Ναι, είχα ακούσει τις ιστορίες. Ότι ο άνδρας που ξέρεις µετά το γάµο ενσωµατώνεται για πάντα στον καναπέ και όταν περνάς από µπροστά του µε ζαρτιέρες εκείνος σκύβει ενοχληµένος να δει το ριπλέι – που – ήταν – σίγουρο – πέναλτι. Ότι η µοναδική πιθανότητα να πιάσεις ποτέ ξανά στα χέρια σου το τηλεκοντρόλ είναι να τον ναρκώσεις. Και ότι στο εξής θα προσέχει το καινούργιο σου φόρεµα µόνο για να σε µαλώσει που πάλι ξόδεψες λεφτά.
Η εικόνα που επιφυλάσσει ο κόσµος για τον παντρεµένο άνδρα είναι ενός µετανιωµένου, καταπιεσµένου, αδιάφορου, βαριεστηµένου, απελπισµένου ανθρώπου µε αρχές φαλάκρας ή µπάκας ή και των δύο, δηλαδή κάτι σαν τον Αλ Μπάντι. Γιατί νοµίζετε ότι γίνονται τόσο περισσότερα µπάτσελορ απ’ ο, τι µπατσελορέτ πάρτι; Γιατί υποτίθεται πως ο δυστυχισµένος αυτός άνθρωπος που οδεύει προς την αιώνια καταδίκη πρέπει να χαρεί την τελευταία µέρα της ελευθερίας του που κάποια πονηρή γυναίκα θα του στερήσει από αύριο και για την υπόλοιπη ζωή του. Ναι, κατά βάθος τις περισσότερες φορές όλοι φθονούν τη νύφη (που τα κατάφερε) και όλοι λυπούνται το γαµπρό (που την πάτησε). Και σύµφωνα µε αυτό το σενάριο, εφόσον ο σύζυγος έκανε την απαιτούµενη από την πλευρά του θυσία, λογικά επιτρέπεται στο εξής να µεταµορφωθεί σε έναν αγενή συγκάτοικο που περιµένει ως αντάλλαγµα από εσένα φαΐ και καθαρά πουκάµισα. Ναι, όλοι µεταξύ αστείου και σοβαρού έχουµε συνεισφέρει στη διαιώνιση και διάδοση αυτού του κλισέ, όλοι γελάµε µε τα ανέκδοτα για την πεσµένη λίµπιντο του συζύγου που δεν αφυπνίζεται ούτε καν στη θέα της γυναίκας του ντυµένης µασκοφόρου – ντοµινατρίξ («Μπάτµαν, πιάσε µια µπίρα»), ευτυχώς οµως η πραγµατικότητα δεν είναι έτσι.
For better
Δεν ξέρω αν πρόκειται για τη συγκεκριµένη γενιά αλλά αυτό που ακούω συνέχεια τελευταία γύρω µου από πρόσφατα παντρεµένες γυναίκες είναι το εντελώς αντίθετο. Ότι µετά το γάµο ακόµα και το πιο σκληροπυρηνικό πρώην µπάτσελορ αγόρι εξηµερώνεται. Ξαφνικά είναι πιο υποχωρητικό, πιο γλυκοµίλητο και πιο πρόθυµο να σε προστατεύσει απ’ όλες τις κακουχίες του κόσµου.
Με τον άνδρα µου δεν κάναµε ποτέ µήνα του µέλιτος – η τελετή έγινε µια µέρα πριν γεννηθεί η κόρη µας, αυτό το honeymoon είχε µπόλικη αϋπνία, θηλασµο και καθόλου σεξ – , οπότε δεν ευτύχησα να ζήσω τα καλά του πρώτου καιρού, τα πρωινά σε κρεβάτια ξενοδοχείων και τα κοσµοπολίτικα βράδια έξω (ή ο, τι τέλος πάντων φανταζόµουν πως συνεπάγεται το να είσαι newlywed σε ένα ωραίο µέρος του πλανήτη). Παρ’ όλα αυτά ο σύζυγός µου απέδειξε ότι ήταν έτοιµος από καιρό να αναλάβει το νέο του ρόλο, επιδεικνύοντας µάλιστα πολύ µεγαλύτερο ζήλο από µένα.
