Πριν λίγες μέρες έγινε γνωστό ότι ένας από τους πίνακες της Frida Kalho πωλήθηκε με ένα αστρονομικό ποσό σε δημοπρασία του οίκου Christie’s στην Νέα Υόρκη. Το έργο “Πορτρέτο κυρίας στα λευκά”, το οποίο φιλοτεχνήθηκε το 1929, πωλήθηκε για περισσότερα από 5,8 εκατομμύρια δολάρια, τη δεύτερη μεγαλύτερη τιμή που έχει πιάσει σε δημοπρασία έργο της Μεξικανής ζωγράφου.
Η υψηλότερη τιμή ήταν τα πάνω από 8 εκατομμύρια δολάρια για το “Dos Desnudos en el Bosque (La Tierra Misma)” σε δημοπρασία του 2016, πάλι στου Christie’s. Η Frida Kalho θεωρείται μια από τις σημαντικότερες γυναικείες ματιές στην τέχνη του 20ού αιώνα.
Ήταν όμως πάνω απ ‘όλα μια γυναίκα διψασμένη για ζωή. Μια εκρηκτική και ασυμβίβαστη γυναίκα. Παρά τις δυσκολίες που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει από πολύ μικρή, δεν σταμάτησε να απολαμβάνει τον έρωτα και τη ζωγραφική.
Τα άπειρα προβλήματα υγείας
Ήταν μόλις 6 ετών όταν ασθένησε από πολιομυελίτιδα με αποτέλεσμα το ένα της πόδι να μείνει ημιπαράλυτο. Δεν πτοήθηκε και με πείσμα και διάθεση για μόρφωση κατάφερε να γίνει δεκτή στην Escola Preparatoria το σημαντικότερο εκπαιδευτικό ίδρυμα του Μεξικού, όπου ήταν ένα από τα 35 κορίτσια σε σύνολο 2.000 μαθητών. Εκεί είδε για πρώτη φορά τον μετέπειτα σύζυγό της, τοιχογράφο Diego Rivera, ο οποίος ζωγράφιζε τους τοίχους της σχολής.
Το 1925 ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα την καθήλωσε για μήνες στο κρεβάτι και την ταλαιπώρησε σε όλη της τη ζωή. Οι ώρες που πέρασε καθηλωμένη στο κρεβάτι ήταν ατέλειωτες. Όχι μόνο εξαιτίας των δεκάδων επώδυνων εγχειρήσεων αλλά και μερικών αποβολών που είχε. Τη μοναξιά που βίωνε την αντιμετώπισε ζωγραφίζοντας τον εαυτό της. “Ζωγραφίζω τον εαυτό μου γιατί τον περισσότερο καιρό είμαι μόνη και γιατί είναι το πρόσωπο που γνωρίζω καλύτερα από όλα τα άλλα” έλεγε.
Δύσκολη ήταν και η δεκαετία του 1950 για εκείνη. Διαγνώστηκε με γάγγραινα στο δεξί της πόδι και πέρασε 9 μήνες στο νοσοκομείο υποβαλλόμενη σε μια σειρά δύσκολων και επικίνδυνων επεμβάσεων. Δεν σταμάτησε όμως να ζωγραφίζει πυρετωδώς και να υποστηρίζει ολόψυχα δίκαιους κοινωνικούς αγώνες και πολιτικά κινήματα: “Δεν είμαι άρρωστη. Είμαι σπασμένη. Αλλά είμαι ευτυχισμένη όσο μπορώ να ζωγραφίζω” έλεγε.
Πέθανε το 1954 σε ηλικία 47 ετών, στο Μπλε Σπίτι. Τα τελευταία της λόγια στο ημερολόγιό της ήταν: “Ελπίζω το τέλος να είναι χαρούμενο και ελπίζω να μην επιστρέψω ποτέ ξανά. Frida”.
Frida κι άλλο
Η “επιστροφή” της έγινε μέσα από χιλιάδες καλλιτέχνες σε όλο τον κόσμο που εμπνεύστηκαν από η ζωή και το έργο της. Στην Αθήνα ανεβαίνει για τρίτη χρονιά, στο θέατρο Αποθήκη, μια παράσταση που σε βάζει μέσα στα γεγονότα αλλά και τα συναισθήματα της ζωής της Frida Kalho.
