Μια καινοτομία που δημιουργεί νέες ελπίδες στον αγώνα κατά του καρκίνου παρουσίασαν ερευνητές του Πανεπιστημίου του Ντέλαγουερ (ΗΠΑ) με επικεφαλής τον Dr. Balaji Panchapakesan. Μαζί με την ομάδα του παρουσίασε μικροσκοπικά ρομπότ που εξουδετερώνουν επιλεκτικά τα καρκινικά κύτταρα, αφήνοντας άθικτους τους υγιείς ιστούς, δηλαδή χωρίς τις ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρούνται σε άλλες αντικαρκινικές θεραπείες μέχρι σήμερα.
Όπως εξήγησε μια από τους ερευνητές, η Sambeeta Das, σε άρθρο που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του πανεπιστημίου, ένα μαγνητικό πεδίο καθοδηγεί τα ρομπότ έτσι ώστε να μεταφέρουν φαρμακευτικές ουσίες σε κύτταρα ή να καταστρέφουν καρκινικά. Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετώπισαν, όπως εξηγεί, ήταν να στοχεύσουν με ακρίβεια στα κύτταρα που θέλουν κάθε φορά, «ακόμα και αν είναι ένα μεμονωμένο υγιές κύτταρο σε μια μάζα καρκινικών ή ένα καρκινικό που περιβάλλεται από υγιή».
Όπως πρόσθεσε η ίδια, τα μαγνητικά πεδία που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία είναι «βιοσυμβατά, που σημαίνει ότι δεν βλάπτουν τους βιολογικούς ιστούς, ενώ τα ρομπότ μας είναι τόσο μικροσκοπικά όσο ένα κύτταρο βακτηρίου».
Τα μαγνητικά πεδία που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία είναι «βιοσυμβατά, που σημαίνει ότι δεν βλάπτουν τους βιολογικούς ιστούς, ενώ τα ρομπότ μας είναι τόσο μικροσκοπικά όσο ένα κύτταρο βακτηρίου».
Συνοψίζοντας τα πρωτοποριακά χαρακτηριστικά της νέας θεραπείας, είπε τα εξής: «Και άλλοι έχουν αναπτύξει μαγνητικά μικρορομπότ, αλλά το δικό μας σύστημα είναι μοναδικό γιατί μάς επιτρέπει να στοχεύσουμε αυτομάτως με μεγάλη ακρίβεια. Για παράδειγμα, ο χειριστής των μικροκρομπότ μπορεί να το οδηγήσει σε ένα συγκεκριμένο κύτταρο. Επιπλέον, το εργαλείο που έχουμε αναπτύξει και πατεντάρει είναι μία και μοναδική φορητή συσκευή που μπορεί να χρησιμοποιηθεί παντού. Δεν χρειαζόμαστε ξεχωριστό μικροσκόπιο, κάμερα ή λογισμικό, όλα έχουν ενσωματωθεί σε αυτήν και είναι ιδιαίτερα φιλική προς τον χρήστη. Μπορεί να χρησιμοποιήσει ο καθένας αυτή τη συσκευή, γεγονός που σημαίνει γρήγορες λύσεις σε κάθε επαγγελματία υγείας. Επιπρόσθετα, μπορεί να έχουν πρόσβαση σε αυτήν φτωχές και απομονωμένες περιοχές».