Η εποχή μας έκανε να κλειστούμε μέσα και να κάνουμε πολλές σκέψεις γύρω από το πού θα μας βγάλει όλο αυτό. Η Ελένη Ράντου, στις δικές της σκέψεις, πρόσθεσε και μια μικρή ανασκόπηση των τελευταίων 20 ετών μιας και τόσα συμπληρώθηκαν από την ημέρα που ξεκίνησε να παίζει, με τον δικό της θίασο, στο θέατρο Διάνα. “Γύρω από μια αβεβαιότητα μέλλοντος, πάντα γυρίζεις πίσω να δεις ποιες είναι οι σταθερές σου. Είναι μια εποχή που μετράς πόσα βήματα έκανες και παίρνεις κουράγιο για να πας μπροστά. Κάνεις ένα βήμα πίσω για να βρεις το μέλλον”, εξηγεί στο Marie Claire.

“Ευκαιρία να κάνεις έναν απολογισμό. Να δεις ξανά πράγματα: πώς ξεκίνησαν όλα, πώς θα συνεχίσουν. Γιατί υπάρχει τέτοια αβεβαιότητα για το τι έρχεται και το πώς θα το αντιμετωπίσουμε αυτό που έρχεται που έχεις ανάγκη να ακουμπήσεις σε κάτι το οποίο είχε μια δυναμική και μια άλλου είδους ελπίδα η ίδια η εποχή. Μια άλλου είδους επιθυμία και θέληση. Μια άλλου είδους ζωντάνια, από όλο αυτό το θανατικό το οποίο μας περιβάλει με οποιοδήποτε τρόπο, είτε μετρώντας κρούσματα είτε μετρώντας θύματα είτε γενικά μετρώντας απώλειες. Θέλεις να καταφύγεις στα κεκτημένα σου αυτά τα οποία σου έδωσαν δύναμη για να φτάσεις ως εδώ”, συνεχίζει.

Μέσα στα 20 χρόνια στο θέατρο Διάνα η λίστα με τα “κεκτημένα” της Ελένης Ράντου έχει πολλά για να ακουμπήσεις. Τόσο εκείνη όσο και το κοινό που την ακολουθεί πιστά σε κάθε παράσταση, που κλαίει μαζί της στο φινάλε, σηκώνεται όρθιο για να χειροκροτήσει και σχολιάζει με τον διπλανό του “τι παραστασάρα είδαμε;”. Μία από τις πέντε καλύτερες παραστάσεις της, κατά την ίδια, ήταν και το “Μαγειρεύοντας με τον Έλβις“. Για αυτό και αποφάσισε γιορτάζοντας τα 20 χρόνια της να την παρουσιάσει σε online streaming -σήμερα Δευτέρα 4, την Τρίτη 5 και την Τετάρτη 6 Ιανουαρίου στις 20:00 μέσω του viva.gr. Για να την θυμηθούν όσοι την είχαν απολαύσει στο πρώτο ανέβασμα, το 2000 και να την απολαύσουμε όσοι δεν είχαμε την ευκαιρία. Λίγο πριν, ζητήσαμε από την αγαπημένη μας πρωταγωνίστρια να μοιραστεί κάποιες από τις σκέψεις της μαζί μας.

Από την πρεμιέρα της παράστασης Κατάδικός μου, τον Νοέμβριο του 2011.

Η εποχή σάς έχει κάνει να αναζητήσετε και να βρείτε πηγές δημιουργικότητας και αισιοδοξίας;

Στην αρχή σε παραλύει όλο αυτό. Περνάς διάφορες φάσεις. Η μεγαλύτερη φάση είναι της αυτοκατάργησης, φιμώνεσαι. Δεν έχεις τρόπο ύπαρξης. Γιατί, κακά τα ψέματα, η δουλειά του καθενός είναι ένας τρόπος ύπαρξής του. Ειδικά αν είναι μια δουλειά που την κάνεις με την ψυχή σου και δεν την κάνεις μόνο για βιοποριστικούς λόγους. Στο μεγαλύτερο διάστημα νομίζω έπαθα μια αυτοκατάργηση, ότι τώρα πρέπει να βάλω σε πτήση όλη μου την ύπαρξη και να μην μπορώ να ονειρευτώ, να μην μου επιτρέπεται να ονειρευτώ. Γιατί ότι έβαζες μπροστά, διαλυόταν. Αυτό θέλει λίγο χρόνο να το διαχειριστείς, να το ξεπεράσεις. Νομίζω και αύριο να μας λέγανε “βγείτε έξω, πάρτε πίσω τις ελευθερίες σας, πάρτε πίσω ότι στερηθήκατε”, δεν θα ήταν εύκολο να το ξεκινήσεις. Υπάρχει ένας ευνουχισμός, ένας ιδρυματισμός.