Δύο επιτυχημένες σεζόν στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη με συνεχόμενα sold-out. Περιοδεία σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο. Παραστάσεις στο φημισμένο Théâtre Marigny στο Παρίσι για ένα μήνα και στο Sibiu της Ρουμανίας, σε ένα από τα πιο αναγνωρισμένα θεατρικά φεστιβάλ της Ευρώπης. Η ομάδα Fly Teatre όμως θα μας πει “Frida κι άλλο” κάθε Δευτέρα και Τρίτη “ζωγραφίζοντας” τη σκηνή την προσωπικότητα της Frida Kahlo μέσα από εμβληματικές εικόνες αλλά και μέσα από τους πίνακές της.
Η Κατερίνα Δαμβόγλου ενσαρκώνει τη Μεξικανή ζωγράφο και ο Robin Beer δημιουργεί ζωντανά ήχο και εικόνες μέσα από προβολή live video χτίζοντας τον κόσμο γύρω της.Έναν κόσμο γεμάτο ζωγραφική, έρωτας και άσβεστη δίψα για ζωή. Έναν κόσμο που πραγματικά νιώθεις κατά τη διάρκεια του έργου να γίνεται και δικός σου.
Κάποια πράγματα τα ξέρεις, κάποια θα τα ακούσεις για πρώτη φορά. Κάποια θα σε κάνουν να τη θαυμάσεις, άλλα θα σε σοκάρουν. Όλα όμως θα σε κάνουν να καταλάβεις πως αυτά που μας ενώνουν είναι πιο πολλά από αυτά που μας χωρίζουν. Είναι ωραίο συναίσθημα να το κουβαλάς φεύγοντας από το θέατρο.
Το Marie Claire συνάντησε τους δύο πρωταγωνιστές της παράστασης για να μας λύσουν κάποιες από τις απορίες μας.
Κατερίνα, πώς εμπνευστήκατε την ιδέα να βάλετε video art στην παράσταση;
Η εύκολη απάντηση: δεν είχαμε λεφτά να πληρώσουμε έξτρα ηθοποιούς και τεχνικό. Η ιδεαλιστική απάντηση: θέλαμε να βρούμε τη θεατρική μετάφραση της ζωγραφικής δημιουργίας. Ειδικά όταν το έργο έχει ως έμπνευση προσωπικά βιώματα. Δηλαδή: πώς γεννά ένας ζωγράφος τα έργα του και πώς αυτό μπορεί να μεταφερθεί σε μια θεατρική σκηνή; Η ρεαλιστική απάντηση: θέλαμε να δημιουργήσουμε μια παράσταση που θα μπορεί να ταξιδεύει εύκολα. Έτσι καταλήξαμε οι δυο μας σε ένα αμάξι με τον κόσμο της Φρίντα σε τρεις καμβάδες, έναν φορητό υπολογιστή και μια μηχανή προβολής. Οι τρεις απαντήσεις μαζί, πλησιάζουν την αλήθεια. Η αλήθεια είναι πάντα λίγο παραπέρα από μια απάντηση, μια εξήγηση. Ίσως γιατί είναι πέρα από λόγια και λογική.
Τι είναι αυτό που σε εμπνέει από τη ζωή της Frida;
Δεν ξέρω αν με εμπνέει η ζωή της Φρίντα όσο με εξιτάρει. Ο Iggy Pop το έθεσε πολύ ωραία: I got a Lust For Life.
Υπάρχει κάτι που δεν γνώριζες για εκείνη πριν τη μελετήσεις για την παράσταση;
Γνώριζα ήδη αρκετά. Η συνεχής υπενθύμιση από την παιδική μου ηλικία πως τη μοιάζω -να είναι καλά το μεσογειακό αχνό μουστάκι και το γαϊτανόφρυδο- την έφερνε πολύ συχνά “κοντά” μου. Αυτά που δεν γνώριζα, τα περισσότερα, είναι τα αυτονόητα.
Αυτά που ξεχνάμε πως γνωρίζουμε… αυτά που προσπερνάμε γιατί τα θεωρούμε δεδομένα. Κι όμως, αυτά είναι που ορίζουν τη ζωή, τη δημιουργία, τα συναισθήματα, τις αποφάσεις. Γιατί πριν τα εξετάσουμε μας έχουν ήδη δείξει το δρόμο.
