Ένα ρομάντζο που ξεκινά στα βασιλικά ανάκτορα της Κοπεγχάγης διακόπτεται βίαια αφού ο έρωτας μίας πριγκίπισσας με έναν απλό υπασπιστή είναι απαγορευμένος. Ο παράνομος δεσμός τους φέρνει μία εγκυμοσύνη και η πριγκίπισσα «φυγαδεύεται» στην Ελλάδα, εκεί όπου βασιλεύει ο αδερφός της, Γεώργιος ο Α’, όπου και γεννά ένα κοριτσάκι. Τη μικρούλα πρόκειται να υιοθετήσουν οι Λάντηδες, μεγαλοαστοί από τη Ζάκυνθο. Κι εκεί ξεκινά μία δραματική ιστορία με ανατροπές και κρυμμένα μυστικά, με φαινομενικά αδύναμες και ταπεινές γυναίκες να κινούν αόρατα νήματα της μοίρας και παντοδύναμες αρχόντισσες να υποτάσσονται σε κοινωνικές επιταγές. Αρχόντισσες και «μαντενούτες» (οι σπιτωμένες ερωμένες των αρχόντων) στροβιλίζονται σε έναν αθέατο χορό μυστικών και ψεμάτων, μοιράζονται τους ίδιους άνδρες, υποφέρουν την ίδια καταπίεση.
Δύο κορίτσια μεγαλώνουν μαζί, με τις ιστορίες και τις ζωές τους μπλεγμένες σαν κουβάρι και την ίδια μοίρα έχουν οι κόρες τους: ετεροθαλείς αδερφές που κάνουν «κορτετζαμέντα με τους αμορόζους τους» μη λογαριάζοντας το σκάνδαλο που δημιουργούν στην τοπική κοινωνία ή τη μήνη του πατέρα τους. Το παρελθόν τις κυνηγά κι ας λέει κάποια στιγμή ένας από τους ήρωες της ιστορίας πως «Τα παιδιά δεν δίνουν λόγο για τις πράξεις των γονιών τους». Τρεις γενιές πληρώνουν τις μοιραίες αποφάσεις των προγόνων τους και πάντα οι άνδρες βγαίνουν μπροστά, κυριαρχικοί και μερικές φορές βίαιοι.
Όσο παρακολουθούμε τις ζωές των τεσσάρων γυναικών, της Μαρίας και της Γκιοβάνας κι έπειτα των θυγατέρων τους, , της Ανιέζας και της Κιάρας, στη Ζάκυνθο ζυμώνονται κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, μία γυναίκα διοικεί ένα εργοστάσιο πούδρας με αρίστης ποιότητος προϊόν που φτιάχνει μία άλλη γυναίκα, οι δούλοι επαναστατούν και σκοτώνουν τους σκληρούς αφέντες τους κι ένας καταστροφικός σεισμός γονατίζει το νησί. «Μια αληθινή ιστορία αγάπης, βίας και εξουσίας» διαβάσαμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου όταν έφτασε στα χέρια μας. Κι όμως το μυθιστόρημα αυτό είναι τόσα περισσότερα. Μια αληθινή ηθογραφία εποχής, που εντυπωσιάζει με τη σημασία που δίνει στη λεπτομέρεια, από τα ήθη και τα έθιμα των Επτανήσων στην Ελλάδα του 19ου αιώνα μέχρι την τραγουδιστή ντοπιολαλιά της Ζακύνθου, μια γλώσσα μπολιασμένη με ιταλικές λέξεις που ηχεί τραγουδιστή στα αυτιά του αναγνώστη χαρίζοντας μελωδία και ζωντάνια στους διαλόγους των ηρώων. (Χρήσιμο και διδακτικό το γλωσσάρι στο τέλος του βιβλίου!)
