Αποτρόπαια, ανατριχιαστικά, ανεξήγητα εγκλήματα. Η Κυριακή Γρίβα, η οποία δολοφονήθηκε από τον πρώην σύντροφό της έξω από το Αστυνομικό Τμήμα στους Αγίους Αναργύρους, όπου μόλις τον είχε καταγγείλει, ήταν η πέμπτη γυναικοκτονία για το 2024. Η Αρετή Τσιάμη, που δολοφονήθηκε με καραμπίνα από τον εν διαστάσει σύζυγό της έξω από το σπίτι της στην Αμφιλοχία, μπροστά στα μάτια των παιδιών τους και των γονιών της, ήταν η δέκατη.
Φέτος μετράμε ήδη δέκα γυναικοκτονίες στην Ελλάδα. Μέχρι την πανδημία αυτός ήταν ο μέσος όρος κάθε χρονιάς, ωστόσο στη συνέχεια εκτοξεύτηκε στις 23, δίνοντάς μας τη θλιβερή ποσοστιαία πρωτιά στην Ευρώπη.
Ωστόσο και σε παγκόσμια κλίμακα οι γυναικοκτονίες αυξάνονται. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Εθνη Γυναικών (όργανο του ΟΗΕ για την ισότητα), το 2022 καταγράφηκε παγκοσμίως το ιστορικό υψηλό των 89.000 γυναικοκτονιών. Το 55% από αυτές εκτελέστηκε από συντρόφους ή άλλους αρσενικούς στο οικογενειακό περιβάλλον. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μέρα σε όλο τον κόσμο σκοτώνονται 133 γυναίκες ή κορίτσια μέσα στο ίδιο τους το σπίτι. Στην πραγματικότητα, τα μεγέθη είναι πολύ υψηλότερα, αν συνυπολογιστεί ένας σημαντικός αριθμός γυναικοκτονιών (περίπου 40%) που διαφεύγει της έκθεσης του ΟΗΕ λόγω των ιδιαιτεροτήτων στην κατηγοριοποίηση των εγκλημάτων ανάλογα με το δίκαιο κάθε χώρας.
Γιατί αυξάνονται οι γυναικοκτονίες;
Θα περίμενε κανείς πως όσο περνούν τα χρόνια, όσο βελτιώνεται το μορφωτικό επίπεδο και καθιερώνονται οι πρακτικές ισότητας, τόσο θα μειωνόταν ο αριθμός τους. Ακόμα και ιστορικά να το πάρουμε, ο πολιτισμός μας έχει περάσει έναν Διαφωτισμό που εξηγεί ότι κανείς δεν έχει δικαίωμα να αφαιρεί τη ζωή άλλου ανθρώπου και ότι οι γυναίκες δεν είναι κτήματα των ανδρών. Ωστόσο, και από την άποψη της κοινωνιολογίας, είχαμε την ψευδαίσθηση ότι οι καιροί άλλαξαν τα τελευταία χρόνια. Θριαμβολογήσαμε με το #ΜeΤoo, καταγγείλαμε τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις από «αρσενικά παλαιάς κοπής», γιορτάσαμε τις αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο, ενημερωθήκαμε για όλα τα red flags και πώς να αποφεύγουμε έναν κακοποιητικό σύντροφο.
Η γυναικεία ενδυνάμωση μαζί με την αυστηροποίηση του νομικού πλαισίου όπλισε τα θύματα με την απαραίτητη αποφασιστικότητα, ώστε να καταγγείλουν αυτό που συνέβαινε μέσα στο σπίτι τους.
Οι άνδρες ανατρέφονται με την ψευδαίσθηση ότι είναι παντοδύναμοι, ότι και να απιστήσουν στο γάμο τους δεν τρέχει τίποτα, ενώ οι γυναίκες αντίστοιχα είναι οι ανήθικες. Γιατί το φύλο μας δεν έχει δικαίωμα στην αυτοδιάθεση.
Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης
Η ευρωβουλευτής Ελίζα Βόζεμπεργκ έχει ασχοληθεί με τις γυναικοκτονίες τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης όσο και στην καριέρα της ως νομικός.
«Η έμφυλη βία διαρκώς αυξάνεται αντί να μειώνεται. Οταν καταρτίζαμε τις εκθέσεις μας, παρατηρήσαμε ότι μετά την πανδημία σε όλη την Ευρώπη τα περιστατικά είχαν πολλαπλασιαστεί. Ισως γιατί οι οικογένειες περιορίστηκαν στο σπίτι, με αποτέλεσμα να αναδειχθούν συγκρουσιακά στοιχεία τα οποία κρύβονταν κάτω από το χαλί. Το φαινόμενο αυτό καθαυτό εκφράζει στερεότυπα και νοοτροπίες άλλων εποχών όπου η γυναίκα θεωρούνταν ιδιοκτησία του άνδρα. Κι αυτό δεν μπορεί να αλλάξει μόνο με την προσφυγή στη Δικαιοσύνη. Ο άνδρας που είναι αποφασισμένος, που θεωρεί τη γυναίκα κτήμα του, πιστεύει ότι αν δεν μπορεί να την έχει αυτός δεν μπορεί να την έχει κανείς. Με τη βία, με τον φόνο τιμά την ιδιοκτησιακή αντίληψη απέναντι στο γυναικείο φύλο».
