Η Deb Gray πέθανε πριν από λίγες μέρες, σε ηλικία 68 ετών. Είχε προλάβει, μόλις μερικές εβδομάδες πριν, να δει να κυκλοφορεί το αυτοβιογραφικό βιβλίο της, «A Simple Twist of Fate», στο οποίο μοιράστηκε μια μοναδική ιστορία ζωής.
Γεννήθηκε με φωκομέλεια, δηλαδή χωρίς χέρια και με δύσμορφα πόδια, το 1957 στη Βικτώρια, στην Αυστραλία, αλλά είχε την τύχη να βρίσκεται σε μια οικογένεια γεμάτη αγάπη. Καθώς τα πόδια της ήταν σχετικά λειτουργικά, έμαθε να τα χρησιμοποιεί σαν χέρια: να χειρίζεται μαχαιροπίρουνα, πινέλα, μολύβια, ακόμα και να παίζει κιθάρα και ντραμς.
«Δεν ήξερα τι σημαίνει αναπηρία, παρόλο που είχα ύψος μόλις 111 εκατοστά» θα έλεγε στο ABC Australia στην τελευταία συνέντευξη της ζωής της, με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου της.
Γεννήθηκε με φωκομέλεια, δηλαδή χωρίς χέρια και με δύσμορφα πόδια, το 1957 στη Βικτώρια, στην Αυστραλία, αλλά είχε την τύχη να βρίσκεται σε μια οικογένεια γεμάτη αγάπη.
Οι γονείς της τής πρόσφεραν ό,τι και στα υπόλοιπα παιδιά τους: η παιδική ηλικία της ήταν γεμάτη με εξερευνήσεις, στην πλάτη του πατέρα της ή στην καρότσα του φορτηγού του, με παιχνίδι με τη λάσπη και τις κούκλες της και με ζωγραφική.
Σε μια από τις πολυάριθμες επισκέψεις στο Βασιλικό Νοσοκομείο Παίδων, μάλιστα, είχε δεχτεί την επίσκεψη του πρίγκιπα Φιλίππου, τον οποίο θα θυμόταν σαν έναν άντρα «με πολύ μακριά πόδια, που καθόταν σε ένα ξύλινο παιδικό κάθισμα με τα γόνατά του γύρω από τα αυτιά του».
Οι γιατροί, στην προσπάθεια να της δώσουν μια «φυσιολογική» ζωή, όπως της έλεγαν, χρησιμοποιούσαν προσθετικά άκρα, όμως εκείνη μια χαρά βολευόταν με τα δικά της πόδια: με το που γύριζε σπίτι της, άφηνε τα τεχνητά άκρα στο κατώφλι του.
Οι γιατροί, στην προσπάθεια να της δώσουν μια «φυσιολογική» ζωή, όπως της έλεγαν, χρησιμοποιούσαν προσθετικά άκρα, όμως εκείνη μια χαρά βολευόταν με τα δικά της πόδια: με το που γύριζε σπίτι της, άφηνε τα τεχνητά άκρα στο κατώφλι του.
Στην εφηβεία εξέφρασε το επαναστατικό πνεύμα της ακόμα και με επικίνδυνους τρόπους – έφτασε σε σημείο να οδηγεί παράνομα, κρατώντας το τιμόνι με τα πόδια της, ενώ ο μικρότερος αδερφός της, Jim, πατούσε τα πετάλια.
Αυτό που την καταρράκωσε ήταν ένα δυστύχημα που στέρησε τη ζωή σε φίλους και συγγενείς της και την ώθησε στο ποτό. Μόλις στα 15 χρόνια της συνελήφθη και εστάλη σε αναμορφωτήριο στη Μελβούρνη.
Μεγαλώνοντας ανέπτυξε επαγγελματικές δεξιότητες χρησιμοποιώντας τα πόδια της –για παράδειγμα, να γράφει σε γραφομηχανή– αλλά παρόλο που το 1981 είχε ποζάρει για την αφίσα μιας δημόσιας καμπάνιας που προωθούσε τη συμπερίληψη στην αγορά εργασίας, δεν μπορούσε να βρει δουλειά.
Τουλάχιστον είχε άφθονο χρόνο για ταξίδι: πάνω στη μηχανή μιας φίλης της (την οποία κρατούσε με τα πόδια) έκανε ένα τεράστιο road trip στην Αυστραλία, για να συνεχίσει τις περιπλανήσεις της με ωτοστόπ. Έκανε κάμπινγκ, κοιμήθηκε σε αυτοκίνητα και σε hostels. Ξεκίνησε, το 1981, ακόμα και ένα σόλο ταξίδι τον κόσμο: γύρισε την Αμερική με λεωφορείο, έφτασε μέχρι τις Μπαχάμες, όπου συμμετείχε σε ένα συνέδριο για την αναπηρία.
Ξεκίνησε, το 1981, ένα σόλο ταξίδι τον κόσμο: γύρισε την Αμερική με λεωφορείο, έφτασε μέχρι τις Μπαχάμες, όπου συμμετείχε σε ένα συνέδριο για την αναπηρία.
Συνέχισε τη διαδρομή της σε ολόκληρη την Ευρώπη, κάνοντας ένα πέρασμα και από την Ελλάδα, όπου έκανε κάμπινγκ στην Πάρο, και φτάνοντας μέχρι τις ερήμους της Βόρειας Αφρικής.
Σε ένα ακόμα road trip της στην Αμερική, το 1988 με φίλους, χάλασε το αυτοκίνητό τους και αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε ένα συνεργείο, όπου γνώρισε τον άντρα της ζωής της, David.
«Διασκεδάσαμε όλη τη νύχτα και μετά πήγα σπίτι του και εγκαταστάθηκα εκεί» θυμόταν. «Εκείνος δούλευε κι εγώ του μαγείρευα και έπλενα τα ρούχα του. Λίγο πριν γυρίσει από τη δουλειά, ζέσταινα τη σάουνα που είχε φτιάξει και μόλις επέστρεφε μπαίναμε μαζί μέσα – ήταν φανταστικά».
Η σχέση τους τελείωσε τρία χρόνια αργότερα, όταν εκείνη θέλησε να γίνει μητέρα, ενώ αυτός ήταν ήδη πατέρας, από προηγούμενες σχέσεις. Αυτό δεν την πτόησε: χρησιμοποίησε το σπέρμα του, έκανε σπερματέγχυση και, εννέα μήνες μετά, το 1992, αν και single πλέον, γέννησε στην Αυστραλία την κόρη της, Emma, την οποία μεγάλωσε με τη βοήθεια των γονιών και του μικρότερου αδερφού της. Ήταν όμως εκείνη που τη θήλαζε, τη φρόντιζε και την έντυνε καθημερινά.
Το 1992, αν και single πλέον, γέννησε στην Αυστραλία την κόρη της, Emma, την οποία μεγάλωσε με τη βοήθεια των γονιών και του μικρότερου αδερφού της.
Όταν η Emma έφυγε από το σπίτι, στα 17 της, να σπουδάσει κτηνιατρική, η Deb έπρεπε πλέον να χρησιμοποιεί αναπηρικό αμαξίδιο για να κινείται. Είχε γίνει πλέον πολύ αδύναμη και εύθραυστη.
Μόλις είχε γράψει το βιβλίο της όταν, τον Ιανουάριο του 2025, πήρε το τρένο για Μελβούρνη, για να συναντήσει την Emma, αλλά με μια απότομη κίνηση του βαγονιού έπεσε κάτω και έπαθε πολλαπλά κατάγματα. Ακολούθησε μια θρόμβωση, από την οποία η Deb δεν συνήλθε ποτέ.