Ήταν μόλις δέκα χρόνων όταν έγινε η πρώτη προσπάθεια να την παντρέψουν, αλλά τελευταία στιγμή η οικογένεια, κυνηγημένη από το καθεστώς των Ταλιμπάν, αποφάσισε να διαφύγει στο Ιράν. Για να τους βοηθήσει οικονομικά, η ίδια καθάριζε γραφεία και τουαλέτες χωρίς να μπορεί να πάει σχολείο αφού δεν είχε καν χαρτιά. Μέχρι που η μουσική τής άλλαξε τη ζωή: ακούγοντας εμμονικά ραπ, η έφηβη Αφγανή έγραψε το δικό της τραγούδι «Νύφες προς πώληση» (Βrides for Sale) απαντώντας με αυτόν τον τρόπο στην απόφαση της μητέρας της να τη φέρει πίσω στο Αφγανιστάν προκειμένου να την πουλήσει ως νύφη για 9.000 δολάρια. Το βίντεο ανέβηκε στο YouTube σημειώνοντας ρεκόρ επισκέψεων και συγκεντρώνοντας όλα τα φώτα πάνω της. Σήμερα, μετά το βραβευμένο ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε για τη ζωή της και διεκδικώντας μια διεθνή καριέρα, η Αφγανή ράπερ ζει πλέον στη Νέα Υόρκη έχοντας ήδη μεγάλα δημοσιεύματα σε «New York Times», «El Pais» και μια θέση στις 100 πιο επιδραστικές γυναίκες του κόσμου το 2016, σύμφωνα με τη λίστα του BBC. Πρόσφατα μάλιστα η Lavazza την επέλεξε, μαζί με πέντε κορυφαίες προσωπικότητες, για να πρωταγωνιστήσει στο Ημερολόγιο του 2022 για ένα καλύτερο αύριο με φωτογραφίες του Εμάνουελ Λουμπέσκι, γνωστού ως Τσίβο.
Ακούγοντας εμμονικά ραπ, η έφηβη Αφγανή έγραψε το δικό της τραγούδι «Νύφες προς πώληση» (Βrides for Sale) απαντώντας με αυτόν τον τρόπο στην απόφαση της μητέρας της να τη φέρει πίσω στο Αφγανιστάν προκειμένου να την πουλήσει ως νύφη για 9.000 δολάρια.
Ο λόγος για τη Σονίτα Αλιζαντέχ, η οποία αφηγείται στο Marie Claire την προσωπική της εκπληκτική διαδρομή: «Ήμουν μόλις δέκα χρόνων όταν η οικογένειά μου αποφάσισε να με πουλήσει για πρώτη φορά ως νύφη, κάτι που επιχείρησε εκ νέου όταν έκλεισα τα δεκάξι. Στα δέκα μου χρόνια, εκ των πραγμάτων, δεν είχα ιδέα τι σημαίνει γάμος και ευτυχώς για μένα η συμφωνία έπεσε στο κενό και έτσι κατάφερα να γλιτώσω. Στα δεκάξι μού ξαναείπαν ότι πρέπει να παντρευτώ, γιατί η οικογένειά μου ήθελε να μαζέψει χρήματα για τον γάμο του αδελφού μου, αφού ο άνδρας στο Αφγανιστάν είναι υποχρεωμένος να πληρώσει τους συγγενείς της νύφης. Τότε ήταν που νόμιζα πραγματικά ότι η ζωή μου τελείωσε. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω, ένιωθα συντριβή και τρόμο, αλλά δεν το έβαλα κάτω. Αποφάσισα ότι πρέπει να κάνω κάτι και ότι δεν μπορώ να βλέπω τα όνειρα που έτρεφα από μικρή να συντρίβονται στην προοπτική ενός άδοξου γάμου. Για να κάνω την οικογένειά μου να καταλάβει τα συναισθήματά μου, έγραψα ένα τραγούδι με τίτλο “Νύφες προς πώληση” γιατί ακριβώς έτσι ένιωθα. Φρόντισα μάλιστα να γυριστεί και μουσικό βίντεο με τη βοήθεια της σκηνοθέτιδος Γκαέμ Μανγκαμί, η οποία με βοήθησε πολύ να στείλω το μήνυμά μου σε ολόκληρο τον κόσμο».
«Δεν μπορούσα να αναπνεύσω, ένιωθα συντριβή και τρόμο, αλλά δεν το έβαλα κάτω. Αποφάσισα ότι πρέπει να κάνω κάτι και ότι δεν μπορώ να βλέπω τα όνειρα που έτρεφα από μικρή να συντρίβονται στην προοπτική ενός άδοξου γάμου».
