Κάποιες φορές μια φράση αρκεί για να μας πληγώσει πιο βαθιά και από ένα γεγονός, όταν εκφέρεται χωρίς καμία ενσυναίσθηση και ευαισθησία για τις ιδιαίτερες ανάγκες μας, ειδικά στις τρυφερές ηλικίες πριν από την ενηλικίωσή μας. Ειδικά στην ούτως ή άλλως γεμάτη ανασφάλειες εφηβεία μας. Αυτή την εμπειρία έζησε μια γυναίκα, για την οποία ένα σχόλιο του θείου της κατέστρεψε την αυτοεκτίμησή της.
Η παιδική ηλικία της ήταν ούτως ή άλλως δύσκολη: η Πρόνοια την είχε πάρει από το πατρικό της και είχε αναθέσει την ανατροφή στη γιαγιά της. Όμως το καλοκαίρι του 1994 η γιαγιά της πήγε διακοπές με τον νέο σύζυγό της, χωρίς εκείνη, η οποία αναγκάστηκε να περάσει έξι εβδομάδες με τον θείο της, Tom, έναν «μεγαλόσωμο ιερέα» όπως τον περιγράφει σήμερα, «αξιοσέβαστο στην κοινότητά του».
Ο Tom είχε τρεις κόρες, τις Abby, Lola και Fiona. «Στα μάτια των γονιών της, η Lola ήταν το ομορφότερο πλάσμα στον κόσμο. Έλεγαν σε όλους πόσο υπέροχη και έξυπνη ήταν. Δεν διαφωνούσα, αλλά είχα κουραστεί να το ακούω.
»Μια μέρα, ο Tom μού πρότεινε να πάμε για φαγητό. Συμφώνησα, ανυπομονώντας να έρθει η ώρα. Πήγαμε σε ένα σαντουιτσάδικο της περιοχής, που είχε τα νοστιμότερα σάντουιτς με ζαμπόν και τυρί. Μόλις καθίσαμε, άρχισε να μου μιλάει για το μέλλον μου.
»Ήμουν μόλις 16. Δεν είχα αποφασίσει τι ήθελα να κάνω με τη ζωή μου. Μέχρι τότε, είχα αντιμετωπίσει περισσότερα τραυματικά γεγονότα από όσα αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι σε ολόκληρη τη ζωή μου. Όταν ήμουν νήπιο, ο πατέρας μου είχε πεθάνει από καρκίνο. Δύο χρόνια μετά είχε πεθάνει ο παππούς μου και, μόλις τρία χρόνια αργότερα, η ξαδέρφη μου. Η πρόνοια με ανέθεσε στη γιαγιά μου. Αυτές οι απώλειες με είχαν επηρεάσει βαθιά, και είμαι σίγουρη ότι εκείνος το ήξερε.
»”Δεν είμαι σίγουρη ακόμα τι θέλω να κάνω, αν και μου αρέσει να γράφω. Νοσοκόμα, ίσως;”.
»”Λοιπόν, Chrissie, πρέπει να το βρεις γιατί τού χρόνου τελειώνεις το σχολείο. Δεν θέλω να δεις τη ζωή σου να περνάει χωρίς να έχεις ένα σχέδιο.
»Κατάλαβα πού το πήγαινε. Ναι, χρειαζόμουν ένα σχέδιο, αλλά δεν είχα φτάσει ακόμα σε εκείνο το σημείο. Άκουσα τη συμβουλή του και συμφώνησα να σκεφτώ το μέλλον μου.
»”Chrissie, χρειάζεσαι μια καριέρα να βασιστείς. Δεν είσαι όμορφη σαν τη Lola. Καλύτερα να μάθεις να μαγειρεύεις, αλλιώς δεν θα βρεις ποτέ σύζυγο. Η Lola θα βρει εύκολα σύζυγο, εσύ όμως όχι. Θα δυσκολευτείς, με όλα αυτά που έχεις περάσει. Πρέπει να βάφεσαι περισσότερο και να φοράς ρούχα που σου πηγαίνουν περισσότερο”.
«”Chrissie, χρειάζεσαι μια καριέρα να βασιστείς. Δεν είσαι όμορφη σαν τη Lola. Καλύτερα να μάθεις να μαγειρεύεις, αλλιώς δεν θα βρεις ποτέ σύζυγο. Η Lola θα βρει εύκολα σύζυγο, εσύ όμως όχι. Θα δυσκολευτείς, με όλα αυτά που έχεις περάσει. Πρέπει να βάφεσαι περισσότερο και να φοράς ρούχα που σου πηγαίνουν περισσότερο”»
»Δεν ήξερα τι να πω, από τα λόγια του κατάλαβα ότι ήμουν άσχημη και ότι δεν θα έβρισκα ποτέ κάποιον να του αρέσω. Ήταν αγενή και υποτιμητικά. Τότε δεν ήξερα τι να κάνω. Μόνο ότι έπρεπε να συμφωνήσω.
»”Καταλαβαίνω, Tom. Το ξέρω ότι δεν είμαι τόσο όμορφη όσο η Lola. Αλλά θα τα πάω καλά στη ζωή μου. Σε ευχαριστώ πάντως που μου είπες πώς νιώθεις. Το εκτιμώ”.