Η Ιστορία συναντά τη μυθοπλασία στο μαγικό ανάγνωσμα που είναι το βιβλίο της Γιώτας Γουβέλη με τίτλο Φιορ ντ’Αμόρε που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Διόπτρα. Η ιστορία της Τάρα Αμαλία Καρολίνα Καρλόττα Άννα, που γεννήθηκε στο Κίτρινο Παλάτι στην Κοπενγχάγη το 1853, αιχμαλώτισε το ενδιαφέρον της συγγραφέως. Η Τάρα ήταν το πέμπτο παιδί (η τρίτη κόρη) του Χριστιανού Θ΄ βασιλιά της Δανίας και της συζύγου του Λουίζας. Όταν ήταν 10 ετών, το 1863, ένας από τους μεγαλύτερους αδερφούς της έγινε βασιλιάς της Ελλάδας, ο Γεώργιος Α΄. Οι γονείς της, όπως κάθε βασιλική οικογένεια της Ευρώπης επιθυμούσαν ως σύζυγο της κόρης τους κάποιον γαλαζοαίματο, ένας εξ αυτών ο (χήρος) βασιλιάς των Κάτω Χωρών, Γουλιέλμος Γ’, μόλις 36 χρόνια μεγαλύτερός της! Όμως η Τάρα, που είχε εξωτική ομορφιά (μαύρα μαλλιά και μπλε μάτια), έκλεψε στα 18 της την καρδιά του υπολοχαγού του ιππικού Βίλχελμ Μάρσερ. Από τον έρωτά τους γεννήθηκε το 1871 ένα κοριτσάκι.
Τη συγγραφέα δεν ενδιαφέρει μόνο να παρουσιάσει μία μεγάλη ιστορία αγάπης, έναν απαγορευμένο έρωτα. Την ενδιαφέρει το ίδιο η θέση της γυναίκας σε μια εποχή που θεωρείται όχι απλώς αδύναμη, αλλά και κατώτερη: ακόμη κι αν είναι ευγενικής καταγωγής, η κοινωνία την υποχρεώνει να υποτάσσεται στις βουλές του κυρίαρχου αρσενικού, του πατέρα, του συζύγου, του συντρόφου, του αδερφού. Η ζωή της τους ανήκεις και όλα γίνονται «για το καλό της». Αυτή η φράση «για το καλό της», στοιχειώνει τις ζωές πολλών από τις ηρωίδες αυτού του βιβλίου.
Όπως σημειώνει η ίδια η Γιώτα Γουβέλη, «Η ιστορία που αφηγούμαι εδώ εκτυλίσσεται σε μια μακρινή εποχή, στην Κοπεγχάγη και στα Επτάνησα του δέκατου ένατου αιώνα. Μια εποχή πατριαρχίας, διαστρωματικού πουριτανισμού και καταπίεσης, ο απόηχος της οποίας φτάνει ως τις μέρες μας. Με τον ρομαντισμό εκείνης της εποχής, και χωρίς αυτό να αποτελεί το κεντρικό θέμα του βιβλίου μου, διαφαίνεται η βαθιά ριζωμένη νοοτροπία πως ο πατέρας, ο σύζυγος, ο εραστής, ο αδελφός δικαιούται να εξουσιάζει τη ζωή μιας γυναίκας. Και αισθάνομαι την ανάγκη να το αφιερώσω στον μακρόχρονο αγώνα της γυναίκας για την αυτονομία της. Γιατί, ακόμα και στην Ελλάδα του σήμερα, χάνει τη ζωή της κατά μέσο όρο μία γυναίκα τον μήνα από τον σύντροφο ή κάποιον στενό συγγενή της».
Διαβάστε ένα απόσπασμα από το Φιορ ντ’ Αμόρε:
«Η Τάρα να παραμείνει», έπεσε σαν κεραυνός στα αυτιά της η φωνή του πατέρα, ενώ σηκώνονταν ένας ένας να βγουν από την αίθουσα του πρωινού.
