Υπάρχουν πολλοί παράγοντες φυσικά που έχουν συνδεθεί με τους ρυθμούς γήρανσης κάθε οργανισμού, κληρονομικοί και περιβαλλοντικοί, αλλά μια νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Planet Today», δείχνει έναν από αυτούς που ίσως δεν είχαμε σκεφτεί μέχρι σήμερα: την ομάδα αίματός μας.
Για την ακρίβεια, οι ειδικοί συνεκτίμησαν διάφορα δεδομένα για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι με ομάδα αίματος Β αντιστέκονται περισσότερο στη διαδικασία της γήρανσης. Ότι η επιδιόρθωση των κυττάρων και η αναγέννηση των ιστών τους συμβαίνει με μεγαλύτερη ταχύτητα, καθυστερώντας τις φθορές στον οργανισμό, και τις εσωτερικές και τις εξωτερικές.
Οι ερευνητές επισημαίνουν βέβαια ότι αυτό δεν αλλάζει τον καθοριστικό ρόλο που παίζουν στη γήρανση τρεις άλλοι παράγοντες, η άσκηση, η διατροφή και η διαχείριση του στρες.
Οι άνθρωποι με ομάδα αίματος Β φαίνεται να αντιστέκονται περισσότερο στη διαδικασία της γήρανσης. Η επιδιόρθωση των κυττάρων και η αναγέννηση των ιστών τους συμβαίνει με μεγαλύτερη ταχύτητα, καθυστερώντας τις φθορές.
Υπάρχει και μια ακόμα μελέτη, από την Ιαπωνία, που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Experimental Gerontology», η οποία συνδέει την ομάδα αίματος Β με μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής.
Άλλες, ωστόσο, δείχνουν το αντίθετο. Μια από αυτές (BMC Medicine) συσχετίζει τις ομάδες αίματος Α και Β με υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακές ασθένειες, αλλά και με υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου του στομάχου.
Το συμπέρασμα, όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις; Απαιτούνται περισσότερες μελέτες για να επιβεβαιωθεί ή να διαψευστεί.
Ανεξάρτητα πάντως από την ομάδα αίματός μας, μια άλλη έρευνα, του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, αποκάλυψε ότι γερνάμε σημαντικά σε δύο περιόδους της ζωής μας: στα μισά της δεκαετίας των 40 και στις αρχές της δεκαετίας των 60. Οι μοριακές αλλαγές που συμβαίνουν στη διάρκεια αυτών των δύο φάσεων μπορούν να εξηγήσουν αυτό που εμείς βλέπουμε ως ξαφνικά σημάδια γήρανσης, όπως οι ρυτίδες, το χαλαρό δέρμα, τα γκρίζα μαλλιά, οι πόνοι στους μυς και τις αρθρώσεις και η αυξημένη ευαισθησία στις ιώσεις. «Η μελέτη εξηγεί γιατί πολλοί άνθρωποι διαπιστώνουν τα σημάδια της γήρανσης τόσο ξαφνικά», εξηγεί ο Τζον Γουάιτ, γιατρός και πρώην διευθυντής του FDA.
Ανεξάρτητα πάντως από την ομάδα αίματός μας, μια άλλη έρευνα, του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, αποκάλυψε ότι γερνάμε σημαντικά σε δύο περιόδους της ζωής μας: στα μισά της δεκαετίας των 40 και στις αρχές της δεκαετίας των 60.
Ο Ντέιβιντ Σινκλέρ, μοριακός γενετιστής, ερευνητής της μακροζωίας και καθηγητής στο Χάρβαρντ, θέτει το θέμα πιο επιθετικά: «Η έρευνα αχρηστεύει τα τρέχοντα μοντέλα της γήρανσης όπως αυτό της επιγενετικής και τις άλλες θεωρίες περί σταδιακών και γραμμικών αλλαγών, όπως αυτή που σχετίζεται με τη σταθερή αύξηση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα». Και παρόλο που η μελέτη μπορεί να μην ισχύει για όλους, ο γενετιστής χαρακτηρίζει τα ευρήματά της εντυπωσιακά γιατί αποδεικνύουν πως οι μεγάλες αλλαγές στη βιολογία μας στις ηλικίες των 40 και των 60 είναι τόσο σημαντικές όσο κι αυτές που συμβαίνουν στην εφηβεία.