Ποιος στέκεται στο ότι η Frida πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της ακίνητη; Εγώ σίγουρα το ξεχνώ. Ακόμα και στις πρόβες. Ακόμα και τώρα. Στη ζωντάνια της στέκομαι, στην κίνηση στον καμβά κι όχι στο ακίνητο βλέμμα. Επουδενί στο ακίνητο σώμα που ζωγράφιζε. Σπανίως δε τη φανταζόμουνα να περνά το κατά μέσο όρο εννέα μήνες κάθε χρόνου της ζωής της στο κρεβάτι. Κι όμως! Εκεί ήταν η καθημερινότητά της. Στην ακινησία. Όταν καταπιάστηκα με το συγγραφικό της έργο, πάντως, εκεί είναι που ανακάλυψα πόσο καλή παραμυθού είναι.
Ήταν πολύ καλή με τις λέξεις. Την ίδια στιγμή που έγραφε “δεν είμαι καλή στα λόγια” σε είχε ήδη αιχμαλωτίσει.
Εξαιρετικά γλαφυρή. Εξαιρετικά χειριστική. Εξαιρετικά προκλητική. Άλλο να το ξέρεις άλλο να το βλέπεις και ταυτόχρονα να σε υποβάλει.
Το κοινό στο εξωτερικό ανταποκρίθηκε διαφορετικά από ότι αυτό της Ελλάδας;
Κάποιος, κάπου, κάποτε είπε “η δύναμη βρίσκεται στις διαφορές, όχι στις ομοιότητες”. Εγώ διαφωνώ, κάθετα και οριζοντίως. Ναι, το κοινό των Ιωαννίνων ανταποκρίθηκε διαφορετικά από αυτό της Αθήνας, αυτό των Χανίων από του Ηρακλείου, της Θεσσαλονίκης από των Σερρών, της Γαλλίας από της Ρουμανίας από της Ελλάδας. Δεν διαφωνώ με την έννοια της διαφορετικότητας. Αλίμονο. Ωστόσο, αυτή η ερώτηση εμπεριέχει μια αδιόρατη εμμονή μας με το “πού διέφερε ποιος;”.
Όταν καλούμαι να απαντήσω, ακόμα και για τον εαυτό μου, τέτοιες ερωτήσεις, όταν δηλαδή, καλούμαι να σκεφθώ ή να κοιτάξω κάτι υπό μια τέτοια οπτική γωνία, βλέπω πίσω από τη σύγκριση να ελλοχεύει η έννοια της ιεραρχίας και να ενισχύεται το αίσθημα της ανασφάλειας.
Οι προτιμήσεις και η έκφραση είναι κάτι προσωπικό και απόλυτο όσο και εφήμερο. Η αποδοχή, όμως, είναι αποδοχή. Αλλιώς όλοι συμπεριφερόμαστε κατά το Αντενάουερ ρητό -ναι, ξανά ρητό- “όλοι ζούμε κάτω από τον ίδιο ουρανό, αλλά δεν έχουμε όλοι τον ίδιο ορίζοντα”. Κι εγώ ενισxύοντας το κατά Τολστόι ρητό “να διώχνετε τη σκέψη πως έχετε προτερήματα που δεν έχουν οι άλλοι” ανταπαντώ πως το αυτό ισχύει και για τα μειονεκτήματα. Ας μη μας αδικούμε. Δεχθήκαμε χειροκρότημα, δάκρυα, αποδοχή, παντού. Κι είναι υπέροχο. Μόνο ευγνωμοσύνη μένει.
Ο Robin που έχει αναλάβει το τεχνικό κομμάτι είναι μπροστά από τη σκηνή. Δεν σκεφτήκατε ότι ίσως αποσπά είτε εσένα είτε τους θεατές από τη ροή του έργου;
Απεναντίας! Το επιδιώξαμε. Στη δουλειά μας ο τέταρτος τοίχος δεν υπάρχει και το δηλώνουμε όπως και όποτε μπορούμε. Πιστεύουμε στην αμεσότητα του θεάματος που παραδίδουμε στο θεατή. Η θέση του Robin επί σκηνής, λοιπόν, είναι έκφραση αυτής της πίστης. Εξ αρχής σκεφτόμασταν τη Frida όχι ως μονόλογο, αλλά ως διάλογο. Θα μπορούσατε να το πείτε χορογραφία ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που επικοινωνούν – ή σωστότερα- συνομιλούν με διαφορετικά μέσα: η Frida επικοινωνεί μέσα από το λόγο και ο Robin μέσα από την εικόνα. Δε θα μπορούσε να λειτουργήσει αλλιώς αυτή η παράσταση.
