι αγχωμένη οι άνθρωποί σου/υπάλληλοί σου είναι αγχωμένοι, αν είσαι ευχαριστημένη οι άνθρωποί σου είναι ευχαριστημένοι, αν είσαι απόμακρη θα το νιώσουν. Πρέπει να είσαι ο ηγέτης που δείχνει το δρόμο. Δεν πρόκειται για κάτι εύκολο.
Ως άνθρωπος σε ηγετική θέση υιοθετείτε την πρακτική για συμπερίληψη και διαφορετικότητα στο εργασιακό δυναμικό για την οποία γίνεται πια πολύς λόγος;
Είμαστε έτοιμοι να γιορτάσουμε ήδη την 3η επέτειο του RiiSE, ενός εσωτερικού δίκτυο ποικιλομορφίας της Accor, που προωθεί ακριβώς την ποικιλομορφία στο φύλο, στις γενιές και το πολιτιστικό υπόβαθρο. Συμπεριλαμβάνει την προώθηση των γυναικών, την προώθηση και την ενδυνάμωση των ανθρώπων και των ταλέντων, διασφαλίζοντας ότι μπορούν να τα καταφέρουν. Μέχρι το 2025 θέλουμε οι γυναίκες να καλύπτουν το 45% στα κεντρικά στις περιφέρειες, το 40% στο XCOM της Accor και το 40% στις θέσεις γενικών διευθυντών. Ο δεύτερος πυλώνας αφορά την καταπολέμηση των διακρίσεων και της βίας προς όλες τις κατευθύνσεις και μια αρχική μορφή βίας είναι και η προκατάληψη. Αν τσαντιστείς ή θυμώσεις, οι άνθρωποι θα πουν ότι είσαι συναισθηματική/ευάλωτη, ενώ για έναν άνδρα ίσως πουν ότι είναι γενναίος και ότι απλώς εκφράζεται, όταν δεν συμφωνεί με κάτι. Οταν είσαι γυναίκα οι άνθρωποι σε συγχωρούν λιγότερο.
Με ποιον τρόπο στηρίζετε τις γυναίκες υπαλλήλους;
Αυτό που τους λέω συχνά είναι ότι «ο χειρότερος εχθρός μας είναι ο εαυτός μας». Πρέπει να αναπτύξουμε την ικανότητά μας να διαπραγματευόμαστε. Είμαστε τόσο κακές σε αυτό, στη διαπραγμάτευση του μισθού μας, του εργασιακού μας πακέτου, του μπόνους μας. Δεν έχει να κάνει μόνο με τα χρήματα, σχετίζεται ουσιαστικά με την ικανότητά μας να φανταστούμε τον εαυτό μας σε μια υψηλότερη θέση. Οι άνδρες στην ομάδα μου αισθάνονται πολύ πιο άνετα να ζητήσουν αύξηση, αναθεώρηση του πακέτου τους, ένα μπόνους – και καλά κάνουν γιατί έχουν ταλέντο και ικανότητες. Οι γυναίκες, όμως, δεν το τολμούν.
Για το τέλος, ποια είναι τα πράγματα που αγαπάτε να κάνετε όταν ταξιδεύετε στην Ελλάδα;
Εχω έρθει στην Ελλάδα περίπου 10 φορές και πρέπει να σας πω ότι είμαι μία μεγάλη φαν της ελληνικής κουζίνας. Απολαμβάνω τουλάχιστον ένα ελληνικό δείπνο την εβδομάδα, στο σπίτι μου εδώ στο Παρίσι.
Αλήθεια; Από τι αποτελείται;
Αν δεν πεινάω πολύ θα προτιμήσω φρέσκια πίτα με λίγο ταραμά, τζατζίκι και μελιτζάνες και στη συνέχεια θα φάω ένα ελληνικό γιαούρτι με αγνό ελληνικό μέλι, γιατί αγαπώ το ελληνικό μέλι. Μερικές φορές ο σύζυγός μου με παίρνει στον Μαυρομάτη (σ.σ.: ελληνικό «ντέλι» στο Παρίσι) και αν είμαι πραγματικά πεινασμένη παίρνω ντολμαδάκια ή μουσακά, αλλά μου αρέσουν και όλα τα ορεκτικά. Μπορώ να φάω πολλά στη σειρά, μέχρι να μην αντέχω άλλο!
Φωτογραφίες: William Faithful