Από τη Σοφία Μανδηλαρά
Οξύς πόνος με διπλώνει στα δύο. Έχω περίοδο, σκέφτομαι και ησυχάζω. Δεύτερη μέρα πόνος. Τρίτη μέρα. Τα ισχυρά παυσίπονα ελάχιστα με ανακουφίζουν. Κάτι δεν πάει καλά, η περίοδος έχει τελειώσει. Δυστυχώς, δεν ξαφνιάζομαι. Έχω πρόβλημα εδώ και καιρό, το ξέρω. Δεν θέλω να το παραδεχτώ, να το συζητήσω. Φοβάμαι να ζητήσω βοήθεια γιατί δεν είμαι σίγουρη από ποιον και δεν ξέρω πού θα καταλήξει. Τελικά, τηλεφωνώ σε έναν ψυχίατρο, τον πιο κοντινό στο σπίτι μου. Δεν αντέχω να περπατήσω.
Δεν τηρεί το τυπικό 45λεπτο. Με ρωτάει για την καθημερινότητά μου, τις συνήθειές μου, τις σκέψεις μου, για πολλή ώρα. Κρατιέμαι από την κουπαστή της καρέκλας σαν να μου έχουν πετάξει σωσίβιο από τον «Τιτανικό». Μου λέει ότι χρειάζομαι αγωγή. Μου ζητάει να κόψω τον καφέ, το αλκοόλ και τη σοκολάτα. Πανικοβάλλομαι. Πλέον για να βγάλω τη μέρα καταναλώνω 6-7 εσπρέσο και δύο σοκολάτες. Πού και πού ανοίγω καμιά μπίρα ή πίνω ένα ποτήρι κρασί. Δεν καταφεύγω στο αλκοόλ γιατί ανησυχώ μη χάσω τον έλεγχο. Η σοκολάτα όμως; Συνδέεται με την κατάθλιψη, μου εξηγεί.
Το σπίτι μου είναι καθ’ εικόνα και ομοίωση. Αφημένα πράγματα παντού, ρούχα στο πάτωμα, πιάτα άπλυτα. Κάθε μέρα παλεύω να καθαρίσω κάτι μικρό. Λέω στην εαυτή μου, «σήμερα θα φτιάξεις το γραφείο, να δουλεύεις σαν άνθρωπος». Κάποιες φορές το κόλπο πιάνει, συνήθως όχι. Στο μεταξύ, δεν ξέρει κανείς τίποτα. Αποσύρομαι από ανθρώπους και παρέες. Δεν απαντάω τόσο συχνά σε τηλέφωνα, έχουμε όμως πανδημία, οπότε φαίνονται όλα λογικά. Αναβάλλω δουλειές και ολοκληρώνω με τεράστια δυσκολία καθήκοντα που κάποτε μου φαινόντουσαν μικρά. «Σοφία, κάνε κουράγιο. Σήμερα θα πάρεις μόνο τηλέφωνο για τη συνέντευξη. Αύριο θα κάνεις μόνο την απομαγνητοφώνηση. Μεθαύριο θα γράψεις μόνο το κείμενο», αστείες διαπραγματεύσεις στο κεφάλι μου.
Εάν ξέρετε κάποιον ή κάποια που ίσως περνάει κάτι δύσκολο, μπορείτε να του προσφέρετε μόνο την αγάπη σας. Όχι νουθεσίες, υποδείξεις και εντολές.
Μετά η αγωγή αρχίζει να κυλάει στο αίμα μου, αυξάνεται και πληθύνεται, γιατί τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά. Περνάνε οι μήνες. Είμαι καλύτερα, έχω ένα δίχτυ ασφαλείας. Σαν να μην μπορώ να βουλιάξω πια στο πιο βαθύ σκοτάδι. Ηρεμώ. Έχω βγει στον αφρό και παίρνω μια σύντομη ανάσα. Τόσο όσο. Όμως οι ανεπιθύμητες ενέργειες, οι εφιάλτες (ζωντανά όνειρα τα λένε), το πρήξιμο, το σφίξιμο στο σαγόνι, καμία επιθυμία για σεξ, δεν με αφήνουν να ξεχαστώ. Άσε που το πιο ουσιώδες σύμπτωμα απ’ όλα επιμένει. Δεν γελάω πια. Δεν γελάω με τα ίδια μου τα αστεία με τα οποία γελάνε όλοι οι άλλοι. Δεν απολαμβάνω. Είμαι παρούσα απούσα. Με χωρίζει από τον κόσμο μια πηχτή ομίχλη και δεν ξέρω πώς να βγω από αυτήν, ποιον να συναντήσω. Δεν με χωράει ο τόπος, αλλά ο τόπος ταυτόχρονα με καταπίνει.
