Ο Αλέξανδρος Βάρθης ξεχωρίζει σε κάθε παράσταση που συμμετέχει. Το χειμώνα που πέρασε τον είδαμε στο Απόψε αυτοσχεδιάζουμε στο Εθνικό Θέατρο, ενώ προηγούμενες δουλειές του περιλαμβάνουν τις παραστάσεις Κάζιμιρ και Καρολίνα, Ταρτούφος ή οι απατεώνες, Το Καπλάνι της βιτρίνας και βέβαια την Πάπισσα Ιωάννα που έκανε αίσθηση το καλοκαίρι του 2015 στο φεστιβάλ Αθηνών (Πειραιώς 260).
Το καλοκαίρι του 2019 είναι ο Δημήτριος στο Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας του Σαίξπηρ που περιοδεύει στην Ελλάδα με τους Αιμίλιο Χειλάκη (Θησέας, Όμπερον, βασιλιάς των ξωτικών), Βλαδίμηρο Κυριακίδη (Πάτος), Αθηνά Μαξίμου (Τιτάνια, βασίλισσα των ξωτικών) και Μιχάλη Σαράντη (Πουκ) στους κεντρικούς ρόλους. Το έργο, που σκηνοθετούν οι Αιμίλιος Χειλάκης και Μανώλης Δούνιας, παρουσιάζεται σε νέα μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα και πρωτότυπη μουσική του Κωνσταντίνου Βήτα. Από τη μουσική της παράστασης που είδα στο Βεάκειο στον Πειραιά, ξεκινά και η κουβέντα μας.
Πέρα από την κίνηση που σε γραπώνει και σε μαγεύει από την πρώτη στιγμή της παράστασης με αιχμή του δόρατος τον αξέχαστο Πουκ του Μιχάλη Σαράντη, η μουσική του Κωνσταντίνου Βήτα διατρέχει το έργο σαν καρδιοχύπι.
Ο Κωνσταντίνος Βήτα έχει φοβερή διαίσθηση, βλέπει πάντα μπροστά και αντιλήφθηκε αμέσως την ατμόσφαιρα του έργου. Κατάλαβα πόσο ταιριάζει η μουσική με την παράσταση όταν μπήκαν τα φώτα και είδα τι γίνεται σε κάθε σκηνή. Όντως η μουσική του διατρέχει το έργο από την αρχή ως το τέλος χωρίς διακοπή σαν ένα μουσικό κομμάτι που βγαίνει μέσα από τα σώματα των ηθοποιών. Όσο για την κίνηση, η δουλειά που έγινε από την Αντωνία Οικονόμου ήταν φανταστική.
Η σκηνή που ο Πουκ κουμαντάρει και μπερδεύει τους δύο αντεραστές είναι απολαυστική και αποτυπώνει άψογα πόσο εξαιρετική δουλειά έχει γίνει κινησιολογικά, όπως φαίνεται και στην παραμικρή “νεραϊδένια” κίνηση της Τιτάνιας ή στην οικονομία και την ακρίβεια κινήσεων του Όμπερον. Πάντως, όταν ο κόσμος των ανθρώπων και ο κόσμος των ξωτικών συναντιούνται σε ένα δάσος έξω από την Αθήνα, περιμένει κανείς μία σύγκρουση του κόσμου της λογικής με αυτόν των ενστίκτων. Αλλά στον κόσμο των ανθρώπων δεν κυριαρχεί απαραίτητα η λογική, σωστά;
Υπάρχει ένας γενικός παραλογισμός, μία παρανόηση ως προς αυτό. Τα ξωτικά αντιπροσωπεύουν τη φύση, τη φυσική τάξη, που δεν είμαι σίγουρος ότι την αντιλαμβανόμαστε σωστά. Μάλλον δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε το φυσικό κόσμο. Γι’ αυτό και βλέπουμε τη φύση να στρέφεται εναντίον μας με όσα συμβαίνουν εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής που προκάλεσαν οι ανθρώπινες επεμβάσεις και καταχρήσεις. Από αυτή την άποψη τα ξωτικά ως φορείς του φυσικού κόσμου είναι πιο λογικά, πιο φυσιολογικά από τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι έχουμε λίγο λοξοδρομήσει, έχουμε ξεφύγει κι αυτό στην παράσταση το βλέπεις σε όλες τις σκηνές από τους «μάστορες» και τους εραστές μέχρι το βασιλιά Θησέα και την Ιππολύτη. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την αγάπη μέσα από την έννοια της ιδιοκτησίας. Αγαπώ σημαίνει έχω στο ανθρώπινο βασίλειο.
