Οι περισσότεροι μεγαλώσαμε με έναν γονιό ή μία γιαγιά να τρέχει από πίσω μας με ένα μελάτο αυγό ή μια μπουκιά φασολάκια ή ένα κομμάτι μπιφτέκι, προκειμένου να τραφούμε «όπως έπρεπε». Κάποιοι ίσως να ανήκουν στην κατηγορία των παιδιών που έτρωγαν όλα τα παραπάνω αδιαμαρτύρητα. Όποια κι αν είναι η προσωπική μας ιστορία με το φαγητό, η σχέση μας με τη διαδιακσία πρόσληψης τροφής μπορεί να αλλάξει πολλές φορές στη διάρκεια της ζωής μας και σε κάποιες περιπτώσεις να χρειαστεί να την δομήσουμε από την αρχή.
Δεν είναι απαραίτητο ότι κάποια στιγμή θα βιώσουμε οπωσδήποτε μία διατροφική διαταραχή, αν και πολλές φορές αυτό μπορεί να συμβεί χωρίς να το καταλάβουμε κατά το χρονικό διάστημα που το περνάμε. Οι ρυθμοί της ζωής μας, όμως, ειδικά αν μένουμε σε μία μεγάλη πόλη ή κάνουμε μία απαιτητική δουλειά ή έχουμε πολλές οικογενειακές υποχρεώσεις – ή όλα μαζί – μπορούν να διαταράξουν την υγιή σχέση μας με το φαγητό κι έτσι να πυροδοτήσουν μία σειρά από προβλήματα που θα μας κάνουν τη ζωή δύσκολη.
Ποια είναι, όμως, τα σημάδια που μπορούν να μας προειδοποιήσουν για κάτι τέτοιο; Το πρώτο είναι, φυσικά, το άγχος και μάλιστα αυτό που σχετίζεται άμεσα με την κατανάλωση τροφής. Αν σκεφτούμε ότι διαθέτουμε περιορισμένο χρόνο για να μαγειρέψουμε ή ότι τα γεύματά μας απέχουν κατά πολύ μεταξύ τους, το πρώτο πράγμα που θα μας έρθει στο μυαλό την ώρα που θα ανοίξουμε το ψυγείο ή το τάπερ θα σχετίζεται με το αν είναι σωστό αυτό που επιλέξαμε να καταναλώσουμε. Μπορεί να έχουμε ανάγκη να φάμε ένα πλούσιο γεύμα, με υδατάνθρακες, πρωτεΐνες και φυτικές ίνες, αλλά το μυαλό μας να λέει πως αυτά είναι πολλά και έτσι με δύο φέτες τυρί θα χορτάσουμε και θα συνεχίσουμε τη δουλειά μας. Το άγχος του «τι πρέπει να φάω για να παραμείνω υγιής και fit», αν μας κυριεύει σχεδόν κάθε φορά που πάμε να βάλουμε μια μπουκιά στο στόμα μας, είναι ένα πολύ δυνατό καμπανάκι ότι έχουμε μπερδευτεί και δεν ξέρουμε τι πρέπει να τρώμε, πότε και γιατί.
Το δεύτερο καμπανάκι αφορά στις ποσότητες του φαγητού. Μπορεί, θεωρητικά, να κάνουμε τρία κύρια γεύματα την ημέρα, και δύο διαλείμματα με σνακ, ωστόσο οι ποσότητες που καταναλώνουμε από κάθε τροφή να μην ανταποκρίνονται στις ανάγκες του οργανισμού μας. Κι αυτό συμβαίνει πολλές φορές με τη μείωση της ενδεδειγμένης ποσότητας τροφής: Έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι αν περιορίσουμε κατά πολύ το πρωινό, π.χ. θα μειωθεί η ημερήσια θερμιδική μας πρόσληψη και θα αδυνατίσουμε, κάνουμε αμέσως το λάθος να μένουμε πρακτικά νηστικοί, με αποτέλεσμα να επιβαρύνουμε τα υπόλοιπα γεύματα και να αποκτάμε λιγούρες που θα μας κοστίσουν, διότι κατά τη διάρκειά τους δεν θα φάμε ένα μήλο, όπως κάνουμε συνήθως, αλλά μισή σοκολάτα, όπως υπαγορεύει εκείνη τη στιγμή το μυαλό μας.
Πολύ σημαντικό σημάδι πως κάτι δεν πάει καλά στη σχέση μας με τη διατροφή μας είναι ο τρόπος με τον οποίο τρώμε εντός κι εκτός του προσωπικού μας χώρου. Αν στο σπίτι μας καταναλώνουμε τα πάντα, ακόμα και junk food, ενώ έξω φοβόμαστε ή ντρεπόμαστε να παραγγείλουμε κάποια τέτοια τροφή, ίσως να τρώμε με τύψεις και να μην το ξέρουμε. Ίσως να θέλουμε να κρύψουμε αυτή μας την αδυναμία μπροστά στον υπόλοιπο κόσμο και, επιστρέφοντας στο σπίτι από την έξοδό μας και το λιτό δείπνο μας, να εισβάλλουμε στο ψυγείο και να τρώμε ό,τι βρίσκουμε μπροστά μας. Η διαφορετική επιλογή τροφών, αυτή που υπαγορεύεται από το ποιος είναι παρών και όχι από το τι θέλουμε πραγματικά να φάμε, είναι κάτι που πρέπει οπωσδήποτε να δούμε με κάποιον ειδικό, καθώς στην πιο extreme μορφή του μπορεί να είναι ένδειξη και διατροφικής διαταραχής.
Τέλος, η εμμονή με νέες τάσεις διατροφής, νέα προϊόντα που υπόσχονται αδυνάτισμα ή κορεσμό ή οτιδήποτε άλλο μας βοηθάει, θεωρητικά, να ελέγξουμε την όρεξή μας, είναι δείγμα ότι δεν έχουμε στην πραγματικότητα έλεγχο του τι τρώμε και για ποιο λόγο. Έτσι χάνουμε και την ίδια την απόλαυση του φαγητού, αφήνοντας την έλλειψη αυτοπεποίθησης και γνώσεων να πάρει τα ηνία της όρεξής μας. Καμιά φορά οι νέες τάσεις διατροφής είναι απλώς παλιές τάσεις σε νέα συσκευασία ή ψεύτικες υποσχέσεις ενός τμήματος μάρκετινγκ που θέλει να επιτύχει τη δημιουργία μίας νέας ανάγκης στον καταναλωτή. Η πραγματικότητα μπορεί να απέχει πολύ από τα αποτελέσματα που υπόσχονται και δεν αρκεί να εμπιστευτούμε έναν ειδικό της διατροφής για να μας το αποδείξει: Πρέπει και να θέλουμε να ερευνήσουμε την αλήθεια, να είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε και να συνεργαστούμε μαζί του.
Αν πλέον θυμόμαστε τις εποχές που μας κυνηγούσαν με το πιρούνι στο χέρι κι εμείς ξεφεύγαμε και νοσταλγούμε την μεγάλη ανάγκη για θερμίδες που είχαμε ως παιδιά, ήρθε η ώρα να αποκαταστήσουμε τη σχέση μας με το φαγητό, ώστε να μην υποφέρουμε, να μην κάνουμε πειράματα με την υγεία μας και, κυρίως, ώστε να απολαμβάνουμε όπως μας αξίζει μία από τις μεγαλύτερες χαρές της ζωής. Κι ας πρόκειται για φασολάκια.