Ηθοποιός, αλλά και σκηνοθέτης, ο Γιώργος Νανούρης έχει δαμάσει από πολύ νωρίς τη ματαιοδοξία του. Αν δεν τον χρειάζεται μια παράσταση που σκηνοθετεί, δεν παίζει. Και κάπως έτσι έφτασε με σταθερό βήμα από ένα πατάρι 35 ατόμων να σκηνοθετεί σήμερα την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» στην Επίδαυρο των 14.000 και βάλε θεατών.
Εχουν περάσει 11 χρόνια από τότε που πέρασα τη στενή σκάλα που οδηγούσε στο πατάρι του Θεάτρου Χώρα για να δω την «Πέτρα της υπομονής» του Α. Ραχίμ, την παράσταση που συζητούσε όλη η Αθήνα εκείνη τη χρονιά. Τη σκηνοθετούσε ένας νέος ηθοποιός, συνεσταλμένος και γλυκός, ο οποίος θα έδινε κι άλλες αφορμές να τον συζητάει όχι πια μόνο η Αθήνα, αλλά όλη η Ελλάδα και οι Ελληνες του εξωτερικού. Ο Γιώργος Νανούρης και η «Κατερίνα» του, με πρωταγωνίστρια τη Λένα Παπαληγούρα, συγκίνησαν χιλιάδες θεατές, όπου και αν ταξίδεψε η παράσταση. Ο ίδιος σκηνοθέτησε το ντεμπούτο της Χαρούλας Αλεξίου στο σανίδι με το «Χειρόγραφο» και δοκιμάστηκε με μεγάλη επιτυχία στο αρχαίο δράμα με τον «Αίαντα», μια παράσταση εικαστική, με τον Μιχάλη Σαράντη να υποδύεται όλους τους ρόλους της τραγωδίας. Αυτό το φορτωμένο προσδοκίες καλοκαίρι θα βρει τον Γιώργο στην Επίδαυρο τριγυρισμένο από τους αγαπημένους του συνεργάτες και φίλους, τη Λένα, τον Μιχάλη, τη Χαρούλα, να σκηνοθετεί για πρώτη φορά στο αρχαίο θέατρο την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» του Ευριπίδη.
«Πρώτη φορά στην Επίδαυρο είχα δει την Κονιόρδου ως Ηλέκτρα με το Θεσσαλικό Θέατρο και το 2001, ακριβώς 20 χρόνια πριν, συμμετείχα στο Χορό, χωρίς λόγια, αυτό που λέμε “κρατούσα κοντάρι”. Δεν σκεφτόμουν τότε ότι θα γίνω σκηνοθέτης, τώρα που το σκέφτομαι είναι σαν να παίζω σε ταινία», λέει γελώντας. «Το έργο μιλάει για την αδελφική αγάπη, αλλά και για τη μετανάστευση και, με έναν τρόπο, την πανδημία. Η Ιφιγένεια για να καταφέρει να το σκάσει από τη χώρα, όπου την κρατούν αιχμάλωτη, μηχανεύεται το εξής τέχνασμα: διαδίδει ότι υπάρχει ένα μίασμα σε όλη τη χώρα και ζητά από τους ανθρώπους να μείνουν κλεισμένοι στα σπίτια πάρα πολύ καιρό. Πόσο τραγική σύμπτωση. Λέγαμε με τα παιδιά του θιάσου ότι όσοι δεν γνωρίζουν το έργο θα πουν ότι το βάλαμε εμείς. Θέλω πάρα πολύ να φτάσει σε νέους ανθρώπους αυτή η παράσταση. Μας αφορούν οι αρχαίοι και είναι πιο εύκολο να τους καταλάβεις απ’ ό,τι νομίζεις. Με ενδιαφέρει να το κατανοήσουν οι πιο νέοι άνθρωποι αυτό, να καταλάβουν ότι οι κλασικοί δεν είναι ούτε βαρύγδουποι ούτε δυσνόητοι, λένε πολύ σημαντικά πράγματα με ξεκάθαρο τρόπο. Η μεγάλη σκηνή της αγκαλιάς ανάμεσα στα δύο αδέλφια έχει τεράστια σημασία, ειδικά αυτό το καλοκαίρι, σε αυτό το μεγάλο θέατρο, με τους χιλιάδες ανθρώπους που τους απαγόρευσαν την αγκαλιά έναν χρόνο». Είναι συγκινητικό το ότι μιλάει για έναν-έναν τους συντελεστές της παράστασής του, καταλαβαίνεις ότι είναι άνθρωπος που δίνει μεγάλη σημασία στην ομάδα – από τον Αγγελο Τριανταφύλλου που υπογράφει μια μουσική χωρίς μουσικά όργανα (!) και την Ιωάννα Τσάμη που κάνει τα κοστούμια μέχρι τα κορίτσια του Χορού. Και βέβαια τη Χαρούλα Αλεξίου. «Η Αθηνά είναι η μόνη θεά ανάμεσα στους θνητούς, όπως η Χαρούλα είναι η μόνη τραγουδίστρια ανάμεσα στους ηθοποιούς. Εγραψε κάπου και με συγκίνησε: “Σε ευχαριστώ που βρήκες έναν τρόπο να με βάλεις να φέρνω τη σωτηρία χωρίς να τραγουδάω”. “Με έβγαλες στο κλαρί”, μου είχε πει η ίδια πριν από χρόνια με αφορμή το “Χειρόγραφο”». Υπάρχει ένα νήμα που ενώνει τις δουλειές του Νανούρη ως σκηνοθέτη κι αυτό είναι ο άνθρωπος. «Όλες οι ιστορίες που έχω να πω έχουν να κάνουν με τον άνθρωπο και την αγάπη. Και όσο σκληρές να είναι κάποιες από αυτές ή άγριες προσπαθώ να τις δίνω με έναν τρόπο ποιητικό και λίγο παραμυθένιο. Είναι τόσο πεζή, γκρίζα και τσιμεντένια η ζωή και η καθημερινότητά μας που δεν θέλω να το αναπαράγω στο θέατρο».