Νιώθετε κι εσείς ότι στην Τέχνη δεν δόθηκε η προσοχή που δόθηκε σε άλλους τομείς;

Αισθάνθηκα πόσο ορφανοί είναι στην Ελλάδα οι άνθρωποι που κάνουν Τέχνη. Το περισσότερο που έβλεπα ήταν να μας καταγγέλλουν παρά να μας προστατεύουν. Γενικά δεν είμαστε άτομα τα οποία μας έχει χαϊδέψει ποτέ η Πολιτεία. Ο κόσμος μας έχει αγκαλιάσει, γιατί μάλλον καταλαβαίνει πόσο ηρωικό είναι αυτό που κάνουμε κάτω από αυτές τις συνθήκες. Η Πολιτεία πάντα ξεβολεύεται με εμάς και τώρα το έδειξε σε όλο το μεγαλείο. Μια πλήρης αδιαφορία. Από όλο αυτό το ενδιαφέρον για τα κομμωτήρια και το μισό να είχαμε, ευχαριστημένοι θα ήμασταν. (Γελάει.)

Έχετε δώσει μέσα σας μια εξήγηση του γιατί συμβαίνει αυτό;

Πιστεύω ότι αφενός, δεν είμαστε ένας οικονομικά δυναμικός τομέας που να φέρνει τρομερά λεφτά στην οικονομία. Είναι ένας τομέας ηρώων που κάνουν αυτό άρα δεν μεταφράζεται πάντα σε πλούτο. Παρότι αποφέρουμε, δεν αποφέρουμε και τόσα έτσι να μας πάρουν σοβαρά. Το δεύτερο είναι ότι, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η νέα εποχή τα επαγγέλματα που έχουν πίσω αυτό το πάθος και αυτή την αυτοθυσία και το ότι από αυτή την απασχόληση δεν θα γίνεις ποτέ πλούσιος, όσο πάει, δεν τα παίρνει και κανένας σοβαρά. Έχει κυριαρχήσει πάρα πολύ το πώς θα βγάλω φράγκα και όχι το πώς θα κάνω αυτό που η ψυχή μου λαχταράει, αυτό που ακουμπάει σε ψυχές. Έπειτα, με τα χρόνια και με την τεχνολογία, η προσωπική επαφή έχει αρχίσει να είναι ένα είδος προς εξαφάνιση. Άρα οι παραστατικές τέχνες που απαιτούν να είσαι εκεί μπροστά, παρών και να έχεις επαφή, θα βρεθούν σε μεγάλη κρίση τα επόμενα χρόνια. Είναι ένα motto της παγκοσμιοποιημένης εποχής, ακόμα και σε μια εταιρία να δουλεύεις: να μην έχεις καμία επαφή με το αφεντικό σου, να είναι όλα απρόσωπα. Οι τέχνες, ειδικά οι παραστατικές τέχνες, έχουν την προσωπική επαφή σε πρώτη ζήτηση οπότε το κάνει κι αυτό πιο δύσκολο. Άλλο που δεν θέλανε νομίζω γιατί έτσι κι αλλιώς αφυπνίζει η Τέχνη. Ξυπνάει. Βάζει ερωτηματικά. Κάνει το μυαλό να κινείται. Κάνει το συναίσθημα να κινείται. Αυτά, ενοχλούν κάθε Πολιτεία γιατί είναι μια μορφή αντίδρασης. Νομίζω ότι μέσα σε μια κατεσταλμένη εποχή -η καταστολή είναι το πρώτο που μεριμνά κάθε Πολιτεία- είμαστε λίγο “pain in the ass”.

Το θέατρο δεν είναι κάτι το οποίο μπαίνει εύκολα στα καλούπια της τεχνολογίας.

Μέσα σε όλη αυτή τη συνθήκη άνθισε το online streaming και στο θέατρο.

Είναι μια λύση “ανάγκης” να κρατήσεις μια επαφή με τον κόσμο και να του θυμίσεις τι σπουδαίο πράγμα είναι η ζωντανή επαφή. Το θέατρο δεν είναι κάτι το οποίο μπαίνει εύκολα στα καλούπια της τεχνολογίας. Η αίσθηση του ζωντανού και η αίσθηση της επικινδυνότητας. Ότι αυτό που πας και βλέπεις σαν θεατής είναι κατ’ αρχήν μοναδικό, είναι προϊόν εκείνης της ημέρας μόνο και μπορούν να συμβούν τα πάντα, μπορεί να συμβεί κάτι σε κάποιον θεατή, μπορεί να συμβεί σε κάποιον συντελεστή… Όλη αυτή η αίσθηση του ότι παρακολουθώ κάτι το οποίο είναι μη ασφαλές, δεν μπορεί να υποκατασταθεί με κάτι που το βλέπεις με όλη την ασφάλεια, σε βίντεο, στο σπίτι σου. Παρόλα αυτά είναι ένας ύστατος τρόπος να μην φιμωθούμε εντελώς.

Με τον Γιάννη Βούρο στην παράσταση “Φιλουμένα”.

Βλέπουμε συνεχώς να αυξάνονται τα online streaming και τον κόσμο να δείχνει μεγάλη ανταπόκριση.