Είδε τη μητέρα της να τον κοιτάζει ερωτηματικά, σα να ζητούσε την άδειά του να παραμείνει κι εκείνη στη συζήτηση με την κόρη τους, αλλά προφανώς η βουβή απάντηση ήταν αρνητική γιατί η βασίλισσα Λουΐζα σηκώθηκε απογοητευμένη και βγήκε. Όχι όμως πριν ρίξει μια λοξή εύγλωττη ματιά στην Τάρα: «Έτσι που τα κατάφερες, ο Θεός να σε βοηθήσει», της ένευε λυπημένη η μητέρα της.
Οι υπηρέτες διατάχθηκαν να τα αφήσουν όλα όπως ήταν και να κλείσουν την πόρτα, “να μην με ενοχλήσει κανείς, κανείς ακούσατε;“ ήχησε η βροντερή φωνή του, κι ύστερα η Τάρα έμεινε μόνη μαζί του στο άδειο δωμάτιο, το γεμάτο χαρωπό φως και ευχάριστα αρώματα που σέρνονταν από τον κήπο μέσα από τα ανοιχτά παράθυρα. Σε αντίθεση με την πανικόβλητη έκφραση στο πρόσωπο της νεαρής κοπέλας, που έκανε τον βασιλιά Χριστιανό να μαλακώσει τον τόνο του όταν άρχισε να της μιλάει. Την αγαπούσε κι εκείνος πολύ τη μικρή του κόρη με το ονειροπόλο βλέμμα στα άδολα σκουρογάλανα μάτια της, αυτή την ευγενική, τρυφερή ύπαρξη που καθόταν τώρα φοβισμένη κοντά του κι έπαιζε νευρικά με τις μαύρες μπούκλες των μαλλιών της.
«Δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι, μιν λιλιέν, για καλό θέλω να σου μιλήσω», της είπε κοιτώντας την στοργικά αλλά και επιβλητικά, με την εξουσία που του έδινε η πατρική του ιδιότητα και ο αυταρχικός του χαρακτήρας. «Είναι ώρα πλέον να φροντίσουμε για το μέλλον σου. Οι άλλες δύο αδελφές σου έκαναν τους καλύτερους δυνατούς γάμους, με τους διαδόχους δύο μεγάλων δυνάμεων, Αγγλίας και Ρωσίας. Σειρά σου τώρα».
«Μα, εμένα δεν με έχει ζητήσει κανείς, δεν είμαι τόσο όμορφη όσο η Άλεξ και η Μίνι μας», αντέδρασε αυθόρμητα η Τάρα.
«Άκου τι λέει!» αγανάκτησε ο πατέρας της. «Ποιος σου έβαλε αυτές τις ανοησίες στο κεφαλάκι σου; Και βέβαια είσαι όμορφη, όσο και οι αδελφές σου κι ακόμα περισσότερο. Άλλο είναι το πρόβλημα. Δεν υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη κι είμαστε υποχρεωμένοι να επιλέξουμε τον πλέον ταιριαστό για την περίπτωσή σου».
Η συγγραφέας Γιώτα Γουβέλη
Η Γιώτα Γουβέλη γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μεσολόγγι. Είναι απόφοιτος του Μαθηματικού Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στην πληροφορική και τη διοίκηση επιχειρήσεων. Αρχικά εργάστηκε στον χώρο της εκπαίδευσης και στη συνέχεια σε πολυεθνικές εταιρείες επικοινωνίας ως υπεύθυνη Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Έχει τρία παιδιά και ζει με την οικογένειά της στην Αθήνα. Από τις εκδόσεις Διόπτρα κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της Η Μουσική του Κόσμου (2010), Το Σκίτσο (2011), Το Κεντρί της Πεταλούδας (2013), Το Μαγεμένο Ποτάμι (2014), Η Πρώτη Κυρία (2015), Η Νύφη της Μασσαλίας (2016), Ματωμένα Εντελβάις (2017), Το Δάκρυ της Mάντισσας (2018), Η Προσευχή της Μάντισσας (2019) και Για ένα Τανγκό στη Σμύρνη (2020). facebook: giota.gouveli.