Δεν θα σας πω ότι είδα κάποια ριζοσπαστική µετάλλαξη του savoir – vivre – ακόµα περιµένω έξω από το αυτοκίνητο µήπως και µου ανοίξει την πόρτα αλλά τίποτα. Ωστόσο υπάρχουν σηµαντικές, ουσιαστικές βελτιώσεις στην καθηµερινότητα, µια περιποίηση παραπάνω, ένα ειλικρινές βλέµµα κατανόησης. Εκείνο που εκτιµώ περισσότερο απ’ όλα είναι η ανακωχή, ο κυµατοθραύστης όταν εγώ είµαι φουρτουνιασµένη θάλασσα. Κάτι που υπό άλλες συνθήκες θα πυροδοτούσε άγριο καβγά, µια άσχηµη κουβέντα που µου ξεφεύγει πάνω στα νεύρα, τώρα ως εκ θαύµατος αντιµετωπίζεται µε στωικότητα Δαλάι Λάµα και στη χειρότερη περίπτωση µε ένα «οκ, πάω µέσα για να µην τσακωθούµε». Σε κάθε φρέσκο σύζυγο βέβαια η αλλαγή εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως: άλλος είναι κεφάτος που γυρίζει σαν χαµάλης από το σούπερ µάρκετ, άλλος σου φτιάχνει πρωινό, άλλος – καλή ώρα – αφήνει την κακία σου να πέσει κάτω και δίνει τόπο στην οργή.
Προστάτης οικογενείας
Το κοινό στοιχείο είναι ότι από τη στιγµή που παντρεύονται οι άνδρες πέφτουν πολύ σοβαρότερα µε τα µούτρα στον αγώνα για την εξασφάλιση της ευηµερίας µας. Θέλουν να κερδίσουν περισσότερα όχι πια (µόνο) µε κίνητρο να αγοράσουν µεγαλύτερο αυτοκίνητο αλλά να γίνουν κουβαλητές, κολόνα και στήριγµα του σπιτιού τους. Το να πληρώνει για να ζείτε καλά, το να µπορεί να σε συντηρεί γίνεται για εκείνον πηγή ικανοποίησης και επιβεβαίωσης, ένα έργο που γουστάρει να φέρνει εις πέρας (µιλάµε φυσικά για νορµάλ ανθρώπους και νορµάλ επίπεδα εξόδων, διότι αν ο καλός σου έχει ένα µέσο µισθό κι εσύ ξοδεύεις σαν να είσαι σύζυγος του Μπιλ Γκέιτς υπάρχει πρόβληµα).
Είναι πάντως θαύµα το πώς ο γάµος µετατρέπει ακόµα και τον πιο σπάταλο άνθρωπο σε οικονοµικό επιτηρητή της ΕΕ όταν έχει να κάνει µε τη διαχείριση του δικού του νοικοκυριού. Όταν τον παντρεύεσαι είναι η πρώτη φορά που µαθαίνεις πόσα βγάζει, πού τα ξοδεύει και τι επιστροφή φόρου είχε φέτος (λογικό, αφού κάνετε κοινή δήλωση). Όλα αυτά µπορεί να είναι ελάχιστα ευχάριστα θέµατα και σίγουρα οι συζητήσεις για τους λογαριασµούς είναι η πλέον αντιερωτική ρουτίνα ενός γάµου, τουλάχιστον οµως το να ξέρεις ότι εκείνος δεν τολµάει πια να δώσει όλο του το µισθό για µια καινούργια στολή µότο κρος αποτελεί µια κάποια εγγύηση για το κοινό σας µέλλον όπως και να το κάνεις.