Εχετε αναλάβει τέτοιες υποθέσεις;
«Μόνο τέτοιες αναλάμβανα. Το πιο συνηθισμένο που αντιμετώπιζα ήταν ότι οι γυναίκες υπέφεραν από το Σύνδρομο της Στοκχόλμης. Ταυτίζονταν με τον θύτη και κατηγορούσαν τον εαυτό τους, έλεγαν “εγώ φταίω”. Ο δικηγόρος που νιώθει την ευθύνη να υπερασπιστεί τέτοιες περιπτώσεις μπαίνει και στον ρόλο του ψυχολόγου. Περνούσα ατελείωτες ώρες μιλώντας τους για να τους εξηγήσω ότι δεν έφταιγαν εκείνες. Πριν από 30 ή 40 χρόνια ήταν ακόμα πιο δύσκολο γιατί οι γυναίκες ήταν οικονομικά εξαρτημένες. Πολλές δεν ήταν καν μορφωμένες, δεν είχαν προσόντα για να εργαστούν και να αυτονομηθούν. Οι σύζυγοι τις έκλειναν στο σπίτι ώστε να τις διατάζουν καθώς τις θεωρούσαν αναπαραγωγικές μηχανές και τίποτε άλλο. Αυτό το έβλεπα σε πολλές οικογένειες και μάλιστα όλων των οικονομικών στρωμάτων. Ειδικά σε πλούσια σπίτια, από αυτά που έχουν υπηρετικό προσωπικό, η γυναίκα ήταν αντικείμενο.
Οι άνδρες ανατρέφονται με την ψευδαίσθηση ότι είναι παντοδύναμοι, ότι και να απιστήσουν στο γάμο τους δεν τρέχει τίποτα, ενώ οι γυναίκες αντίστοιχα είναι οι ανήθικες. Γιατί το φύλο μας δεν έχει δικαίωμα στην αυτοδιάθεση. Η νοοτροπία πρέπει να αλλάξει από πολύ νωρίς, από το σχολείο. Το μάθημα της ισότητας πρέπει να διδάσκεται από την εφηβεία».
Πώς μπορούμε να προστατευτούμε από έναν κακοποιητικό σύντροφο;
«Φεύγοντας. Από τη στιγμή που σήκωσε μία φορά χέρι, είναι βέβαιο ότι θα το ξανακάνει. Στον πρώτο καβγά μπορείς να το καταλάβεις. Η παραμικρή επιθετική κίνηση είναι καμπανάκι».
Για την Τζούλια και για όλες
«Οι γυναικοκτονίες έχουν αυξηθεί επειδή η κοινωνία μας είναι πιο βίαιη», μας λέει η Ολγα Θεμελή, καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. «Εχουμε ζητήματα ανισοτήτων, φτώχειας, διαφθοράς, ανεργίας, διακρίσεων. Δεν γεννιέται κάποιος εγκληματίας, ούτε διαταραγμένος, δεν πιστεύουμε πια στη βιολογική προέλευση του εγκλήματος, ούτε στην ψυχική. Πιστεύουμε στους κοινωνικούς όρους του εγκλήματος. Οταν αυτοί αλλάζουν δραματικά, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά διεθνώς, τα ποιοτικά στοιχεία του εγκλήματος αλλάζουν. Οι γυναίκες είναι τα θύματα γιατί οι κοινωνίες μας εξακολουθούν να είναι πατριαρχικές. Οι φωνές, το ξύλο, η επίδειξη αρρενωπότητας θεωρούνται προσόντα».
Για να αποτρέψει τους δράστες, το κράτος επιβάλλει αυστηρότερες ποινές. Στην πράξη όμως αυτό δεν περιορίζει τη βία. «Η αυστηροποίηση δεν έχει βοηθήσει στην πάταξη. Κανένας μελλοντικός συζυγοκτόνος δεν θα ανοίξει τον ποινικό κώδικα και θα πει “ωχ, για να το σκεφτώ λίγο περισσότερο πριν το κάνω”. Δεν μας έχει βοηθήσει ως κοινωνία ο θεσμός της φυλακής γιατί δεν έχει μειωθεί η εγκληματικότητα. Ούτε καν η θανατική ποινή δεν είναι λύση. Στις πολιτείες της Αμερικής όπου ισχύει ακόμη δεν έχουν σταματήσει να τελούνται τα κακουργήματα που την επισείουν. Τα θύματα ανακουφίζονται όταν νιώθουν ασφάλεια να μιλήσουν. Oταν υπάρχει ένα υποστηρικτικό πλαίσιο. Τα κακοποιημένα κορίτσια γιατί δεν μιλάνε; Διότι ξέρουν τη διαπόμπευση που τα περιμένει.
