Με τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς να μονοπωλεί την επικαιρότητα και την παραίτηση της Claudine Gay από την θέση της προέδρου του Harvard, μετά την τοποθέτηση του πανεπιστημίου στο θέμα αυτό, υπάρχουν πολλά να ειπωθούν για τα όρια της λογοκρισίας στο ακαδημαϊκό πλαίσιο, την έννοια της πολιτικής ορθότητας και την κοινωνική ευθύνη που αναλαμβάνουν οι άνθρωποι μέσα στα αμφιθέατρα και στη διοίκηση των πανεπιστημίων.

Ξεκινούμε με μία βάση στην οποία πρέπει συμφωνούμε όλοι: Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι βασική αξία τόσο σε χώρους εκπαίδευσης όσο και εκτός και δεσμεύει τους πάντες ανεξαρτήτως επαγγέλματος. Δεν επιτρέπεται να απειλείται ούτε να προσβάλλεται. Το τοπίο όμως, γίνεται πιο νεφελώδες όταν μιλάμε για την ελευθερία του λόγου και της διαμόρφωσης των απόψεων. Όταν η διαφωνία είναι πολιτική -όχι κομματική και περιορισμένη σε συγκεκριμένες διαδικασίες αλλά ιδεολογική- δημιουργείται ένας αγώνας απόδειξης ότι ο άλλος ξεπερνάει κάποιο όριο περισσότερο από την απόδειξη του λάθους της αντίθετης άποψης του, όποια και να είναι αυτή. Στην πράξη, κερδίζει αυτός που θα βαφτίσει την αντίθετη γνώμη παρενόχληση/διάκριση συντομότερα. Αυτή η δυναμική εισήλθε στα πανεπιστήμια γενικά και το Ηarvard ειδικά με την πάροδο του χρόνου επέτρεψε η κύρια ακαδημαϊκή του αποστολή της έρευνας και της διδασκαλίας να υποταχθεί σε άλλες αξίες.

H Jeannie Suk Gersen, καθηγήτρια της Νομικής του Harvard από το 2010, γράφει στο αντίστοιχο άρθρο της στο Νew Yorker, ότι της ζητήθηκε από φοιτητές να μην κάνουν ασκήσεις υπεράσπισης κατηγορουμένου σε διάφορα εγκλήματα διότι δεν είναι σωστό να επιχειρηματολογούν για θέματα με τα οποία διαφωνούν. Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος νομικός για να αντιληφθεί σε τι ακαδημαϊκό ακρωτηριασμό θα υπόκειτο το μάθημά της, εάν επέτρεπε κάτι τέτοιο. Άπειρες καταγγελίες έγιναν σε βάρος της, στις διοικητικές αρχές του πανεπιστημίου, ακριβώς επειδή δεν ενέδωσε στη μείωση της ύλης και κατ’ επέκταση ποιότητας της διδασκαλίας της. Σε κάποια κτήρια πιο δίπλα, η Carole Hooven, μια λέκτορας στο μάθημα για την ανθρώπινη εξελικτική βιολογία, δήλωσε ότι:« υπάρχουν μεν δύο φύλα διακεκριμμένα από τους γαμέτες που παράγει το ανθρώπινο σώμα, αλλά πρέπει να σεβόμαστε τους άλλους και να χρησιμοποιούμε τις αντωνυμίες με τις οποίες αυτοί ταυτίζονται». Παρά τη ζυγισμένη της τοποθέτηση, κατακρίθηκε ως τρανσφοβική και όταν κανένας δεν συμμετείχε πλέον στο μάθημα της αποσύρθηκε.

Πολλοί άλλοι καθηγητές αλλά και προσωπικό έχουν παρατηρήσει ότι ακόμα και οι ίδιοι οι φοιτητές δεν μένουν ανεπηρέαστοι από αυτή την ακατάπαυστη λογοκρισία. Το πανεπιστήμιο μετατράπηκε από ένα τοπίο ανάπτυξης και διάδοσης ιδεών και μόρφωσης σε κέντρο της κουλτούρας της ντροπής σύμφωνα με την Gersen. Όπως μπορούμε να διαβάσουμε επίσης και σε άρθρο του Harvard Buisness Review δημοσιευμένο το 2006, πολύ πριν την έξαρση της παρηγορητικής λογοκρισίας, το φαινόμενο γίνεται τόσο έντονο που φτάνει σε ένα αυτοπροσδιορισμό εντελώς εξωτερικά καθορισμένο από τις κόκκινες σημαίες της πολιτικής ορθότητας. Επομένως, η σύγχυση εισβάλει στη ψυχοσύνθεση και ταυτότητα και η φράση πάει κάπως έτσι: από το δεν λέω για να μην προσβάλλω στο δεν είμαι για να μην προσβάλλω.

Αυτό που είπε η Claudine Gay με την έναρξη της θητείας της είναι ότι: «Στόχος της έρευνας είναι η γνώση και όχι η παρηγοριά.» Το έκανε πράξη και την οδήγησε στο σήμερα. Ο προβληματισμός δεν έγκειται στο αν έπρεπε να παραιτηθεί ή όχι. Δεν κρίνεται αυτό εδώ. Ούτε θεωρείται ότι δεν πρέπει να υπάρχει αλληλοσεβασμός σε θέματα αξιών. Αυτό είναι η βάση κάθε επιτυχημένης μικρο- ή μεγαλο- κοινότητας. Ωστόσο, αν κάθε άβολος διάλογος είναι παρενόχληση και αν τα επιστημονικά ευρήματα είναι διακρίσεις τότε τι διαφοροποιεί το πανεπιστήμιο από την καφετέρια;

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below