Σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση, κάποια επώνυμη μη μανούλα αναφέρει σε συνέντευξή της πόσο δυσάρεστες είναι οι ερωτήσεις για το αν θέλει να κάνει παιδί, αν το σκέφτεται, αν της λείπει, αν μετάνιωσε που έχασε το τρένο, διατυπώνοντας ασφαλώς το αυτονόητο. Είτε δεν ήθελε είτε δεν μπορούσε, πρόκειται για τελείως ανάρμοστη ερώτηση, που θα έλεγε κάποιος, πως κανείς πλέον δεν κάνει πλην λίγων θειάδων σε κάποιο απομακρυσμένο χωριό, όπου τα νέα του κοινωνικού πολιτισμού δεν έχουν φτάσει ακόμα. Παρόλα αυτά, υπάρχουν ακόμα ρεπόρτερ και δημοσιογράφοι που θεωρούν ότι άπαξ και έχουν απέναντί τους έναν επώνυμο άνθρωπο δικαιούνται να ρωτήσουν ο,τι θέλει να μάθει και η τελευταία κουτσομπόλα της κάτω ρούγας, λες και η διακριτικότητα είναι επιστημονική φαντασία για κάποιον που επέλεξε να βρίσκεται στη δημοσιότητα.
Δεν είναι μόνο οι ερωτήσεις περί μητρότητας – αν και το να ρωτάς μια γυναίκα άνω των πενήντα αν σκέφτεται «να κάνει παιδάκι» κερδίζει το χρυσό στο σύνθετο αγένειας – ανοησίας. Είναι και τα περί διαφοράς ηλικίας με τον σύντροφο, αν φυσικά η γυναίκα είναι πάνω από δύο χρόνια μεγαλύτερή του, ο αντίθετος συνδυασμός άνδρα 50 ετών – γυναίκας 22 θεωρείται πολύ νορμάλ και δεν αναφέρεται. Είναι και τα περί απώλειας κιλών, που επικροτείται αν ο ρεπόρτερ εγκρίνει, αλλά προκαλεί ανησυχία όταν υπάρχουν φήμες για νευρική ανορεξία, που ως διαταραχή είναι κάτι που ο ρεπόρτερ νιώθει πολύ αρμόδιος να σκαλίσει μπροστά στις κάμερες. Είναι και τα ανατριχιαστικά φολκλορικά «θα φάμε κουφέτα» και «θα ανεβείτε τα σκαλιά της εκκλησίας» σε όποιον έχει σχέση διάρκειας άνω των 48 ωρών, συνήθως από γυναίκες ρεπόρτερ που καίγονται να αποκατασταθεί όλος ο κόσμος, σαν να καταλαμβάνονται από το πνεύμα της θείας από το Σικάγο με το που ξεκινά η κάμερα να γράφει.
Δεν φταίνε πάντα οι ρεπόρτερ – πολλές φορές είναι οι αρχισυντάκτες των εκπομπών που ζητούν τέτοιο υλικό, απαρχαιωμένο και κουτσομπολίστικο, επειδή ίσως υπάρχουν ακόμα τηλεθεατές που αυτό θέλουν. Και φυσικά δεν είναι κανείς υποχρεωμένος να τους δώσει. Ειδικά σε εκπομπές που παρουσιάζουν γυναίκες που συστήνονται ως σύγχρονες, συναισθηματικά και κοινωνικά αφυπνισμένες και ευαίσθητες, είναι τουλάχιστον ατυχές να διαιωνίζεται η κουλτούρα της αγενούς, περίεργης γειτόνισσας. Το γεγονός ότι υπάρχει ακόμα, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να κοπεί στο μοντάζ.