Η Emily Westerfield βρίσκεται στην 28η εβδομάδα της εγκυμοσύνης της αλλά δεν θα μεγαλώσει αυτή το παιδί. Είναι η όγδοη φορά που ετοιμάζεται να γίνει παρένθετη μητέρα (έχει κυοφορήσει και δίδυμα), ενώ επιπλέον η 37χρονη γυναίκα έχει τρία δικά της βιολογικά παιδιά. Για την ακρίβεια, γέννησε το 2011, το 2013, το 2014, το 2015, το 2017, το 2018, το 2021, το 2022 και όπως δηλώνει σήμερα στο Today, αν της δινόταν η ευκαιρία για μία ακόμα παρένθετη κύηση, «θα το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη».
Η εμπειρία της μάλιστα στην παρένθετη μητρότητα έφερε στον κόσμο ένα ακόμα παιδί, τη δική της εταιρεία, Carrying Dreams, που φέρνει σε επαφή παρένθετες μητέρες με υποψήφιους γονείς.
Η ασυνήθιστη διαδρομή της άρχισε το 2010, όταν ήρθε πιο κοντά στην ξαδέρφη του συζύγου της, η οποία είχε τη μία αποβολή μετά την άλλη. Μια εμπειρία «σπαρακτική», όπως την αποκαλεί σήμερα η Westerfield, που την ώθησε να της προτείνει να κυοφορήσει η ίδια το παιδί της φίλης της.
Η ασυνήθιστη διαδρομή της άρχισε το 2010, όταν ήρθε πιο κοντά στην ξαδέρφη του συζύγου της, η οποία είχε τη μία αποβολή μετά την άλλη. Μια εμπειρία «σπαρακτική», όπως την αποκαλεί σήμερα η Westerfield.
Το ζευγάρι εκείνο δεν ήθελε να προχωρήσει στην παρένθετη κύηση, αλλά όπως διαπίστωσε η Westerfield, «υπήρχαν τόσοι άλλοι στον κόσμο που χρειάζονταν βοήθεια. Και ίσως θα μπορούσα να την προσφέρω εγώ».
Μετά την υποδοχή του τρίτου βιολογικού παιδιού της, σήμερα 10 ετών, δημιούργησε ένα διαδικτυακό φόρουμ που την έφερε σε επαφή με άτομα που αντιμετώπιζαν προβλήματα υπογονιμότητας. «Ξαφνιάστηκα από την ανταπόκριση που είχα, βομβαρδίστηκα με ηλεκτρονικά μηνύματα και αιτήματα. Όσο πιο βαθιά έμπαινα μέσα σε αυτό, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούσα ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι εκεί έξω που χρειάζονται βοήθεια».
Μετά τις συνεντεύξεις με διάφορα ζευγάρια, κατέληξε να προχωρήσει με εκείνο με το οποίο αισθανόταν ότι ταιριάζουν περισσότερο, ως προσωπικότητες, ηλικιακά και από άποψη τοποθεσίας (ζούσαν σε απόσταση τριών ωρών με το αυτοκίνητο). Η οικογένεια επιθυμούσε ένα τρίτο παιδί αλλά μετά τον τοκετό του δεύτερου η μητέρα είχε αναγκαστεί να υποβληθεί εκτάκτως σε υστερεκτομή.
Όταν η Westerfield έγινε για πρώτη φορά παρένθετη μητέρα, «κατάλαβα ότι ήθελα να το κάνω ξανά. Και σκέφτηκα: Τώρα ποιον μπορώ να βοηθήσω;».
Όταν η Westerfield έγινε για πρώτη φορά παρένθετη μητέρα, «κατάλαβα ότι ήθελα να το κάνω ξανά. Και σκέφτηκα: Τώρα ποιον μπορώ να βοηθήσω;».
Η παρένθετη κύηση είναι μια διαφορετική εμπειρία από εκείνη του παιδιού που σκοπεύεις να μεγαλώσεις, όπως εξηγεί η ίδια. Για παράδειγμα, κάνεις κάποιες εξετάσεις, σωματικές και ψυχολογικές, στις οποίες ίσως να μην προχωρούσες σε διαφορετική περίπτωση, και υπογράφεις ένα συμβόλαιο. Ο σύζυγός της δεν τη συνοδεύει στις επισκέψεις της στον γυναικολόγο. Ωστόσο, αυτό που δεν αλλάζει είναι πως κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να φέρει στον κόσμο ένα υγιές μωρό, ώστε ένα άλλο ζευγάρι να μπορέσει «να ξεκινήσει, να χτίσει ή να ολοκληρώσει την οικογένειά του».
Το δέσιμο με το έμβρυο που κυοφορεί δεν είναι τόσο έντονο ώστε να μην μπορεί να το αποχωριστεί μετά τον τοκετό. «Νιώθω σαν να είμαι μια θεία που το αγαπάει» όπως σχολιάζει η ίδια και προσθέτει ότι, καθώς γνωρίζει πόσα έχει περάσει το ζευγάρι που ανυπομονεί να πάρει αυτό το μωρό στην αγκαλιά του, «θέλω πραγματικά να του το δώσω».
Το δέσιμο με το έμβρυο που κυοφορεί δεν είναι τόσο έντονο ώστε να μην μπορεί να το αποχωριστεί μετά τον τοκετό. «Νιώθω σαν να είμαι μια θεία που το αγαπάει» όπως σχολιάζει η ίδια.
Μάλιστα αυτή την εμπειρία την οδήγησε στην ίδρυση της δικής της εταιρείας, με στόχο να διασυνδέει παρένθετες μητέρες με υποψήφιους γονείς αλλά και να ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους. Και μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις παρένθετες κυήσεις να σημαίνουν εκμετάλλευση της παρένθετης μητέρας ή να έχουν προκαλέσει άλλα προβλήματα, αλλά η Westerfield φαίνεται να πιστεύει πραγματικά στη δύναμη αυτής της πρακτικής, αν εφαρμοστεί σωστά, να δώσει ευτυχία: «Είμαι περήφανη που μπορώ να το κάνω αυτό για άλλους. Το ξέρω ότι έχω περιορισμένο χρόνο στο πόσους θα μπορέσω ακόμα να βοηθήσω, αλλά είμαι ακόμα αρκετά νέα και υγιής για να συνεχίσω. Και θα συνεχίσω, όσο μου το επιτρέπει το σώμα και η οικογένειά μου».