Ο κυβερνητικός ανασχηματισμός έφερε μία ακόμα γυναίκα σε θέση υψηλής ευθύνης: Η Μίνα Γκάγκα αναλαμβάνει υφυπουργός Υγείας. Η πνευμονολόγος από το 2006 τελεί συντονίστρια διευθύντρια της 7ης Πνευμονολογικής Κλινικής στο Νοσοκομείο «Σωτηρία».
Η γιατρός, μετά από σπουδές Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, διδακτορικό και μετεκπαίδευση στο Λονδίνο, άρχισε να εργάζεται ως κλινική γιατρός και παράλληλα να ερευνά την πρόληψη και την ανακούφιση στο άσθμα και τον καρκίνο του πνεύμονα. Αφού υπηρέτησε ως γραμματέας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διαπίστευσης στην Πνευμονολογία (EBAP), το 2017 εκλέχθηκε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας από τους 35.000 γιατρούς-μέλη.
Το Marie Claire, τεύχος Μαΐου 2020, είχε κάνει ένα αφιέρωμα σε γυναίκες που αγωνίζονται στο μέτωπο της μάχης κατά της πανδημίας, ανάμεσα σε αυτές και η Μίνα Γκάγκα, που μετέφερε την κλινική εμπειρία της από εκείνη την περίοδο, τότε ως συντονίστρια-διευθύντρια της 7ης Πνευμονολογικής Κλινικής του Νοσκομείου «Σωτηρία» και σύμβουλος για τα αναπνευστικά νοσήματα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Μεταξύ άλλων, είχε πει:
«Φτάνει να σκεφτείτε πως οι άρρωστοι δεν μπορούν να βγουν από το δωμάτιο και όλοι εμείς μπαίνουμε καλυμμένοι: μάσκα, γυαλιά, σκούφο, ποδιά και γάντια. Ο άνθρωπος που νοσεί στην ουσία δεν μας βλέπει, δεν ξέρει το πρόσωπό μας, δε βλέπει χαμόγελο, ακούει μόνο τη φωνή μας. Από απόσταση μιλάμε και με τους συγγενείς για να τους ενημερώνουμε και να τους καθησυχάσουμε όσο μπορούμε για τους δικούς τους. Άλλαξε όλη η καθημερινή μας ρουτίνα, είναι τώρα μία ολόκληρη διαδικασία, όχι μόνο το πώς βάζουμε τα ειδικά ρούχα, αλλά και πώς και πού τα πετάμε, για να μη μεταφέρουμε τον ιό στους συναδέλφους και τα σπίτια μας. Αυτό αφορά όλους μας, γιατρούς και νοσηλευτές, τραπεζοκόμους, καθαριστές, φύλακες, όλο το προσωπικό του νοσοκομείου. Φυσικά είμαστε πολύ προσεκτικοί και όταν επιστρέφουμε στα σπίτια μας επειδή υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να κολλήσουμε όσοι είμαστε στο νοσοκομείο. Μένω σε διαφορετικό δωμάτιο από την υπόλοιπη οικογένεια και όταν μαγειρεύω φοράω μάσκα».
Όπως συμπλήρωσε η κ. Γκάγκα: «Αρχικά υπήρχε φόβος. Το “Σωτηρία” έχει ένα πανέμορφο δάσος έκτασης 300 στρεμμάτων και ξαφνικά έβλεπες να περπατάνε εκεί και στον κήπο όλοι σαν μασκοφόροι, και συχνά όχι με απλή, αλλά με μάσκα υψηλής προστασίας. Τώρα τον φόβο τον διαχειρίζονται όλοι καλύτερα και τις μάσκες και όλο το υλικό το ξοδεύουμε προσεκτικά. Οι άρρωστοι μπαίνουν με αγωνία, ενώ αγωνία έχουν και οι οικογένειες -αλλά κι εμείς-, για το πώς θα πάνε. Πρέπει να ενημερώνουμε και να λέμε αλήθεια αλλά και να καθησυχάζουμε. Η αρρώστια είναι επίμονη και κάποιες φορές στραβώνει».
«Δεν είναι εύκολο να πεις σε κάποιον που έχει τις αισθήσεις του “πρέπει να σε κοιμήσουμε”, τον σοκάρει, νιώθει χαμένος. Ξέρει ότι θα εξαρτάται απόλυτα από εμάς και τα μηχανήματα, συχνά για 2 και 3 εβδομάδες».
Συγκλονιστική είναι η αφήγησή της για τις περιπτώσεις των ασθενών που χρειάζεται να διασωληνωθούν: «Δεν είναι εύκολο να πεις σε κάποιον που έχει τις αισθήσεις του “πρέπει να σε κοιμήσουμε”, τον σοκάρει, νιώθει χαμένος. Ξέρει ότι θα εξαρτάται απόλυτα από εμάς και τα μηχανήματα, συχνά για 2 και 3 εβδομάδες. […] Κάθε πυρετός που πέφτει και κάθε εξιτήριο που δίνουμε είναι μεγάλη χαρά για όλους μας. Η επιδημία μάς αλλάζει, μάθαμε να λειτουργούμε περισσότερο σαν ομάδα. Χρειάζεται ακόμα να προσφερθούν περισσότεροι σε αυτή τη δύσκολη μάχη, να υπάρχει μεγαλύτερος εθελοντισμός. Γιατί φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκτός από τους ασθενείς με κορωνοϊό, οι άνθρωποι δεν παύουν να αρρωσταίνουν και από άλλα αίτια και η φροντίδα όλων πρέπει να συνεχίσει. Τώρα είναι η στιγμή να γίνουμε όλοι καλύτεροι και να δουλέψουμε όλοι για όλους. Ας γίνει όλη αυτή η δυσκολία μία ουσιαστική ευκαιρία, ώστε να οργανώσουμε όλοι μαζί τη ζωή μας και τον τομέα της Υγείας καλύτερο για το μέλλον».