Δεν υπάρχει μεγάλη ζήτηση, μη λέμε ψέματα. 10 ή 15 χιλιάδες κόσμου μπροστά σε μια θεατρική δράση που μπορεί να κάνει 50 ή 100 χιλιάδες είναι μια αρχή, δεν είναι κάτι το οποίο είναι διαμορφωμένο. Και νομίζω ότι είναι και μια λύση γιατί ξέρεις ότι δεν μπορείς να πας. Αν μπορούσες να πας, δεν ξέρω αν θα το προτιμούσε κανένας. Είναι της συνθήκης μας αυτό. Έξω που γίνονται τα live streaming, γίνονται όταν οι παραστάσεις έχουν τελειώσει, κυρίως για θεάματα τα οποία είναι να ταξιδέψουν στον κόσμο. Κάποιος που το έχει δει live δε νομίζω ότι θα έκανε ποτέ streaming για να δει μια παράσταση. Η Αγγλία και η Αμερική που τα ξεκίνησαν αυτά είναι γιατί η αγορά τους και η γλώσσα τους απευθύνεται σε όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα, δεν είναι εύκολο να απευθυνθείς παρά μόνο στους Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό. Ένα πρώτο streaming που είχα κάνει online στην πρώτη καραντίνα, απευθύνθηκε σε 150 χιλιάδες κόσμου από τους οποίους οι 100 ήταν εκτός Ελλάδας.

Μήπως όμως συνηθίσουμε σε αυτή τη μορφή;

Το θέατρο με τη μορφή της ζωντανής παρουσίασης. Αν σβήσει, αν το συνηθίσουμε μέσω live streaming, θα σβήσει εντελώς. Δεν νομίζω όμως ότι μπορεί να υποκατασταθεί. Είναι η διαφορά του να παίρνεις ένα φαγητό από το super market και το να βρίσκεσαι σε ένα μέρος που το μαγειρεύουν μπροστά σου. Πάντα θα υπάρχει η fast food αντιμετώπιση ότι “δεν προλαβαίνω, παίρνω ένα φαγητό από το super market” αλλά ποτέ δεν θα πάψει κάτι να θέλεις να το δεις ζωντανά. Η δύναμη που μπορεί να σε επηρεάζει είναι πολύ μεγαλύτερη.

Θα περάσουμε ένα μεγάλο διάστημα μετατραυματικού σοκ και θα φοβόμαστε να ακουμπάει ο ένας τον ώμο του άλλου.

Εσείς, ως “λύση ανάγκης” διαλέξατε τον “Έλβις”;

Ως μια μορφή επικοινωνίας και συνειδητοποιώντας ότι φέτος θα έκλεινα τα 20 χρόνια -από το 2000 είμαι στο θέατρο Διάνα-, περισσότερο κοιτάζοντας πίσω για να πάρουμε ένα κουράγιο όλοι. Είναι σπουδαία υπόθεση το θέατρο, μοναδική, μοναχική. Είναι μια λειτουργία η οποία είναι βαθιά πνευματική, βαθιά ανθρώπινη. Και μια υπενθύμιση ότι δεν πρέπει να χαθεί αυτή η επιθυμία του κόσμου να έρχεται σε επαφή. Γιατί θα περάσουμε ένα μεγάλο διάστημα μετατραυματικού σοκ και θα φοβόμαστε να ακουμπάει ο ένας τον ώμο του άλλου. Στο θέατρο από τις αρχές που υπήρχε, είδες πως είναι τα καθίσματα, ο ένας ακουμπάει δίπλα στον άλλο. Να παίρνει ο ένας από την ανάσα του άλλου. Υπάρχει ένας περίεργος συντονισμός και των ανθρώπων που είναι πάνω στη σκηνή, που είναι κάτι μοναδικό. Δεν μπορεί να γίνει μέσω τεχνολογίας, αδικείται πάρα πολύ η αίσθηση. Κάνουμε ανάπηρο το συναίσθημά μας. Αν το κάνουμε τόσο ανάπηρο και γίνουμε τόσο κομπιούτερς και δεν κρατήσουμε τίποτα από τις αρετές τη κοντινής επαφής, θα είμαστε όλοι στο φάσμα του αυτισμού σε λίγο.

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Eleni Rantou (@eleni_rantou)

Τις παραστάσεις μετά την πανδημία πώς τις φαντάζεστε;

Σίγουρα θα ήθελα μια παράσταση με πάρα πολλά άτομα πάνω στη σκηνή, ένα πανηγύρι ζωής. Μια γιορτή θα ήθελα να γίνει. Πολλοί σκέφτονται: να κάνουμε έναν μονόλογο, να μην ρισκάρουμε, να μην κάνουμε. Εμένα η επιθυμία μου είναι να ανεβάσουμε ένα έργο και να μη χωράμε στα καμαρίνια οι ηθοποιοί, να γίνει ένα πανηγύρι.

Οι θεματικές τους θα έχουν σχέση με την πανδημία;

Θα το κουβαλάμε αλλά θα μου ήταν πολύ δυσάρεστο να ξαναδώ το τι πέρασα. Το θέατρο πάντα καλείται να διαβάζει τα ψιλά γράμματα, δεν είναι οι μεγάλοι τίτλοι. Είναι αυτή η βαθιά απελπισία που σου αφήνουν κάποιες συγκλονιστικές στιγμές. Το καταστάλαγμα όλου αυτού μπορεί να είναι χρήσιμο. Είδα και μια σειρά που έκαναν στο Netflix, την πρώτη σειρά της καραντίνας, που μου ήταν πάρα πολύ απωθητικό να βλέπω τη μοναξιά που νιώθω ήδη. Έχω ακριβώς αντίστροφη διάθεση, να δω κάτι που να ξορκίσω όλο αυτό που έζησα και όχι να το ξαναζήσω. Ένα μεγάλο πάρτι θα ήθελα.

