Η παλιά, η καλή, η ορθόδοξη Κρίση Μέσης Ηλικίας, όπως τη βάφτισε ο ψυχαναλυτής Eλιοτ Ζακ το 1965 και επιβίωσαν αυτής -ή και όχι- οι γονείς μας στα 80s, είναι παρωχημένη.
Σοβαροί νοικοκυραίοι που αλλάζουν το ευρύχωρο SUV τους για ένα φανταχτερό διθέσιο, καθωσπρέπει μητέρες που ξεκινούν εξωσυζυγική σχέση με το δάσκαλο καράτε του γιου τους, ευυπόληπτοι πολίτες που καταλήγουν στο Αυτόφωρο έπειτα από βραδιές που πήγαν πολύ λάθος, όλα αυτά είναι πλέον γραφικά. Όχι πως τα διθέσια ή οι εξωσυζυγικές σχέσεις έχασαν το λούστρο τους –κάθε άλλο, μερικά πράγματα είναι διαχρονικά ακαταμάχητα-, η αυτοκαταστροφή, ωστόσο, είναι passé.
Όταν, όμως, το ερώτημα αν έχεις ρουφήξει όσο λαίμαργα θα ήθελες τη ζωή, που ξαφνικά μοιάζει να λιγοστεύει, σε κράτα ξύπνιο τα βράδια, υπάρχει άλλος δρόμος; Υπάρχει, και έχει μήκος 42,195 χιλιόμετρα.
Η ζωή μετριέται με ορόσημα. Πτυχίο, πρώτη δουλειά, γάμος, παιδιά, προαγωγή, αγορά πρώτης κατοικίας. Στα 20 όλα είναι πιθανά. Στα 45 οι περισσότερες επιλογές που προσθέσαμε «Στο Καλάθι Μου» είτε αποκτήθηκαν, είτε είναι πια μη διαθέσιμες. Κάποιοι στόχοι επετεύχθησαν, κάποιοι θα καταχωρηθούν γλυκόπικρα στη μνήμη ως απωθημένα – θα τα ανασύρουμε από εκεί όταν θα διαβάζουμε, με έναν αθόρυβο αναστεναγμό, clickbait άρθρα του στυλ «έγινε γιατρός στα 65 της» ή «παντρεύτηκε τον πρώτο της έρωτα 45 χρόνια μετά τη γνωριμία τους».
Και κάπως έτσι ξεκινάμε να λογαριαζόμαστε με τον εαυτό μας. Τι πέτυχα; Πού απέτυχα; Τι προλαβαίνω να κυνηγήσω τώρα, όσο είναι καιρός; Κάποιες θα καταφέρουν να πατήσουν επιτυχώς το κουμπί του restart, για κάποιες άλλες οι φαντασιώσεις της κατηγορίας «ποτέ δεν είναι αργά» συνθλίβονται υπό το βάρος της πεζής πραγματικότητας. Σε έρευνα που διεξήγαγε το Thriving Center of Psychology σε περισσότερους από 1.000 millennials (η γενιά της ύφεσης δηλαδή) βρέθηκε ότι σε ποσοστό 81% θεωρούν τους εαυτούς τους υπερβολικά φτωχούς για να τους επιτρέψουν οποιαδήποτε οικονομική αποσταθεροποίηση, είτε μιλάμε για μια παραίτηση από μια άθλια δουλειά, είτε για την αγορά ενός αυτοκινήτου με δόσεις. Το 70% των ερωτηθέντων απάντησε πως δεν βρίσκεται καθόλου εκεί που θα ήθελε να βρίσκεται, όταν φανταζόταν τη ζωή στα 40.
Ο απολογισμός μάς αφήνει να αισθανόμαστε οικονομικά -αλλά κυρίως ψυχικά- χρεοκοπημένοι. Το να βάλεις τα airpods στα αυτιά και να πάρεις τους δρόμους μοιάζει να είναι μια κάποια λύση – και μάλιστα δωρεάν.
