Η Αμάντα Μιχαλοπούλου περνάει το κατώφλι του θεάτρου της Μικρής Επιδαύρου “δι’ ελέου και φόβου. Και με μια άγρια παιδική χαρά”.

Η σχέση σου με το αρχαίο θέατρο, πότε ξεκινά; Είναι μία σχέση θαυμασμού, αγάπης, πάθους;

Από το “ω κοινόν αυτάδελφο Ισμήνης κάρα” του Σοφοκλή που τραγουδούσαμε με τις φίλες μου στα διαλείμματα. Είχαμε κι έναν συμμαθητή που μετέτρεπε όλους τους διαλόγους μας σε αρχαίο ελληνικό κείμενο, είχε μεγάλη ευχέρεια. Πήγαινα στο Δημόσιο αλλά είχα παθιασμένες φιλολόγους και η ανάλυση της Αντιγόνης και του Οιδίποδα ήταν για μένα το πρώτο μάθημα δημιουργικής γραφής της ζωής μου. Δεν ήξερα πως να διαχειριστώ το μέγεθος της αποκάλυψης και της οδύνης, με ξεπερνούσε. Και θυμάμαι να σκέφτομαι τι άγριο πράγμα που είναι η ζωή. Όλα έμπαιναν κάτω από ένα τερατώδες μικροσκόπιο στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Έβλεπες και τη πιο μικρή τριχούλα, το κύτταρο της οικογένειας, του έρωτα, της ενοχής, της φιληδονίας, της τιμωρίας, της φιλοδοξίας, της εκδίκησης.

Αμάντα Μιχαλοπούλου. Φωτ: Δημήτρης Τσουμπλέκας

Με τη Φαίδρα πότε ασχολήθηκες για πρώτη φορά, πώς την προσέγγισες;

Όταν ήμουν μαθήτρια με σόκαρε η ιδέα της γυναίκας που ερωτεύεται έναν τόσο νεότερο άντρα και μάλιστα τον πρόγονό της. Στα είκοσι και στα τριάντα θεωρείς τις πενηντάρες ξοφλημένες, δεν τις κοιτάς καν στο δρόμο, δεν υπάρχουν. Θεωρείς τη νεότητα ένα είδος υπεροχής, ενώ στην πραγματικότητα είναι ένα είδος ταλέντου. Πώς διεκδικείς τη ζωτικότητά σου, εννοώ, ανεξαρτήτως ηλικίας. Πώς συνεχίζεις να αγαπάς το σώμα σου και να προστατεύεις τον εαυτό σου. Να γελάς και να φλερτάρεις με τους ανθρώπους και τα ζώα. Να μην το βάζεις κάτω, να μη βαραίνεις. Γηρατειά σημαίνει βάρος κι έχω δει νεότατους ανθρώπους να σέρνονται χωρίς ίχνος ζωτικότητας. Καμπουριασμένοι, λες κι έχουν φάει γροθιά στο στομάχι. Όταν ήρθε λοιπόν η Κατερίνα Ευαγγελάτου και μου πρότεινε να ξαναγράψω τον Ιππόλυτο του Ευριπίδη, ξανάπιασα μέσα μου το νήμα αυτής της ερώτησης: τι σημαίνει επιθυμία, ποια είναι η ασυνείδητη μέθοδος, η στρατηγική της. Σε τι μοιάζει με τον πόλεμο. Λες κι ήρθε η καραντίνα που περάσαμε για να υπογραμμίσει, ως μοτίβο, την ανθρώπινη ανάγκη για χάδι, για επαφή. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει ιδανικότερη στιγμή για να γραφτεί το credo της γυναικείας επιθυμίας.

Νίκος Λεκάκης, Άννα Μάσχα Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

 

Γιατί καίγεται η Φαίδρα;

Επειδή είναι ζωντανή, είναι στις επάλξεις. Το σώμα της ανθίζει οργιαστικά, βασανιστικά. Παρατηρεί αυτή την εσωτερική πυρκαγιά, αλλά κάνει και κάτι άλλο βαθιά επαναστατικό. Την αποκαλύπτει. Δε βάζει τον Θησέα να τιμωρήσει τον Ιππόλυτο για την άρνηση της επιθυμίας του. Δε χρειάζεται ούτε συνεργούς, ούτε δικαστές. Τα κάνει όλα μόνη της. Εξεγείρεται, διεκδικεί και στο τέλος θα υποστεί τις συνέπειες. Αλλά δεν αυτοκτονεί όπως στις πατριαρχικές εκδοχές του Ευριπίδη, του Σενέκα, του Ρακίνα. Μετά το τέλος του έργου τη φαντάζομαι να πενθεί και να ξεκινάει από την αρχή, αργά και με κόπο.