Εν ολίγοις, η Σονίτα, παρότι ζούσε σε προσφυγικό καταυλισμό στην Τεχεράνη σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και δουλεύοντας σε άθλιες συνθήκες, δεν το έβαλε κάτω. Τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της μπορούσε να φαντάζεται ότι είναι σούπερ ράπερ, ότι μοιάζει στη Ριάνα, ότι φοράει όμορφα κοσμήματα και τολμηρά ρούχα, διεκδικώντας, αλλιώς, την ελευθερία της. Χωρίς καθόλου μέσα, κατάφερε μιλώντας σε εκπροσώπους από κυβερνητικές οργανώσεις να τη βοηθήσουν να πάει σχολείο και να διεκδικήσει τα όνειρά της: «Ήμουν απλώς ένα προσφυγόπουλο από το Αφγανιστάν χωρίς καθόλου χαρτιά, που δούλευα ως εργάτρια στην Τεχεράνη, δηλαδή στην πράξη χωρίς κανένα μέλλον. Μέχρι που μια ιρανική Μη Κυβερνητική Οργάνωση με βοήθησε να μπορέσω να εξασφαλίσω τα έγγραφα που χρειάζονταν, να πάω σχολείο και να μάθω τη φαρσί γλώσσα. Αλλά η μητέρα μου ζητούσε επίμονα να επιστρέψω στο Αφγανιστάν για να παντρευτώ. Τότε ήταν που έγραψα αυτόματα το τραγούδι, το οποίο με βοήθησε η σκηνοθέτις Γκαέμ Μαγκαμί να γυρίσω σε βίντεο, το οποίο ουσιαστικά μιλάει για την ανάγκη των κοριτσιών να αποκτήσουν τη φωνή και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Προς έκπληξή μας -ειδικά προς δική μου, που μέχρι τότε δεν ήξερα καν τι είναι το YouTube– το video ξεπέρασε σε χρόνο ρεκόρ τα 100.000 views φτάνοντας το ένα εκατομμύριο και σε ορισμένα sites τα 14 εκατομμύρια. Ο κόσμος όχι μόνο άκουσε τη μουσική μου, αλλά πήρε το μήνυμά μου. Κατάφερα έτσι με αυτόν τον τρόπο να αποδράσω προτού με πουλήσουν σαν σκλάβα σε παζάρι. Τότε ήταν που υπήρξε τεράστια, καθολική ανταπόκριση από όλο τον κόσμο και μου προσφέρθηκε μια υποτροφία στην Αμερική, όπου κατάφερα να ακολουθήσω την αμερικανική εκπαίδευση. Σήμερα σπουδάζω στο Bard College της Νέας Υόρκης με κατεύθυνση Μουσική και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Επίσης, συμμετέχω σε διάφορες κρίσιμες καμπάνιες, συμβάλλω σε διάφορους αγώνες των Ηνωμένων Εθνών και εκπροσωπώ κορίτσια σε ολόκληρο τον κόσμο που επιδιώκουν την κατάργηση των πρακτικών εξαναγκασμένου γάμου ανηλίκων», λέει στο Marie Claire.
Ειδικά μετά το πολυβραβευμένο ντοκιμαντέρ που γύρισε η Γκαέμ Μανγκαμί για την απίστευτη ιστορία της Σονίτα, η ιστορία της ακούστηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Μπορεί πλέον να ζει στην καρδιά του Μανχάταν, αλλά η καρδιά της βρίσκεται ακόμα στο Αφγανιστάν, το οποίο περνάει μία ακόμη τεράστια κρίση: «Πραγματικά είναι πολύ αβέβαιο το μέλλον στην πατρίδα μου αυτή τη στιγμή και αλλάζει διαρκώς», μας λέει με ειλικρινή πίκρα. «Προσπαθώ, ωστόσο, να ενεργοποιηθώ με όποιον τρόπο μπορώ διατηρώντας μια πλατφόρμα για την κατάργηση των γάμων ανηλίκων. Η πρακτική αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη φυλετική ανισότητα και την πεποίθηση ότι οι γυναίκες και ειδικά τα κορίτσια είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας από τις οποίες μπορούν να στερούν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και να τις θεωρούν κατώτερες εξαιτίας του φύλου τους. Το 40% των κοριτσιών στις φτωχότερες χώρες του κόσμου, όπως το Αφγανιστάν, παντρεύονται σε παιδική ηλικία. Ακριβώς εξαιτίας της έλλειψης πρόσβασης