Η αναμέτρηση με το χρόνο είναι ένα ματς χαμένο από τα αποδυτήρια και παρότι γνωρίζουμε ότι η παρακμή έρχεται για όλους, κάνουμε τα πάντα για να τη σταματήσουμε.
O Κέβιν Μάστερς, καθηγητής Κλινικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, που ασχολείται από τη δεκαετία του ’80 με τους μαραθωνοδρόμους, λέει ότι τη στιγμή του τερματισμού οι δρομείς δεν αισθάνονται απλώς ευφορία και πληρότητα, αλλά, το πιο σημαντικό, διαμορφώνουν ένα νέο στοιχείο ταυτότητας. Είναι πια μαραθωνοδρόμοι. Να λοιπόν ένα νέο ορόσημο, ένα καινούριο παράσημο στο πέτο μας, σε μια ηλικία που τα παράσημα σπανίζουν!
Μπροστά στη δυσκολία -για να μην πούμε απιθανότητα- του να κάνεις επαγγελματική στροφή 180 μοιρών, ή να μετακομίσεις σε άλλη χώρα, ή να γνωρίσεις τον ταίρι σου και να κάνεις παιδιά στη μέση ηλικία, ένας μαραθώνιος μοιάζει σχεδόν ευκολάκι. Το να αποφασίσεις ότι κάθε μέρα θα τρέχεις έστω και 1’ παραπάνω από την προηγούμενη μοιάζει ένας στόχος εφικτός, ένα σχέδιο δράσης με αρχή, μέση και τέλος. Αλλωστε, είναι ένα επίτευγμα στο οποίο δεν χρειάζεται να συνδράμουν ή να συμφωνήσουν και άλλοι – το σώμα μας είναι ένα από τα ελάχιστα πράγματα στα οποία έχουμε ακόμα τον πλήρη διαχειριστικό έλεγχο. Και κάπως έτσι, με ένα καινούριο ζευγάρι αθλητικά, ξεκινάει. Τα παπούτσια γίνονται μπλουζάκι κατά της εφίδρωσης, γίνονται app που μετράει βήματα, παλμούς και ταχύτητα, γίνονται ποτά χωρίς αλκοόλ, ευλαβικό μέτρημα macros, ξύπνημα το χάραμα στις διακοπές για να προλάβεις προτού πιάσει η ζέστη. Γίνονται εμμονή, αλλά, αν θέλετε, θα το αποκαλούμε «τρόπο ζωής» για να μη χαλάσουμε τις καρδιές μας.
Μακάρι να ήταν μόνο το τρέξιμο – τουλάχιστον θα εντοπίζαμε τους έχοντες Νέα Κρίση Μέσης Ηλικίας ευκολότερα. Για άλλους είναι το crossfit, η καλλισθενική, το τρίαθλο. Είναι εντυπωσιακό ότι σχεδόν το ένα τρίτο όλων των συμμετεχόντων στο τρίαθλο στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μεταξύ 40-49 ετών, σύμφωνα με τον αμερικανικό Οργανισμό Τριάθλου – το μεγαλύτερο δημογραφικό γκρουπ και ένα από τα πιο ανταγωνιστικά. Για άλλους, πάλι, είναι οι detox χυμοί, το matcha τσάι και οι διατροφικοί κανόνες που αγγίζουν τα όρια της ορθορεξίας. Για τις πιο new age ψυχές είναι ο διαλογισμός και το spiritual healing με συχνότητες και κρυστάλλους. Ολα είναι τροφή για να ταΐσουμε την ψευδαίσθηση ότι, αν το σώμα και το πνεύμα φροντιστούν, η φθορά παίρνει αναβολή. Η αναμέτρηση με το χρόνο είναι ένα ματς χαμένο από τα αποδυτήρια και παρότι γνωρίζουμε ότι η παρακμή έρχεται για όλους, κάνουμε τα πάντα για να τη σταματήσουμε.