Χρειάζεται κι άλλη δουλειά, κι άλλη προσπάθεια. Συνεδρίες, κι άλλη αγωγή. Πλέον έχω πάρει πάνω από 30 κιλά, δεν αναγνωρίζω το κορμί μου, πληγώνομαι. Με πιάνει ανασφάλεια. «Ποιος θα με θέλει έτσι; Αφού δεν είμαι εγώ πια. Ούτε έξω μου, ούτε μέσα μου. Είμαι μια άλλη». Χρειάζεται κι άλλο κουράγιο. Νομίζω ότι υπάρχει η ψευδής εντύπωση ότι οι άνθρωποι με ψυχικές ασθένειες είναι αδύναμοι. Τη δύναμη που επιστρατεύω τα τελευταία δύο χρόνια για να ντυθώ, να πλυθώ, να δουλέψω, να φροντίσω το σκύλο μου, να βγω έξω, να περπατήσω, να κοιτάξω το αλλαγμένο πρόσωπό μου στον καθρέφτη, να φάω υγιεινά, να αγοράσω ρούχα που να μου κάνουν, να ακούσω μουσική, να κανονίσω διακοπές, όταν όλες αυτές τις φορές, καθεμία από αυτές τις φορές, ένιωθα μόνο την ανάγκη να πέσω σε λήθαργο, δεν ξέρω πού την έκρυβα, αλλά νιώθω υπερήφανη που τη βρήκα. Το πιο εύκολο θα ήταν να παραιτηθώ. Όμως είμαι εδώ, κλοτσάω, αγωνίζομαι, υπερασπίζομαι τις ανάγκες μου. Χάνω την υπομονή μου, αλλά δεν υποχωρώ. Μερικές φορές θέλω να ουρλιάξω από απελπισία, από κούραση, τόση κούραση, αλλά συνεχίζω. Είμαι ανθεκτική.
Το τελευταίο διάστημα λέω πια αλήθεια. Ζω με κατάθλιψη. Κάποιοι φίλοι μου δεν με πίστεψαν. «Μα εσύ, που έχεις τόσο χιούμορ, που κάνεις τόσα πράγματα;». Ναι, ναι, εγώ. Πολλοί στο περιβάλλον μου θα μάθουν τι συμβαίνει χάρη σε αυτό το κείμενο. Δεν το κρατούσα κρυφό από ντροπή, αλλά για να με προστατεύσω. Μια λάθος κουβέντα τη λάθος στιγμή μπορούσε να με στείλει στην κόλαση κι έτσι βρήκα τη μέθοδο να μην προκαλώ κουβέντες. Τώρα είμαι καλύτερα και ξέρω ότι υπάρχει η ανάγκη να ανοίξει η συζήτηση, όσο πιο πλατιά γίνεται. Βλέπω ανθρώπους και αναγνωρίζω τα σημάδια. Σαν το μυστικό μου να είναι πιο κοινό από όσο θέλουμε να παραδεχτούμε. Η ψυχική υγεία νοσεί, με διάφορους τρόπους.
Δεν απολαμβάνω. Είμαι παρούσα απούσα. Με χωρίζει από τον κόσμο μια πηχτή ομίχλη και δεν ξέρω πώς να βγω από αυτήν, ποιον να συναντήσω.
Απέχω από τις συμβουλές γιατί δεν με ωφέλησαν σε τίποτα, αλλά θα δώσω δύο, θεμελιώδεις. Εάν ξέρετε κάποιον ή κάποια που ίσως περνάει κάτι δύσκολο, μπορείτε να του προσφέρετε μόνο την αγάπη σας. Όχι νουθεσίες, υποδείξεις και εντολές. Δυο καλές κουβέντες και επιείκεια. «Σε θαυμάζω, σε εκτιμώ, σε αγαπώ, δεν πειράζει». Τις περισσότερες φορές, εάν το σκεφτείτε, πράγματι δεν πειράζει. Απλά έχουμε χάσει τη μεταξύ μας τρυφερότητα. Εάν περνάτε κάτι δύσκολο, ζητήστε βοήθεια. Θέλει θάρρος και δεν είναι εύκολο. Συνήθως είναι και ακριβό. Υπάρχουν κάποιες ευκαιρίες στη Δημόσια Υγεία. Δεν μετανιώνω για τίποτα εκτός που με άφησα να φτάσω στα όριά μου.
Μακάρι να έγραφα έχοντας περάσει στην άλλη όχθη. Έχοντας κλείσει αυτό το κεφάλαιο, μακάρι να εξηγούσα τι ωραία που είναι η ζωή μετά. Στην πραγματικότητα, κάθε πρωί ξυπνάω και αποφασίζω να αναστηθώ. Αν έπρεπε να χωρέσω την αγωνία της κατάθλιψης σε μια πρόταση, θα έλεγα ότι είναι η συνειδητή επιλογή, κάθε στιγμή, να θυμάμαι την αυτόματη λειτουργία της αναπνοής. Όμως ξέρω ότι δεν θα είναι για πάντα έτσι και ξέρω ότι δεν είμαι μόνη μου. Θα νικήσουμε. Είμαι σίγουρη ότι θα νικήσουμε.