Από τη Σοφία Μανδηλαρά
Η επικοινωνία που συμβαίνει κοιτώντας μια οθόνη, αντί για τα μάτια ενός συνομιλητή, θολώνει τα όρια της πραγματικότητας. Η ψευδής αίσθηση της ανωνυμίας κάνει τους χρήστες των ψηφιακών τεχνολογιών να δημιουργούν παράλληλες ταυτότητες. Aλλοτε να υποδύονται τους θύτες και άλλοτε να στριμώχνονται σε αιχμηρά διλήμματα με αληθινές συνέπειες στη ζωή μετά το κινητό, το iPad, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τις πλατφόρμες για ραντεβού και όλα τα άλλα όντως υπέροχα εργαλεία που κρατάμε στα χέρια μας. Το συμπέρασμα αυτό μοιράζονται η συγγραφέας Μαρία Ζαβάκου, η σκηνοθέτρια Γιολάντα Μαρκοπούλου και η ψυχολόγος Ιωάννα Γκίκα, σε μια συνάντηση ουσίας μεταξύ της τέχνης και της επιστήμης.
Η Μαρία και η Γιολάντα δημιούργησαν την παράσταση «Μετά το Πάρτυ» για την εφηβική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Η Ιωάννα Γκίκα είναι συντονίστρια του Κέντρου για τη Διαδικτυακή Ασφάλεια του οργανισμού «Το Χαμόγελο του Παιδιού». Όσα χώρεσαν η Μαρία και η Γιολάντα σε μια παράσταση που απευθύνεται κυρίως σε εφήβους, αλλά αφορά οποιονδήποτε εκτίθεται σε ψηφιακά εργαλεία, συμφωνούν με τις επιστημονικές παρατηρήσεις και τις συμβουλές της Ιωάννας.
«Αντλήσαμε υλικό μέσα από την έρευνα και τις μαρτυρίες εφήβων που πράγματι είχαν βιώσει παρενόχληση στο Διαδίκτυο. Το έργο εμπνεύστηκε από αληθινές συνεντεύξεις με παιδιά, ψυχολόγους, εγκληματολόγους γονείς και καθηγητές», λέει στο Marie Claire η συγγραφέας Μαρία Ζαβάκου. Στην παράσταση παρακολουθούμε την εξέλιξη των ηρώων, όταν ένα περιστατικό ψηφιακού εκφοβισμού διαταράσσει τις σχέσεις συμμαθητών. «Αυτό είναι μόνο η αρχή για μία σειρά από εκδικητικές πράξεις. Γιατί η άσκηση της βίας και στον ψηφιακό και στον πραγματικό κόσμο μεταδίδεται σαν μολυσματική νόσος. Παίρνει μορφή χιονοστιβάδας και τα σαρώνει όλα», σημειώνει η Μαρία Ζαβάκου, προσθέτοντας ότι «ξεκινάει ένας φαύλος κύκλος προσπάθειας απόδοσης δικαιοσύνης μέσω της ανταπόδοσης του κακού».
Η Ιωάννα Γκίκα τονίζει ότι οι ρόλοι μεταξύ θύτη και θύματος είναι απολύτως ρευστοί. Επίσης, διαφωνεί κατηγορηματικά με τις συγκεκριμένες λέξεις. «Αφενός τα παιδιά εκπληρώνουν το δυναμικό και την ταμπέλα που τους δίνουμε. Άρα όταν αποκαλώ ένα παιδί με κάποιο τρόπο, θα εκπληρώσει το ρόλο που του έχω αποδώσει. Συν ότι οι θέσεις αυτές δεν είναι σταθερές. Ένα παιδί που σήμερα βρίσκεται στο ένα σημείο, αύριο μπορεί να βρίσκεται σε ένα διαφορετικό. Υπάρχει ένα παιδί που ασκεί βία και ένα παιδί που υποβάλλεται σε βία, αλλά και τα δύο χρειάζονται βοήθεια. Πολλές φορές το παιδί που ασκεί τη βία φωνάζει για υποστήριξη, γιατί ενδεχομένως να μην έχει κανέναν άλλο τρόπο να είναι μέλος μιας ομάδας ή να λάβει προσοχή».