στη βασική εκπαίδευση, περίθαλψη και κάθε είδους προστατευτικά δίκτυα, οι χώρες αυτές έχουν τα υψηλότερα ποσοστά γάμων ανηλίκων και φυσικά τα ποσοστά ανεβαίνουν ακόμα περισσότερο κατά τη διάρκεια των σοβαρών κρίσεων που προκαλούν οι εμφύλιες συγκρούσεις, η γενικευμένη βία και οι φυσικές καταστροφές. Όλα αυτά μαζί, λοιπόν, αντικατοπτρίζουν την παρούσα εικόνα στο Αφγανιστάν. Οι γυναίκες πραγματικά κινδυνεύουν και θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματά τους καταπατώνται καθημερινά. Ευτυχώς, με τη βοήθεια και τη συμβολή της παγκόσμιας κοινότητας, κάποιες γυναίκες στο Αφγανιστάν, που είναι μια πανέμορφη χώρα αλλά με δύσκολο παρελθόν, μπορούν και υψώνουν τις φωνές, μάχονται για τη δικαιοσύνη και δεν το βάζουν κάτω. Τα νούμερα, νομίζω, μιλούν από μόνα τους για την πρόοδο που έχει επιτευχθεί με τους αγώνες των γυναικών τα προηγούμενα χρόνια: το ποσοστό των κοριτσιών που περνούν στο στάδιο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχει αυξηθεί από μηδέν στα 3,5 εκατομμύρια, ενώ το 27% των μελών του Κοινοβουλίου και του Δημοσίου αποτελείται πλέον από γυναίκες. Επίσης, μειώθηκε το ποσοστό του αναλφαβητισμού, όπως αντίστοιχα μειώθηκε σημαντικά η παιδική θνησιμότητα, ενώ το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε από τα 56 στα 65 χρόνια. Αυτή τη στιγμή όμως όλη αυτή η πρόοδος κινδυνεύει να χαθεί εντελώς και πρέπει σίγουρα κάπως να ενεργήσουμε προτού να είναι αργά», λέει με πόνο ψυχής η Σονίτα.
«Το 40% των κοριτσιών στις φτωχότερες χώρες του κόσμου, όπως το Αφγανιστάν, παντρεύονται σε παιδική ηλικία».
Η ίδια κάνει ό,τι μπορεί με τις πρωτοβουλίες της, ακόμα και με την επίσημη ιστοσελίδα της, έχοντας ως στόχο να προμοτάρει «το καλό και την παγκόσμια ευημερία», όπως λέει χαρακτηριστικά. Γι’ αυτό και επιλέγει αυστηρά τις συνεργασίες της, όπως με το φετινό ημερολόγιο της Lavazza, που το κεντρικό του μήνυμα είχε στόχο την αλλαγή του κόσμου. Δεν μπορεί παρά να νιώθει τυχερή που είχε απέναντί της έναν από τους καλύτερους κινηματογραφιστές και φωτογράφους στον κόσμο, τον οσκαρικό Εμανουέλ Λουμπέσκι, κοινώς Τσίβο, ο μόνος, όπως λέγεται, που κατάφερε να φωτογραφίσει από απόσταση αναπνοής τα τατουάζ της Τζολί και να πείσει τον ΝτιΚάπριο να σταθεί ακινητοποιημένος στην παγωνιά για ένα συγκεκριμένα φωτισμένο πλάνο: «Νιώθω τυχερή που συμμετείχα σε αυτό το πρότζεκτ του ημερολογίου, όπως και σε αντίστοιχα πρότζεκτ, που μου δίνουν την ευκαιρία να μοιραστώ κοινά αιτήματα, πόσο μάλλον να έχω απέναντί μου έναν τόσο απίστευτο φωτογράφο. Άλλωστε η συγκεκριμένη καμπάνια επιμένει πως δεν έχει σημασία από πού προέρχεσαι ή ποιο είναι το μπαγκράουντ σου, αρκεί το μήνυμά σου να έχει ένα ουσιαστικό νόημα και παγκόσμιο αντίκτυπο. Και αυτό θέλω να πω ως ένα παιδί που δούλευε εργάτρια στην Τεχεράνη, χωρίς χαρτιά και ταυτότητα, με μηδέν προοπτικές, από μια αναλφάβητη οικογένεια, που πίστεψε ότι μπορεί να διεκδικήσει κάτι καλύτερο. Θέλησα να επιλέξω τη μοίρα μου και τα κατάφερα. Πλέον εκφράζω τη βούλησή μου ελεύθερα μέσα από τη μουσική μου και ξέρω ότι αυτό δεν είναι προσωπικό, αλλά ένας τρόπος για να βοηθήσω άλλα κορίτσια να αλλάξουν την τύχη τους, γιατί πραγματικά το αξίζουν».