Μπορείτε να σκεφτείτε τους ανθρώπους θα θέλατε σε αυτό το πάρτι;

Θα ήθελα να έχω όσους είναι διατεθειμένοι και νιώθουν από ψυχής τη διάθεση να επικοινωνήσουμε. Δεν θα ήθελα κανένα μίζερο, κανέναν φοβικό, κανέναν παράξενο, κανέναν γρουσούζη. Θα ήθελα να είναι άνθρωποι οι οποίοι είναι μόνο με ένα χαμόγελο και με πολλή αγάπη σε αυτό που κάνουν. Καμία μιζέρια δεν χωράει γιατί έχει μιζερέψει τόσο η ίδια μας η ζωή που θέλει πια μια πολύ γενναιόδωρη στάση. Μια στάση μεγάλης αγάπης για τη ζωή, από όλους μας.

Έχετε βρει τρόπο να απομονώνετε τους τοξικούς ανθρώπους; Γιατί βλέπουμε ότι και στα socal media όταν ανεβάζετε κάτι γίνεται χαμός από σχόλια.

Όταν επικοινωνείς πρέπει να είσαι έτοιμος να ακούσεις και τα έτσι και τα γιουβέτσι. Προκαλείς, πολλές φορές, για να γίνει μια κουβέντα και να αποκαλυφθούμε όλοι. Δεν είναι ότι είναι αναίμακτη η επικοινωνία. Με οποιονδήποτε τρόπο και ειδικά με ένα μέσο σαν την κοινωνική δικτύωση που ο καθένας εκ του ασφαλούς λέει ότι του κατέβει. Είναι όμως μια αφορμή να μάθουμε επιτέλους να συζητάμε πιο πολύ πολιτισμένα.

Δεν θα μπορούσαμε να διανοηθούμε 20 χρόνια πριν τους haters, ότι αν τους γνωρίσεις από κοντά είναι κάτι πλάσματα τα οποία είναι θλιβερά.

Η μακροχρόνια πορεία σας στο θέατρο έχτισε τις άμυνες σας ή από την αρχή το είχατε στο μυαλό σας;

Στην αρχή πας πιο αγνά. Καθ’ οδόν εκπαιδεύεσαι κι εσύ στην επικοινωνία. Μετά βλέπεις ότι έχει αλλάξει και η μορφή επικοινωνίας. Δεν θα μπορούσαμε να διανοηθούμε 20 χρόνια πριν τους haters, ότι αν τους γνωρίσεις από κοντά είναι κάτι πλάσματα τα οποία είναι θλιβερά. Αλλάζουν πάρα πολλά. Μαθαίνεις περισσότερο όμως για την τάση της ψυχολογίας του κόσμου και αυτό πάντα με ενδιαφέρει να το μελετάω. Δεν το κάνω για να συντηρώ τη διασημότητά μου, το κάνω γιατί με ενδιαφέρει κάθε φορά να βλέπω η ψυχολογία του κόσμου σε τι φάση είναι. Πόσο αγοραφοβική έχει γίνει,  πόσο μοναχική, πόσο μίσος χωράει, πόση αγάπη… Έχουν ενδιαφέρον αυτά. Αποστασιοποιούμαι από αυτό που διαβάζω και βλέπω το σύμπτωμα αυτουνού που το γράφει. Περισσότερο σαν γιατρός σκέφτομαι παρά σαν κάτι άλλο. (Γέλια.) Κι αυτό με κάνει να έχω κατανόηση και όταν γράφουν μπούρδες και όταν γίνονται επιθετικοί. Φαντάζομαι ότι πρέπει να ζουν και πολύ απελπισμένες, δυστυχισμένες ζωές. Αυτό με ενδιαφέρει πάρα πολύ να το μελετάω και να μη το σνομπάρω. Δεν με θυμώνει ούτε με προσβάλει προσωπικά. Ξέρω ότι κάποιος που είναι ανάγωγος έχει πρόβλημα ο ίδιος, δεν έχω πρόβλημα εγώ. Τα έχω διαχωρίσει αυτά πολύ καλά.

Είναι, θεωρώ, ένα γνώρισμα των ηθοποιών η παρατηρητικότητα.

Η έρευνα της ανθρώπινης ψυχής είναι η δουλειά μας. Είναι μια άλλη μορφή ιατρικής. Το έχω πολύ κοινό με την ιατρική και με την ψυχιατρική. Επειδή ερευνάς ανθρώπους, ψάχνεις να βρεις τη λεπτομέρειά τους, το τραύμα τους, να βρεις από πού ξεκίνησε, πώς κορυφώθηκε… Όλο αυτό, όταν το κάνεις σε ολόκληρη τη ζωή σου, αν μη τι άλλο, δεν μπορεί να μην έχεις τον ερευνητή μέσα σου. Γιατί κάποιος μπορεί να είναι έτσι, γιατί κάποιος μπορεί να είναι αλλιώς; Παίζουμε λίγο τον δόκτωρ House, κάνουμε διαγνώσεις. (Γέλια.) Αυτό σε κάνει να κάνεις διάγνωση και της εποχής σου, γιατί οι εποχές είναι οι άνθρωποι.

Και του εαυτού σου.