Τι λες εσύ γι’ αυτή την ερμηνεία του αγαπώ που εμπεριέχει την έννοια της κτήσης;
Σε καμιά περίπτωση δεν το πιστεύω αυτό, αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι έτσι την αντιλαμβάνονται κι ας μην το λένε ξεκάθαρα. Ακόμη κι αυτή η χαζή έκφραση «ο άνδρας μου» ή «η γυναίκα μου» αυτό δε δείχνει; Πόσο λάθος είναι. Δεν είναι δικός σου ο άλλος, είναι κάποιος με τον οποίο μοιράζεσαι κάτι. Τις προάλλες είχα μία κουβέντα περί έρωτος και περί αγάπης με τη Ράνιας Οικονομίδου και μου είπε ένα πολύ ωραίο με αφορμή μια παράσταση του Φεστιβάλ Αθηνών: «Δεν αγαπάμε τον άλλο άνθρωπο, αγαπάμε την εικόνα που έχει εκείνος για εμάς. Και χωρίζουμε όταν αυτή η εικόνα που έχει ο άλλος για εμάς δεν είναι αυτή που θέλουμε για τον εαυτό μας». Είναι σαν να έχουμε κάνει ένα συμβόλαιο με έναν άλλο άνθρωπο, αμφίδρομα προφανώς, σαν να του λέμε «Σ’ αγαπώ γιατί μου αρέσουν αυτά που κάνεις και γιατί με βλέπεις όπως θα ήθελα να είμαι».
Καλά όλα αυτά, αλλά έχω στο μυαλό μου τον ήρωα που υποδύεσαι, τον Δημήτριο, ως υπόδειγμα μάλλον άστατου εραστή, και σα να μου φαίνεται πως πας να μου τον δικαιολογήσεις πριν καν στον κατηγορήσω εγώ.
Δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά. Τι θα πεις, «εγώ θα βγω και θα παίξω τον τύπο που πηγαίνει με πολλές γυναίκες και δεν είναι σταθερός στα ερωτικά του» ; Όχι. Έχω άλλη άποψη για τον Δημήτριο, ακόμη και στο κείμενο του Σαίξπηρ δεν είναι ξεκάθαρο πως είναι άστατος, ο Λύσανδρος τον κατηγορεί δημόσια ότι είχε τάξει αγάπη στην Ελένη. Ο Δημήτριος είναι ο μοναδικός στο έργο που δεν ξεμαγεύεται. Μετά την επέμβαση των ξωτικών παραμένει μαγεμένος και ερωτευμένος με την Ελένη, το ίδιο και όταν ομολογεί την αγάπη του μπροστά στο Θησέα. Οπότε αν είναι άστατος ο Δημήτριος είναι μία πλευρά του εαυτού του που δεν θελήσαμε να υπογραμμίσουμε στην παράσταση.