Η Ιωάννα Γκίκα τονίζει ότι οι ρόλοι μεταξύ θύτη και θύματος είναι απολύτως ρευστοί. Επίσης, διαφωνεί κατηγορηματικά με τις συγκεκριμένες λέξεις. «Αφενός τα παιδιά εκπληρώνουν το δυναμικό και την ταμπέλα που τους δίνουμε. Άρα όταν αποκαλώ ένα παιδί με κάποιο τρόπο, θα εκπληρώσει το ρόλο που του έχω αποδώσει. Συν ότι οι θέσεις αυτές δεν είναι σταθερές».
Η ρευστότητα αυτή αποτυπώνεται στην παράσταση «Μετά το Πάρτυ» ακριβώς γιατί προέκυψε από την έρευνα ως συμπέρασμα της δυναμικής των ατόμων μεταξύ τους. «Γι’ αυτό και αναφερόμαστε στο cancel culture. Δηλαδή, θέλουμε να διαγράψουμε τον άλλο», σημειώνει η Μαρία Ζαβάκου. Η αφορμή για τον κύκλο της βίας στο έργο της είναι ένα περιστατικό «εκδικητικής πορνογραφίας». Ο όρος, αν και χρησιμοποιείται ευρέως και είναι αναγνωρισμένος νομικά, είναι προβληματικός. Γιατί η «πορνογραφία» ενέχει κάποια μορφή ευθύνης που ακουμπά και αυτόν ή αυτήν που υφίσταται την εκδίκηση.
«Το πρώτο και πιο σημαντικό κομμάτι που ένα παιδί αναζητά, προκειμένου να χτίσει αυτό που ονομάζουμε επανορθωτική εμπειρία, είναι να αντιληφθεί ότι δεν φταίει το ίδιο. Δυστυχώς, οι άνθρωποι που στοχεύουν τα παιδιά μέσω του Διαδικτύου τα έχουν πείσει πρώτα, για να προχωρήσουν, ότι έχουν ευθύνη. Άρα, πρόκειται για ξεκάθαρη οδηγία ότι ένα παιδί, ένας έφηβος ή μια έφηβη ποτέ δεν φταίει και ποτέ δεν μπορεί να προκαλέσει την κακοποίησή του με κανέναν τρόπο. Χρειάζεται να καταλάβει το άτομο που υφίσταται τη βία ότι δεν είναι συνένοχο, ότι δεν έχει προκαλέσει την κατάσταση», εξηγεί η ψυχολόγος Ιωάννα Γκίκα.
«Το πρώτο και πιο σημαντικό κομμάτι που ένα παιδί αναζητά, προκειμένου να χτίσει αυτό που ονομάζουμε επανορθωτική εμπειρία, είναι να αντιληφθεί ότι δεν φταίει το ίδιο. Δυστυχώς, οι άνθρωποι που στοχεύουν τα παιδιά μέσω του Διαδικτύου τα έχουν πείσει πρώτα, για να προχωρήσουν, ότι έχουν ευθύνη».
«Το θέατρο είναι ένα πολύ δυνατό μέσο για να ξεκινήσει μια συζήτηση για το φαινόμενο και να αναλάβουμε την ατομική και συλλογική ευθύνη που μας αντιστοιχεί για το τι συμβαίνει», υπογραμμίζει η σκηνοθέτρια Γιολάντα Μαρκοπούλου. Ατομική και συλλογική ευθύνη, όμως, ως προς την προστασία που προσφέρουμε στον εαυτό μας και τους άλλους, «γιατί είναι πάρα πολύ εύκολο κάποιος να κάνει κάτι λάθος στο Διαδίκτυο και αυτό να τον επηρεάζει στη ζωή του» βαθιά, σε όποια θέση κι αν βρίσκεται τη στιγμή του λάθους. «Είναι ένα σκοτεινό έργο που ανταποκρίνεται σε μια σκοτεινή πραγματικότητα, αλλά γι’ αυτό έχουμε επιλέξει μια πολύ ενδιαφέρουσα σκηνική παρουσίαση. Είναι ένας συνδυασμός ψηφιακής γλώσσας με ρεαλιστική γλώσσα. Με χορογραφία, animation και μουσική», σχολιάζει η Μαρία. Η ίδια είναι μητέρα και, όπως λέει στο Marie Claire, «προσπαθούμε να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά μας να προσέχουν. Να προσέχουν πού μιλάνε, τι στέλνουν, πόσο εκτίθενται. Αντιλαμβανόμαστε την αγωνία που υπάρχει και πόσο επιτακτική ανάγκη είναι να γίνει το θέατρο ένας δίαυλος επικοινωνίας».