Πρώτα απ’ όλα. Η αλήθεια είναι ότι επειδή είναι το πιο δύσκολο να κάνεις αυτή τη διάγνωση του εαυτού σου, πολλές φορές κάνεις προβολές στους άλλους. Όταν προσπαθείς να μελετήσεις τους άλλους είναι γιατί αποφεύγεις να μελετήσεις τον εαυτό σου αλλά αναγκαστικά μελετώντας… μελετώντας… μαθαίνεις ότι είναι η ώρα να μελετήσεις και τον εαυτό σου. Είναι το πιο δύσκολο γιατί κάθε φυσιολογικός οργανισμός το αποφεύγει.

Είναι σημαντικό σε αυτή τη διαδικασία να έχουμε απέναντι μας ανθρώπους που να λειτουργούν ως καθρέπτες μας;

Αναγκαστικά γίνεται. Το κάνουμε ασυνείδητα αυτό. Είμαστε πλάσματα με πολύ έντονο ναρκισσισμό όλοι οι άνθρωποι, οπότε τον καθρέπτη σου ψάχνεις γύρω γύρω ή στην αντίθετή σου μεριά, σε αυτά που φοβάσαι είτε σε αυτά που επιθυμείς.

Είναι πολύ προσωπική η διαδρομή του καθενός και μεγαλώνοντας και την κόρη μου κατάλαβα πολύ καλά ότι οι άνθρωποι πρέπει μόνοι τους να ανακαλύπτουν πράγματα

Το λέω με την έννοα ενός ανθρώπου που θα είναι απέναντι και θα μας πει “αυτό το κάνεις έτσι και είναι λάθος”.

Η εμπειρία μου έχει δείξει πως ότι και να σου πει ο άλλος, δεν έχει κανένα νόημα αν δεν είσαι έτοιμος εσύ να το ακούσεις. Αν το ταξίδι σου δεν είναι εκείνη τη στιγμή στη φάση που να αναγνωρίσεις αυτό που θα ακούσεις. Είναι πολύ προσωπική η διαδρομή του καθενός και μεγαλώνοντας και την κόρη μου κατάλαβα πολύ καλά ότι οι άνθρωποι πρέπει μόνοι τους να ανακαλύπτουν πράγματα. Αν δεν θέλουν να ανακαλύψουν, ότι και να πεις θα περάσει ντούκου. Πολλές φορές μπορεί να βοηθήσεις κάποιον που θα σε θυμηθεί 20 χρόνια μετά και θα σου πει  “τότε μου είχες πει κάτι, τώρα το κατάλαβα”. Είναι πολύ προσωπική διαδρομή. Δεν πιστεύω στους σωτήρες αν δεν σώσουμε εμείς τον εαυτό μας κι αν δεν μελετήσουμε εμείς τον εαυτό μας γερά.

Στο καμαρίνι του θεάτρου Διάνα μαζί με τον σύζυγό της, Βασίλη Παπακωνσταντίνου.

Δεν είναι και πολύ μοναχική διαδρομή; Αν υποστηρίζω κάτι και δεν με ακούν και επιβεβαιωθεί μετά από τρία χρόνια, ένα μήνα, πέντε μέρες, τότε νιώθω έναν εκνευρισμό που το πέρασα όλο αυτό.

Το θέμα είναι να μην αρχίσεις μέσα σου να μπερδεύεσαι με αυτό που θέλουν οι άλλοι από εσένα και με αυτό που θέλεις εσύ. Γιατί αν δεν μοιράζονται οι άλλοι σε εκείνη τη φάση τη δική σου θεωρία, υπάρχει κίνδυνος να κλονιστεί η θεωρία σου. Πολλές φορές, όταν νιώθω τι πρέπει να γίνει, κλονίζομαι μέσα μου. Όταν επιβεβαιωθώ, νιώθω φοβερή ανακούφιση γιατί λυτρώνομαι από αυτή την αγωνία αν κάνω το σωστό ή όχι. Γιατί, κακά τα ψέματα, είμαστε ένα αποτέλεσμα και αυτού που συμβαίνει μέσα μας και αυτού που οι άλλοι γύρω πιστεύουν. Γίνεται ένας πόλεμος ανάμεσα σε αυτά τα δύο: τι πιστεύουν οι άλλοι και τι πιστεύεις εσύ. Είναι σύνθετα πράγματα και τώρα που οι άλλοι φύγαν από το πεδίο μας, γιατί μείναμε πολύ μόνοι μας, με ελάχιστους ανθρώπους γύρω μας, είναι η μάχη που ο καθένας έδωσε με τον εαυτό του αυτούς τους μήνες. Μια πολύ οδυνηρή μάχη. Γιατί όταν ο εχθρός σου είναι έξω, είναι ορατός και τον βλέπεις. Όταν είναι μέσα σου, είναι πολύ άγριο πράγμα.

Πέθαινε κόσμος και πρώτη είδηση ήταν τι κάνει η Meghan Markle. Υπάρχει μια τάση φυγής από την ουσία όταν η ουσία είναι ζόρικη.