Και αυτή η αμεσότητα μεταξύ ημών, πολλές φορές “ζεσταίνει” και τη σχέση της Frida με το κοινό. Το κοινό ξεκλειδώνεται και αντιλαμβάνεται πως η Frida είναι ζωντανή, αυτοσχεδιάζει και απευθύνεται και σε αυτούς.
Κι ο λόγος που σας παρουσιάζουμε έτσι αυτή μας τη δουλειά είναι ένας: πιστεύουμε πως ενισχύει τη μαγεία του θεάτρου.
Robin, η προσπάθεια να συγχρονιστείς με την Κατερίνα στη σκηνή είναι επίπονη ή το διασκεδάζεις κιόλας;
Η χορογραφία αυτής της παράστασης έχει μπει τόσο μέσα στο σώμα μου που πια την κοιτώ σχεδόν απ’ έξω ως αμέτοχος παρατηρητής. Δεν την βρίσκω ούτε επίπονη, ούτε διασκεδαστική, ούτε προσπάθεια! Είναι όπως κάθε άλλη παράσταση: μια στιγμή όπου ήρεμα, γενναιόδωρα και απλά παραδίνομαι στο έργο.
Θεωρείς τον εαυτό σας σαν το δεύτερο ηθοποιό της παράστασης;
Η λέξη “ηθοποιός” ίσως δεν είναι η πλέον κατάλληλη για το ρόλο μου. Περισσότερο υποκινητή θα με έλεγα. Χορευτή, ίσως; Γιατί περισσότερο με χορογραφία μοιάζει το δικό μου κομμάτι παρά με ερμηνεία. Αν το “δεύτερος” υπονοεί ιεραρχία, ναι ίσως, να είμαι ο χορός που πλαισιώνει τον πρωταγωνιστή. Δίχως εμού, όμως, θα υπήρχε πρωταγωνιστής αλλά δε θα υπήρχε παράσταση.
Τι θαυμάζεις εσύ, ως άνδρας, στη Frida και τι στην Κατερίνα που την ενσαρκώνει;
Αν είναι κάτι που θέλουμε να “περάσουμε” μέσα από το “Frida Κι Άλλο”, είναι πως είμαστε μεγάλες ψυχές εξαναγκασμένες, σε αυτό τον κόσμο να μπαίνουν σε ρόλους μικρότερους του μεγέθους μας. Στη δουλειά μας και στη ζωή μας αυτό προσπαθούμε: να είμαστε πέραν κατηγοριοποίησης. Μα αντιλαμβάνομαι πως, αφού αυτός ο κόσμος μας τοποθετεί σε ρόλους, για όσους θεωρούνται “ανδρικοί” η ζωή κυλά διαφορετικά από τους “γυναικείους”. Θα απαντήσω, λοιπόν στην ερώτηση ως Robin όχι ως άνδρας. Όχι γιατί δεν γνωρίζω τι θα πει “άνδρας” ή τι θα έλεγε ένας “‘άνδρας” -υποψιάζομαι πως και τα δυο είναι πέραν της βιολογικής εξήγησης- αλλά γιατί αισθάνομαι πως τη “ρομπινική” απάντηση θα ενέκρινε η Frida.
Έτσι θα μιλήσω για την Κατερίνα άνθρωπο και τη Frida άνθρωπο. Μοιάζουν. Και οι δυο προσπαθούν να είναι ο εαυτός τους σε ένα κόσμο που τους πιέζει να είναι αυτό που προσδοκούν οι άλλοι.
Με γενναιότητα κατεβάζουν τα ντεσιμπέλ στα ραδιοφωνικά παράσιτα της γνώμης και της κρίσης του κόσμου γύρω τους για να μπορέσουν να αφουγκραστούν την δική τους αληθινή φύση.