Πράγματι, το πρώτο βήμα είναι η πρόληψη. «Χρειάζεται, αρχικά, να πιστέψουμε αυτό που λέει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ότι η πρόληψη είναι ο μισός δρόμος μέχρι την αντιμετώπιση», εξηγεί η Ιωάννα Γκίκα. «Πώς μπορεί να γίνει αυτό πρακτικά; Με το να συζητούν τα πρόσωπα αναφοράς των παιδιών με τα παιδιά για θέματα Διαδικτύου. Όμως, το Διαδίκτυο δεν είναι το κακό. Είναι ένα υπέροχο εργαλείο αυτής της εποχής και όπως κάθε εργαλείο έχει οδηγίες χρήσης. Άρα, είναι πολύ σημαντικό να δώσουμε στα παιδιά εκείνες τις οδηγίες χρήσης που χρειάζονται. Απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, να τις γνωρίζουμε και σαν ενήλικες». Αλλά, πολύ συχνά, δεν τις γνωρίζουμε. Ο οργανισμός «Το Χαμόγελο του Παιδιού» προσφέρει λύσεις γι’ αυτό, αλλά και για κάθε στάδιο ενός περιστατικού εκφοβισμού.
«Το Διαδίκτυο δεν είναι το κακό. Είναι ένα υπέροχο εργαλείο αυτής της εποχής και όπως κάθε εργαλείο έχει οδηγίες χρήσης. Άρα, είναι πολύ σημαντικό να δώσουμε στα παιδιά εκείνες τις οδηγίες χρήσης που χρειάζονται. Απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, να τις γνωρίζουμε και σαν ενήλικες».
Στην Εθνική Τηλεφωνική Γραμμή για τα παιδιά 1056, τη γραμμή του Χαμόγελου, μπορεί να απευθυνθεί οποιοδήποτε παιδί, έφηβος ή έφηβη, αλλά και οποιοσδήποτε ενήλικας, για παράδειγμα γονέας, φροντιστής ή εκπαιδευτικός, αντιμετωπίζει οποιαδήποτε δυσκολία σε σχέση με το Ίντερνετ. Η ψυχολόγος Ιωάννα Γκίκα φέρνει πρακτικά και πραγματικά παραδείγματα: «Ήμουν σε μια συνομιλία και ξεκίνησε κάποιος να με προσβάλλει. Μοιράστηκα φωτογραφίες μου και τώρα αυτές οι φωτογραφίες μου έχουν κυκλοφορήσει. Κάποιος μου ζήτησε να γνωριστούμε και συναντηθήκαμε. Τελικά, ήταν ένα διαφορετικό πρόσωπο». Πόσες από αυτές τις καταστάσεις δεν μας έχουν δυσκολέψει στην ενήλικη ζωή μας; Και όμως, απαιτούμε από τα παιδιά να έχουν τη σωστή στάση και τις απαντήσεις εκ των προτέρων. «Στη γραμμή 1056 και στο chat 1056 μέσω της αντίστοιχης εφαρμογής για όλα τα κινητά, οποιοδήποτε παιδί μπορεί να απευθυνθεί για συμβουλές πρόληψης, για καθοδήγηση, για περιπτώσεις εκφοβισμού, για διαφορετικά είδη υποκλοπών προσωπικών δεδομένων, οποιουδήποτε είδους καταναγκασμό ή ψηφιακό εκβιασμό. Πάντα σε συνεργασία με τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, για τις περιπτώσεις που χρειάζεται, θα υποστηρίξουμε είτε τηλεφωνικά είτε διά ζώσης, ανάλογα με το τι χρειάζεται το παιδί ή η οικογένεια που μας έχει καλέσει, γιατί αντιμετωπίζουμε την κάθε κατάσταση ολιστικά. Η διαδικασία είναι εντελώς δωρεάν, 24 ώρες το 24ωρο και ανώνυμα. Οι ψυχολόγοι μας και οι κοινωνικοί μας λειτουργοί απαντούν το πολύ σε 12 δευτερόλεπτα», τονίζει η Ιωάννα Γκίκα.