»Μου χαμογέλασε. Κατάλαβε άραγε πόσο υποτιμητικό και αγενές ήταν το σχόλιό του; Ήμουν 16 ετών. Όπως τα περισσότερα κορίτσια στην εφηβεία, αγωνιζόμουν να αποδεχτώ την εμφάνισή μου. Πώς μπορούσε ένας ιερέας να με διαλύει με αυτό τον τρόπο και να το γνωρίζει;
»Του είπα ότι ήθελα να επιστρέψω σπίτι. Δεν ήθελα να περάσω ούτε λεπτό παραπάνω μαζί του. Όταν γύρισα σπίτι, τηλεφώνησα στη γιαγιά, που είχε μόλις γυρίσει από τις διακοπές της. Της είπα ό,τι μου είχε πει ο θείος μου. Προσπάθησε να τον υπερασπιστεί, λέγοντας ότι ήθελε να με βοηθήσει. Αλλά διαφώνησα, τα σχόλιά του δεν ήταν βοηθητικά.
«Του είπα ότι ήθελα να επιστρέψω σπίτι. Δεν ήθελα να περάσω ούτε λεπτό παραπάνω μαζί του. Όταν γύρισα σπίτι, τηλεφώνησα στη γιαγιά, που είχε μόλις γυρίσει από τις διακοπές της. Της είπα ό,τι μου είχε πει ο θείος μου. Προσπάθησε να τον υπερασπιστεί, λέγοντας ότι ήθελε να με βοηθήσει. Αλλά διαφώνησα, τα σχόλιά του δεν ήταν βοηθητικά».
»Δύο μέρες μετά, ήρθε να με πάρει. Χτύπησε την πόρτα και ζήτησε να μιλήσει στον Tom κατ’ ιδίαν. Του ζήτησε να μη μου ξαναμιλήσει ποτέ έτσι. Ήμουν ένα αθώο παιδί, και δεν είχε κανένα δικαίωμα να με κάνει να νιώθω ασήμαντη. Του είπε ότι δεν θα τον άφηνε ποτέ ξανά μόνο μαζί μου.
»Στο δρόμο για το σπίτι, η γιαγιά μού είπε ότι το είχε σκεφτεί, ο Tom είχε ξεφύγει από τα όρια. Μπορεί να πίστευε ότι η κόρη του ήταν η ομορφότερη στον κόσμο, αλλά αυτό δεν μείωνε τη δική μου ομορφιά. Είμαστε και οι δύο όμορφες».
Έναν χρόνο αργότερα, όταν ο θείος της τούς επισκέφτηκε μαζί με την οικογένειά του και η γιαγιά της έφερε το θέμα στην επιφάνεια, εκείνος ισχυρίστηκε ότι η ανιψιά του είχε πει ψέματα. Έφυγαν νευριασμένοι από το σπίτι. Οι ξαδέρφες της σταμάτησαν να της μιλούν, πήραν το μέρος του πατέρα τους.
«Χρόνια αργότερα, η Fiona μού έστειλε ένα μήνυμα στο Facebook λέγοντας ότι ο πατέρας της είχε προσπαθήσει να με βοηθήσει και ότι έπρεπε να παραδεχτώ ότι είχα πει ψέματα.
»Δεν είχα πει ψέματα, απλά ό,τι μού είχε πει εκείνος. Αρνήθηκα να υποχωρήσω.
»Της απάντησα ότι λυπάμαι που δεν δεχόταν πως ο πατέρας της είχε πει κάτι που δεν έπρεπε. Που είχε πληγώσει τα συναισθήματά μου και είχε αρνηθεί να ζητήσει συγγνώμη. Με αυτό τον τρόπο, θα το είχα αφήσει πίσω μου. Όχι μόνο δεν το είχε κάνει, αλλά με είχε παρουσιάσει σαν ψεύτρα κι αυτό δεν μπορούσα να το συγχωρήσω.
«Μου πήρε χρόνια να βγάλω από το μυαλό μου τα λόγια μου. Μετά από κάποιο καιρό, πέρασα μια δύσκολη περίοδο, στη διάρκεια της οποίας σκέφτηκα ακόμα και να δώσω τέλος στη ζωή μου. Ένιωθα ανάξια, άχρηστη, άσχημη».
»Μου πήρε χρόνια να βγάλω από το μυαλό μου τα λόγια μου. Μετά από κάποιο καιρό, πέρασα μια δύσκολη περίοδο, στη διάρκεια της οποίας σκέφτηκα ακόμα και να δώσω τέλος στη ζωή μου. Ένιωθα ανάξια, άχρηστη, άσχημη.
»Εκείνη την περίοδο, είχα άριστα στο σχολείο, ήμουν η κορυφαία μαθήτρια στην τάξη. Έπαιζα βόλεϊ και μπάσκετ. Ήμουν δημοφιλής και είχα πολλούς φίλους. Αλλά τα λόγια του θείου μου με είχαν κόψει στα δύο».