Ο σκηνοθέτης που έχω απέναντί μου δεν έχει ξεχάσει τον ηθοποιό. «Θέλω να ανέβω στη σκηνή και θα το κάνω σύντομα. Οταν είσαι μικρός, φαντάζεσαι διάφορα γι’ αυτόν το χώρο, σε όποιο χώρο και να είσαι δηλαδή, γιατρός δικηγόρος, ποιος δεν ονειρεύεται δόξες; Αυτό που δεν έχει αλλάξει όλα αυτά τα χρόνια είναι η αγάπη μου γι’ αυτή τη δουλειά. Εχω μάθει να δουλεύω μόνος μου, με λίγους ανθρώπους, αλλά μου αρέσει να δοκιμάζομαι σε διαφορετικά πράγματα, τα δουλεύω με την ίδια προσήλωση, έχω την ίδια αγωνία, πετάγομαι στον ύπνο μου. Μπορεί να είμαι πολύ ψύχραιμος στην καθημερινότητά μου και το βράδυ να ξυπνούν όλες οι αγωνίες και οι φόβοι μαζεμένοι». Αναρωτιέμαι αν αναζητά μια ισορροπία που έρχεται από κάτι άλλο, έξω από το θέατρο. «Είμαι πολύ κλεισμένος στο θέατρο, δεν κυνηγάω μία σχέση στην προσωπική μου ζωή. Θεωρώ ότι δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα ταυτόχρονα, μπορεί να είναι και λίγο νομοτελειακό, δεν ξέρω. Η ζωή μου σε τρεις εικόνες: κλεισμένος σε ένα θέατρο, κλεισμένος σε ένα σπίτι και ενδιάμεσα πάνω σε μια μηχανή να τρέχω για να τα προλάβω όλα». Παρόλο που δεν θέλει να μιλάει καθόλου για την προσωπική του ζωή, κάνει μία εξαίρεση για τη συγκάτοικό του, την Νταίζη. «Η γάτα μου μού έμαθε ότι όταν θες κάτι, ζήτα το. Κι όταν δεν θες, με πολλή άνεση, μην το δώσεις». Ανθρωπος στωικός, με μεγάλη υπομονή, παραδέχεται ότι δεν θυμώνει εύκολα, αλλά θυμώνει για πάντα. «Σπάνια θα εκραγώ, αλλά αν γίνει, αν χάσω την ανοχή μου σε κάποιον ή κάτι, θα τη χάσω για πάντα. Μεγαλώνουμε και ηρεμούμε. Δυστυχώς, ειδικά παλιότερα, αν ήσουν σωστός άνθρωπος, ούτε καν καλλιτέχνις, άνθρωπος, το έβλεπαν ως αφέλεια ή αδυναμία. Η στάση ζωής μου δεν μου επιτρέπει να λειτουργώ με φωνές και φασαρία. Χώρος υπάρχει για όλους μας».
Όταν του επισημαίνω ότι ίσως και να μην υπάρχει χώρος για όλους αν κρίνω από όσα συμβαίνουν γύρω μας στην κοινωνία, αλλά και σε επαγγελματικούς χώρους με φαινόμενα διακρίσεων και αποκλεισμού, έχει τη δική του ερμηνεία. «Είναι πολύ εύκολο όταν συμβεί κάτι κακό σε κάποιον να βγαίνουν όλοι στα social media και να γράφουν “αχ, τι κρίμα, πόσο φρικτό”. Όμως πριν του συμβεί δεν είχαν κινητοποιηθεί για να μην του συμβεί. Οπότε εκεί υπάρχει μια μερίδα υποκρισίας. Εσύ που γράφεις τα βαρύγδουπα, τα έχεις καλά με τη συνείδησή σου; Έχεις κάνει κάτι; Δράσε ακόμη και ατομικά. Έχει να κάνει με την προσωπική ηθική του καθενός τι θα κάνει και τι δεν θα κάνει αντί να φωνασκεί στα social. Μπορείς να βοηθήσεις ήσυχα και αθόρυβα».