Ίσως οµως το πιο απολαυστικό απ’ όλα τα αξιολάτρευτα στοιχεία ενός νέου συζύγου είναι εκείνη η αυξηµένη, χαριτωµένη κτητικότητα. Η παιδική σχεδόν χαρά µε την οποία σε αποκαλεί ιδιωτικά ή δηµόσια «η γυναίκα µου» νοµίζω δεν θα άφηνε ασυγκίνητη ακόµα και τη Σιµόν ντε Μποβουάρ. Τώρα είσαι δική του και µε το νόµο, όχι ότι αυτό έχει καµία σηµασία για την αµοιβαία πίστη των συζύγων όπως έχει εκατοµµύρια φορές αποδείξει η ιστορία και η άνοδος των διαζυγίων, αλλά καθώς τα αγόρια θέλουν να µαρκάρουν όσο περισσότερο µπορούν την περιοχή τους, ανακαλύπτουν ότι ο γάµος τους δίνει µια αναπάντεχη ευκαιρία να κατοχυρώσουν άλλο ένα απόκτηµα στη λίστα µε τα περιουσιακά στοιχεία. Ακόµα και η διακριτική ζήλια του όταν, για παράδειγµα, «σήµερα παραείσαι οµορφη για να σε αφήσω να πας στο γραφείο» έχει τώρα άλλο κύρος.
Αναµφισβήτητα οι παντρεµένοι άνδρες, πολύ πιο έντονα απ’ ο, τι εµείς, δείχνουν αµέσως τη µετατόπιση του βάρους από την παλιά στη νέα οικογένειά τους. Εξόν κι αν ο καλός σας ανήκει στη µαφία, το σύνηθες είναι ότι η γυναίκα του βρίσκεται πλέον πάνω από τη µητέρα του στη λίστα των προτεραιοτήτων. Ενώ ένα κορίτσι συνεχίζει ενίοτε να βάζει στη συζυγική ζωή τους γονείς ή τη µάνα του, το αγόρι στο ρόλο του οικογενειάρχη αλλάζει πιο εύκολα στρατόπεδο. Προς Θεού, δεν έχουµε κάποιο διαγωνισµο αφοσίωσης αλλά εδώ κερδίζουµε.
Υπάρχουν και άλλα, ψιλά γράµµατα µεν, που φέρουν µια συγκεκριµένη, παλιοµοδίτικη γοητεία δε, όπως το ότι εκείνος διαλέγει το ψάρι ή το κρέας στα ψώνια, συµπεριφορές που ανασύρει ασυναίσθητα και αναπαράγει από τα παιδικά του χρόνια επειδή έτσι έκανε ο πατέρας του ή ο παππούς του.
Ενάµιση χρόνο µετά το γάµο µας µπορώ να πω ότι ούτε ο βίος είναι ποτέ ανθόσπαρτος ούτε ο άνδρας µου άγγελος. Εξακολουθεί να ξεχνάει να γυρίσει σπίτι όταν βγαίνει µε τον κολλητό του και έχει πάντα κάποιο αµείλικτο deadline στη δουλειά του όταν έχουµε ραντεβού µε την παιδίατρο. Αλλά η ανακουφιστική υπευθυνότητα µε την οποία αντιµετωπίζει τη σχέση µας και τα του οίκου µας, η τρυφερότητα µε την οποία περιβάλλει αυτό το νέο πρότζεκτ ενισχύει την άποψη ότι τα αγόρια αλλάζουν προς το καλύτερο όταν παντρεύονται. Ή προσπαθούν πιο σκληρά, ίσως γιατί ξέρουν ότι τους περιµένεις στη γωνία να επιβεβαιώσεις το κλισέ της αναισθησίας και της παντόφλας. Κάθε πρωί βρίσκω τον καυτό καφέ µου στο τραπέζι και το εκτιµώ πολύ (ακόµα δεν έχει εµπεδώσει ότι δεν τον πίνω καυτό αλλά η σκέψη µετράει).