Για πρώτη φορά, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης εξέδωσε εντάλματα σύλληψης ηγετών των Ταλιμπάν -συγκεκριμένα, κατά του ανώτατου ηγέτη, Haibatullah Akhundzada, και του επικεφαλής του Ανώτατου Δικαστηρίου του Αφγανιστάν, Abdul Hakim Haqqani – για την καταπίεση και δίωξη των γυναικών και των κοριτσιών στη χώρα ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν οι γυναίκες υφίστανται ακραίους περιορισμούς στην εκπαίδευση και την εργασία τους. Δεν επιτρέπεται να κοιτάξουν άντρες που δεν είναι συγγενείς τους, ούτε να υψώσουν τη φωνή τους όχι μόνο σε δημόσιους αλλά ακόμα και σε ιδιωτικούς χώρους. Για να κυκλοφορήσουν έξω πρέπει να συνοδεύονται από άντρα συγγενή και να είναι καλυμμένες ολόκληρες, με εξαίρεση την περιοχή των ματιών.
Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν οι γυναίκες υφίστανται ακραίους περιορισμούς στην εκπαίδευση και την εργασία τους. Δεν επιτρέπεται να κοιτάξουν άντρες που δεν είναι συγγενείς τους, ούτε να υψώσουν τη φωνή τους όχι μόνο σε δημόσιους αλλά ακόμα και σε ιδιωτικούς χώρους.
Στερούνται ακόμα και την πρόσβαση σε ιατρικές θεραπείες και επεμβάσεις δυνητικά σωτήριες για τη ζωή τους, αφού τους απαγορεύτηκε να εκπαιδεύονται ως νοσηλεύτριες και μαίες. Πολλές γυναίκες, ειδικά στην επαρχία του Αφγανιστάν, λόγω παράδοσης αρνούνται να εξεταστούν και να φροντιστούν από ιατρικό προσωπικό που αποτελείται από άντρες. Ή δεν έχουν άντρες συγγενείς να τις συνοδεύσουν μέχρι το νοσοκομείο.
Μετά την έκδοση των ενταλμάτων σύλληψης διεθνείς φορείς που αγωνίζονται για τα έμφυλα και γενικά ανθρώπινα δικαιώματα χαιρέτισαν την απόφαση. Μεταξύ αυτών η Διεθνής Αμνηστία, με τη γενική γραμματέα της, Agnès Callamard, να δηλώνει: «Η ανακοίνωση του Δικαστηρίου είναι μια σημαντική εξέλιξη που δίνει ελπίδα, εντός και εκτός της χώρας, στις Αφγανές γυναίκες, τα κορίτσια και σε όσους διώκονται για λόγους έμφυλης ταυτότητας ή έκφρασης, όπως τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Πρόκειται για ένα κρίσιμο βήμα ώστε να έρθουν αντιμέτωποι με τις ευθύνες τους όσοι, επικαλούμενοι το φύλο, στερούν θεμελιώδη δικαιώματα εκπαίδευσης, ελευθερίας κίνησης και έκφρασης, προσωπικής και οικογενειακής ζωής, σωματικής ακεραιότητας και αυτονομίας. Η Διεθνής Αμνηστία ζητάει επίσης από τη διεθνή κοινότητα να αναγνωρίσει το έμφυλο Απαρτχάιντ ως ένα έγκλημα βάσει της διεθνούς νομοθεσίας, ώστε να ενισχύσουμε τις προσπάθειες να καταπολεμήσουμε τα καθεστώτα συστηματικής καταστολής και καταπίεσης που επιβάλλονται βάσει φύλου».
«Η Διεθνής Αμνηστία ζητάει από τη διεθνή κοινότητα να αναγνωρίσει το έμφυλο Απαρτχάιντ ως ένα έγκλημα βάσει της διεθνούς νομοθεσίας, ώστε να ενισχύσουμε τις προσπάθειες να καταπολεμήσουμε τα καθεστώτα συστηματικής καταστολής και καταπίεσης που επιβάλλονται βάσει φύλου».
Φυσικά, όπως αναγνωρίζει η Διεθνής Αμνηστία, η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης εστιάζει σε ένα κλάσμα των παραβιάσεων που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στο Αφγανιστάν πλήττοντας το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού. Ζητάει λοιπόν και από το Δικαστήριο της Χάγης και τη διεθνή κοινότητα να διευρύνουν τις προσπάθειες καταπολέμησης των έμφυλων και άλλων εγκλημάτων που συμβαίνουν στο Αφγανιστάν, όπως «εξωδικαστικές εκτελέσεις, βασανιστήρια και άλλες εγκληματικές ενέργειες, αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, εξαφανίσεις, σφαγές πολιτών, συστηματικές και ευρείες επιθέσεις από το Ισλαμικό Κράτος κατά των Χαζάρα και άλλων μειονοτήτων».
Να σημειωθεί εδώ ότι ήδη από το 2023 η Διεθνής Αμνηστία εξέδωσε μια αναφορά με τίτλο «Ο πόλεμος των Ταλιμπάν κατά των γυναικών», παρουσιάζοντας τις έμφυλες διώξεις στο Αφγανιστάν ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Μια αναφορά της προηγούμενης χρονιάς (2022) από τον ίδιο φορέα με τίτλο «Αργός θάνατος: Οι γυναίκες και τα κορίτσια υπό την εξουσία των Ταλιμπάν» αναγνώριζε τις ευρείες, συστηματικές και σκόπιμες επιθέσεις στα γυναικεία δικαιώματα, σε συνδυασμό με βασανισμούς, εξαφανίσεις και άλλες εγκληματικές πράξεις.