«Ήμουν σε μια συνομιλία και ξεκίνησε κάποιος να με προσβάλλει. Μοιράστηκα φωτογραφίες μου και τώρα αυτές οι φωτογραφίες μου έχουν κυκλοφορήσει. Κάποιος μου ζήτησε να γνωριστούμε και συναντηθήκαμε. Τελικά, ήταν ένα διαφορετικό πρόσωπο».
Τι γίνεται, όμως, όταν το κακό έχει ήδη ξεκινήσει να εξελίσσεται και να γιγαντώνεται; «Η ψηφιακή παρενόχληση είναι διαφορετική γιατί ουσιαστικά μπορεί να είσαι φυλακισμένος μέσα στο ίδιο σου το σπίτι», λέει η σκηνοθέτρια του έργου Γιολάντα Μαρκοπούλου. «Νομίζω ότι αυτό που έχει αλλάξει -και το αποτυπώνουμε επίσης στο έργο- είναι ότι η εκδίκηση γίνεται δημόσια. Παλαιότερα, υπήρχε σε ένα προσωπικό επίπεδο, ενώ τώρα λαμβάνει διαστάσεις τεράστιες. Ξαφνικά, όλοι οι φίλοι σου, οι γνωστοί σου, θα μάθουν αυτό που έγινε. Όλοι αποκτούν μια άποψη και αλλάζουν τον τρόπο που σκέφτονται για εσένα. Ποιοι είναι αυτοί οι “όλοι”; Είναι ένα άγνωστο Χ, αλλά είναι. Ψυχικά για σένα είναι όλοι. Και αυτό είναι τρομακτικό. Αυτά τα παιδιά κατά κάποιον τρόπο σπρώχνονται, εκβιάζονται σε μια γρήγορη ενηλικίωση». Η παράσταση προσφέρει λύση, προσφέρει κάθαρση. «Αυτό είναι κάτι που πάντα το βρίσκεις στο θέατρο. Δεν θα κάνουμε spoiler, αλλά η παράσταση σου δείχνει μια διέξοδο, ότι πρέπει να μιλήσεις, να το μοιραστείς, να το βγάλεις από μέσα σου για να θεραπευτείς από το τραύμα. Πολλές φορές οι άνθρωποι δεν νιώθουν άνετα να μοιραστούν. Μπορεί να ντρέπονται, μπορεί να φοβούνται ότι θα συμβεί κάτι χειρότερο, μπορεί να απειλούνται. Δεν είναι εύκολο να πάρεις τη ζωή σου στα χέρια σου ξανά, αλλά η παράσταση δίνει τον δρόμο προς το φως», σχολιάζει χαρακτηριστικά η Γιολάντα.
Η επιστροφή στο φως δεν είναι εύκολη, αλλά οπωσδήποτε δεν είναι ανέφικτη. Χρειάζεται, όμως, ένα ξεκάθαρο πλαίσιο. Ο οργανισμός «Το Χαμόγελο του Παιδιού» διαθέτει κέντρο ημέρας που προσφέρει δωρεάν υπηρεσίες στα παιδιά που το έχουν ανάγκη. «Είναι πολύ σημαντικό να είμαστε διακριτικοί. Να δώσουμε τη δυνατότητα στην οικογένεια κιόλας να αντιληφθεί πως όταν ένα παιδί δυσκολεύεται αυτό είναι μια ανεπάρκεια όλου του οικογενειακού πλαισίου. Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για μια κακή οικογένεια; Όχι. Δεν υπάρχουν καλό και κακό. Υπάρχει λειτουργικό και μη λειτουργικό και τις περισσότερες φορές υπάρχουν διαφορετικές φάσεις. Άρα μπορεί να συμβεί σε όλους μας, σε κάθε σπίτι, σε κάθε οικογένεια. Δυστυχώς, υπάρχει το στίγμα ότι εάν κάποιος ζητήσει βοήθεια, θα κατηγορηθεί ότι δεν ήταν καλός φροντιστής, καλή μητέρα, καλός πατέρας. Προφανώς, κάθε παιδί που δυσκολεύεται στο Διαδίκτυο δεν έχει αδιάφορους ή κακοποιητικούς γονείς», αναφέρει η Ιωάννα. Δηλαδή, όλοι έχουμε τις καλές και τις κακές μέρες μας.