Γίναμε λίγο πιο ουσιαστικοί από όλο αυτό που περάσαμε;

Όχι, δεν αλλάζει ποτέ αυτό. Την ουσία κανένας δεν τη βρίσκει γιατί αντιθέτως είδα τη μεγαλύτερη σαχλαμάρα ever στην τηλεόραση, είδα στο google, στις ειδήσεις τις μεγαλύτερες σαχλαμάρες. Πέθαινε κόσμος και πρώτη είδηση ήταν τι κάνει η Meghan Markle. Υπάρχει μια τάση φυγής από την ουσία όταν η ουσία είναι ζόρικη. Το βάζουμε στα πόδια πάντα. Οι στιγμές ουσίας είναι οι στιγμές που δεν απειλούμαστε για να έχει την πολυτέλεια της ουσίας.

Η Τέχνη μπορεί να αναλάβει τον ρόλο να μας επαναφέρει στην ουσία;

Πάντα η Τέχνη είναι ένας καθρέπτης της κοινωνίας. Ένα κομμάτι της θα θέλει να μας κάνει πνευματικότερους. Είναι και ποια Τέχνη ακολουθείς… Και δεν μπορείς να περιμένεις και από την Τέχνη να κάνει επανάσταση. Η Τέχνη προτείνει και προτείνει πολύ ευγενικά και χωρίς βία. Στο χέρι αυτουνού που την δέχεται είναι όλο το παιχνίδι. Τι θα διαλέξει, τι θα κρατήσει, τι θα πετάξει. Η Τέχνη είναι τόσο πολυπρόσωπη που χωράνε όλα. Χωράει και η έλλειψη ουσίας και η ουσία, αλλά νομίζω ότι η προτίμηση της ψυχολογίας του κόσμου σε τέτοιους καιρούς είναι στην έλλειψη ουσίας γιατί είναι πολύ στριμωγμένος και δεν θέλει καθόλου να στριμωχτεί κι άλλο.

Είχα φανταστεί ότι στα 20 χρόνια μου στο θέατρο θα κάνω κάτι πολύ σπουδαίο και τελικά κλείστηκα στο σπίτι και έμεινε κλειστό και το θέατρο. Και λέω ωραία, το παίρνουμε από την αρχή.

Γιατί ξεκινάτε με το “Εκπαιδεύοντας τον “Έλβις”; Επειδή είναι κωμωδία και έχει τέτοια στοιχεία;

Γιατί κλείνει τα 20 χρόνια. Επίσης, ένιωσα ότι το “δύσκολοι καιροί για βασιλιάδες” που είναι το motto αυτής της παράστασης είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Γιατί είχα φανταστεί ότι στα 20 χρόνια μου στο θέατρο θα κάνω κάτι πολύ σπουδαίο και τελικά κλείστηκα στο σπίτι και έμεινε κλειστό και το θέατρο. Και λέω ωραία, το παίρνουμε από την αρχή: 20 χρόνια, 2000 με 2020 και αυτή ήταν η πρώτη δουλειά. Αν δεν είχε αυτή την τύχη που είχε κι αν δεν είχε αυτή την αγάπη κι αυτό το μεράκι κι αυτή την απήχηση που είχε ξεκινώντας, δεν θα ήταν τα επόμενα 20 χρόνια ίδια για μένα.

Αν σας ρωτούσα τι σας έμαθε αυτή η δουλειά, η απάντηση θα ήταν το motto αυτό που προείπατε;

Ναι, είναι μεγάλο μάθημα. Από κάθε παράσταση παίρνω ένα μάθημα. Τότε, το “δύσκολοι καιροί για βασιλιάδες” δεν το συνειδητοποιούσα. Μου φαινόταν ότι μου μιλάει για λιγότερα πράγματα. Με την εμπειρία 20  χρόνων μπορώ να πω ότι ισχύει για όλους καλλιτέχνες -χωρίς κανένα πολιτικό πρόσημο η λέξη βασιλιάς, δεν μιλάει για μοναρχία το έργο. Το “Μαγειρεύοντας με τον Έλβις” δεν έχει καμία σχέση με την βιογραφία του Έλβις. Είναι μια ιστορία μικρών προδοσιών. Πώς προδίδουμε τις επιθυμίες μας, πώς προδίδουμε τους ανθρώπους γύρω μας, πόσο δύσκολο είναι να είσαι βασιλιάς που σημαίνει ότι είσαι μια σταθερή. Για κάποιο λόγο, 20 χρόνια μετά, είναι πιο επίκαιρο και από τότε που το κάναμε. Πέρα από το ότι για μένα ήταν μια μοναδική παράσταση, ίσως ήταν από τις πιο άρτιες παραστάσεις που έχω κάνει.

Από την επίσημη πρεμιέρα της παράστασης “Φιλουμένα”, τον Δεκέμβριο του 2017.

Από αυτά τα 20 χρόνια, που στο άκουσμα είναι τρομακτικό  σαν νούμερο, καταλάβατε το πέρασμά τους;

Δεν το κατάλαβα καθόλου. Κοιτάω το βίντεο και νομίζω ότι είναι πριν ένα χρόνο, δύο.

Νιώθω ότι, κάπως, ισχύει για όλες σας τις δουλειές.