Η δική σου Φαίδρα είναι θύμα της Αφροδίτης ή του εαυτού της, του πάθους της;

Η δική μου Φαίδρα δεν είναι θύμα. Η θυματοποίηση της γυναίκας που επιθυμεί είναι ένα κατάλοιπο της πατριαρχίας. Στους άντρες επιτρέπεται να επιθυμούν νεαρά κορίτσια. Μερικές φορές θαυμάζω τη φυσικότητα της επιθυμίας τους. Ένας εξηντάρης με μπυροκοιλιά κοιτάζει μια εικοσάχρονη σαν τα κρύα τα νερά και η γυναίκα της αντίστοιχης ηλικίας ιδροκοπάει στα γυμναστήρια για να επιτρέψει στον εαυτό της να κοιτάξει. Η Φαίδρα μου λοιπόν το μόνο που κάνει είναι ότι επιθυμεί και το παραδέχεται, αντί να κουρνιάσει στην κατάθλιψη ή στην υστερία. Λέει θέλω, λέει δικαιούμαι. Λέει χαρακτηριστικά “θέλω να θέλω”.

Άννα Μάσχα, Νίκος Λεκάκης Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Ο έρωτας της Φαίδρας για τον Ιππόλυτο χαρακτηρίζεται συχνά “άνομος”. Αν όμως εξαιρέσουμε τις περιπτώσεις των παιδιών, υπάρχει άνομο στον έρωτα;

Αν υπάρχει, τότε είναι η πιο ωραία ανομία. Η κλοπή μιας άλλης καρδιάς, η ενσυναίσθηση και το πάθος των ερωτευμένων, η έξοδος από τον εαυτό μας για χάρη μιας άλλης ύπαρξης. Ο έρωτας είναι ο ύστατος αλτρουισμός.

Υπήρχε μία στιγμή στις πρόβες, όταν “σηκώνεται” η παράσταση, όπως λένε οι ηθοποιοί, που αισθάνθηκες πως το έργο δεν είναι πια δικό σου, έγινε κάτι άλλο, μεγαλύτερο από το ίδιο το κείμενό σου;

Για μένα ήταν η στιγμή που ο θίασος αντικατέστησε τα τραγούδια του έργου μου με ένα δικό τους τραγούδι που μιμείται την αίσθηση των 70ς. Πάει κάπως έτσι: “Τ’ αεράκι μου θυμίζει/μια κολόνια που μυρίζει/ όπως μύριζαν τα χρόνια/ που δεν έβαζες κολόνια”. Εγώ έχω στο κείμενο το τραγούδι “Στην παλιά ντισκοτέκ” της Ελπίδας με το οποίο μεγάλωσα τα καλοκαίρια στις ντίσκο του Ξυλοκάστρου. Και τη “Φωτιά στο λιμάνι” από τα Ξύλινα Σπαθιά. Ακούγεται μικρό, αλλά είναι μια στιγμή ανεξαρτησίας.

Αν υπήρχε μία λέξη-κλειδί για να ξεκλειδώσεις την ηρωίδα του Ευριπίδη, ποια θα ήταν αυτή; 

Πάθος και μόνο πάθος. Όχι μόνο για τον Ιππόλυτο επαναλαμβάνω, αλλά για τη ζωή.

Άννα Μάσχα Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Τη Φαίδρα σου ερμηνεύει μία από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της γενιάς μας, η Άννα Μάσχα. Πόσο εύκολο είναι για ένα συγγραφέα να βλέπει τον ηθοποιό να συνεχίζει εκεί που σταματάει ο λόγος, με το σώμα, τη φωνή, τις αισθήσεις;

Αυτό που με συγκίνησε ήταν ο τρόπος που άνοιξε η Μάσχα το σώμα της για να υποδεχθεί τη Φαίδρα. Θαύμασα το πέρασμά της από την εκλογίκευση και την αρχική δυσπιστία σε μια γιορτή του σώματος. Κι επειδή είχα καιρό να παρακολουθήσω πρόβες, όταν την είδα να περιδινίζεται στα νερά με τον Νίκο Λεκάκη κατάλαβα τι ακριβώς κάνουμε εμείς οι συγγραφείς: ονειρευόμαστε σώματα στα οποία να φωλιάσουν οι παθιασμένες μας ηρωίδες.

Αμάντα, αναρωτιέμαι αν είχες σκεφτεί ποτέ, ως φοιτήτρια της Φιλοσοφικής που κατέβαινε για να δει παραστάσεις στην Επίδαυρο, ότι μια μέρα θα μπορούσαν να ακουστούν τα δικά σου λόγια σε αυτά τα αρχαία θέατρα που είναι οι ναοί του παγκόσμιου θεατρικού λόγου.

Με συγκινεί αυτό που λες. Δε το είχα σκεφτεί έτσι. Ξύπνησες μέσα μου ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης.

Με τι σκέψεις θα κατηφορήσεις προς το αρχαίο θέατρο της Παλαιάς Επιδαύρου;

Δι ελέου και φόβου. Και με μια άγρια παιδική χαρά.

Η Φαίδρα Καίγεται της Αμάντας Μιχαλοπούλου σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού παρουσιάζεται στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου στις 30 και 31 Ιουλίου.
Παίζουν: Άννα Μάσχα (Φαίδρα), Νίκος Λεκάκης (Ιππόλυτος), Μαρία Κοσκινά (Ληώνη), Μαρία Μοσχούρη (Αφροδίτη), Ειρήνη Ιωάννου-Παπανεοφύτου (Άρτεμη).

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below