Σε αντίθεση με αυτή τη νοερή καμπύλη της ζωής, που από τη μέση ηλικία κι έπειτα παίρνει την κάτω βόλτα, η καμπύλη της ευτυχίας είναι ακριβώς αντίστροφη.
Και σαν να μην έφτανε αυτή η ξαφνική ανάγκη να μεταμορφωθούμε από εραστές του junk σε fitness junkies, θέλουμε να το μάθει και όλος ο ψηφιακός ντουνιάς. Τα τελευταία χρόνια στο Instagram μου ανεβαίνουν τόσα πολλά αντιπαθητικά και απολύτως βαρετά stories άθλησης (κάτι ακαταλαβίστικα «φίδια» από ποδηλατικές διαδρομές, κάτι πίνακες γράψε-σβήσε με επαναλήψεις burpees, κάτι ανάποδα κρεμάσματα στο cadillac) που φλερτάρω καθημερινά με το mute και το unfollow. Οι συνομήλικές μου φλεξάρουν τα flex τους στο pilates, αλλά εγώ το μόνο που βλέπω είναι η αγωνία τους να δείξουν στον κόσμο πως δεν εγκατέλειψαν τη μάχη, δεν παραιτήθηκαν ακόμα.
Δεν υπάρχει τίποτα κακό ή επιλήψιμο στο να φροντίζει κανείς την υγεία του και τη φυσική του κατάσταση, αντιθέτως είναι αξιοθαύμαστο να βλέπεις ανθρώπους να μετουσιώνουν το υπαρξιακό τους στρες σε κάτι που τους βελτιώνει αντί να τους βλάπτει. Ο μόνος μου προβληματισμός έγκειται στο ότι είναι ελάχιστοι εκείνοι που φαίνεται να έχουν επίγνωση των κινήτρων τους, και αυτό μοιάζει κάπως σαν να θεραπεύεις τα συμπτώματα και όχι την αιτία. Ελάχιστοι παραδέχονται, πόσο μάλλον αποδέχονται, ότι βρισκόμαστε εδώ, στου δρόμου τα μισά, στην κορυφή του λόφου της ζωής, και κοιτάζουμε κάτω και μας πιάνει ίλιγγος, διότι τα χρόνια που έρχονται μοιραία θα τα ζήσουμε με λιγότερες αντοχές, λιγότερα κολλαγόνα, λιγότερη λίμπιντο, λιγότερες ευκαιρίες για νέα ξεκινήματα.
Σας έχω καλά νέα: σε αντίθεση με αυτή τη νοερή καμπύλη της ζωής, που από τη μέση ηλικία κι έπειτα παίρνει την κάτω βόλτα, η καμπύλη της ευτυχίας είναι ακριβώς αντίστροφη. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε ο Guardian, το επίπεδο ευτυχίας ξεκινά να μειώνεται από τα 18, φτάνει στο μέγιστο βαθμό δυστυχίας γύρω στα 47, και από εκεί και έπειτα αρχίζει πάλι να ανεβαίνει. Οι μαραθωνοδρόμοι λένε ότι υπάρχει μια στιγμή στη διαδρομή που κάποιοι αποκαλούν «το σκοτεινό μέρος». Είναι το σημείο στο οποίο αισθάνονται το μεγαλύτερο σωματικό πόνο και μια ακατανίκητη επιθυμία να εγκαταλείψουν. Εκεί χρειάζεται σθένος. Πιο πολύ απ’ αυτό που έχεις, πιο πολύ απ’ αυτό που πίστευες πως έχεις. Γύρω στα 60, λοιπόν, συνεχίζει η έρευνα, τα επίπεδα ευτυχίας είναι πάλι αντίστοιχα με εκείνα που νιώθαμε όταν ήμασταν 20. Οπότε χρειάζεται απλώς υπομονή. Περπατώντας ή τρέχοντας, όλοι θα βγούμε από το σκοτεινό μέρος.