Στην παράσταση, μαγεμένοι ή όχι οι εραστές, άντρες και γυναίκες, συνεχίζουν να θέλουν απεγνωσμένα αυτούς που τους απορρίπτουν. Λειτουργεί η απόρριψη ως αφροδισιακό;
Η απόρριψη επηρεάζει το ίδιο άνδρες και γυναίκες και όχι, δεν τους αποθαρρύνει από το να συνεχίζουν να θέλουν το αντικείμενο του πόθου τους. Όμως, ξαναδιαβάζοντας το έργο με αφορμή την παράσταση, συνειδητοποίησα ότι ο Σαίξπηρ στο Όνειρο Καλοκαιρινής νύχτας εξυμνεί τη γυναικεία φύση και τη γυναικεία δύναμη. Οι άνδρες, μαγεμένοι ή όχι κυνηγούν τις γυναίκες κι εκείνες τους απορρίπτουν, έχουν το πάνω χέρι στις υπάρχουσες σχέσεις. Ακόμη και η Τιτάνια που μαγεύεται για να ερωτευτεί τον γάιδαρο-Πάτο, έχει το πάνω χέρι στη μεταξύ τους σχέση. Η Τιτάνια (Αθηνά Μαξίμου) «οδηγεί» τη σκηνή, κινεί όλα όσα συμβαίνουν με τον Πάτο (Βλαδίμηρο Κυριακίδη).
Μα ο Όμπερον νικά την Τιτάνια στο τέλος, ο Θησέας υποτάσσει την Ιππολύτη.
Στην αρχή της παράστασής μας επιλέξαμε να δείξουμε ότι η αντρική ρώμη υπερτερεί της γυναικείας. Ο Θησέας έχει νικήσει την Ιππολύτη με τα όπλα. Στο τέλος του έργου όμως, Θησέας και Όμπερον υποχωρούν. Ο Θησέας αποδεσμεύει την Ιππολύτη, καταλαβαίνει ότι έχει κάνει λάθος: Ηθικά η γυναίκα κερδίζει. Ο Σαίξπηρ εξυμνεί τη γυναίκα. Το έργο είναι για μένα ένας ύμνος στη γυναικεία σταθερότητα και δύναμη. Και ο Πουκ, το σκανταλιάρικο ξωτικό για το οποίο χρησιμοποιούμε αρσενικό άρθρο, είναι για μένα άφυλος.
Ποια σκηνή (των άλλων) στην παράσταση σε κάνει να χαίρεσαι που κάνεις αυτή τη δουλειά;
Αλλάζει κάθε μέρα αυτό, ακούω άλλα πράγματα κάθε φορά, στέκομαι σε κάτι διαφορετικό. Σε μία από τις σκηνές των μαστόρων, η αλλαγή που συμβαίνει από το κωμικό στο δραματικό από τον Βλαδίμηρου Κυριακίδη είναι φανταστική. Όταν ακούγεται εκείνο το «Φύση, γιατί έφτιαξες τα λιοντάρια για να έρθει ένα λιοντάρι να διακορεύσει την καλή μου», είναι μαγικό πως ησυχάζει το θέατρο που ένα λεπτό πριν έπεφτε από τα γέλια. Όλες οι σκηνές των μαστόρων με κάνουν να γελάω. Αν με ρώταγες πριν ανέβει αυτή η παράσταση θα σου έλεγα ότι θα μου άρεσε πολύ να κάνω τη Θίσβη. Αφού ανέβηκε και είδα πόσο καλοί είναι όλοι, πια μου αρέσουν όλοι οι ρόλοι, δεν μπορώ να διαλέξω ποιον θα έπαιζα ανάμεσα στα μαστόρια.