«Δυστυχώς, υπάρχει το στίγμα ότι εάν κάποιος ζητήσει βοήθεια, θα κατηγορηθεί ότι δεν ήταν καλός φροντιστής, καλή μητέρα, καλός πατέρας. Προφανώς, κάθε παιδί που δυσκολεύεται στο Διαδίκτυο δεν έχει αδιάφορους ή κακοποιητικούς γονείς».
Στην παράσταση «Μετά το Πάρτυ», η Γιολάντα θεωρεί ότι υπάρχουν ακόμα μερικά υποδόρια και σημαντικά μηνύματα. «Θέλουμε να καταφέρουμε οι έφηβοι και οι έφηβες, οι νέοι, να μπορούν να έρθουν στο θέατρο. Είναι πολύ σημαντικό ζήτημα το πώς σε μια τέτοια ηλικία πηγαίνει κανείς στο θέατρο. Δεν είναι αυτονόητο. Γι’ αυτό και το εφηβικό θέατρο είναι σπάνιο ως είδος. Όμως, το θέατρο είναι τόπος συνεύρεσης, διαλόγου, το οποίο το έχουν ανάγκη τα παιδιά. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να αναφερθεί και πόσο συλλογική δουλειά και πόσο όμορφη ήταν η συνεργασία μας σε αυτή την παράσταση». Η Γιολάντα και η Μαρία συμφωνούν ότι το θέατρο προσφέρει ένα ασφαλές βίωμα, μια απελευθερωτική εμπειρία και τον χώρο για σκέψη πριν τη δράση, πριν πατήσεις το κλικ.
«Δυστυχώς, πολλοί ενήλικες έχουν αυτή την τάση, αυτή τη ροπή, στο κλικ. Επειδή το πληκτρολόγιο δημιουργεί μια άνεση πολλές φορές, μας κάνει να νιώθουμε ότι μπορούμε να εκτεθούμε περισσότερο με ασφάλεια, να γράψουμε κάτι που δεν θα λέγαμε στον άλλον άνθρωπο από κοντά. Κι έτσι δημιουργείται και στα παιδιά αυτή η άνεση. Θα σχολιάσω το κομμάτι της ειλικρίνειας. Πολλοί έφηβοι χρησιμοποιούν λογαριασμούς χωρίς να έχουν τα ηλικιακά όρια που προβλέπονται από τις πλατφόρμες, γιατί έχουν λάβει την οδηγία από τους ενηλίκους ότι “εντάξει μωρέ, μπορείς να πεις και ψέματα, δεν τρέχει και τίποτα να κλικάρεις κάτι το οποίο δεν ισχύει”. Και κάπως έτσι, από ένα μικρό ψέμα, οδηγούμαι να δυσκολεύομαι πραγματικά αργότερα. Άρα είναι σπουδαίο να ξεκινάμε από ένα δεδομένο: ο πραγματικός και ο ψηφιακός κόσμος είναι απολύτως συνδεδεμένοι. Βλέποντας τη γενικότερη παρουσία ενός ανθρώπου σε όποια του πτυχή, στην κοινωνική, στην εργασιακή, στη διαπροσωπική, ό,τι κι αν είναι αυτό, ότι αυτοί οι δύο κόσμοι έρχονται μαζί», καταλήγει η ψυχολόγος Ιωάννα Γκίκα. Να θυμόμαστε, λοιπόν, ότι η ταυτότητά μας είναι μία και ότι ο δρόμος προς το φως ορίζεται από την αγάπη και τη φροντίδα προς εμάς και τους άλλους. Όποια και αν είναι η ηλικία μας.