Σε κάθε δουλειά δεν λέω φέτος θα κάνουμε αυτό, μετά θα κάνουμε αυτό. Είναι απόσταγμα από τόσο δύσκολες γέννες που είναι πραγματικά σαν να έχω κάνει παιδιά και όχι δουλειές. Γιατί έχουν πολλή κούραση ψυχική στο να βρεις τι θέλεις να πεις, στο να είναι κάτι το οποίο να μπορεί να αντέξει στο χρόνο, να είναι κάτι το οποίο θα μπορώ να το υποστηρίξω ψυχολογικά, ιδεολογικά, ανθρώπινα. Ότι θα έχει μια γιατρειά για τις ψυχές που θα μαζευτούν να το δούνε. Είναι σχεδόν συλλεκτικά κομμάτια. Δεν έχω λειτουργήσει με έναν εμπορικό τρόπο: σεζόν είναι, δουλείτσα να γίνει. Υπάρχει μια προετοιμασία δύο χρόνων πίσω από την κάθε δουλειά, δεν βγαίνουν αβίαστα τα πράγματα. Θα ήθελα να μπορούσα να είμαι λιγότερο ψυχοβγαλτική και περισσότερο παραγωγική, αλλά δεν μπορώ. Για να υποστηρίξω κάτι θα πρέπει να το έχω ψάξει από τα μύχια του συναισθήματός μου.

Δεν θέλω να κάνω ανόητες κινήσεις. Για αυτό δε βρέθηκα ποτέ σε κριτικές επιτροπές. Πιστέψτε με, κάθε μέρα βαράει ένα τηλέφωνο για κάτι τέτοιο.

Θεωρώ ότι αυτό δείχνει τη διαχρονικότητά σας. Αν το πιάσουμε από το “Αχ Ελένη”, που ίσως να μην είναι από τα πρώτα που θα σκεφτεί ο κόσμος, μέχρι το “Κωνσταντίνου και Ελένης”.

Γενικά είμαι πολύ επιλεκτική και βασανίζομαι πολύ και βασανίζω και τους ανθρώπους γύρω μου γιατί έχω μια αίσθηση ότι οτιδήποτε αφήσω πίσω μου, ειδικά μετά από κάποια ηλικία, θέλω να έχει ένα νόημα. Δεν θέλω να κάνω ανόητες κινήσεις. Για αυτό δε βρέθηκα ποτέ σε κριτικές επιτροπές. Πιστέψτε με, κάθε μέρα βαράει ένα τηλέφωνο για κάτι τέτοιο. Δεν θέλω να αφήσω τίποτα πίσω μου που να μην είχε νόημα πολύ μεγάλο για μένα. Είναι βασανιστικό, θα ήθελα να μην είναι έτσι για να περνάω λίγο πιο ανάλαφρα τη ζωή για να περνάω και καλύτερα αλλά δυστυχώς έχω έναν ψυχοβγάλτη μέσα μου που ταλαιπωρεί και τους γύρω μου και εμένα πάρα πολύ. Απλώς αφήνει πράγματα για τα οποία νιώθω ότι είναι απόσταγμα ζωής κάθε τι.

Δυστυχώς για εσάς αλλά ευτυχώς για εμάς. Γιατί κάθε ρόλος έχει ξεχωρίσει, από το “Κωσνταντίνου και Ελένης” που ήταν δύο σεζόν μέχρι το “Τι ψυχή θα παραδώσεις μωρή” που ήταν έξι επεισόδια.

Αυτό βέβαια σε αναγκάζει να βιοπορίζεσαι πάρα πολύ δύσκολα, να λες πάρα πολλά όχι, να κυκλοφορεί ότι είσαι παράξενος και περίεργος επειδή δεν ταιριάζεις και στο καλούπι των εποχών που έχουν αλλάξει και πάρα πολύ. Να είσαι και λίγο ανεπιθύμητος, να είσαι και λίγο ο γκρινιάρης. Για οτιδήποτε έχω γκρινιάξει έχω επιβεβαιωθεί και το έχω βρει μπροστά μου αλλά μετά δεν το θυμάται κανένας. Αλλά γίνεσαι δύστροπός, λένε έχεις παραξενέψει. Ακούω τέτοια πράγματα τα οποία δεν είναι αλήθεια, απλώς αγαπάω το αντικείμενο μου με τον ίδιο τρόπο.

Ο κόσμος όμως σας δικαιώνει.

Νομίζω ναι, όταν γίνεται μια δουλειά μετά από όλο αυτό και έρχονται και κάθε φορά σου λένε κι άλλο ανέβασες τον πήχη, είναι μια δικαίωση.

Θα μπορούσατε να ξεχωρίσετε τις 5 καλύτερες παραστάσεις σας και τους 5 καλύτερους ρόλους;

Οπωσδήποτε ο “Έλβις” θα’ ναι μια από αυτές. Η πρώτη βότκα, ο Κατάδικός μου, Νύχτα ραδιο-φώνων και η Τζάσμιν.

Σε αυτές είναι και οι καλύτεροι ρόλοι σας;

Ποτέ δεν κυνήγαγα ρόλους. Στο “Μαγειρεύοντας με τον Έλβις” κάνω μια 15χρονη που είναι 180 κιλά. Δεν ταίριαζε καν για μένα. Τι έχει να πει το έργο με ενδιαφέρει πάρα πολύ. Έχω κάνει σε έργο και τον σκύλο προκειμένου να είναι ένα έργο το οποίο να έχει κάτι να πει. Δεν ξυπνάω και λέω “τώρα να παίξω την Οφηλία”, ξυπνάω και λέω να βρεθεί ένα έργο να πει βαθιά πράγματα.

