Μεγάλωσε στον Αστακό. Σπούδασε στο Εμπορικό Ναυτικό και ως μηχανικός ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο. «Δεν ήταν για μένα αυτή η ζωή», λέει από τη Νέα Υόρκη όπου ζει και εργάζεται σήμερα. «Σκέφτηκα να αλλάξω πορεία. Πήγα σε σχολή μαγειρικής στο Λονδίνο για να δοκιμάσω την τύχη μου ως μάγειρας. Μου άρεσε πάντα να μαγειρεύω. Ήταν το χόμπι μου». Σπούδασε τρία χρόνια και μετά από έξι μήνες στην κουζίνα του περίφημου «Cipriani» αποφάσισε να ασχοληθεί με την κουζίνα ως private chef. «Το φαγητό μου το είχαν ήδη δοκιμάσει μεγάλα ονόματα του ελληνικού εφοπλιστικού λόμπι. Και η πρώτη μου δουλειά ήταν στο σπίτι ενός Έλληνα εφοπλιστή στο Λονδίνο. Είχε δοκιμάσει το φαγητό μου σε σπίτι φίλων και μου έκανε πρόταση. Δύο χρόνια δούλεψα στο σπίτι του».
Η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ όχι μόνο δεν τρέφεται αποκλειστικά με μαρούλια, αλλά τρελαίνεται για τη φάβα, τα παϊδάκια και τη χωριάτικη σαλάτα του Έλληνα σεφ
Πώς πέρασε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού; «Τον Μάιο του 2012 αγόρασα ένα εισιτήριο για δεκαήμερες διακοπές στη Νέα Υόρκη. Ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα. Μέσα σε τρεις μέρες μού πρότειναν δουλειά, έμεινα και ξεκίνησα να εργάζομαι σε εστιατόρια. Από τη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στη Νέα Υόρκη ένιωσα ότι θέλω να ζήσω εδώ. Δεν έφερα τίποτα από τα πράγματά μου. Δεν ασχολήθηκα καν. Τα παράτησα όλα στο Λονδίνο. Περπατούσα στον δρόμο και μιλούσα ελληνικά στο τηλέφωνο όταν με σταμάτησε μια κυρία που μου συστήθηκε ως Αριάννα. Με ρώτησε με τι ασχολούμαι, μου έδωσε την κάρτα της και μου είπε να της φτιάξω μια συνταγή μου και να την πάω στο γραφείο της. Πήγα στα γραφεία της στη Huffington Post στην Broadway και σκέφτηκα ‘‘θα δουλεύει εδώ αυτή’’. Δεν είχα ιδέα ότι με περίμενε η Αριάννα Χάφινγκτον. Όταν μου είπε η ρεσεψιονίστ ότι πρέπει να ανέβω στον τελευταίο όροφο και είδα το γραφείο της, τότε κατάλαβα. Ζήτησε να φάει αγκινάρες αλά πολίτα, μουσακά και σπανακόπιτα. Όλοι αυτά ζητάνε».
Γιατί προτίμησε να δουλεύει ως private chef και να μην ανοίξει το δικό του εστιατόριο ή να γίνει head chef σε κάποιο γνωστό; «Δεν έχεις πρόγραμμα ως private chef και αυτό μου ταιριάζει τώρα. Μπορώ να επιλέγω ποιες μέρες θα δουλεύω και να απορρίπτω δουλειές. Δεν θέλω να εργάζομαι άπειρες ώρες και να αναλάβω μια τεράστια ευθύνη. Μια εβδομάδα στο εστιατόριο μπορεί να βγάλεις τα ίδια χρήματα με πέντε ώρες δουλειάς στο σπίτι ενός σταρ ή εφοπλιστή».
Από αριστερά: η ηθοποιός Λούσι Λιου, ο σχεδιαστής Τζον Βαρβάτος, η Ελληνοαμερικανίδα σιδηρά κυρία της ενημέρωσης Αριάννα Χάφινγκτον
Εμπειρίες με επώνυμους: «Ο φωτογράφος Στίβεν Μάιζελ δεν έτρωγε τίποτα, μου έδωσε μια λίστα μόνο με βραστά και στήθος κοτόπουλο. Πλήρωνε πολύ καλά αλλά ήθελε να είμαι παρών κάθε μέρα χωρίς αργίες. Φαντάσου ότι με βρήκε μέσω του γιατρού μου, είναι κολλητός του. Στη Νέα Υόρκη γίνεσαι γνωστός στόμα με στόμα. Η Λούσι Λιού δοκίμασε το φαγητό μου όταν δούλευα στο πασίγνωστο ελληνικό εστιατόριο της Νέας Υόρκης, το ‘‘Periyali’’, και έγινε θαμώνας. Όπως και ο Τζον Βαρβάτος, που ερχόταν τρεις φορές την εβδομάδα. Καθημερινά στη μία ερχόταν και η σχεδιάστρια μόδας Τόρι Μπερτς».
Τελικά, τρώει η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ; «Φυσικά. Μου ζητάει να της φτιάξω φάβα και πατάτες λεμονάτες. Τρώει παϊδάκια και ντολμάδες και λατρεύει τη χωριάτικη. Έρχεται συνεχώς στην Ελλάδα, αλλά προτιμά τις ινκόγκνιτο διακοπές. Πηγαίνει στο Αγκίστρι. Ο Σερζ Νόρμαντ, που είναι διάσημος κομμωτής (χτενίζει τη Σάρα Τζέσικα Πάρκερ και τις Καρντάσιαν), λατρεύει το χταπόδι και τη σπανακόπιτά μου. Τη διαφημίζει σε όλες τις πελάτισσές του. Με έχει αναφέρει και η ‘‘New York Post’’ λέγοντας ότι κάνω καλές ελληνικές πίτες. Και κάπως έτσι έγινα περιζήτητος».
Για τον τίτλο «celebrity chef», αναφέρει: «Δεν μου αρέσει το δήθεν. Στη Νέα Υόρκη μπορεί να πίνεις καφέ και δίπλα σου να κάθεται η Τζούλιαν Μουρ και δεν τρέχει τίποτα. Δεν ασχολείται κανείς με κανέναν».
info
www.instagram.com/yannitobas, Φωτογραφίες: Julia Kushniruk
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Gala