Αν δεχτούμε ότι μπορείς να χωρίσεις τους ερωτευμένους σε δύο μεγάλες παρατάξεις, τους ρομαντικούς και τους κυνικούς, εσύ με ποιους θα καθόσουν;
Νομίζω ότι υπάρχουν πράγματι αυτές οι δύο κατηγορίες, αλλά ποτέ κανείς δεν ανήκει οριστικά στη μία. Έχει να κάνει με το timing, έχει να κάνει με την ηλικία, σίγουρα, έχει να κάνει και με το φύλο. Η δική μου θεωρία λέει ότι οι γυναίκες είναι όντα σεξουαλικά από την ώρα που γεννιούνται, ενώ οι άντρες ανακαλύπτουν τη σεξουαλικότητά τους πολύ αργότερα. Εμείς θέλουμε να παίξουμε με τη μπάλα μας, τα παιχνίδια μας, να παίξουμε με τους φίλους μας. Δεν καταλαβαίνουμε τις κοπέλες, τις γυναίκες. Οι άντρες στην πλειοψηφία τους νιώθουν την πρώτη φορά που ερωτεύονται έναν αγνό έρωτα, είναι μια πάρα πολύ σημαντική στιγμή γι’ αυτούς. Η πρώτη μεγάλη απογοήτευση είναι που θα κάνει έναν άντρα κυνικό στη μετέπειτα ερωτική και σεξουαλική του ζωή. Οι γυναίκες έχουν το πάνω χέρι στον έρωτα 100% κι ό,τι κι αν λέμε εμείς οι άνδρες είναι για να το ακούμε μεταξύ μας και να χαιρόμαστε.
Τι είναι για σένα ρομαντικό;
Σίγουρα δεν πάει το μυαλό μου στα φεγγάρια και τις θάλασσες. Όλα αυτά αρέσουν και στα δύο φύλα, απλώς εμείς το παραδεχόμαστε λιγότερο. Για μένα ρομαντισμός είναι να μπορείς να μιλήσεις στον άνθρωπό σου ελεύθερα χωρίς να έχεις πράγματα να σε κρατάνε πίσω.
Πως διαμόρφωσες τον τρόπο που σκέφτεσαι για τις σχέσεις αλλά και γενικότερα;
Φταίει η οικογένειά μου, οι δύο αδερφές μου, το γεγονός ότι μεγάλωσα σε ένα γυναικείο παιδικό δωμάτιο. Έμαθα από μικρός να κάνω πίσω σε πράγματα, να δίνω προτεραιότητα στο να είναι καλά οι άνθρωποι που είναι γύρω μου.
Τι σημαίνει για σένα περιοδεία με παράσταση; Τι αγαπάς στην επαρχία;
Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα ανακαλύπτεις την τεράστια ποικιλία του τοπίου. Είναι πανέμορφη η χώρα, η Ήπειρος, η Μακεδονία, παντού κρύβονται μέρη –διαμάντια που ούτε καν τα φαντάζεσαι. Σαν επαγγελματίας απολαμβάνω και θαυμάζω την αγνότητα του κόσμου. Οι άνθρωποι που συναντάμε δεν είναι πονηροί. Λείπει αυτή η αδιαφορία που χαρακτηρίζει ίσως τους Αθηναίους. Στην επαρχία παρακολουθούν παραστάσεις με αγνό ενδιαφέρον, έρχονται να μας χαιρετήσουν, μας συναντάνε στο δρόμο και χαίρονται μαζί μας γι’ αυτό που πάμε να δείξουμε στην πόλη τους. Αυτό είναι μια μεγάλη ανταμοιβή.
Το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας σε σκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια θα δώσει 20 ακόμη παραστάσεις σε πόλεις, νησιά (Κέρκυρα, Κρήτη) και αρχαία θέατρα (Ήλιδα στις 10, Άργος στις 13, Δίον στις 17, Οινιάδες στις 21/8) σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Στην παράσταση πρωταγωνιστούν ακόμα οι Λένα Δροσάκη, Κωνσταντίνος Γαβαλάς και Χριστίνα Χειλά- Φαμέλη (στους ρόλους των νεαρών εραστών) και οι Κρις Ραντάνοφ, Παναγιώτης Κλίνης, Τίτος Λίτινας, Μιχάλης Πανάδης και Κωνσταντίνος Μουταφτσής στους ρόλους των μαστόρων.