Στον “Έλβις” κάνατε και το ντεμπούτο σας ως θιασάρχης;

Πριν από τον Έλβις το έκανα. 25 χρονών ήμουν όταν έκανα την πρώτη μου θιασαρχική δουλειά. Ίσως, τώρα πια, να είμαι η μόνη που έχει παραμείνει θιασάρχης με την έννοια και του παραγωγού. Πριν από μένα ήταν η Κάτια Δανδουλάκη η οποία τώρα πια έχει παραγωγό. Που κάνει παραγωγές πρέπει να έχω μείνει η τελευταία, είμαι λίγο καρέτα-καρέτα.

Με την Ελένη Ουζουνίδου στην παράσταση “Για μια ανάσα”.

Γιατί αποφασίσατε να αναλάβετε και αυτό το κομμάτι;

Ήταν μόνο και μόνο για να μην έχω κανέναν να μου λέει “αυτό είναι ακριβό και δεν το κάνουμε”.

Σας έδωσε ελευθερία.

Ελευθερία και τεράστιο ρίσκο. Πολύ ακριβό πράγμα η ελευθερία. Το είδαμε τώρα πόσο ακριβό είναι.

Έχω μάθει να πιστεύω στο θαύμα. Αν κάτι το αγαπήσεις πάρα πολύ αποκλείεται να μην το αγαπήσει και ο κόσμος.

Για να το κάνετε όμως τόσα χρόνια, φαντάζομαι αξίζει το τίμημα.

Έχω μάθει πια να δουλεύω έτσι. Να μη στέκομαι στο πόσο κάνει κάτι, να μην κάθομαι να βάζω τα νούμερα και βάσει των αριθμών να αποφασίζω. Έχω μάθει να πιστεύω στο θαύμα. Αν κάτι το αγαπήσεις πάρα πολύ αποκλείεται να μην το αγαπήσει και ο κόσμος. Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να προσαρμοστώ σε μια λογική που λέει: ένα κι ένα κάνει δύο, μέχρι εκεί μπορείς, ποια πρόσωπα θα παίζουν, θα είναι αυτό, δεν θα έχει δικαιώματα για να είναι πιο φθηνό, θα σε πάω περιοδεία 80 πιάτσες για να βγάλω φράγκα. Δεν έχω μάθει να λειτουργώ έτσι.

Κάθε φορά που τελειώνει μια παράσταση εγώ κλαίω και οδείρομαι για καμιά εβδομάδα. Παθαίνω βαριά κατάθλιψη γιατί το βιώνω σαν να είναι η τελευταία μου.

Έχετε περάσει απογοητεύσεις ή κάνατε πάντα μεθοδικές κινήσεις;

Βέβαια περνάς. Τίποτα δεν δίνεται έτσι. Απογοητεύεσαι από ανθρώπους, από συμπεριφορές. Μαθαίνεις ότι το να πληγωθείς είναι 100% μέσα στη διαδρομή. Αντιμετωπίζω δε την κάθε δουλειά σαν την τελευταία μου. Αυτό είναι πάρα πολύ οδυνηρό, η αγωνία του αν θα βρω το κουράγιο να το ξανακάνω την επόμενη σεζόν. Κάθε φορά που τελειώνει μια παράσταση εγώ κλαίω και οδείρομαι για καμιά εβδομάδα. Παθαίνω βαριά κατάθλιψη γιατί το βιώνω σαν να είναι η τελευταία μου.

Αυτομαστιγώνεστε.

Πάρα πολύ και ίσως μέσα σε αυτή την καραντίνα είδα ότι πρέπει να το πάρω αλλιώς. Πρέπει λίγο να το διασκεδάσω γιατί δεν βγαίνει έτσι. Μέσα από αυτή την καραντίνα και κοιτάζοντας προς τα πίσω, όταν είχα περισσότερη άγνοια κινδύνου, νιώθω ότι κάπου ο αυτοβασανισμός μου έχει εγκατασταθεί με έναν τρόπο λίγο αρνητικό πια. Πρέπει να χαμογελάσω και στην ανάλαφρη πλευρά του φεγγαριού, τη φωτεινή. Λες, η διαδρομή η μεγάλη και το στίγμα έχει μείνει, από εκεί και πέρα πρέπει και να το διασκεδάσω λίγο. Αυτό είναι το ηθικό δίδαγμα. Ο “Έλβις” είναι μια τέτοια συγκυρία, είναι χαρά μαζί με διασκέδαση.

Με τον Μάξιμο Μουμούρη στην παράσταση Τζάσμιν.

Τι θα θέλατε να σας φέρει το 2021;

Έμπνευση. Αφού δεν μου πήρε κομμάτια υγείας, έμπνευση θα ήθελα να μου φέρει. Όλο αυτό να μετουσιωθεί σε έμπνευση. Γιατί ήταν τόσο τοξικό που αν δεν γίνει έμπνευση να με βοηθήσει να πετάξω, νομίζω θα με καθηλώσει για πάντα. Θέλω να γίνει έμπνευση και να με βοηθήσει όλη αυτή η καταστολή να πετάξω, να μου δώσει φτερά.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below