Αυτό που συμβαίνει στη 12χρονη από τον Κολωνό είναι ντροπή για την ελληνική έννομη τάξη. Απαγορεύεται να μεταδίδεται στην τηλεόραση η διάμετρος του κόλπου μιας 12χρονης ως στοιχείο ιατροδικαστικής εξέτασης. Χρειάζεται ένας μηχανισμός πολύ πιο έτοιμος. Αμεση ενεργοποίηση, εκπαιδευμένοι αστυνομικοί. Πρωτόκολλα υπάρχουν, αλλά δεν υπάρχει το σωστά καταρτισμένο προσωπικό να τα εφαρμόσει. Ανοιξαν τα Γραφεία Οικογενειακής Βίας και τα στελέχωσαν με ψυχολόγους – αστυνόμους. Αυτοί όμως πρέπει να εκπαιδευτούν πολύ συγκεκριμένα στους λεπτούς χειρισμούς που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της οικογενειακής βίας. Νομίζετε ότι οι εισαγγελείς και οι δικαστές έχουν ειδική εκπαίδευση στο χειρισμό όλων αυτών των περιστατικών; Δεν έχουν. Φταίνε αυτοί; Οχι, φταίει η Πολιτεία».
Οι κυβερνήσεις πρέπει να επενδύσουν σε θεσμούς που είναι πιο συμπεριληπτικοί και καλά οργανωμένοι, να ενισχύσουν την πρόληψη από τους υποδοχείς πρώτης γραμμής μέχρι τον δικαστικό αγώνα, να τερματίσουν τη βία
Το μόνο που μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά είναι η παιδεία, η αλλαγή των αντιλήψεων και η πρόληψη
«Από το νηπιαγωγείο πρέπει να εισάγονται τα ζητήματα της έμφυλης διάστασης, ο σεβασμός, η αποδοχή, η διαφορετικότητα. Εννοείται και η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Το σχολείο έχει χάσει τον κοινωνικό του ρόλο. Το μόνο που το νοιάζει είναι να βγάλει την ύλη και να οδηγήσει στο πανεπιστήμιο όμως ούτε καν αυτό δεν πετυχαίνει αφού απαιτείται και φροντιστήριο. Τι κάνει το σχολείο με έναν μαθητή που δέρνει, βρίζει, βγάζει το σουτιέν από τα κορίτσια και τα φωτογραφίζει στις τουαλέτες; Τον στέλνει σε άλλο σχολείο, όμως δεν λύνεται έτσι το ζήτημα. Χρειάζονται προνοιακού τύπου παρεμβάσεις γιατί πίσω από αυτό το αγόρι βρίσκεται μία οικογένεια με πρόβλημα. Πολλά από τα παιδιά που είναι δράστες στο σχολείο, είναι θύματα στο σπίτι. Επίσης χρειάζονται σχολές γονέων, επιβάλλεται εκπαίδευση ακόμη και των μίντια. Ολα τα περιστατικά έμφυλης βίας πρέπει να καλύπτονται με ειδικό τρόπο, με σεβασμό προς το θύμα. Αυτό θα βοηθούσε πάρα πολύ τα υπόλοιπα θύματα να καταγγείλουν ένα συμβάν».
«Per Giulia e per tutte» («Για την Τζούλια και για όλες») αντηχούσε στους δρόμους της Ιταλίας τον Νοέμβριο του 2023. Χιλιάδες γυναίκες ξεχύθηκαν για να διαμαρτυρηθούν, να εκφράσουν την οργή τους και να δείξουν την αλληλεγγύη τους στην 22χρονη φοιτήτρια Τζούλια Τσεκετίν, η οποία είχε δολοφονηθεί από τον πρώην φίλο της εκείνες τις μέρες. Στην Ελλάδα δεν έχουμε ακόμη κατέβει τόσο μαζικά στους δρόμους για να υπερασπιστούμε το δικαίωμα στην ασφάλεια μέσα στο σπίτι μας.
«Κάθε χαμένη ζωή είναι μια έκκληση για δράση, μια έκκληση για επείγουσα αντιμετώπιση των δομικών ανισοτήτων, για βελτίωση των απαντήσεων της Δικαιοσύνης, έτσι ώστε καμία γυναίκα ή κορίτσι να μη φοβάται για τη ζωή της λόγω του φύλου της», λέει η Γκάντα Γουόλι, διευθύντρια του Γραφείου του ΟΗΕ για το Εγκλημα και πρώην υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης της Αιγύπτου. «Οι κυβερνήσεις πρέπει να επενδύσουν σε θεσμούς που είναι πιο συμπεριληπτικοί και καλά οργανωμένοι, να ενισχύσουν την πρόληψη από τους υποδοχείς πρώτης γραμμής μέχρι τον δικαστικό αγώνα, να τερματίσουν τη βία προτού να είναι αργά».